Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013



Ως και η Πηνελόπη Δέλτα
στο μηχανισμό στήριξης του μνημονίου,
100 χρόνια μετά…!

Τάκης Τζαμαργιάς–Βαγγέλης Ραπτόπουλος[1]

«Παραμύθι χωρίς όνομα»

[Δραματοποίηση του ομώνυμου «φανταστικού μυθιστορήματος»[2]
της Πηνελόπης Δέλτα],

στην Παιδική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου



Ιδεολογικές συγγένειες στη σύγχρονη συγκυρία…  το μνημόνιο και οι θυσίες του λαού μας!

Οι Βαγγέλης Ραπτόπουλος και Τάκης Τζαμαργιάς είναι ικανοί και ευφυείς δραματουργοί/διασκευαστές. Η μεταφορά του πεζού λόγου σε θεατρική μορφή, η σκηνική οικονομία, τα υπέροχα σκηνικά του Γιάννη Θεοδωράκη, τα φανταχτερά κοστούμια της Κέννυ Μακλέλλαν, η μουσική του Δημήτρη Μαραμή, οι χορογραφίες της Ζωής Χατζηαντωνίου, οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη και το βίντεο του Παν. Ράππα, προσδίνουν αίγλη στη συγκεκριμένη  θεατρική παράσταση για παιδιά. Τα καθηλώνουν στο κάθισμά τους, με διάπλατα τα πανέμορφα ολοζώντανα μάτια τους να ρουφάνε αισθητική απόλαυση. Η σκηνοθεσία του ακούραστου και ταλαντούχου παιδαγωγού Τάκη Τζαμαργιά είναι καταπληκτική. Πρόκειται για έναν υπέροχο θεατράνθρωπο, που με ό,τι καταπιάνεται, το φέρνει σε πέρας επιτυχώς. Ασφαλώς και ήταν γι’ αυτόν πρόκληση η πρόσκληση του κ. Χουβαρδά να σκηνοθετήσει παράσταση για παιδιά. Άλλωστε, ο ίδιος είναι θιασώτης της λογοτεχνικής δεινότητας της Π. Δέλτα για το συγκεκριμένο της μυθιστόρημα. Πού να σκεφτεί, όμως, τις απώτερες σκέψεις και βουλές του αξιοσέβαστου Εθνικού μας Θεάτρου; Να, όμως, που χρειάζεται να υποψιαζόμαστε, μερικές φορές, τις σκοπιμότητες της αστικής εξουσίας και των οργάνων της… Παραστάσεις ασφαλώς και μπορούν να γίνουν με φτωχότερα υλικά μέσα, από καλλιτέχνες, που έχουν βάλλει ως σκοπό της ζωής τους να κτίσουν και με τη βοήθεια της τέχνης τους μιαν άλλη κοινωνία, ειρηνική, δίκαιη, αταξική, σοσιαλιστική.
Τι γίνεται όμως με τη σκέψη και τον προβληματισμό των παιδιών/θεατών μιας παράστασης; Τι συμβαίνει με τα «ξαναζεσταμένα φαγητά», τα οποία όταν μαγειρεύτηκαν, η ανερχόμενη τότε «πεφωτισμένη» αστική τάξη έτσι τα ήθελε μαγειρεμένα; Τη βόλευε στα 1910. Ήταν αμέσως μετά το ταπεινωτικό 1897 και τα λάθη της μοναρχίας, που τάραξαν το φιλομοναρχισμό της Δέλτα, στάθηκαν αιτία να γράψει το Παραμύθι της. Όμως, όπως εύστοχα παρατηρεί ο αλησμόνητος Χάρης Σακελλαρίου «(Η Δέλτα) μετέφερε τον όλο προβληματισμό στο προσωπικό επίπεδο και δεν είδε την πολιτειακή του διάσταση.»[3] Στην ίδια ρότα κινείται και το κείμενο των Τζαμαργιά-Ραπτόπουλου, σε αντίθεση με το Παραμύθι του Καμπανέλλη, που θέτει διάφορα πολιτικά ζητήματα, τα οποία στηρίζει με την καυστική του σάτιρα.
 Η Π. Δέλτα, βαθιά συντηρητικό άτομο, γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, φιλοβασιλική και στη συνέχεια φιλοβενιζελική –μηδαμινές διαφορές μεταξύ βασιλιά Γεωργίου και Ελ. Βενιζέλου, αφού και οι δυο τους το αστικό σύστημα υπηρετούσαν με φανατισμό– ποιους συμβολισμούς επιχείρησε στο «Παραμύθι χωρίς όνομα»; Στο πρόσωπο του βασιλόπουλου έβλεπε τον Βενιζέλο, τον αγαπημένο της Ίωνα Δραγούμη ή κάποιον άλλο εθνικόφρονα εθνοσωτήρα αστό;
Η ίδια αρνείται κατηγορηματικά, σε επιστολή της προς τον Αλ. Δελμούζο, ότι ο «βασιλεύς Αστόχαστος» συμβολίζει τον βασιλιά Γεώργιο. Ο Δελμούζος κρίνει το έργο θετικά, το χαρακτηρίζει δε ως «αντι-Γεωργικώτατο και μαζί φιλοβασιλικώτατο», με αποτέλεσμα η Δέλτα να συμφωνήσει με το δεύτερο χαρακτηρισμό, αλλά ν’ αντιδράσει στην απαντητική επιστολή της, για τον πρώτο χαρακτηρισμό, ως εξής: «Το βρίσκετε “αντι-Γεωργικώτατο”, αν και φιλοβασιλικώτατο, και υποθέτετε πως σαν κυκλοφορήσει θα κατασχεθή. Και το έγραψε και η Ακρόπολις στο φύλλο της 16 Δεκεμβρίου: Ο βασιλεύς Αστόχαστος συμβολίζει άραγε στο Παραμύθι τον Βασιλέα Γεώργιον; Πολύ λυπήθηκα που το παίρνει κανείς έτσι, όπως λέτε, είναι άδικο να φορτώνομε στον συνταγματικό μας Βασιλέα όλες τις δικές μας αμαρτίες∙ και είναι πρόστυχο και ανήθικο∙ όχι, σκοπός μου δεν ήταν καθόλου ν’ αγγίξω τη Βασιλεία. Ο Αστόχαστος είναι το σιχαμένο καθεστώς, και το Βασιλόπουλο ο νέος Έλληνας, όπως θα τον ήθελα, εκείνος που θα ζητήσει μέσα του να βρη τη δύναμη ν’ αναγεννηθή, όχι έξω, όχι ρίχνοντας στον ένα και στον άλλο τις δικές του τις ίδιες αμαρτίες.»[4]

Συνέχεια της ιδεολογικής συνέπειας…

Όπως κάθε έργο τέχνης, έτσι και το «Παραμύθι χωρίς όνομα», φέρνει το ιδεολογικό του φορτίο, από το ιστορικό περιβάλλον, και τα συμφραζόμενα, μέσα στο οποίο γεννήθηκε. Ο αείμνηστος Ιάκ. Καμπανέλλης πραγματώνει στα 1959 τη θεατρική μεταφορά του έργου και τη μετάλλαξή του σ’ ένα αντιπολεμικό παιάνα, ένα καθαρόαιμο πολιτικό έργο, που πιάνει τον παλμό της ιστορικής περιόδου που γράφεται και εξακολουθεί να παίζεται με μεγάλη επιτυχία και μέσα στη δικτατορία, ξεσηκώνοντας τα πλήθη των θεατών σε παραλήρημα ενθουσιασμού. Η σατιρική και ειρωνική πρόθεση του Καμπανέλλη είναι εμφανέστατη και πετυχημένη, σε αντίθεση με το κείμενο της Δέλτα, που το διακρίνει η σοβαρότητα, με κάποια άψυχη σατιρική χροιά. Γράφει ο Γ. Πεφάνης για το έργο του Καμπανέλλη: «τα χρώματα του έργου είναι παρμένα από τον πίνακα της μετεμφυλιακής Ελλάδας και του ψυχροπολεμικού δυτικού κόσμου. Τα στοιχεία της μπρεχτικής αφήγησης και του επικού grotesque είναι εδώ εμφανή, διηθημένα όμως σε έναν παραμυθιακό ιστό, που αποπροσωποποιεί τα πολιτικά ιδανικά και υπονομεύει τα πολεμόχαρα ήθη.»[5]
Εδώ έχουμε μια κάποια ατόφια μεταφορά του θέματος, του ύφους και της ιδεολογίας του πρωτότυπου κειμένου σε θεατρική μορφή. Φυσικά οι δύο δραματουργοί έχουν αφαιρέσει ή παραλλάξει αρκετά σημεία του αφηγηματικού κειμένου της Δέλτα. Σε άλλα σημεία πρόσθεσαν ορισμένα σύγχρονα θέματα. Διατήρησαν βέβαια την παραμυθιακή του δομή και… προσπάθησαν να δώσουν στους συμβολισμούς και στις αλληγορικές του θέσεις κάποια διαφορετική υπόσταση, κοινωνική και πολιτική, πάντοτε όμως με παιδαγωγική ευαισθησία, βασισμένη σε επιστημονική γνώση. Και έφτασαν σ’ ένα θαυμάσιο σκηνικό αποτέλεσμα, με την αξία των συντελεστών και των ηθοποιών. Πολύ σωστά ο Θόδ. Γραμματάς γράφει ότι «η σκηνοθεσία διέθετε αρετές μιας νεωτερικής απόδοσης του δραματικού κειμένου: δραματοποιημένη εικονοποίηση του αφηγηματικού λόγου που στηρίζεται στον υποκριτικό αυτοσχεδιασμό και το θεατρικό παιχνίδι, συμπύκνωση της δράσης και περιορισμό των περιγραφικών στοιχείων, εικαστική θεαματικότητα, αλλά και δραματική εκφραστικότητα, με βάση τους καλοδουλεμένους ηθοποιούς και το ομαδικό θέαμα.» 
Το σύγχρονο δραματοποιημένο κείμενο προσαρμόζεται στη σύγχρονη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Διαθέτει οικολογικά και αντιπολεμικά μηνύματα, φαινομενικά χρήσιμα για τα παιδιά, όμως, όπως πάντοτε ενταγμένα μέσα σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο της αστικής ιδεολογίας. Δηλαδή, τίποτα να μην ενοχλεί τον ιδεολογικό πυρήνα του συστήματος, αλλά ούτε και να τον αμφισβητεί. Άλλωστε, το έργο της Πηνελόπης Δέλτα, 100 χρόνια μετά, έρχεται «γάντι» στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα, και δεν είναι καθόλου τυχαίο που επιλέχτηκε από το Εθνικό μας Θέατρο, που δεν έχω αντιληφθεί να αμφισβητεί την κυρίαρχη πολιτική και κομματική γραμμή… Στα παιδιά και στη νεολαία, γενικότερα, όμως, περνούν όλα στο υποσυνείδητο εύκολα, κατά τη διαπαιδαγώγηση που επιθυμεί η αστική τάξη να τους επιβάλλει, μέσα από όλους τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της (σχολείο, εκκλησία, στρατός, τέχνη, θέατρο κ.ο.κ.) Αυτό δεν πρέπει να το παραβλέπουν οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς. Ο Καμπανέλλης απευθύνεται σε ενηλίκους, που διαθέτουν γνώση, εμπειρίες και κρίση. Δεν είναι το ίδιο. Τα παιδιά στερούνται όλα τα παραπάνω, διακατέχονται μόνο από συναισθήματα και ακολουθούν άκριτα τα πρότυπα. Στο υποσυνείδητό τους, όμως ριζώνουν βαθιά και ανεξίτηλα όσα η οικογενειακή, σχολική και κοινωνική αγωγή τους προσφέρει με λόγια, παραδείγματα και ενγένει με βιωματικές καταστάσεις.
Εδώ, οι συμβολισμοί στους χαρακτήρες του έργου –και που αφορούν στη σύγχρονη πραγματικότητα– είναι εμφανείς, για όσους ξέρουν και θέλουν να τους δουν: ο αποτυχημένος βασιλιάς, που ρήμαξε τη χώρα μπορεί να είναι ο Κώστας Καραμανλής ή γενικά οι προηγούμενες «επάρατες» κυβερνήσεις μας, το πριγκιπόπουλο, που θέλει να σώσει τη χώρα από τους εχθρούς (από τις «κακές αγορές») και να την ανορθώσει μπορεί να είναι ο Γ. Παπανδρέου, αφού στο έργο η χώρα έχει κυριολεκτικά αποδομηθεί οικονομικά, από την κακοδιαχείριση του βασιλιά και των αυλικών του, από τις κλεψιές των ανθρώπων της εξουσίας, αλλά και από την αδιαφορία και την τεμπελιά του λαού.  Κάτι μας θυμίζει αυτή η κατάσταση… από τη σύγχρονη πραγματικότητα. Το πριγκιπόπουλο ζητάει συνεχώς θυσίες από το λαό για να σώσει την πατρίδα (αυτό το ακούμε το τελευταίο διάστημα κατά κόρον), περνώντας τεχνηέντως την ιδεολογία του στους απλούς εργαζόμενους: «ΖΗΤΙΑΝΟΣ: Δεν έχω να φάω, Αφέντη! ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Φλουριά δεν έχω να σου δώσω… Έλα εδώ να δουλέψεις και θα ’χεις φαΐ να χορτάσεις! […], ΜΑΡΑΓΚΟΣ: Βαρέθηκα να δουλεύω… άσκοπα! ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Δούλεψε λοιπόν για ένα σκοπό! […] ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ: Δώσ’ μου λίγο κέρδος, και να δεις με τι καρδιά δουλεύουμε… ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Για το σκοπό ή για το κέρδος; ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ: Το ίδιο κάνει. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Όχι δεν κάνει το ίδιο, γιατί όποιος από σας εδώ θέλει να δουλέψει, εγώ να του δώσω δουλειά. Μα θα είναι για έναν σκοπό μεγάλο και ιερό, που δεν αφήνει κέρδος!» Και ενώ ο πόλεμος χτυπά την πόρτα του Βασιλείου, το βασιλόπουλο ζητάει πάλι θυσίες. Ο πόλεμος, όμως, σήμερα είναι οικονομικός και οι θυσίες που ζητούνται έχουν άλλο περιεχόμενο. «ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ: Μας προτείνεις, δηλαδή, να πάμε να σκοτωθούμε για χάρη του Βασιλιά; Για να κάθεται αυτός να τρώει και να πίνει; ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Όχι για χάρη του Βασιλιά. Αλλά για χάρη του λαού μας… της πατρίδας! ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ: […] Η πατρίδα είναι μια σκέτη λέξη, κι ο Βασιλιάς ένα γουρούνι και μισό! ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Πατρίδα είν’ ο τόπος μας! Και Βασιλιάς, ο αρχηγός μας!» Και παρακάτω: «ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Πατριώτες! Πρέπει ν’ αλλάξετε μυαλά… να συνέλθετε και να βοηθήσετε!», αρκεί να διασωθεί η βασιλεία, η αριστοκρατία, η πλουτοκρατία όποιας εποχής και χώρας είτε σε στρατιωτικό είτε σε οικονομικό πόλεμο…!  
 Ο Πρωτομάστορας επικρίνει όλους εκείνους τους ανθρώπους της εξουσίας που έκλεψαν το κράτος (βασίλειο) και εξαιτίας τους κατέρρευσε, με αποτέλεσμα να φτωχύνει ο λαός: «Ας είναι καλά οι αρχικαγκελάριοι, αρχιστράτηγοι, στόλαρχοι… και η μαφία τους.» Και συνεχίζει επικρίνοντας τον Αρχιστράτηγο: «[…] έκανε ό,τι κάνουν όλοι στο παλάτι (βλ. κυβέρνηση). Είχε στα χέρια του τις αποθήκες του στρατού και τις άδειασε εντελώς. Κι όταν πούλησε τα όπλα, τις σκηνές και τις στολές, μάζεψε μια περιουσία ολόκληρη κι έφυγε στα ξένα, χωρίς να πάρει είδηση ο Βασιλιάς. Ακόμα και οι πέτρες τα ξέρουν αυτά! Μόνο ο Αφέντης μας, ο Βασιλιάς Αστόχαστος, είναι μακριά νυχτωμένος… ». Είναι η ίδια λογική με την αστική θεωρία ότι τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο τον έκανε ένας «τρελός μπογιατζής»… Κι εδώ ο βασιλιάς ήταν «αστόχαστος» και αγαθός και… δεν κατάλαβε τίποτα. Και συνεχίζει η Ειρήνη: «Τι φταίει ο Βασιλιάς, αν έχει όλο κλέφτες και λωποδύτες γύρω του;» Ο Πρωτομάστορας της απαντά: «Ας φρόντιζε να ξέρει τι υπαλλήλους παίρνει, πριν τους εμπιστευτεί τα συμφέροντα του Κράτους. Κι αν του έβγαιναν ψεύτες και κλέφτες, ας τους τιμωρούσε. Αλλά δε νοιάστηκε ποτέ για τίποτα!» Κάτι θα θυμίζει αυτό και στα παιδιά/θεατές της παράστασης. Καμία, όμως, κουβέντα, για την αιτία των εξελίξεων, για τη δομή του οικονομικού συστήματος, για την ανατροπή του. Ακόμη κι ό ίδιος ο δάσκαλος, που θα ’πρεπε να είναι προοδευτικός, είναι συντηρητικός: «Εμάς εδώ, στη Μοιρολατρία, μας τρώει η συμπόνια… είμαστε πονόψυχοι! Πώς να τιμωρήσεις τον κλέφτη ή τον προδότη και όποιον άλλον ασυνείδητο; “Τον κακόμοιρο τον άνθρωπο”, σου λένε, “γιατί να καταστραφεί; Τόσοι άλλοι υπάρχουν που κάνουν πολύ χειρότερα!” Και πάει λέγοντας…»
Η παράσταση τελειώνει με το παρακάτω κείμενο, το οποίο αποδίνουν εν χορώ όλοι οι ηθοποιοί επί σκηνής: «Το “Παραμύθι χωρίς όνομα” μιλάει για μας! / Για το Βασιλόπουλο, που κρύβει ο καθένας μας! / Για όλα όσα δεν κάνουμε σωστά, στις ζωές μας! / Μολύναμε τη φύση, σκέτη διαφθορά / Για όλα φταίει η απληστία για λεφτά! / Άλλαξε κι εσύ, πάλεψε κι εσύ, σηκωθείτε όλοι σας! / Όχι άλλα σκουπίδια και μεταλλαγμένα! / Χαλασμένες συσκευές κι απόβλητα! / Δούλεψε , όχι μόνο για τον εαυτό σου / Και το κοινό καλό πάλι θα ’ν’ δικό σου! / Βοηθήστε όλοι μαζί, ν’ αναστήσουμε τον τόπο μας!»
Πρόκειται, όντως για συναρπαστικό παραμύθι, που η παραλλαγή του, όμως, κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε να είναι η εξής: Ο λαός να ξεσηκώνεται ενάντια στη βασιλεία (ΔΝΤ και ΕΕ και ΝΑΤΟ),  έχοντας τους δικούς του λαϊκούς ηγέτες ή έστω ένα βασιλόπουλο, τύπου Αριστόνικου στην Επανάσταση των δούλων της Περγάμου, να οργανώνεται και να καθιερώνει τη δική του λαϊκή εξουσία και οικονομία. Οι αιτίες της οικονομικής καταστροφής έπρεπε να δίνονται στην πραγματική τους διάσταση και να καταγράφονται, πάντοτε με αισθητικές προδιαγραφές, οι αιτίες και η προοπτική για μια άλλη κοινωνία, όπου δε θα επικρατεί πια η ασυδοσία και οι απάτες της αστικής εξουσίας και των συνεργατών του καπιταλιστικού συστήματος.

Μια άλλη πρόταση…

Αυτό, όμως, το παραμύθι και με την εκδοχή του θεατρικού έργου σε παράσταση για παιδιά και εφήβους, νομίζω ότι μπορεί να το γράψει μόνο το Κ.Κ.Ε. και η ίδια η εργατική τάξη, και στην τέχνη με τους δικούς της καλλιτέχνες και στην κοινωνική πραγματικότητα με το Π.Α.ΜΕ. και τη θέληση και αγωνιστικότητα όλων των λαϊκών δυνάμεων…  Ναι μεν, σ’ ένα θεατρικό έργο για παιδιά, ασφαλώς με αλληγορική σημασία και παραμυθιακούς ήρωες, αλλά με προοπτική, όραμα και ταξικό προσανατολισμό των παιδιών, χρήσιμο και χρηστικό για το μέλλον τους…
Οι παρακάτω 14 ηθοποιοί απέδωσαν τους 22 ρόλους τους εκπληκτικά: Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Δημ. Βέργαδος, Γρηγ.  Γαλάτης, Σοφιάννα Θεοφάνους, Μάνος Καρατζογιάννης, Κων. Καρβέλης, Μιχ. Κοιλάκος, Μαίρη Λούση, Πέτρος Σπυρόπουλος, Φωτεινή Τιμοθέου, Δημ. Φραγκιόγλου, Κατερίνα Φωτιάδη, Στράτος Χρήστου και Αλ. Μαυρόπουλος (σε βίντεο). 
Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Δρ. Επιστημών της Αγωγής
Μελετητής-Κριτικός Θεάτρου για παιδιά


[1]. Οι δυο δραματουργοί στηρίχθηκαν στον αρχικό μύθο και στη δομή της υπόθεσης του παραμυθιού, που έπλασε η Πην. Δέλτα, στα 1910. Το διασκεύασαν και προπαντός το δραματοποίησαν. Όμως, το παρόν μεταγραμμένο θεατρικό έργο είναι δικό τους, με τις παρεμβάσεις, τις προσθήκες, τις παραλείψεις και τον εκσυγχρονισμό, που επιχείρησαν στο πεζογράφημα της συγγραφέα.   
[2]. Ο Χάρης Σακελλαρίου υποστηρίζει ότι: «η όλη δομή κι επεξεργασία του υλικού συνηγορούν στην κατάταξή του ανάμεσα στα φανταστικά μυθιστορήματα.», βλ. στη μονογραφία του Πηνελόπη Δέλτα. Η ζωή–οι έρωτες–το έργο της, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1997, σ. 141.   
[3]. Σακελλαρίου Χάρης, Πηνελόπη Δέλτα, ό.π., σ. 138.
[4]. Απόσπασμα επιστολής της Δέλτα προς τον Δελμούζο, από τη Φραγκφούρτη, στις 27.12.1910 (9.1.1911).   
[5]. Πεφάνης Γιώργος Π., Ιάκωβος Καμπανέλλης. Διαδρομές σε μεγάλη χώρα. Ανιχνεύσεις και προσεγγίσεις στο θεατρικό του έργο, Κέδρος, Αθήνα 2000, σ. 24. Ο Μιχ. Καραγάτσης σε κριτικό του κείμενο διατυπώνει την αρνητική του στάση στο εγχείρημα θεατρικής μεταφοράς του έργου της Δέλτα, βλ. Μ. Καραγάτσης, Κριτική Θεάτρου, 1946-1960 (Πρόλογος: Κώστας Γεωργουσόπουλος, Εισαγωγή-επιμέλεια: Ιωσήφ Βιβιλάκης), Βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ», Αθήνα 1999, σ. 599-561.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σας παρακαλώ τα σχόλιά σας να είναι σύντομα,κόσμια και σε λογικά πλαίσια. Διατηρούμε το δικαίωμα απόρριψης σχολίων κατά την κρίση μας.