Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018


Μιχάλης Ι. Αργυρίδης
Άλκη Ζέη
Η τέχνη του να μιλάς 
στα παιδιά με «έντιμο» τρόπο
Μεταίχμιο, Αθήνα 2012, σ. 119

Ο Μιχάλης Ι. Αργυρίδης, έμπειρος και καταξιωμένος (πρώην) εκπαιδευτικός και πολυγράφος συγγραφέας, αλλά και σημαντικός μελετητής της Παιδικής μας Λογοτεχνίας, παρουσίασε πρόσφατα το πόνημά του Άλκη Ζέη. Η τέχνη του να μιλάς στα παιδιά με «έντιμο» τρόπο.
Πρόκειται για ένα ευκολοδιάβαστο και ενδιαφέρον βιβλίο, στο οποίο ο συγγραφέας με απλό και κατανοητό γλωσσικά και υφολογικά τρόπο, προσπαθεί να ενημερώσει τους αναγνώστες του για το πεζογραφικό έργο για παιδιά της Άλκης Ζέη, μέσα από μια πολύτιμη ψυχο-παιδαγωγική προσέγγιση.
Τ’ αποσπάσματα κειμένων που χρησιμοποιεί εμβόλιμα στο κείμενό του και οι αντίστοιχες υποσημειώσεις του (από μια πλούσια βιβλιογραφία), φανερώνουν τη σφαιρική εξέταση και τεκμηρίωση των επιχειρημάτων του, ώστε ν’ αποδείξει –και με τη βοήθεια της παιδαγωγικής θεωρίας του Αμερικανού ψυχοπαιδαγωγού Jerome S. Bruner – το «έντιμο» τρόπο, με τον οποίο διαπραγματεύεται όλα τα θέματα στο πεζογραφικό έργο της για παιδιά.
Ο Μ. Ι. Αργυρίδης ανακαλύπτει γλωσσικούς, παιδαγωγικούς και ιδεολογικούς «θησαυρούς» μέσα στα κείμενα της Άλκης Ζέη. Για παράδειγμα στο κεφάλαιο: «Η γλώσσα των λογοτεχνικών ηρώων-παιδιών της Άλκης Ζέη» παρατηρεί ότι στα κείμενά της η συγγραφέας «η παιδική οπτική των πραγμάτων ενισχύεται και από μια πολύ φυσική γλώσσα που χρησιμοποιούν οι ήρωες-παιδιά, η οποία χαρακτηρίζεται από ευρηματικότητα και πλούτο» ή ότι κατασκευάζει, ως γλωσσοπλάστρια νέες λέξεις ή ότι «η πλούσια κι ευρηματική γλώσσα που χρησιμοποιούν τα παιδιά-ήρωες στα βιβλία της Άλκης Ζέη περιλαμβάνει και λεκτικά παιχνίδια, εξαιρετικής σημασίας λεκτικές φόρμες, καθότι ασκούν θετικότατα τη δημιουργική φαντασία τους, συμβάλλουν στην καλλιέργεια της αίσθησης της γλώσσας, κι εκπέμπουν το ριζοσπαστικό παιδαγωγικό μήνυμα ότι τα παιδιά διεκδικούν το δικαίωμα όχι στη δημιουργία αλλά στη δημιουργικότητα για όλους, μέσα από μια τέτοια ενασχόληση.» κ.ο.κ., παραθέτοντας ως αποδεικτικό στοιχείο των απόψεών του αποσπάσματα από τα ίδια τα κείμενα της συγγραφέα.
Είναι άξιο προσοχής ότι ο συγγραφέας δεν πολυλογεί, δεν αναπτύσσει τις απόψεις και τις παρατηρήσεις του μ’ εκτενή θεωρητικά και ερμηνευτικά κείμενα και σχόλια. Ο λόγος του είναι απέριττος, σύντομος και καίριος και διανθίζεται από ένα πλήθος αποσπασμάτων κειμένων της Άλκης Ζέη, ώστε να ενημερωθεί ο αναγνώστης κατ’ ευθεία από την πηγή: από την πέννα της ίδιας της λογοτέχνιδας πεζογράφου. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν αναπτύσσει τις ιδέες και τις απόψεις του, τις παιδαγωγικές και άλλες επιστημονικές θέσεις του, σε ευσύνοπτα και μεστά κείμενά του στο βιβλίο, παραθέτοντας εύστοχα σχόλια και καίριες παρατηρήσεις.
Η συμβολή του Μ. Ι. Αργυρίδη στη μελέτη του πεζογραφικού έργου της Άλκης Ζέη είναι μια πολύτιμη ψηφίδα σε όσα έχουν γραφεί ή θα γραφούν για το πολυδιάστατο και πολυσήμαντο έργο της. Η αναφορά του και οι επισημάνσεις του σ’ ένα πλήθος από θέματα, που αγγίζει ή διαπραγματεύεται η συγγραφέας, καταδεικνύουν την παιδαγωγική ευαισθησία, την επιστημονική γνώση και την εκπαιδευτική εμπειρία του Μ. Ι. Αργυρίδη, αλλά και τη σοβαρή πολύχρονη ενασχόλησή του με την Παιδική Λογοτεχνία και τη μελέτη του έργου των δημιουργών συγγραφέων/λογοτεχνών για παιδιά και των βιβλίων τους. Κι αυτό αποδεικνύεται και από τα βιβλία του με κριτικές βιβλίων, με καταγραφές, με θεματικές και άλλες κατατάξεις τους, με μελέτες πάνω σε διάφορα θέματα και πρόσωπα, αλλά και με τιμητικές εκδηλώσεις παρουσίασης, τις οποίες πραγματοποίησε στη Λάρισα, για κάποιους λογοτέχνες και μελετητές Παιδικής Λογοτεχνίας. Σημαντικό είναι ότι όλα τα πραγματοποιούσε για πολλά χρόνια με το άσβεστο και ασίγαστο πάθος του παιδαγωγού/εκπαιδευτικού και του ακούραστου μελετητή, μαζί και σε συνεργασία με τους μαθητές του, τιμώντας συγχρόνους τους συναδέλφους του και τους γονείς των μαθητών του.
Πριν τελειώσω τη σύντομη αυτή αναφορά μου στο βιβλίο αυτό, το πιο ώριμο ίσως έργο του Αργυρίδη, θα ήθελα να παραθέσω τα κεφάλαιά του, ώστε ν’ αντιληφθεί καλύτερα ο αναγνώστης, το περιεχόμενό του:

1. «Η παιδική οπτική των πραγμάτων στα έργα της Άλκης Ζέη»
2. «Η γλώσσα των λογοτεχνικών ηρώων-παιδιών της Άλκης Ζέη»
3. «Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Άλκης Ζέη»
4. «Το χιούμορ στα έργα της Άλκης Ζέη»
5. «Οι χαρακτήρες των παιδιών-ηρώων της Άλκης Ζέη»
6. «Η βίωση της πραγματικότητας από τα παιδιά-ήρωες της Άλκης Ζέη»
7. «Η διαχρονικότητα του έργου της Άλκης Ζέη»

Δικαίως, ως ένα βαθμό, ο συγγραφέας χαρακτήρισε εμφαντικά την Άλκη Ζέη ως τον «BRUNER στο χώρο της Λογοτεχνίας για παιδιά». Άξιζε όντως ένα τέτοιο δοκίμιο για το έργο της σημαντικής αυτής λογοτέχνιδας, η οποία μαζί με την αείμνηστη Ζωρζ Σαρή, έδωσαν μια άλλη ιστορική, κοινωνική και πολιτική διάσταση στη μεταπολεμική πεζογραφία για παιδιά και εφήβους, ανοίγοντας μια κοινωνιολογικού περιεχομένου λογοτεχνική «σχολή», κατά κάποιο τρόπο, στην οποία προσπάθησαν αργότερα να θητεύσουν, μέτρια ή ανεπιτυχώς, και άλλοι λογοτέχνες για παιδιά.

Θανάσης Ν. Καραγιάννης


Χάρη Σακελλαρίου
«Ένα τρελό, τρελούτσικο ρομποτάκι»
Κωμωδία σε 4 εικόνες
Εκδόσεις «Δωδώνη», Αθήνα – Γιάννινα 1998, σελ. 63

Παρουσιάζει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης[1]

Ο Χάρης Σακελλαρίου (1923-2007) γεννήθηκε στο Θαυμακό Δομοκού του νομού Φθιώτιδας. Ήταν Δάσκαλος, Επιθεωρητής και Σχολικός Σύμβουλος Π.Ε., ποιητής, πεζογράφος (μυθιστοριογράφος, διηγηματογράφος, παραμυθογράφος) και δραματουργός για παιδιά και ενήλικες, ανθολόγος λογοτεχνικών κειμένων, δοκιμιογράφος, κριτικός βιβλίου, λεξικογράφος, καθώς και ιστορικός και μελετητής της λογοτεχνίας για παιδιά και ενήλικες.
Πολυγραφότατος συγγραφέας. Εκδόθηκαν 128 βιβλία του, τα περισσότερα δικά του και ορισμένα σε συνεργασία με άλλους συγγραφείς.
Ήταν διευθυντής τριών περιοδικών: του «Νεοελληνικού Λόγου» (1972-2006), του περ. «Τα Χελιδόνια» (1979-1981) του ΥΠΕΠΘ και της «Επιθεώρησης Παιδικής Λογοτεχνίας» (1986-2002). Διετέλεσε μέλος της Συντακτικής Επιτροπής των Αναγνωστικών του Δημοτικού «Η Γλώσσα μου» (εκπαιδευτική μεταρρύθμιση 1983-1985), Πρόεδρος της «Ένωσης Συγγραφέων-Εικονογράφων Παιδικού Βιβλίου», ιδρυτικό μέλος του «Εκπαιδευτικού Συνδέσμου» και του περ. «Τα Εκπαιδευτικά» (μέλος της Συντακτικής Επιτροπής).
Στην Κατοχή ανέβηκε στα βουνά της «Ελεύθερης Ελλάδας» και σπούδασε στο «Παιδαγωγικό Φροντιστήριο» της Π.Ε.Ε.Α. (Καρπενήσι-Τροβάτο Ευρυτανίας). Ευτύχησε να έχει δασκάλους του τους φωτισμένους Παιδαγωγούς Μιχ. Παπαμαύρο, Κώστα Σωτηρίου και Ρόζα Ιμβριώτη. Έλαβε μέρος – με το συμπατριώτη του, Γεώργιο Μυρισιώτη – στη συγγραφή του Αναγνωστικού της Π.Ε.Ε.Α. «Ελεύθερη Ελλάδα» (για τους μαθητές της Ε΄ τάξης του Δημοτικού), που την κύρια ευθύνη της συγγραφής είχε ο Μιχ. Παπαμαύρος.

     Το θεατρικό του έργο για παιδιά «Ένα τρελό τρελούτσικο ρομποτάκι» είναι μια κωμωδία σε 4 εικόνες. Οι δασκάλες και οι δάσκαλοι, που αρέσκονται ν’ ανεβάζουν θεατρικές παραστάσεις, στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς, αλλά και κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, είναι δυνατό να προετοιμάσουν μαζί με τους μαθητές τους, αλλά και με την ηθική και έμπρακτη συμπαράσταση των  γονιών των μαθητών τους μια υπέροχη θεατρική παράσταση. Οι θεατρολόγοι δε και οι ηθοποιοί, οι οποίοι συνεργάζονται με δήμους ή Συλλόγους Γονέων, είναι δυνατό να επιχειρήσουν ένα τέτοιου είδους εγχείρημα. Ευχής έργο είναι ν’ ανεβαστεί αυτό το υπέροχο θεατρικό κείμενο από ερασιτεχνικό θίασο ενηλίκων ή από επαγγελματικό θίασο ενηλίκων, που οι παραστάσεις του απευθύνονται σε παιδικό ακροατήριο.


Περίληψη του έργου:

    Ο Τι-Φί, ένα ρομποτάκι από άλλον πλανήτη, έρχεται με διαστημόπλοιο μαζί με άλλα ρομποτάκια στη Γη, αλλά χάνεται στα δρομάκια μιας πόλης. Το βρίσκει ένας πατέρας και το φέρνει δώρο στα παιδιά του, τα οποία δεν αγαπούν τα γράμματα, τη γνώση και το σχολείο.
Ο Μάκης το μεγαλύτερο παιδί της οικογένειας, ανακαλύπτει τις μεγάλες ικανότητες του μικρού ρομπότ, και έτσι το κάνει υπηρέτη του, το εκμεταλλεύεται με απαράδεκτο τρόπο, του συμπεριφέρεται ανάρμοστα και σκληρά. Το διατάζει να του μεταφέρει στ’ ακουστικά που έχει στ’ αυτιά του, με τηλεκοντρόλ, όλα τα μαθήματα στο σχολείο – κρυφά από το δάσκαλο. Χωρίς ο ίδιος να διαβάζει τα μαθήματά του, το ρομποτάκι του λύνει τις ασκήσεις, με αποτέλεσμα να γίνεται όλο και χειρότερος ως χαρακτήρας και ως μαθητής. Η κατάσταση επιδεινώνεται, ώσπου κάποια μέρα δημιουργείται ένα τεχνικό πρόβλημα στ’ ακουστικά του Μάκη, με αποτέλεσμα να ρεζιλευτεί μπροστά στο δάσκαλο και στους συμμαθητές του, οι οποίοι αντιλαμβάνονται την απάτη… Ο Μάκης θέλει να τιμωρήσει  το ρομποτάκι για την εμπλοκή που του συνέβη. Του φέρνεται άσχημα, όπως θα φερνόταν ένας αφέντης απέναντι στο δούλο του κατά τη δουλοκτητική εποχή.
Εντωμεταξύ, οι ιδιωτικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών και ρομποτικής μαθαίνουν για το ρομποτάκι, τον εξωγήινο επισκέπτη, και μετά από έρευνα και παρακολούθηση, καταφέρνουν να το απαγάγουν απ’ την προσωρινή του οικογένεια.
Το ρομποτάκι δεν παραλείπει να επικοινωνήσει με τους φίλους του – τα παιδιά -, μέσα από το τηλεκοντρόλ, να τους εξηγήσει για την αναχώρησή του από τη Γη, αλλά και να τους συμβουλεύσει με σοφά λόγια.

Αξιολόγηση του έργου:

Πρόκειται για μια κωμωδία επιστημονικής φαντασίας με πολλαπλά μηνύματα, τα οποία αρχικά ενστερνίζονται οι ηθοποιοί (παιδιά ή επαγγελματίες ηθοποιοί) και στη συνέχεια μεταδίνουν στα παιδιά-θεατές της παράστασης.
Τα παιδιά αγαπώντας υπερβολικά το παιχνίδι, είναι φυσικό να νιώθουν ότι με την πολύωρη παραμονή τους στο σχολείο και με το χρόνο της μελέτης στο σπίτι, χάνουν χρόνο από το παιχνίδι τους…
Με την κατάλληλη, όμως, παιδαγωγική αντιμετώπιση από μέρους εκπαιδευτικών και γονιών, είναι δυνατό ν’ αγαπήσουν το διάβασμα και τη γνώση, μέσα από διάφορες θεατρικές και άλλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες, ενώ παράλληλα τα παιδιά ασχολούνται με τον αθλητισμό και τα ομαδικά παραδοσιακά παιχνίδια.
Η σύγχρονη τεχνολογία βοηθάει τα παιδιά ν’ αναπτύξουν τις γνώσεις τους, τη φαντασία τους, τις δεξιότητές τους. Όμως, η κάθε υπερβολή τους είναι δυνατό ν’ αλλοιώσει αρνητικά το χαρακτήρα τους και να τα αποπροσανατολίσει από τη διαδικασία της μόρφωσής τους, των σπουδών τους, και ίσως να διαταράξει την ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη. 
Ο Χάρης Σακελλαρίου έχει τη στιχουργική ικανότητα να δημιουργεί ποιήματα και ποιητικούς διαλόγους, ώστε τα παιδιά να προσλαμβάνουν πιο άνετα το λόγο και τα νοήματα.
Χρησιμοποιεί συχνά το χιούμορ, ώστε τα παιδιά-θεατές να διασκεδάζουν και συνάμα να ψυχαγωγούνται από την υπόθεση του έργου, να ταυτίζονται με τους χαρακτήρες των ηρώων του και να μιμούνται τη συμπεριφορά τους.
Ο Χάρης Σακελλαρίου δεν είναι μόνο καλός παιδαγωγός. Είναι συνάμα και καλός γλωσσοπλάστης και  δραματουργός. Όλα τα θεατρικά έργα του για παιδιά είναι προσιτά στους μικρούς θεατές, οι οποίοι  ενθουσιάζονται όταν βλέπουν παραστάσεις των έργων του είτε από συνομηλίκους τους είτε από ερασιτέχνες ή επαγγελματίες ενήλικες ηθοποιούς.
Οι στίχοι του είναι εύκολο να μελοποιηθούν από κάθε δάσκαλο που γνωρίζει μουσική ή από κάποιον επαγγελματία μουσικό. Να με ποιο τραγούδι υποδέχεται το ρομποτάκι ο Μάνος στο σπίτι του:
«Έλα, ρομποτάκι / μίλα μας λιγάκι / δείξε μας ότι μπορείς / δυο λογάκια να μας πεις.//
Άιντε, λίγο σείσου / σείσου και κουνήσου / δείξε μας πώς περπατάς / πώς ισορροπία κρατάς. //
Τι είσαι, ρομποτάκι / σκέτο μηχανάκι / ή έχεις μέσα σου ζωή / έστω και μηχανική; //
Αν είσ’ απ’ τ’ αστέρια / κούνα μας τα χέρια / πες μας κάτι εξώκοσμο / και αλαμπουρνέζικο…»

Τα παιδιά, όμως, όπως συμβαίνει ορισμένες φορές, παρεξηγούν και υπερεκτιμούν τη χρησιμότητα των ρομπότς και της τεχνολογίας:

«Τέρμα πια τα διαβάσματα / τα πονοκεφαλιάσματα! / Τώρα ύπνος και ραχάτι / και ζωή χαρά γεμάτη. //
Πατώ ένα μικρό κουμπί / και ξέρω ευθύς το καθετί. / Ζήτω η νέα τεχνολογία! / Κάτω τα παλιά βιβλία!...»

Ο ΤΙ-ΦΙ, το ρομποτάκι, εξηγεί στον Μάκη διάφορα θέματα, αν και εκείνος αρχικά δεν μπορεί να τα κατανοήσει:
«[…] Το τελειότερο μηχάνημα, το τελειότερο κομπιούτερ του κόσμου είναι το μυαλό του ανθρώπου. Αυτό επινοεί και δημιουργεί όλα τα μηχανήματα κι αυτό τα βάζει να δουλεύουν. Αν αχρηστέψουμε το μυαλό…
[…] Φρόντισε να σπουδάσεις κι εσύ, να μάθεις όσα κι ο δημιουργός μου, κι ακόμα περισσότερα, για να φτιάσεις μια μέρα ένα ρομποτάκι πιο τέλειο από μένα, που να μη λαθεύει ποτέ. Αλλά, για να φτάσεις εκεί, θα χρειαστούν σπουδές, διάβασμα, ξενύχτια πάνω στο βιβλίο. Ξέρεις πόσο σπουδαγμένοι ήταν αυτοί που με δημιούργησαν, πόσο μελέτησαν και δούλεψαν, ώσπου να με συναρμολογήσουν;»

Αναχωρώντας από τη Γη, ο ΤΙ-ΦΙ, με λόγια παραινετικά απευθύνθηκε στον πρωταγωνιστή του έργου, τον επιπόλαιο Μάκη για να του τονίσει τις κοινωνικές αξίες της αγάπης, της συνεργασίας, της εργασίας και της ειρήνης:
«[… ] Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να γίνετε εσείς καλύτεροι. Να μελετάτε, να δουλεύετε… Και προπάντων να έχετε ανάμεσά σας αγάπη. Η πρόοδος θέλει συνεργασία όλων των ανθρώπων… Συνεργασία και ειρήνη κι όχι μίσος και πόλεμο. Το μίσος κι οι πόλεμοι μόνο δυστυχία και καταστροφή φέρνουν […]»

Γενικά, πρόκειται για ένα θεατρικό έργο κατάλληλο να παιχτεί για παιδιά 9-14 χρόνων, περίπου. Ένα έργο, το οποίο προσλαμβάνει άλλες διαστάσεις και χαρακτηριστικά κατά την ώρα της θεατρικής παράστασης και για τα παιδιά-θεατές και για τους γονείς και εκπαιδευτικούς, που θα την παρακολουθήσουν.




[1]. Ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης είναι Εργάτης των Γραμμάτων.
e-mail:thkaragia@gmail.com
http://thkaragia.wix.com/main


Μπ. Μπρεχτ
Αυτός που Λέει Ναι και Αυτός που Λέει Όχι»
Σε σκηνοθεσία: Σίμου Παπαδόπουλου

«Θέλω να πάω μ’ αυτόν που αγαπώ.
Τι θα κοστίσει δεν το λογαριάζω.
Δεν πρόκειται να τυραννιέμαι με τη σκέψη αν είναι το σωστό.
Αν μ’ αγαπά, δε θέλω να το μάθω.
Θέλω να πάω μ’ αυτόν που αγαπώ.»[1]

Το αφαιρετικό σκηνικό του κ. Δημήτρη Δήμου, οι γυμνές επιφάνειες, ο λιτός σκηνικός χώρος προσφέρουν στο θεατή τη δυνατότητα να σκεφτεί και να φανταστεί περισσότερο … Δημιουργείται μια «ποιητική» και «φιλοσοφική» ατμόσφαιρα και αυτουργοί γίνονται, σκηνοθετική αδεία, οι ίδιοι οι ηθοποιοί (εκφράσεις σώματος και προσώπου, κινησιολογία και λόγος).
Οι κινήσεις είναι απαλές, πλαστικές, σχεδόν χορευτικές, μετρημένες, κοφτές. Προσιδιάζουν στις ιεροτελεστίες της Άπω Ανατολής, αλλά και με το Χορό του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος. Χρεώνονται με θετικό πρόσημο στην κ. Χριστίνα Σουγιουλτζή.
Οι φωτισμοί παίζουν το δικό τους ρόλο, δημιουργούν κατάλληλη ατμόσφαιρα για να λειτουργήσει θετικά ο λόγος και η υπόθεση του έργου, ν’ απομονωθούν περιοχές της σκηνικής δράσης, να τονιστούν εκφράσεις και κινήσεις, να υπογραμμιστούν ιδέες και συναισθήματα. Η «φιλοσοφία» των φωτισμών στην παράσταση ανήκουν στην κ. Ελίζα Αλεξανδροπούλου. 
Ο λόγος εκφέρεται υποβλητικά, λειτουργεί νοηματικά και η ιδεολογική του φόρτιση απευθύνεται όχι μόνο στο λογικό, αλλά και στο θυμικό. Βέβαια, εδώ τηρούνται οι ενδεικνυόμενες ισορροπίες, αλλά υπερισχύει και κυριαρχεί η μπρεχτική ιδεολογική και παιδαγωγική άποψη, την οποία διατυπώνει συνοπτικά ο σκηνοθέτης της παρούσας παράστασης, σε αποσπάσματα του αξιόλογου δοκιμίου του «Ο Bertolt Brecht και το Θέατρο για Παιδιά και Νέους: Αυτός που Λέει Ναι και Αυτός που Λέει Όχι»: «[…] (Ο Μπρεχτ) Μάχεται το θεατρικό κατεστημένο το οποίο θεωρεί ότι χρησιμοποιεί την τέχνη με κύριο στόχο την αναπαραγωγή των κοινωνικών προτύπων μέσα από τη διασκέδαση των θεατών […], Θεωρεί ότι το θέατρο είναι τέχνη παιδαγωγική και από αυτήν την άποψη πρέπει να στοχεύει στην εκπαίδευση των θεατών […], Με τα διδακτικά έργα προσπαθεί να διδάξει στους νέους τη διαλεκτική και την πολιτική σκέψη. […]»
Τίποτα στην παράσταση δεν είναι υπερβολικό και εξεζητημένο. Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για το αποτέλεσμα μιας συνειδητής σκηνοθετικής άποψης και πρακτικής, η οποία αποδεχόμενη την μπρεχτική αντίληψη μεταλαμπαδεύει στο θεατή όψεις του Διδακτικού και Επικού Θεάτρου του δραματουργού. Μια αντίληψη που συνδέει άρρηκτα το ιστορικό, κοινωνικό, πολιτικό θέμα του έργου με τη σύγχρονη πραγματικότητα, αλλά και που επιζητά συγχρόνως ενεργητική συμμετοχή και δράση του θεατή (εξού και η διαδραστική συμμετοχή κατά σημεία στην παράσταση των θεατών, ενήλικων ή μαθητών), ο οποίος θα διαμορφώνεται όλο και περισσότερο σε σκεπτόμενο και ενεργό μέλος της κοινωνίας και θα εξελίσσεται συνάμα πιότερο η λογική, κριτική και διαλεκτική σκέψη του.
Από παιδαγωγική άποψη ο θεατής-έφηβος έχει τεράστια ανάγκη παρακολούθησης τέτοιων θεατρικών παραστάσεων για την ψυχο-πνευματική και ιδεολογική-πολιτική οικοδόμηση της προσωπικότητάς του.
Ο εμψυχωτής και σκηνοθέτης κ. Σίμος Παπαδόπουλος διαθέτει τον απαραίτητο επιστημονικό (παιδαγωγικό-ψυχολογικό) και αισθητικό εξοπλισμό, γι’ αυτό και κατορθώνει με την παιδεία του πάνω στην μπρεχτική ιδεολογία και μεθοδολογία, καθώς και με τις αισθητικές γνώσεις και ικανότητές του, να δημιουργήσει μια παράσταση αξιώσεων, την οποία απολαμβάνουν οι θεατές και άλλων ηλικιών (γονείς, εκπαιδευτικοί, θεατρόφιλοι).
Η μουσική του ταλαντούχου κ. Νίκου Δανίκα είναι μια καλή στιγμή κατά την περίοδο της ώριμης προσφοράς του στο χώρο και της ευτυχούς συγκυρίας της καλλιτεχνικής συνεργασίας του με το σκηνοθέτη. Πρόκειται για μια μουσική πανδαισία! Η επιτυχής, όμως, απόδοση της μουσικής οφείλεται επί σκηνής και στην πανίστρια κ. Άλκηστι Λαμπροπούλου.
  Οι ηθοποιοί κ.κ. Άννα Αναστασιάδου, Βάσια Βασιλείου, Σελήνη Φιλιππιτζή και Πηνελόπη Φλουρή  αποδίδουν θαυμάσια τους ρόλους τους, με πλήρη συνείδηση της κοινωνικής αποστολής της καλλιτεχνικής ιδιότητάς τους. Ιδιαίτερα θα εξάρω την απόδοση δύο ταλαντούχων ηθοποιών: των κ.κ. Μιχαήλ Γιαννικάκη (στο ρόλο του Δασκάλου) και  της Ελισάβετ Γιαννοπούλου (στο ρόλο της μάνας).

ΘΑΝ. Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ


[1].  «Θέλω να πάω μ’ αυτόν που αγαπώ» (1938-1940), από την ενότητα «Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν», Βλ. Μπέρτολτ Μπρεχτ, Ποιήματα, ό.π., σ. 236.


Η μηλιά που όλο γελά και
το μυστικό της φιλίας
Σε σκηνοθεσία Κοραλίας Τσόγκα
στο θέατρο ΠΡΟΒΑ

Παρουσιάζει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης

Όταν σε μια θεατρική παράσταση για παιδιά, οι γονείς των παιδιών/θεατών, συμμετέχουν σαν παιδιά, γελούν, ενθουσιάζονται, φωνάζουν, αυτό σημαίνει ότι η παράσταση είναι κατάλληλη για παιδιά και πέτυχε το σκοπό της.
Ήμουν στην πρώτη σειρά του θεάτρου ΠΡΟΒΑ και καθώς παρακολουθούσα με ενδιαφέρον τη συγκεκριμένη θεατρική παράσταση, κατάλληλη για προνήπια, νήπια και για παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας, μέχρι 10 χρόνων, συχνά γύριζα να δω τις αντιδράσεις των παιδιών και κυρίως των γονιών. Η πλατεία πάλλονταν από ενθουσιασμό. Όλα τα μάτια ήταν καρφωμένα στη σκηνή. Και όταν χρειαζόταν, μια και η παράσταση είχε –κατά σημεία– διάδραση, όλοι συμμετείχαν αυθόρμητα.
Αιτία της επιτυχίας ήταν το θεατρικό κείμενο, η σκηνοθεσία, η σκηνογραφία, τα κοστούμια, η μουσική, ο χορός και η κίνηση, η υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών; Η άποψή μου είναι ότι ήταν όλα αυτά μαζί. Ήταν το σύνολο της θεατρικής πράξης, η οποία στα χέρια ενός έμπειρου και ικανού σκηνοθέτη μετουσιώνεται σε πανδαισία! Διότι, η σκηνοθέτρια, εν προκειμένω, Κοραλία Τσόγκα, έχει εργαστεί χρόνια τώρα και φυσικά συνεχίζει να εργάζεται σκληρά και υπεύθυνα, ως ηθοποιός, ως βοηθός σκηνοθέτη και ως σκηνοθέτρια, με πολύ καλά αποτελέσματα, τα οποία προμηνύουν ένα καλύτερο καλλιτεχνικό μέλλον της, μια και «εχθρός του καλού είναι το καλύτερο».
Η δραματουργός/διασκευάστρια επί τω προκειμένω, Κοραλία Τσόγκα διαμόρφωσε το θεατρικό κείμενο αυτής της παράστασης, το οποίο είναι εμπνευσμένο από μια διάσημη παραμυθιακή ιστοριούλα του Σελ Σιλβερστάιν, «Το Δέντρο που έδινε», το οποίο μας έρχεται από τις Η.Π.Α. και παρουσιάζεται ως θεατρικό για πρώτη φορά στη χώρα μας. Προσφιλής πρακτική τα τελευταία χρόνια στο Επαγγελματικό Θέατρο για παιδιά είναι και αυτή που ακολούθησε η Κ. Τσόγκα. Δηλαδή, να παρεμβάλλει στην παράσταση και να εντάξει ζωντανή μουσική και χορό, αλλά και ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια, τα οποία τραγουδούν εν χορώ οι ηθοποιοί. Οπωσδήποτε θετικά αυτά τα στοιχεία σε μια παράσταση για παιδιά, ενώ αρνητικό –κατά τη γνώμη μου, όχι βέβαια πάντοτε– είναι η μαγνητοφωνημένη και πολλές φορές δυνατή και φασαρτζώδικη μουσική επένδυση μιας παράστασης για παιδιά.
Σαφέστατα τα κοινωνικά και παιδαγωγικά μηνύματα του έργου, τα οποία βγαίνουν αβίαστα από τα λόγια και τις πράξεις των ηθοποιών, και κύρια της Μηλιάς, η οποία λειτουργεί ως πρότυπο στα μικρά παιδιά. Είναι βέβαιο ότι με τέτοιου είδους πρότυπα τα παιδιά θα εξελιχθούν σε ηθικούς κοινωνικούς χαρακτήρες και προσωπικότητες. Αν και νομίζω ότι τα αρνητικά πρότυπα που έρχονται σε επαφή τα παιδιά στην κοινωνία, ενίοτε στην οικογένεια και στο εγγύς  περιβάλλον τους, αλλά πρωτίστως στο διαδίκτυο, στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο και στα ηλεκτρονικά τους παιχνίδια, είναι πολύ περισσότερα και πιο ισχυρά, διότι έτσι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις στον Καπιταλισμό απεργάζονται τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου, ο οποίος αργότερα ως ενήλικας θα τους «υπηρετεί» και θα τους «εξυπηρετεί» οικονομικά και πολιτικά.
Εδώ, θα πρέπει να τονίσουμε την τεράστια προσπάθεια που κάνουν παιδαγωγοί και θεατράνθρωποι, να δημιουργούν κείμενα και παραστάσεις για παιδιά με εξαιρετική αισθητική –φυσικά όχι πάντοτε με επιτυχία– και με περιεχόμενο, αλλά και με ήρωες, που λειτουργούν ως θετικά πρότυπα για την ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών. Και η ανύπαρκτη, σήμερα, κριτική θεάτρου για παιδιά, θα μπορούσε να συμβάλλει με νηφαλιότητα, καλοπροαίρεση και επιστημονική αντικειμενικότητα, στη θετική εξέλιξη του είδους, σχολιάζοντας, παρατηρώντας και προτείνοντας ό,τι θετικό και αρνητικό –κατά τη γνώμη του κριτικού–, περιέχει μια θεατρική παράσταση (σε επίπεδο κειμένου, σκηνοθεσίας, σκηνογραφίας, υποκριτικής, μουσικής επένδυσης, χορογραφίας κ.ο.κ.), με σκοπό τη βελτίωση του θεατρικού δρώμενου, από τους ηθοποιούς και τους συντελεστές της παράστασης. 
Τα κυρίαρχα στοιχεία του κειμένου, τα οποία επέλεξε η δραματουργός, ως κοινωνικές και διαπροσωπικές αξίες είναι η αγάπη, η φιλία, ο αλτρουισμός, η αυτοθυσία, το γέλιο (ως θετική κοινωνικά και ενθαρρυντική συμπεριφορά).
Η Μηλιά, ως ρόλος, ενσαρκώθηκε με μεγάλη επιτυχία από την πρωταγωνίστρια της παράστασης, Έφη Καραγιάννη. Επιβλητική ως «δέντρο» και ως φυσική παρουσία, μ’ ένα συνεχές χαμόγελο στα χείλη της, με μια ενθουσιώδη, καλοδιάθετη και αλέγρα κίνηση και ζωηρό και πρόσχαρο ύφος, έμοιαζε να «διευθύνει» την «ορχήστρα», να «συντονίζει» τους υπόλοιπους ηθοποιούς επάνω στη σκηνή και να παίρνει πρωτοβουλίες στη διάδραση με την πλατεία. Αυτό, βέβαια, δεν είναι υποτιμητικό για τους συναδέλφους της, οι οποίοι ήταν εξίσου καλοί και αποδοτικοί στους ρόλους τους, ο συμπρωταγωνιστής Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, ως Αγόρι, ο οποίος ήταν πολύ ενθουσιώδης, κινητικός και δραστήριος ως νέος, φίλος της Μηλιάς, και τον οποίο αυτή όχι μόνο βοήθησε ως πραγματική φίλη του, αλλά τελικά αυτοθυσιάστηκε γι’ αυτόν και την ευτυχία του σε όλη τη ζωή τους. Αλλά, και σε όλες τις φάσεις της ωρίμανσης και ηλικιακής μεταβολής του ρόλου του, απέδειξε ότι έχει γνώση, εμπειρία και ταλέντο. Το Κορίτσι, ρόλο που ενσαρκώνει η θαυμάσια ηθοποιός Εύα Χριστοδούλου, συμβάλλει θετικά στην εξέλιξη και δράση του παραμυθιού, προσφέροντας –συμπληρωματικά θα έλεγα– στοιχεία. Όπως, φυσικά, και ο ταλαντούχος μουσικός και κιθαρίστας Υάκινθος Μάινας, ο οποίος παρεμβαίνει μουσικά και εντάσσεται στη δράση, περιφερειακά, χωρίς να ενσαρκώνει κάποιο βασικό ρόλο.   
Πρέπει να επισημάνουμε ότι για την επιτυχία της παράστασης συνέβαλαν τα απλά και λειτουργικά σκηνικά και παραμυθιακά κοστούμια του Χάρη Σεπεντζή, η διδασκαλία της κινησιολογίας των ηθοποιών από τον βετεράνο και πολύ ταλαντούχο χορευτή, ηθοποιό και σκηνοθέτη Σίμωνα Πάτροκλο και τη μουσική διδασκαλία της Ζωής Σολδάτου.


Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Ερευνητής/Μελετητής Δραματουργίας για παιδιά –
Κριτικός Θεάτρου για παιδιά –
Συγγραφέας



Η μηλιά που όλο γελά και
το μυστικό της φιλίας
Σε σκηνοθεσία Κοραλίας Τσόγκα
στο θέατρο ΠΡΟΒΑ

Παρουσιάζει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης

Όταν σε μια θεατρική παράσταση για παιδιά, οι γονείς των παιδιών/θεατών, συμμετέχουν σαν παιδιά, γελούν, ενθουσιάζονται, φωνάζουν, αυτό σημαίνει ότι η παράσταση είναι κατάλληλη για παιδιά και πέτυχε το σκοπό της.
Ήμουν στην πρώτη σειρά του θεάτρου ΠΡΟΒΑ και καθώς παρακολουθούσα με ενδιαφέρον τη συγκεκριμένη θεατρική παράσταση, κατάλληλη για προνήπια, νήπια και για παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας, μέχρι 10 χρόνων, συχνά γύριζα να δω τις αντιδράσεις των παιδιών και κυρίως των γονιών. Η πλατεία πάλλονταν από ενθουσιασμό. Όλα τα μάτια ήταν καρφωμένα στη σκηνή. Και όταν χρειαζόταν, μια και η παράσταση είχε –κατά σημεία– διάδραση, όλοι συμμετείχαν αυθόρμητα.
Αιτία της επιτυχίας ήταν το θεατρικό κείμενο, η σκηνοθεσία, η σκηνογραφία, τα κοστούμια, η μουσική, ο χορός και η κίνηση, η υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών; Η άποψή μου είναι ότι ήταν όλα αυτά μαζί. Ήταν το σύνολο της θεατρικής πράξης, η οποία στα χέρια ενός έμπειρου και ικανού σκηνοθέτη μετουσιώνεται σε πανδαισία! Διότι, η σκηνοθέτρια, εν προκειμένω, Κοραλία Τσόγκα, έχει εργαστεί χρόνια τώρα και φυσικά συνεχίζει να εργάζεται σκληρά και υπεύθυνα, ως ηθοποιός, ως βοηθός σκηνοθέτη και ως σκηνοθέτρια, με πολύ καλά αποτελέσματα, τα οποία προμηνύουν ένα καλύτερο καλλιτεχνικό μέλλον της, μια και «εχθρός του καλού είναι το καλύτερο».
Η δραματουργός/διασκευάστρια επί τω προκειμένω, Κοραλία Τσόγκα διαμόρφωσε το θεατρικό κείμενο αυτής της παράστασης, το οποίο είναι εμπνευσμένο από μια διάσημη παραμυθιακή ιστοριούλα του Σελ Σιλβερστάιν, «Το Δέντρο που έδινε», το οποίο μας έρχεται από τις Η.Π.Α. και παρουσιάζεται ως θεατρικό για πρώτη φορά στη χώρα μας. Προσφιλής πρακτική τα τελευταία χρόνια στο Επαγγελματικό Θέατρο για παιδιά είναι και αυτή που ακολούθησε η Κ. Τσόγκα. Δηλαδή, να παρεμβάλλει στην παράσταση και να εντάξει ζωντανή μουσική και χορό, αλλά και ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια, τα οποία τραγουδούν εν χορώ οι ηθοποιοί. Οπωσδήποτε θετικά αυτά τα στοιχεία σε μια παράσταση για παιδιά, ενώ αρνητικό –κατά τη γνώμη μου, όχι βέβαια πάντοτε– είναι η μαγνητοφωνημένη και πολλές φορές δυνατή και φασαρτζώδικη μουσική επένδυση μιας παράστασης για παιδιά.
Σαφέστατα τα κοινωνικά και παιδαγωγικά μηνύματα του έργου, τα οποία βγαίνουν αβίαστα από τα λόγια και τις πράξεις των ηθοποιών, και κύρια της Μηλιάς, η οποία λειτουργεί ως πρότυπο στα μικρά παιδιά. Είναι βέβαιο ότι με τέτοιου είδους πρότυπα τα παιδιά θα εξελιχθούν σε ηθικούς κοινωνικούς χαρακτήρες και προσωπικότητες. Αν και νομίζω ότι τα αρνητικά πρότυπα που έρχονται σε επαφή τα παιδιά στην κοινωνία, ενίοτε στην οικογένεια και στο εγγύς  περιβάλλον τους, αλλά πρωτίστως στο διαδίκτυο, στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο και στα ηλεκτρονικά τους παιχνίδια, είναι πολύ περισσότερα και πιο ισχυρά, διότι έτσι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις στον Καπιταλισμό απεργάζονται τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου, ο οποίος αργότερα ως ενήλικας θα τους «υπηρετεί» και θα τους «εξυπηρετεί» οικονομικά και πολιτικά.
Εδώ, θα πρέπει να τονίσουμε την τεράστια προσπάθεια που κάνουν παιδαγωγοί και θεατράνθρωποι, να δημιουργούν κείμενα και παραστάσεις για παιδιά με εξαιρετική αισθητική –φυσικά όχι πάντοτε με επιτυχία– και με περιεχόμενο, αλλά και με ήρωες, που λειτουργούν ως θετικά πρότυπα για την ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών. Και η ανύπαρκτη, σήμερα, κριτική θεάτρου για παιδιά, θα μπορούσε να συμβάλλει με νηφαλιότητα, καλοπροαίρεση και επιστημονική αντικειμενικότητα, στη θετική εξέλιξη του είδους, σχολιάζοντας, παρατηρώντας και προτείνοντας ό,τι θετικό και αρνητικό –κατά τη γνώμη του κριτικού–, περιέχει μια θεατρική παράσταση (σε επίπεδο κειμένου, σκηνοθεσίας, σκηνογραφίας, υποκριτικής, μουσικής επένδυσης, χορογραφίας κ.ο.κ.), με σκοπό τη βελτίωση του θεατρικού δρώμενου, από τους ηθοποιούς και τους συντελεστές της παράστασης. 
Τα κυρίαρχα στοιχεία του κειμένου, τα οποία επέλεξε η δραματουργός, ως κοινωνικές και διαπροσωπικές αξίες είναι η αγάπη, η φιλία, ο αλτρουισμός, η αυτοθυσία, το γέλιο (ως θετική κοινωνικά και ενθαρρυντική συμπεριφορά).
Η Μηλιά, ως ρόλος, ενσαρκώθηκε με μεγάλη επιτυχία από την πρωταγωνίστρια της παράστασης, Έφη Καραγιάννη. Επιβλητική ως «δέντρο» και ως φυσική παρουσία, μ’ ένα συνεχές χαμόγελο στα χείλη της, με μια ενθουσιώδη, καλοδιάθετη και αλέγρα κίνηση και ζωηρό και πρόσχαρο ύφος, έμοιαζε να «διευθύνει» την «ορχήστρα», να «συντονίζει» τους υπόλοιπους ηθοποιούς επάνω στη σκηνή και να παίρνει πρωτοβουλίες στη διάδραση με την πλατεία. Αυτό, βέβαια, δεν είναι υποτιμητικό για τους συναδέλφους της, οι οποίοι ήταν εξίσου καλοί και αποδοτικοί στους ρόλους τους, ο συμπρωταγωνιστής Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, ως Αγόρι, ο οποίος ήταν πολύ ενθουσιώδης, κινητικός και δραστήριος ως νέος, φίλος της Μηλιάς, και τον οποίο αυτή όχι μόνο βοήθησε ως πραγματική φίλη του, αλλά τελικά αυτοθυσιάστηκε γι’ αυτόν και την ευτυχία του σε όλη τη ζωή τους. Αλλά, και σε όλες τις φάσεις της ωρίμανσης και ηλικιακής μεταβολής του ρόλου του, απέδειξε ότι έχει γνώση, εμπειρία και ταλέντο. Το Κορίτσι, ρόλο που ενσαρκώνει η θαυμάσια ηθοποιός Εύα Χριστοδούλου, συμβάλλει θετικά στην εξέλιξη και δράση του παραμυθιού, προσφέροντας –συμπληρωματικά θα έλεγα– στοιχεία. Όπως, φυσικά, και ο ταλαντούχος μουσικός και κιθαρίστας Υάκινθος Μάινας, ο οποίος παρεμβαίνει μουσικά και εντάσσεται στη δράση, περιφερειακά, χωρίς να ενσαρκώνει κάποιο βασικό ρόλο.   
Πρέπει να επισημάνουμε ότι για την επιτυχία της παράστασης συνέβαλαν τα απλά και λειτουργικά σκηνικά και παραμυθιακά κοστούμια του Χάρη Σεπεντζή, η διδασκαλία της κινησιολογίας των ηθοποιών από τον βετεράνο και πολύ ταλαντούχο χορευτή, ηθοποιό και σκηνοθέτη Σίμωνα Πάτροκλο και τη μουσική διδασκαλία της Ζωής Σολδάτου.


Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Ερευνητής/Μελετητής Δραματουργίας για παιδιά –
Κριτικός Θεάτρου για παιδιά –
Συγγραφέας



Υπέροχη Θεατρική Παράσταση
στο Ζωγράφειο
από τη Θεατρική Σκηνή «Αναγέννησις» Ακράτας Αχαΐας
με την κωμωδία του Ζωρζ Φεϊντό «Ράφτης κυριών»

Παρουσιάζει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης,
Κριτικός Θεάτρου –
Μελετητής Δραματουργίας για παιδιά

Κατάμεστη από κόσμο η αίθουσα εκδηλώσεων «Δημήτρης Φραγκόπουλος» του Ζωγραφείου Λυκείου το βράδυ του Σαββάτου για τη θεατρική παράσταση που έδωσε με επιτυχία ο ερασιτεχνικός θίασος «Αναγέννησις» από την Ακράτα του νομού Αχαΐας, της Πελοποννήσου.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με χαιρετισμό του Διευθυντή του Ζωγραφείου Λυκείου, κ. Γιάννη Θ. Δερμιτζόγλου. Ο λόγος του μεστός και ζεστός, όπως πάντοτε, μετέδωσε συναισθηματική φόρτιση στους παρευρισκομένους θεατές της παράστασης, αλλά και στους παλιούς μαθητές του σχολείου, ενήλικες πλέον, που έχουν τελειώσει το Ζωγράφειο εδώ και 40, 50 και 60 χρόνια. Στο τέλος της παράστασης, μάλιστα, τους κάλεσε ν’ ανεβούν στη σκηνή και να φωτογραφηθούν αναμνηστικά μαζί με το θίασο και όλους τους συντελεστές της παράστασης.
Το έργο που παραστάθηκε ήταν κωμωδία: «Ράφτης κυριών» του γάλλου δραματουργού Ζωρζ Φεϊντό, γραμμένο στα 1887. Φάρσα ή καλύτερα βοντβίλ, όπως πολύ σωστά αναφέρεται στο υπέροχο αισθητικά πρόγραμμα του θιάσου, «ένα θεατρικό είδος που γνώρισε μεγάλη δημοφιλία στις ΗΠΑ και στον Καναδά από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930.» Βέβαια, ο Φεϊντό έδωσε μια άλλη διάσταση στο θεατρικό αυτό είδος, δημιουργώντας πιο δυνατούς και σπινθηροβόλους χαρακτήρες, με αποτέλεσμα οι ηθοποιοί να έχουν τη δυνατότητα ν’ αποδίδουν σατιρική και σαρκαστική διάθεση στον κάθε ρόλο. Εδώ, ο Φεϊντό καυτηριάζει την αστική τάξη του τέλους του 19ου αι. Τα αδιάκοπα ψέματα των ηρώων, για να σκεπαστεί η αλήθεια, η υποκρισία τους, οι δήθεν καλές συναισθηματικές και οικογενειακές σχέσεις, οι πικάντικες σκηνές, είναι εξόφθαλμα στοιχεία, που δεν μπορούν να κρύψουν την αλλοτρίωση των ανθρωπίνων σχέσεων, ακόμη και μέχρι σήμερα. Η παράσταση προβληματίζει το θεατή και «μαστιγώνει» κάθε υποκριτή, αν και ο κάθε «κατεργάρης του είδους» νιώθει αρκετά βολικά στην καρέκλα της πλατείας του θεάτρου, αφού μαθαίνει και αντιλαμβάνεται ότι αυτά συνέβαιναν ανέκαθεν, ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με «φανταστικές» θεατρικές καταστάσεις και ότι ο ίδιος, τελικά, δεν κινδυνεύει ν’ αποκαλυφθεί, αν είναι ένοχος, βρισκόμενος στην παράσταση με ή χωρίς τη σύζυγό του…
Ο Ζεράρ Μουλινό, που προσπαθεί τουλάχιστο να απατήσει τη σύζυγό του Υβόν με τη Σουζάν σύζυγο του Ωμπέν, ο οποίος με τη σειρά του την απατά με την Ρόζα, σύζυγο του Μπασινέ, συνθέτουν ένα κωμικοτραγικό σκηνικό ερωτοτροπιών και υποκρισίας, με αρωγούς ή εμπλεκόμενα πρόσωπα στις καταστάσεις και στα απροσδόκητα επεισόδια: την πεθερά του Μουλινό, κ. Αιγκρεβίλ, τον πανούργο μπάτλερ του ζεύγους Μολινό, Ετιέν και την πελάτισσα μοντέρνων ενδυμάτων, Πομπινέτ.   
Το σκηνικό, με την κλασική ξυλοκατασκευή, με τα δήθεν δωμάτια και τις ανύπαρκτες πόρτες είναι στοιχεία της φάρσας, που δημιουργούν την αίσθηση της εισόδου στο χώρο, την αναμονή κάποιου σ’ ένα δωμάτιο, εμπεριέχουν όμως και συμβολικά στοιχεία εισόδου στο γέλιο, στο απρόοπτο, στο ανεπάντεχο.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης κ. Πάνος Βασιλόπουλος διαθέτει ικανότητες, ιδιαίτερα στην εκφραστικότητα του προσώπου, στην κινησιολογία των ηθοποιών και στο «πάγωμα εικόνας», δίνοντας ιδιαίτερο χρώμα στην παράσταση. Καθοδήγησε με επιτυχία τους ηθοποιούς, ώστε ν’ αποδώσουν ικανοποιητικά τους ρόλους τους. Όλοι απέδωσαν μ’ επιτυχία τους αντίστοιχους χαρακτήρες, σκορπώντας γέλιο και γενικά εύθυμο κλίμα στους θεατές.
Και οι υπόλοιποι συντελεστές ήταν συντονισμένοι στο επιτυχημένο παζλ της παράστασης.
Αναφέρουμε τους ηθοποιούς (κατά σειρά εμφάνισής τους): κ. Αντρέας Διαμαντόπουλος (Ετιέν), εξαιρετικός, κ. Εύα Πέτρου (Υβόν), καλή, κ. Γιάννης Μαλαβέτας (Μουλινό), έκλεψε την παράσταση, με εκφραστικά στοιχεία του Λουί ντε Φινές, κ. Φάνης Πετρόπουλος (Μπασινό), πολύ καλός, θυμίζοντας Θανάση Βέγγο και τον ‘Ολιβερ Χάρντι (Λιγνό), κ. Μαρία Καρρά (Κα Αιγκρεβίλ), πολύ καλή, κ. Μάρη Παπαγεωργοπούλου (Σουζάν), αρκετά καλή, κ. Χρήστος Ασημακόπουλος (Ωμπέν), καλός, κ. Κατερίνα Τσάκωνα (Πομπινέτ), καλή και κ. Ειρήνη Μιχαλάκη (Ρόζα), καλή.
Τα σκηνικά-κουστούμια ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις της παράστασης, η μουσική επιμέλεια των κ.κ. Πάνου Βασιλόπουλου και Θανάση Τόλιου ήταν ικανοποιητική, το ίδιο και οι φωτισμοί του κ. Αντρέα Σακελλαρίου.
Αξίζουν συγχαρητήρια στο Ζωγράφειο Λύκειο και ιδιαίτερα στον άξιο διευθυντή του, άνθρωπο του θεάτρου και ο ίδιος, κ. Γιάννη Δερμιτζόγλου, που έδωσαν την ευκαιρία στην Ομογένεια της Πόλης ν’ απολαύσει αυτή τη σπαρταριστή φαρσοκωμωδία.
Σημειώνουμε εδώ ότι το έργο αυτό, απ’ ότι μας πληροφορεί η εφ. «Απογευματινή» της Κων/πολης (Ιδιοκτήτης-Διεθυντής: Κ.Ε. Βασιλειάδης) (φύλ 9.1.1951 και 8.2.1951), παραστάθηκε το διάστημα 15-18 Φεβρ, 1951 στην Πόλη και συγκεκριμένα στην αίθουσα του κινηματογράφου «Τσιτσέκ» στο Αρναούτκιοϊ, από ερασιτέχνες ηθοποιούς του Μορφωτικού Συλλόγου Μεγάλου Ρεύματος και πάλι από την ίδια εφημερίδα (17.3.1951) μαθαίνουμε ότι το έργο ξαναπαρουσιάστηκε από τον ίδιο ερασιτεχνικό θίασο, με οργάνωση του Φιλοπτώχου Σωματείου Τζιβαλίου, στην αίθουσα παραστάσεων της Μαρασλείου Σχολής, στο Φανάρι.
Μεταξύ Ζαππείου Λυκείου και «Αναγέννησης» ανταλλάχτηκαν πλήθος από αναμνηστικά δώρα και η βραδιά έκλεισε με πολλές φωτογραφίες.
Ευχόμαστε να συνεχιστούν οι θεατρικές παραστάσεις στο Ζάππειο Λύκειο, μια και η Ομογένεια - και όχι μόνο - έχει ανάγκη από κοινωνική θεατρική αγωγή και από αισθητική απόλαυση και γέλιο!

Κων/πολη 18.11.2017                                                                       Θαν. Ν. Καραγιάννης


Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014

ΝΕΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΕΚΠΟΜΠΗ "Θέατρο για παιδιά" στο διαδίκτυο

Κάθε Τετάρτη, 15.00-16.00, στο web radio 902.gr ακούγεται η εκπομπή "Θέατρο για παιδιά" (επιμέλεια-παρουσίαση: Δρ. Θανάσης Ν. Καραγιάννης)

Με θέματα που αφορούν:
α. Τις σύγχρονες παραστάσεις για παιδιά (θέατρο, κουκλοθέατρο, θέατρο σκιών, μαριονέτα, αφήγηση παραμυθιού, όπερα κ.ά.) στο σχολικό, ερασιτεχνικό και επαγγελματικό θέατρο
β. Την Ιστορική Έρευνα και Μελέτη θεατρικών κειμένων για παιδιά του σχολικού και επαγγελματικού θεάτρου και της παραστασιογραφίας τους
γ. Την παιδαγωγική του Θεάτρου και τη Θεατρική Αγωγή, σε ακαδημαϊκό, εκπαιδευτικό και κοινωνικό επίπεδο
δ. Την έκδοση βιβλίων και
ε. Τη διεξαγωγή σεμιναρίων και συνεδρίων.

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Σχολικό Θέατρο και αστική ιδεολογία [1940-1949] 

 Ιστορική και θεατρική περιρρέουσα ατμόσφαιρα: 

Στη δεκαετία, στην οποία εστιάζει ο φακός της ιστορικής μας έρευνας για το Σχολικό Θέατρο και ειδικά για τη δραματουργική του παραγωγή, εξελίσσονται διεθνώς σημαντικά γεγονότα, όπως ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος, ο οποίος «γεννήθηκε από τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και στόχευε (σ.σ.: βασικά) (σ)τη συντριβή της Ε.Σ.Σ.Δ.», αλλά και γεγονότα στο εσωτερικό της χώρας μας, όπου η ωμή ένοπλη επέμβαση των Άγγλων στα εσωτερικά μας πράγματα, είχε ως αποτέλεσμα τις εξελίξεις στα «Δεκεμβριανά» (3 Δεκ. 1944-5 Ιαν. 1945), τη συμφωνία της Βάρκιζας (12 Φεβρ. 1944), το συμβόλαιο του Λιβάνου (20 Μαΐου 1944), τη συμφωνία της Καζέρτας (24 Σεπτ. 1944) και τον τριετή αδελφοκτόνο Εμφύλιο πόλεμο (1946-1949). Στην Κατοχή (1941-1944) η νεολαία υπέστη τα πάνδεινα: πείνα και κακουχίες (το Χειμώνα του 1941-1942 πέθαναν από την πείνα 60.000 παιδιά και από το διαρκή υποσιτισμό καταστράφηκε η υγεία 130.000 παιδιών) και ένα σημαντικό μέρος της υπέστη ορφάνια και εγκατάλειψη. Είναι φυσικό ότι ο πόλεμος και η Κατοχή επέδρασαν δυσμενώς και στην ψυχική υγεία των περισσότερων παιδιών, εκτός από αυτά που οργανωμένα συμμετείχαν στην Εθνική Αντίσταση, στις τάξεις της Ε.Π.Ο.Ν., με την πολιτική καθοδήγηση και την ηθική στήριξη και διαπαιδαγώγηση του Ε.Α.Μ. και της Π.Ε.Ε.Α. Ο παιδαγωγός Κώστας Καλαντζής σχολιάζει με έμφαση την περίοδο του πολέμου και της Κατοχής, επισημαίνοντας ότι «Εσταμάτησαν την κανονικήν εξέλιξιν του ψυχικού βίου των παιδιών, τα ωρίμασαν προώρως, επέδρασαν βλαπτικώς επί της συναισθηματικής ζωής των, εκλόνισαν την προσωπικότητά των και έθεσαν εν κινδύνω τον ηθικόν των κόσμον. Αντιθέτως ένα μέρος της νεολαίας, το οποίον έλαβε μέρος εις τον Αγώνα της Εθνικής Αντιστάσεως, εξέφυγε την καταστρεπτικήν αυτήν επίδρασιν και διέπλασσε νέαν ηθικήν, της θυσίας, της αλληλεγγύης και της αγάπης προς την Πατρίδα.» Από την πρώτη στιγμή της κήρυξης του Ελληνο-ιταλικού πολέμου, πολλοί καλλιτέχνες και ηθοποιοί έθεσαν εαυτόν στην Αντίσταση κατά του εισβολέως και στη συνέχεια κατά των κατακτητών της πατρίδας μας. Λογοτέχνες, ηθοποιοί, μουσικοί, σκηνοθέτες, δραματουργοί, σκηνογράφοι, εκπαιδευτικοί κ.ά. άνθρωποι του πνεύματος ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα κυρίως του Ε.Α.Μ. και της Ε.Π.Ο.Ν., οργανώθηκαν και πρόσφεραν πολλά στα δυστυχισμένα παιδιά της πολεμικής και κατοχικής περιόδου, αλλά και αργότερα κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο. Ο Βασίλης Ρώτας, ο Γιώργος Κοτζιούλας, ο Νίκος Καρβούνης, η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, η Γαλάτεια Καζαντζάκη, ο Γεράσιμος Σταύρου, ο Νίκος Ακίλογλου, ο Αλέκος Ξένος, η Άννα Ξένου, ο Αλέξης Μυριαλής, η Αλέκα Μυριαλή, ο Άκης Σμυρναίος, ο Χάρης Σακελλαρίου και τόσοι άλλοι στις εσχατιές της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας συνέβαλαν καθοριστικά στη μόρφωση και στην ψυχαγωγία των παιδιών, αλλά και στη συνειδητή και αποφασιστική τους μαχητική κοινωνική και αντιστασιακή τους δράση για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή δημοκρατία, αξιοπρέπεια, με αγωνιστική διάθεση και με ποικίλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες, όχι μόνο στον τομέα της Παιδικής Λογοτεχνίας , αλλά και του Παιδικού Θεάτρου και Κουκλοθεάτρου , της Μουσικής, της Εκπαίδευσης κ.ο.κ. Η οργανωτική δουλειά της Ε.Π.Ο.Ν. και των στελεχών και μελών της στάθηκε καθοριστική για την επιτυχία των εκπολιτιστικών εκδηλώσεων σε όλη την Ελλάδα, στην Κατοχή, αλλά και στα βουνά της «Ελεύθερης Ελλάδας». Σημαντική ήταν η θεατρική δραστηριότητα του «Θεατρικού Ομίλου Ε.Π.Ο.Ν. Θεσσαλίας», του Βασίλη Ρώτα και των συνεργατών του, ηθοποιών, μουσικών, σκηνογράφων και μελών της Οργάνωσης και άλλων ΕΠΟΝίτικων θεατρικών ομάδων σε όλη τη χώρα. Πρέπει εδώ να υπογραμμιστεί ότι η συγκεκριμένη ιδεολογική πίστη των δημιουργών στα πατριωτικά, κοινωνικά και ταξικά ιδεώδη, δεν είχε κάποια σχέση με τις όποιες προσπάθειες και συγκεκριμένες επιλήψιμες κοινωνικές πρακτικές ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, οι οποίοι, πολλοί απ’ αυτούς, ιδιοτελείς καθώς ήταν, ήθελαν «και την πίττα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο», δηλ. να προσφέρουν στα παιδιά κάποιο καλλιτεχνικό υλικό, συναισθηματικά και μόνο ορμώμενοι, αλλά υλικό ακίνδυνο και ανώδυνο για τους κατακτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους (δοσίλογους, προδότες, συνεργάτες και κάθε είδους «εθνικόφρονες», οι οποίοι επέδειξαν παντός είδους άνομες και ανήθικες δραστηριότητες κατά την εποχή της Κατοχής και του Εμφύλιου πολέμου, σε βάρος του λαού μας και κυρίως κατά των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης), και τελικά … οι ίδιοι στη συνέχεια βραβεύτηκαν μάλιστα από την πολιτεία γι’ αυτή την ιδιοτελή και μειοδοτική πατριωτικά συμπεριφορά τους. Έτσι, ορισμένοι απ’ αυτούς, χωρίς ν’ αγωνιστούν κατά του Φασισμού και Ναζισμού, κατά των κατοχικών δυνάμεων, κατά των κυβερνήσεων Γ. Τσολάκογλου και κάθε βασιλόφρονα και «εθνικόφρονα» προδότη της πατρίδας μας και συνεργάτη των κατακτητών, αργότερα κέρδισαν βραβεία και επαίνους από τις μετέπειτα «εθνικόφρονες» κυβερνήσεις και τους βασιλείς. Θ’ αναφερθώ μόνο σ’ ένα παράδειγμα, εντελώς ενδεικτικό: η Αντιγόνη Μεταξά (η γνωστή «θεία Λένα», η οποία έχει προσφέρει τόσα και τόσα λογοτεχνικά, θεατρικά και εγκυκλοπαιδικά κείμενα για παιδιά) κατά τη διάρκεια της Κατοχής επιμελούνταν τις ραδιοφωνικές εκπομπές της «Θέατρο για παιδιά» και «Η ώρα του παιδιού», και μ’ αυτές πρόσφερε ψυχαγωγία στα παιδιά. Όμως, απ’ όσο γνωρίζω, δεν παρουσίασε κάποια έστω στοιχειώδη αντιστασιακή δραστηριότητα, παρά μόνο επέδειξε ανεκτικότητα στους κατακτητές και συνεργάστηκε με τους συνεργάτες τους. Αργότερα, το 1965, βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και ο βασιλιάς της απένειμε το παράσημο του «Τάγματος της Ευποιίας», ενώ άλλοι άξιοι καλλιτέχνες συνάδελφοί της, αν και έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας, αν και άλλοι αγωνίστηκαν στην Εθνική μας Αντίσταση, αν και πρόσφεραν με την τέχνη τους ανυπολόγιστες υπηρεσίες στα παιδιά, στη νεολαία και στο λαό μας, κατά την ίδια περίοδο, εντούτοις δεν έτυχαν παρόμοιων διακρίσεων. Και όσοι απ’ αυτούς επέζησαν, όχι μόνο δεν πήραν βραβεία και παράσημα από το αστικό μετεμφυλιοπολεμικό κράτος, αλλά αντιθέτως εξορίστηκαν και βασανίστηκαν και τοιουτοτρόπως «αμείφθηκαν» … για τις πολύτιμες υπηρεσίες τους στην πατρίδα. Θεματολογικές προσεγγίσεις: Η θεματολογία της Δραματουργίας για παιδιά, την περίοδο που εξετάζουμε, ήταν ποικίλη, και κυρίως κάλυπτε τις ανάγκες των σχολικών γιορτών : της 25ης Μαρτίου 1821, της 28ης Οκτωβρίου 1940 (από το 1944 και μετά), των Χριστουγέννων-Πρωτοχρονιάς, των Αποκριών, της Μητέρας και των εξετάσεων. Οι δραματουργοί, όμως, του Σχολικού Θεάτρου, επικέντρωναν την παραγωγή τους και σε άλλα θέματα, όπως: στην Ελληνική Μυθολογία, τη λαϊκή μας παράδοση, τους Βαλκανικούς πολέμους, τον Μακεδονικό Αγώνα, την Κατοχή και την Εθνική Αντίσταση, την αντικομμουνιστική προπαγάνδα και σε άλλα κοινωνικά, θρησκευτικά και φυσιολατρικά θέματα. Ιδεολογικές επισημάνσεις: Μια παράμετρος του αστικού ιδεολογικού φάσματος ήταν η θρησκοληψία και η καλλιέργεια της μεταφυσικής σκέψης των παιδιών. Ο ορθολογισμός, η απλή λογική σκέψη και πόσο μάλλον η επιστημονική σκέψη και γνώση απουσιάζουν και δεν αποτελούν στόχους από παιδαγωγική άποψη στους θεατρικούς διαλόγους και κατά την εξέλιξη του μύθου. Αναφέρω ένα παράδειγμα: Η Λίζα Π. Τζουνάκου, στο βιβλίο της Το ανταρτόπληκτο (Πειραιεύς 1949) και συγκεκριμένα στο κείμενο «Τα παιδιά μας στο 1942. Μονόπρακτο δραματάκι για τα σχολεία», αναφέρεται στο βαρύ χειμώνα του 1942 της Κατοχής. Η μάνα Αννιώ συζητά με τα μικρά παιδιά της, Νίκο και Βάσω, για τις κακουχίες του πολέμου και ιδιαίτερα για την πείνα. Κι ενώ εκείνα επικρίνουν το θεό για την απονιά του, η μάνα τούς απαντά: «ΑΝΝΙΩ: Πάψε, Νίκο! Δεν ντρέπεσαι; Τι λόγια είναι αυτά; Ο καλός Θεός όλον τον κόσμο αγαπά και τον φροντίζει, τον λυπάται. Μα αυτό που μας κάνει σήμερα είναι τιμωρία, γιατί δεν τον ακούμε. Η καταστροφή έχει πέσει σ’ όλον τον κόσμο, γιατί έφυγε απ’ το δρόμο του Θεού. Γι’ αυτό έστειλε τους Γερμανούς και μας τιμωρούν, γι’ αυτό χρειάζεται, καλά μου παιδιά, υπομονή. Κι’ αν είσθε καλά παιδιά πάλι θαρθούν καλές μέρες.», και παρακάτω, ενώ προσεύχεται: «[…] Εσύ γλυκειά μου Παρθένα, εσύ λυπήσου πια τον κόσμο σου. Μη τον τιμωρείς. Αρκετά υποφέρει. Λυπήσου, σα μάννα πούσαι, τουλάχιστον αυτά τα φτωχά παιδάκια. Τι φταίνε τα κακόμοιρα, που κάθε μέρα πληρώνουνε, με τη ζωούλα και την υγεία τους, την κακία πούχουν οι μεγάλοι αναμεταξύ τους.» Είναι σαφής η αντι-διαλεκτική σκέψη, η ηθικοπλαστική και θεοκεντρική αντίληψη και ιδεολογία της συγγραφέα, η οποία δεν αγγίζει καν θέματα, από ιστορική και κοινωνιολογική άποψη, όπως: ο ναζισμός και τα εγκλήματά του στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η Εθνική Αντίσταση κ.ά., αλλά αντιθέτως καλλιεργεί στα μικρά παιδιά: α) τη μοιρολατρία, β) την ιδεαλιστική αντίληψη των κοινωνικών φαινομένων –χωρίς τουλάχιστο ν’ αναφέρει έστω μια λογική σκέψη–, γ) τον αποπροσανατολισμό των παιδιών από τις αιτίες του πολέμου και των φρικτών συνεπειών του και δ) δεν προσπαθεί να τα πείσει, παίζοντας τον προσήκοντα παιδαγωγικό ρόλο της ως μάνα, και τον κοινωνικό ρόλο της ως άνθρωπος, για την αναγκαιότητα αντίστασης σε αυτούς που σκόρπισαν το θάνατο και τις καταστροφές σε εκατομμύρια ανθρώπους, στη φύση και στον ανθρώπινο πολιτισμό, σε αυτούς που τους σκλάβωσαν και που αποτελούν την αιτία για την πείνα και το θάνατο του λαού μας και των άλλων λαών. Τοιουτοτρόπως, θα έδινε στα παιδιά της επιχειρήματα για να κατανοήσουν το μέγεθος της αδικίας, της εγκληματικότητας, της ανηθικότητας, της διεθνούς παράνομης τρομοκρατίας των ναζιστών και φασιστών του Άξονα κ.ο.κ. Η αστική αντικομμουνιστική ιδεολογική προπαγάνδα και υστερία είναι μια άλλη πλευρά της θεματολογίας του Σχολικού Θεάτρου, την οποία συναντούμε ιδιαίτερα στα έργα της περιόδου του Εμφύλιου πολέμου. Μια μεγάλη μερίδα εκπαιδευτικών είχαν γαλουχηθεί στη βασική και στην ακαδημαϊκή τους εκπαίδευση, στην οικογένειά τους, αλλά και στον κοινωνικό τους περίγυρο, με τα νάματα του τρίπτυχου «Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», ενός συνθήματος του οποίου οι ρίζες, όπως μας πληροφορεί η Έφη Γαζή, βρίσκονται στην Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 1880-1930. Θ’ αναφερθώ μόνο σε ορισμένες σχετικές περιπτώσεις έργων του Σχολικού Θεάτρου : Ο Δημήτριος Αντ. Σαμαράς, Διευθυντής του 12ου Δημ. Σχολείου Α΄ Περιφ. Θεσσαλονίκης, κυκλοφόρησε στα 1949 το βιβλίο του Νάουσα, στο οποίο συμπεριέλαβε το έργο «Το Ελληνόπουλο. Χριστουγεννιάτικο δραματάκι σε δύο πράξεις». Ένα μισαλλόδοξο έργο, μ’ εθνικιστικό και όχι πατριωτικό πνεύμα, με θρησκόληπτη και όχι θρησκευτική αντίληψη, με το οποίο φιλοδοξούσε να διαποτίσει τις ψυχές των μικρών παιδιών με μίσος για τους Σλάβους, «τα κόκκινα τσακάλια», που «πήραν οι κακούργοι τα παιδιά για να πουλήσουν την ψυχή τους στον Σατανά», «που αυτοί οι κακούργοι τα μάζεψαν και τα πήγαν στις σλαβικές χώρες», που προσπαθούν «τα Ελληνόπουλα αυτά, πολύ δύσκολα και με πολλά βασανιστήρια να κατορθώσουν να τα κάμουν σαν τα μούτρα τους». Ο δημοδιδάσκαλος, ένα από τα βασικά πρόσωπα του έργου, με οργίλο ύφος λέει: «Οι κακούργοι ορφάνεψαν χιλιάδες ελληνόπουλα και χιλιάδες γονείς τούς πήραν τα παιδιά τους! Άτιμοι Σλάβοι, ’κείνο που χρόνια επιθυμούσατε, να αφανίσετε την ελληνική φυλή πάτε να το επιτύχετε, ως ένα βαθμό, με τα ελληνόφωνα όργανά σας», υπονοώντας το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και το Κ.Κ.Ε. Και συνεχίζει: «Οι συμμορίτες σαν τους πεινασμένους λύκους τώρα, σε μικρές ομάδες χωρισμένοι μπαίνουν στα χωριά, για να αρπάξουν τρόφιμα και να σπείρουν τον τρόμο, την καταστροφή και το θάνατο. Οι τυφλοί! Οι αφιονισμένοι απ’ την εθνοκτόνο προπαγάνδα των Σλάβων, δεν βλέπουν πως φθίνει η φυλή μας κάθε μέρα! Οι κανίβαλλοι! Ελληνίδων μανάδων παιδιά οι ίδιοι, ροφούν το αίμα της μεγάλης τους μάνας, της Ελλάδας.» Και η σύζυγος του δασκάλου εκθειάζει τις Παιδουπόλεις και την εμπνεύστριά τους την «καλή» Γερμανίδα, πρώην δραστήριο μέλος της ναζιστικής χιτλερικής νεολαίας, βασίλισσα Φρειδερίκη, που «όλα τα παιδιά την αγαπούνε σαν νάναι μητέρα τους και τη λατρεύουνε σαν αγία.»: «Αυτά τα καημένα έχασαν τον πατέρα και τη μάνα τους. Τους σκότωσαν οι αγριάνθρωποι, μα βρήκαν μια πονετική μάνα, την Βασίλισσά μας, που τα συμμάζεψε και τα φροντίζει τόσο, που ξεχνούν τον πόνο της ορφάνιας.» Η αστική προπαγάνδα, προσπαθούσε να μπολιάσει τον αντικομμουνισμό στις ψυχές των μαθητών των Δημ. Σχολείων, ασύστολα και με αντι-δεοντολογικό και αντι-επιστημονικό τρόπο. Ουσιαστικά, προσπαθούσε να μη μάθουν ποτέ τα παιδιά και οι γονείς τους την αλήθεια για τη φιλοξενία, τη στοργή και τη θαλπωρή που δέχτηκαν χιλιάδες παιδιά στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Επιδίωκε να δυσφημιστούν οι Λαϊκές Δημοκρατίες και η συμβολή τους στο «παιδοσώσιμο» αυτών των 25.000, περίπου, παιδιών, τα οποία στάλθηκαν εκεί μετά από πρόταση των λαϊκών συμβουλίων της χώρας μας, από σχετικό αίτημα της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και με αποδοχή από τις εκεί κυβερνήσεις ν’ αναλάβουν όλα τα έξοδα για την αποκατάσταση της διαταραγμένης από τον πόλεμο ψυχικής υγείας των παιδιών, την υγιεινή διαβίωσή τους και τη μόρφωσή τους. Επίσης, η ντόπια αστική πολιτική ηγεσία και ο ξένος παράγοντας ήθελαν να μη μάθουν ποτέ οι Έλληνες τη φασιστική προπαγάνδα και αυταρχική συμπεριφορά που δέχονταν όσα παιδιά, ιδίως φυλακισθέντων, εξορισθέντων, πολιτικών προσφύγων και εκτελεσθέντων κομμουνιστών, κλείστηκαν στις επονομαζόμενες ψευδεπίγραφα «Παιδουπόλεις» της Φρειδερίκης, στα επί της ουσίας «παιδικά γκέτο», «φασιστικά κάτεργα», «στρατόπεδα-αντικομμουνιστικά αναμορφωτήρια». Θ’ αναφερθώ και σ’ ένα άλλο έργο της ίδιας θεματολογίας, το οποίο διακατέχεται, επίσης, από μισαλλοδοξία, αντικομμουνισμό και φιλοβασιλική προπαγάνδα. Πρόκειται για το θεατρικό κείμενο του Βασιλείου Παπαευθυμίου, «Οι Ηπειροτοπούλες. Πατριωτικό σκετς» (απ’ το βιβλίο του, Το Σχολείο μας γιορτάζει, Αθήναι 1949). Ο δραματουργός σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου: «[…] πιστεύω ακόμα πως δίνω ένα βιβλίο μορφωτικό και ψυχαγωγικό για τον μαθητή πρώτα και για κάθε Έλληνα ύστερα». Και ασφαλώς ευνοούσε η εποχή για να θεωρείται ένα έργο του Σχολικού Θεάτρου ως «μορφωτικό», όταν αυτό υμνούσε τη βασιλεία και μπόλιαζε στις ψυχές των παιδιών την απέχθεια στον κομμουνισμό. Είναι το μοναδικό βιβλίο, στο οποίο συνάντησα την εξής θεματολογική κατηγορία έργων του Σχολικού Θεάτρου: «Από τον αντικομμουνιστικό αγώνα». Ο δραματουργός σημειώνει, επίσης, πληροφοριακά τα εξής: «Το σκετς λαμβάνει χώραν στην Αγία Μαρίνα της Ηπείρου, λίγο πριν να μπουν μέσα οι Σλαυοκομμουνισταί», δίνοντας σαφές ιδεολογικό στίγμα. Η υπόθεση σχετίζεται με το «Χορό του Ζαλόγγου», προσομοιάζοντας εκείνη την ηρωική πράξη αυτοθυσίας των Σουλιωτισσών, κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, με την τωρινή πράξη κάποιων Ηπειρωτισσών, οι οποίες πέφτουν από το βράχο και σκοτώνονται για να σωθούν από τους «κατσαπλιάδες», ελπίζοντας ότι θα μεταμορφωθούν πεθαίνοντας σε σειρήνες της θάλασσας και θα ρωτούν τους καραβοκύρηδες, όπως περίπου ρωτούσε η γοργόνα, η αδερφή του Μεγαλέξανδρου: «Ζη η Ελλάδα μας παιδιά;» και θα τους απαντούν «Ναι! ζει και μεγαλώνει!» Και θα ξαναρωτούν: «Ζη ο Παύλος Βασιλιάς;» και θ’ απαντούν: «Ω! Ζη και βασιλεύει!». Το παιδαγωγικό και κοινωνικό μήνυμα έβγαινε έμμεσα και με αβίαστο τρόπο: καλύτερα βασιλιά, παρά κομμουνισμό…! ή κάπως έτσι… Ο συγγραφέας εκφράζεται ως «ακραιφνής βασιλόφρων» και με στιχουργικό τρόπο, στην αρχή του βιβλίου, με τη δημοσίευση «εμπνευσμένων καλλιτεχνικών» στίχων του με τίτλο: «Ύμνος εις την Α.Μ. την Βασίλισσαν Φρειδερίκην», οι οποίοι βρίσκονται μελοποιημένοι σε παρτιτούρα στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου. Αντιγράφω μερικούς, απ’ αυτούς, τους οποίους υποθέτω ότι τραγουδούσαν κάποιοι μαθητές σε ορισμένα σχολεία, ώστε οι φιλόμουσοι βασιλόφρονες διδάσκαλοί τους να δώσουν και μ’ αυτό τον τρόπο τα διαπιστευτήριά τους στους προϊσταμένους τους, στη Βασίλισσά τους και στην Εθνική τους Κυβέρνηση: «Εσύ Μεγάλη Εστιάδα, / στον ιερό μας το βωμό / με της ψυχής σου την λαμπάδα / κράτα τον ιερό πυρσό. / Κι’ οδήγα μας, Βασίλισσά μας, / σε πιο μεγάλα ιδανικά / για να γεννούν τα δάκρυά μας / του Θρόνου σου τα πιο λαμπρά / διαμάντια αγάπης του Λαού μας / να τον κοσμούν παντοτεινά / και σκόρπιζέ μας τη χαρά / με χέρια πάντα στοργικά.» Και το ρεφραίν: «Μάγισσα είσαι, Ρήγισσα, / με το χρυσό ραβδί σου / ξέρεις να γειάνης τις πληγές, / τους πόνους να γιατρεύης, / ξέρεις να βασιλεύης.» Επίσης, ο Ν. Φατσέας, στο βιβλίο του Θεατρικά σκετς (πατριωτικά και κωμικά) (Αθήναι 1948), συμπεριέλαβε το αντικομμουνιστικό και φιλοβασιλικό έργο του «Ελληνικό προσκλητήριο», όπου στα πλαίσια του πατριωτικού πνεύματος, που όταν ο συγγραφέας υπερβάλλει, μετατρέπεται σε εθνικιστικό, όπως άλλωστε συνηθιζόταν για πολλές δεκαετίες στη Σχολική Δραματουργία. Το πρωταγωνιστικό πρόσωπο «Η Ελλάς» προσκαλεί όλα τα παιδιά της ν’ αγωνιστούν ενάντια στους «συμμορίτες», για να σωθεί η πατρίδα μας. Λέει ο «Αεροπόρος»: «γιατί με τον ατσάλινο δικό σας ανδρισμό / εσείς θα ξεκληρίσετε τον συμμοριτισμό.» Και ο «Στρατιώτης» λέει στη «Β. Ήπειρο»: «Θα ξαναρθής ολόκληρη πάλι στην αγκαλιά μας / και θάχης για κορώνα σου τον Παύλο Βασιλιά μας.» Επίλογος: Ιδεολογικές αποχρώσεις και αντιθέσεις, οι οποίες υπάρχουν ανά τους αιώνες, ενταγμένες στο φιλοσοφικό δίπολο ιδεαλισμός/υλισμός επικρατούσαν και στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία 1940-1949. Οι ιδεολογικές συγκρούσεις γενικότερα είχαν κατά την περίοδο εκείνη ως αποτέλεσμα ακόμη και την ένοπλη έκβασή τους κατά τον Εμφύλιο πόλεμο. Ως επικρατούσα ιδεολογία όμως ο ιδεαλισμός, είχε παραχθεί, επιβληθεί και διοχετευθεί μέσα από πολιτικά, κοινωνικά, εκπαιδευτικά κανάλια, με όπλα την αστική προπαγάνδα, και με επιπλέον θεσμούς όπως ήταν η εκκλησία, ο τύπος και ο στρατός. Το ιδεολογικό τρίπτυχο της «πιο διαδεδομένης “συνθηματικής φράσης” της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας»: «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια», είχε ριζώσει βαθιά στη συνείδηση των παιδιών από την καθεστωτική ιδεολογία, είχε επιβληθεί και νομοθετικά, ώστε κανένας να μην μπορεί να αποφύγει την εφαρμογή της ή να μην έχει την ευχέρεια να την αμφισβητήσει, ιδίως οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι «μεταλαμπαδευτές των αιώνιων ιδεαλιστικών αξιών»…, οι εκπαιδευτικοί. Η δε τρομοκρατία που ασκήθηκε είτε νομοθετικά είτε με τα όπλα, τους διωγμούς, τις δολοφονίες, τις φυλακίσεις, τις εξορίες, κρατικών και παρακρατικών μηχανισμών, είχε ως αποτέλεσμα το φόβο, τη σύμπραξη με τον «δυνατό δυνάστη», Έλληνα ή ιμπεριαλιστή εισβολέα, με έμπρακτη πρακτική: την ανοχή, τη σιωπή και τον «ιδεολογικό παπαγαλισμό», «για να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους» πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί. Το Σχολικό Θέατρο δεν ήταν δυνατό ν’ αποφύγει το σφιχτό ιδεολογικό εναγκαλισμό της αστικής προπαγάνδας στην ποικίλη θεματολογία της δραματουργίας που παρήχθη κατά την ενλόγω δεκαετία. Εκείνο, που ξέφυγε από τον κλοιό ήταν ως ένα βαθμό το Παιδικό, το Ερασιτεχνικό και το Λαϊκό Θέατρο, κυρίως αυτό που δημιουργήθηκε από αριστερούς δραματουργούς, αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, όπως ήταν οι: Βασίλης Ρώτας, Γιώργος Κοτζιούλας, Γαλάτεια Καζαντζάκη, Μιχάλης Παπαμαύρος, Γεράσιμος Σταύρου, Νίκος Ακίλογλου, Χάρης Σακελλαρίου, Στρατής Π. Παπαδάκης κ.ά. Η θεματολογία της δραματουργίας τους ήταν συνυφασμένη με την αριστερή και σοσιαλιστική ιδεολογία και με κοινωνικές αξίες, όπως: η εθνική ανεξαρτησία, η ειρήνη, η λευτεριά, ο πατριωτισμός, η λαοκρατία, η αυτοθυσία, η συλλογικότητα, η συντροφικότητα, η ανιδιοτέλεια, το αγέρωχο και ασυμβίβαστο του χαρακτήρα κ.ά., δίνοντας μέσα από τα θεατρικά κείμενά τους για παιδιά, ακόμη και στο Κουκλοθέατρο και στο Λαϊκό Θέατρο Σκιών, ισχυρά ραπίσματα, στους δοσίλογους προδότες συνεργάτες των ναζιστών και φασιστών κατακτητών, στους συμβιβασμένους ποταπούς κουκουλοφόρους Γερμανοτσολιάδες, στους ιδιοτελείς μαυραγορίτες, στους αδίστακτους δολοφόνους και τρομοκράτες Χίτες και άλλους παρακρατικούς. Αυτοί ήταν εκείνοι που με την ανοχή του νόμου και την οργανωμένη συμβολή της αστυνομίας και του στρατού, κάτω από τις εντολές και τη συνεργασία των αποικιοκρατών/ιμπεριαλιστών Άγγλων και Αμερικανών αφεντικών τους, έδωσαν συνέχεια μετά την Κατοχή στην αστική ιδεολογική προπαγάνδα και στη βίαιη επιβολή των «αστικών αξιών», γεγονός που επηρέαζε έμμεσα –πλην σαφώς άμεσα– την εκπαιδευτική πολιτική, την ιδεολογική διαπαιδαγώγηση της νεολαίας και το Σχολικό Θέατρο. Και … η έρευνα συνεχίζεται!


Θανάση Ν. Καραγιάννη

ΣΧΟΛΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ (1871-1974)
ΠΡΟΛΟΓΟΙ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ &
ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΓΙΟΡΤΩΝ
[140 Κείμενα με αισθητικό, ιστορικό, παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό περιεχόμενο]

Εκδόσεις Πάραλος, Αθήνα 2013, σσ. 384

Μόλις κυκλοφόρησε ένα πρωτότυπο βιβλίο έρευνας για το Σχολικό Θέατρο από το σημαντικό ερευνητή του χώρου αυτού, Θανάση Ν. Καραγιάννη. Τίτλος και θέμα του: ΠΡΟΛΟΓΟΙ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ & ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΓΙΟΡΤΩΝ.  Ο δημιουργός του βιβλίου έχει συγκεντρώσει προλόγους από εκδόσεις σχολικού θεάτρου, από το 1871 μέχρι το 1974. Αναδημοσιεύονται 140 κείμενα που έχουν γράψει στις εισαγωγές των βιβλίων τους με θεατρικά έργα, σκέτς και ποιήματα για σχολικές γιορτές οι συγγραφείς τους, οι οποίοι είναι συνήθως εκπαιδευτικοί-συγγραφείς.
Τα κείμενα έχουν αισθητική, ιστορική, παιδαγωγική και εκπαιδευτική διάσταση και δίνουν στο σημερινό τους αναγνώστη πάμπολλα στοιχεία για τη μελέτη του σχολικού θεάτρου από τον 19ο αιώνα μέχρι και το τέλος της δικτατορίας των συνταγματαρχών (1974).
Είναι ένα έργο αναφοράς για την ιστορία του σχολικού θεάτρου στην Ελλάδα, οπωσδήποτε αναγκαίο να μελετηθεί από φοιτητές Παιδαγωγικών Σχολών και από εκπαιδευτικούς που έχουν έφεση προς το παιδικό-σχολικό θέατρο και οργανώνουν σχολικές εορτές στα σχολεία τους. Αλλά είναι εξίσου σημαντικό και για τους φοιτητές των Σχολών Θεατρικών Σπουδών και για τους επαγγελματίες θιασάρχες που ανεβάζουν παραστάσεις για το παιδικό κοινό.
Το βιβλίο είναι δομημένο σε έξι ενότητες με ιστορική οριοθέτηση (Τέλος του 19ου αι. 1871-1895 - Πρώτες απόπειρες 1896-1921 - Μεσοπόλεμος 1922-1939 - Πόλεμος, Κατοχή, Εμφύλιος 1940-1949 - Μεταπολεμική περίοδος 1950-1966 - Δικτατορία 1967-1974). Ως άριστη και συνεπής ερευνητική εργασία έχει στο τέλος ένα πολύτιμο ευρετήριο ονομάτων, ενώ στις εσωτερικές σελίδες έχουν ανατυπωθεί σπανιότατα δυσεύρετα εξώφυλλα βιβλίων με θεατρικά έργα για σχολικές γιορτές.
Το βιβλίο προλογίζουν οι καθηγητές πανεπιστημίων Αθηνών και Θράκης, κ.κ. Κυριακή Πετράκου και Σίμος Παπαδόπουλος. Αξίζουν συγχαρητήρια στον ερευνητή κ. Θανάση Καραγιάννη για την αληθινά επίπονη και επίμοχθη μελέτη του.
Αναζητήστε το στις Εκδόσεις Πάραλος και στον ίδιο το συγγραφέα: Καπετανάκη 58 - Άγ. Δημήτριος, Τ.Κ. 173 42, ΑΘΗΝΑ (τηλ. 69 77 97 29 91)    
Δρ. Γιάννης Δ. Μπάρτζης
Πρ. Σχολικός Σύμβουλος Π.Ε.
Λογοτέχνης-Συγγραφέας