Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018


Η μηλιά που όλο γελά και
το μυστικό της φιλίας
Σε σκηνοθεσία Κοραλίας Τσόγκα
στο θέατρο ΠΡΟΒΑ

Παρουσιάζει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης

Όταν σε μια θεατρική παράσταση για παιδιά, οι γονείς των παιδιών/θεατών, συμμετέχουν σαν παιδιά, γελούν, ενθουσιάζονται, φωνάζουν, αυτό σημαίνει ότι η παράσταση είναι κατάλληλη για παιδιά και πέτυχε το σκοπό της.
Ήμουν στην πρώτη σειρά του θεάτρου ΠΡΟΒΑ και καθώς παρακολουθούσα με ενδιαφέρον τη συγκεκριμένη θεατρική παράσταση, κατάλληλη για προνήπια, νήπια και για παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας, μέχρι 10 χρόνων, συχνά γύριζα να δω τις αντιδράσεις των παιδιών και κυρίως των γονιών. Η πλατεία πάλλονταν από ενθουσιασμό. Όλα τα μάτια ήταν καρφωμένα στη σκηνή. Και όταν χρειαζόταν, μια και η παράσταση είχε –κατά σημεία– διάδραση, όλοι συμμετείχαν αυθόρμητα.
Αιτία της επιτυχίας ήταν το θεατρικό κείμενο, η σκηνοθεσία, η σκηνογραφία, τα κοστούμια, η μουσική, ο χορός και η κίνηση, η υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών; Η άποψή μου είναι ότι ήταν όλα αυτά μαζί. Ήταν το σύνολο της θεατρικής πράξης, η οποία στα χέρια ενός έμπειρου και ικανού σκηνοθέτη μετουσιώνεται σε πανδαισία! Διότι, η σκηνοθέτρια, εν προκειμένω, Κοραλία Τσόγκα, έχει εργαστεί χρόνια τώρα και φυσικά συνεχίζει να εργάζεται σκληρά και υπεύθυνα, ως ηθοποιός, ως βοηθός σκηνοθέτη και ως σκηνοθέτρια, με πολύ καλά αποτελέσματα, τα οποία προμηνύουν ένα καλύτερο καλλιτεχνικό μέλλον της, μια και «εχθρός του καλού είναι το καλύτερο».
Η δραματουργός/διασκευάστρια επί τω προκειμένω, Κοραλία Τσόγκα διαμόρφωσε το θεατρικό κείμενο αυτής της παράστασης, το οποίο είναι εμπνευσμένο από μια διάσημη παραμυθιακή ιστοριούλα του Σελ Σιλβερστάιν, «Το Δέντρο που έδινε», το οποίο μας έρχεται από τις Η.Π.Α. και παρουσιάζεται ως θεατρικό για πρώτη φορά στη χώρα μας. Προσφιλής πρακτική τα τελευταία χρόνια στο Επαγγελματικό Θέατρο για παιδιά είναι και αυτή που ακολούθησε η Κ. Τσόγκα. Δηλαδή, να παρεμβάλλει στην παράσταση και να εντάξει ζωντανή μουσική και χορό, αλλά και ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια, τα οποία τραγουδούν εν χορώ οι ηθοποιοί. Οπωσδήποτε θετικά αυτά τα στοιχεία σε μια παράσταση για παιδιά, ενώ αρνητικό –κατά τη γνώμη μου, όχι βέβαια πάντοτε– είναι η μαγνητοφωνημένη και πολλές φορές δυνατή και φασαρτζώδικη μουσική επένδυση μιας παράστασης για παιδιά.
Σαφέστατα τα κοινωνικά και παιδαγωγικά μηνύματα του έργου, τα οποία βγαίνουν αβίαστα από τα λόγια και τις πράξεις των ηθοποιών, και κύρια της Μηλιάς, η οποία λειτουργεί ως πρότυπο στα μικρά παιδιά. Είναι βέβαιο ότι με τέτοιου είδους πρότυπα τα παιδιά θα εξελιχθούν σε ηθικούς κοινωνικούς χαρακτήρες και προσωπικότητες. Αν και νομίζω ότι τα αρνητικά πρότυπα που έρχονται σε επαφή τα παιδιά στην κοινωνία, ενίοτε στην οικογένεια και στο εγγύς  περιβάλλον τους, αλλά πρωτίστως στο διαδίκτυο, στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο και στα ηλεκτρονικά τους παιχνίδια, είναι πολύ περισσότερα και πιο ισχυρά, διότι έτσι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις στον Καπιταλισμό απεργάζονται τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου, ο οποίος αργότερα ως ενήλικας θα τους «υπηρετεί» και θα τους «εξυπηρετεί» οικονομικά και πολιτικά.
Εδώ, θα πρέπει να τονίσουμε την τεράστια προσπάθεια που κάνουν παιδαγωγοί και θεατράνθρωποι, να δημιουργούν κείμενα και παραστάσεις για παιδιά με εξαιρετική αισθητική –φυσικά όχι πάντοτε με επιτυχία– και με περιεχόμενο, αλλά και με ήρωες, που λειτουργούν ως θετικά πρότυπα για την ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών. Και η ανύπαρκτη, σήμερα, κριτική θεάτρου για παιδιά, θα μπορούσε να συμβάλλει με νηφαλιότητα, καλοπροαίρεση και επιστημονική αντικειμενικότητα, στη θετική εξέλιξη του είδους, σχολιάζοντας, παρατηρώντας και προτείνοντας ό,τι θετικό και αρνητικό –κατά τη γνώμη του κριτικού–, περιέχει μια θεατρική παράσταση (σε επίπεδο κειμένου, σκηνοθεσίας, σκηνογραφίας, υποκριτικής, μουσικής επένδυσης, χορογραφίας κ.ο.κ.), με σκοπό τη βελτίωση του θεατρικού δρώμενου, από τους ηθοποιούς και τους συντελεστές της παράστασης. 
Τα κυρίαρχα στοιχεία του κειμένου, τα οποία επέλεξε η δραματουργός, ως κοινωνικές και διαπροσωπικές αξίες είναι η αγάπη, η φιλία, ο αλτρουισμός, η αυτοθυσία, το γέλιο (ως θετική κοινωνικά και ενθαρρυντική συμπεριφορά).
Η Μηλιά, ως ρόλος, ενσαρκώθηκε με μεγάλη επιτυχία από την πρωταγωνίστρια της παράστασης, Έφη Καραγιάννη. Επιβλητική ως «δέντρο» και ως φυσική παρουσία, μ’ ένα συνεχές χαμόγελο στα χείλη της, με μια ενθουσιώδη, καλοδιάθετη και αλέγρα κίνηση και ζωηρό και πρόσχαρο ύφος, έμοιαζε να «διευθύνει» την «ορχήστρα», να «συντονίζει» τους υπόλοιπους ηθοποιούς επάνω στη σκηνή και να παίρνει πρωτοβουλίες στη διάδραση με την πλατεία. Αυτό, βέβαια, δεν είναι υποτιμητικό για τους συναδέλφους της, οι οποίοι ήταν εξίσου καλοί και αποδοτικοί στους ρόλους τους, ο συμπρωταγωνιστής Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, ως Αγόρι, ο οποίος ήταν πολύ ενθουσιώδης, κινητικός και δραστήριος ως νέος, φίλος της Μηλιάς, και τον οποίο αυτή όχι μόνο βοήθησε ως πραγματική φίλη του, αλλά τελικά αυτοθυσιάστηκε γι’ αυτόν και την ευτυχία του σε όλη τη ζωή τους. Αλλά, και σε όλες τις φάσεις της ωρίμανσης και ηλικιακής μεταβολής του ρόλου του, απέδειξε ότι έχει γνώση, εμπειρία και ταλέντο. Το Κορίτσι, ρόλο που ενσαρκώνει η θαυμάσια ηθοποιός Εύα Χριστοδούλου, συμβάλλει θετικά στην εξέλιξη και δράση του παραμυθιού, προσφέροντας –συμπληρωματικά θα έλεγα– στοιχεία. Όπως, φυσικά, και ο ταλαντούχος μουσικός και κιθαρίστας Υάκινθος Μάινας, ο οποίος παρεμβαίνει μουσικά και εντάσσεται στη δράση, περιφερειακά, χωρίς να ενσαρκώνει κάποιο βασικό ρόλο.   
Πρέπει να επισημάνουμε ότι για την επιτυχία της παράστασης συνέβαλαν τα απλά και λειτουργικά σκηνικά και παραμυθιακά κοστούμια του Χάρη Σεπεντζή, η διδασκαλία της κινησιολογίας των ηθοποιών από τον βετεράνο και πολύ ταλαντούχο χορευτή, ηθοποιό και σκηνοθέτη Σίμωνα Πάτροκλο και τη μουσική διδασκαλία της Ζωής Σολδάτου.


Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Ερευνητής/Μελετητής Δραματουργίας για παιδιά –
Κριτικός Θεάτρου για παιδιά –
Συγγραφέας



Η μηλιά που όλο γελά και
το μυστικό της φιλίας
Σε σκηνοθεσία Κοραλίας Τσόγκα
στο θέατρο ΠΡΟΒΑ

Παρουσιάζει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης

Όταν σε μια θεατρική παράσταση για παιδιά, οι γονείς των παιδιών/θεατών, συμμετέχουν σαν παιδιά, γελούν, ενθουσιάζονται, φωνάζουν, αυτό σημαίνει ότι η παράσταση είναι κατάλληλη για παιδιά και πέτυχε το σκοπό της.
Ήμουν στην πρώτη σειρά του θεάτρου ΠΡΟΒΑ και καθώς παρακολουθούσα με ενδιαφέρον τη συγκεκριμένη θεατρική παράσταση, κατάλληλη για προνήπια, νήπια και για παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας, μέχρι 10 χρόνων, συχνά γύριζα να δω τις αντιδράσεις των παιδιών και κυρίως των γονιών. Η πλατεία πάλλονταν από ενθουσιασμό. Όλα τα μάτια ήταν καρφωμένα στη σκηνή. Και όταν χρειαζόταν, μια και η παράσταση είχε –κατά σημεία– διάδραση, όλοι συμμετείχαν αυθόρμητα.
Αιτία της επιτυχίας ήταν το θεατρικό κείμενο, η σκηνοθεσία, η σκηνογραφία, τα κοστούμια, η μουσική, ο χορός και η κίνηση, η υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών; Η άποψή μου είναι ότι ήταν όλα αυτά μαζί. Ήταν το σύνολο της θεατρικής πράξης, η οποία στα χέρια ενός έμπειρου και ικανού σκηνοθέτη μετουσιώνεται σε πανδαισία! Διότι, η σκηνοθέτρια, εν προκειμένω, Κοραλία Τσόγκα, έχει εργαστεί χρόνια τώρα και φυσικά συνεχίζει να εργάζεται σκληρά και υπεύθυνα, ως ηθοποιός, ως βοηθός σκηνοθέτη και ως σκηνοθέτρια, με πολύ καλά αποτελέσματα, τα οποία προμηνύουν ένα καλύτερο καλλιτεχνικό μέλλον της, μια και «εχθρός του καλού είναι το καλύτερο».
Η δραματουργός/διασκευάστρια επί τω προκειμένω, Κοραλία Τσόγκα διαμόρφωσε το θεατρικό κείμενο αυτής της παράστασης, το οποίο είναι εμπνευσμένο από μια διάσημη παραμυθιακή ιστοριούλα του Σελ Σιλβερστάιν, «Το Δέντρο που έδινε», το οποίο μας έρχεται από τις Η.Π.Α. και παρουσιάζεται ως θεατρικό για πρώτη φορά στη χώρα μας. Προσφιλής πρακτική τα τελευταία χρόνια στο Επαγγελματικό Θέατρο για παιδιά είναι και αυτή που ακολούθησε η Κ. Τσόγκα. Δηλαδή, να παρεμβάλλει στην παράσταση και να εντάξει ζωντανή μουσική και χορό, αλλά και ελληνικά παραδοσιακά τραγούδια, τα οποία τραγουδούν εν χορώ οι ηθοποιοί. Οπωσδήποτε θετικά αυτά τα στοιχεία σε μια παράσταση για παιδιά, ενώ αρνητικό –κατά τη γνώμη μου, όχι βέβαια πάντοτε– είναι η μαγνητοφωνημένη και πολλές φορές δυνατή και φασαρτζώδικη μουσική επένδυση μιας παράστασης για παιδιά.
Σαφέστατα τα κοινωνικά και παιδαγωγικά μηνύματα του έργου, τα οποία βγαίνουν αβίαστα από τα λόγια και τις πράξεις των ηθοποιών, και κύρια της Μηλιάς, η οποία λειτουργεί ως πρότυπο στα μικρά παιδιά. Είναι βέβαιο ότι με τέτοιου είδους πρότυπα τα παιδιά θα εξελιχθούν σε ηθικούς κοινωνικούς χαρακτήρες και προσωπικότητες. Αν και νομίζω ότι τα αρνητικά πρότυπα που έρχονται σε επαφή τα παιδιά στην κοινωνία, ενίοτε στην οικογένεια και στο εγγύς  περιβάλλον τους, αλλά πρωτίστως στο διαδίκτυο, στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο και στα ηλεκτρονικά τους παιχνίδια, είναι πολύ περισσότερα και πιο ισχυρά, διότι έτσι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις στον Καπιταλισμό απεργάζονται τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου, ο οποίος αργότερα ως ενήλικας θα τους «υπηρετεί» και θα τους «εξυπηρετεί» οικονομικά και πολιτικά.
Εδώ, θα πρέπει να τονίσουμε την τεράστια προσπάθεια που κάνουν παιδαγωγοί και θεατράνθρωποι, να δημιουργούν κείμενα και παραστάσεις για παιδιά με εξαιρετική αισθητική –φυσικά όχι πάντοτε με επιτυχία– και με περιεχόμενο, αλλά και με ήρωες, που λειτουργούν ως θετικά πρότυπα για την ανάπτυξη της προσωπικότητας των παιδιών. Και η ανύπαρκτη, σήμερα, κριτική θεάτρου για παιδιά, θα μπορούσε να συμβάλλει με νηφαλιότητα, καλοπροαίρεση και επιστημονική αντικειμενικότητα, στη θετική εξέλιξη του είδους, σχολιάζοντας, παρατηρώντας και προτείνοντας ό,τι θετικό και αρνητικό –κατά τη γνώμη του κριτικού–, περιέχει μια θεατρική παράσταση (σε επίπεδο κειμένου, σκηνοθεσίας, σκηνογραφίας, υποκριτικής, μουσικής επένδυσης, χορογραφίας κ.ο.κ.), με σκοπό τη βελτίωση του θεατρικού δρώμενου, από τους ηθοποιούς και τους συντελεστές της παράστασης. 
Τα κυρίαρχα στοιχεία του κειμένου, τα οποία επέλεξε η δραματουργός, ως κοινωνικές και διαπροσωπικές αξίες είναι η αγάπη, η φιλία, ο αλτρουισμός, η αυτοθυσία, το γέλιο (ως θετική κοινωνικά και ενθαρρυντική συμπεριφορά).
Η Μηλιά, ως ρόλος, ενσαρκώθηκε με μεγάλη επιτυχία από την πρωταγωνίστρια της παράστασης, Έφη Καραγιάννη. Επιβλητική ως «δέντρο» και ως φυσική παρουσία, μ’ ένα συνεχές χαμόγελο στα χείλη της, με μια ενθουσιώδη, καλοδιάθετη και αλέγρα κίνηση και ζωηρό και πρόσχαρο ύφος, έμοιαζε να «διευθύνει» την «ορχήστρα», να «συντονίζει» τους υπόλοιπους ηθοποιούς επάνω στη σκηνή και να παίρνει πρωτοβουλίες στη διάδραση με την πλατεία. Αυτό, βέβαια, δεν είναι υποτιμητικό για τους συναδέλφους της, οι οποίοι ήταν εξίσου καλοί και αποδοτικοί στους ρόλους τους, ο συμπρωταγωνιστής Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος, ως Αγόρι, ο οποίος ήταν πολύ ενθουσιώδης, κινητικός και δραστήριος ως νέος, φίλος της Μηλιάς, και τον οποίο αυτή όχι μόνο βοήθησε ως πραγματική φίλη του, αλλά τελικά αυτοθυσιάστηκε γι’ αυτόν και την ευτυχία του σε όλη τη ζωή τους. Αλλά, και σε όλες τις φάσεις της ωρίμανσης και ηλικιακής μεταβολής του ρόλου του, απέδειξε ότι έχει γνώση, εμπειρία και ταλέντο. Το Κορίτσι, ρόλο που ενσαρκώνει η θαυμάσια ηθοποιός Εύα Χριστοδούλου, συμβάλλει θετικά στην εξέλιξη και δράση του παραμυθιού, προσφέροντας –συμπληρωματικά θα έλεγα– στοιχεία. Όπως, φυσικά, και ο ταλαντούχος μουσικός και κιθαρίστας Υάκινθος Μάινας, ο οποίος παρεμβαίνει μουσικά και εντάσσεται στη δράση, περιφερειακά, χωρίς να ενσαρκώνει κάποιο βασικό ρόλο.   
Πρέπει να επισημάνουμε ότι για την επιτυχία της παράστασης συνέβαλαν τα απλά και λειτουργικά σκηνικά και παραμυθιακά κοστούμια του Χάρη Σεπεντζή, η διδασκαλία της κινησιολογίας των ηθοποιών από τον βετεράνο και πολύ ταλαντούχο χορευτή, ηθοποιό και σκηνοθέτη Σίμωνα Πάτροκλο και τη μουσική διδασκαλία της Ζωής Σολδάτου.


Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Ερευνητής/Μελετητής Δραματουργίας για παιδιά –
Κριτικός Θεάτρου για παιδιά –
Συγγραφέας


Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013



Ως και η Πηνελόπη Δέλτα
στο μηχανισμό στήριξης του μνημονίου,
100 χρόνια μετά…!

Τάκης Τζαμαργιάς–Βαγγέλης Ραπτόπουλος[1]

«Παραμύθι χωρίς όνομα»

[Δραματοποίηση του ομώνυμου «φανταστικού μυθιστορήματος»[2]
της Πηνελόπης Δέλτα],

στην Παιδική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου



Ιδεολογικές συγγένειες στη σύγχρονη συγκυρία…  το μνημόνιο και οι θυσίες του λαού μας!

Οι Βαγγέλης Ραπτόπουλος και Τάκης Τζαμαργιάς είναι ικανοί και ευφυείς δραματουργοί/διασκευαστές. Η μεταφορά του πεζού λόγου σε θεατρική μορφή, η σκηνική οικονομία, τα υπέροχα σκηνικά του Γιάννη Θεοδωράκη, τα φανταχτερά κοστούμια της Κέννυ Μακλέλλαν, η μουσική του Δημήτρη Μαραμή, οι χορογραφίες της Ζωής Χατζηαντωνίου, οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη και το βίντεο του Παν. Ράππα, προσδίνουν αίγλη στη συγκεκριμένη  θεατρική παράσταση για παιδιά. Τα καθηλώνουν στο κάθισμά τους, με διάπλατα τα πανέμορφα ολοζώντανα μάτια τους να ρουφάνε αισθητική απόλαυση. Η σκηνοθεσία του ακούραστου και ταλαντούχου παιδαγωγού Τάκη Τζαμαργιά είναι καταπληκτική. Πρόκειται για έναν υπέροχο θεατράνθρωπο, που με ό,τι καταπιάνεται, το φέρνει σε πέρας επιτυχώς. Ασφαλώς και ήταν γι’ αυτόν πρόκληση η πρόσκληση του κ. Χουβαρδά να σκηνοθετήσει παράσταση για παιδιά. Άλλωστε, ο ίδιος είναι θιασώτης της λογοτεχνικής δεινότητας της Π. Δέλτα για το συγκεκριμένο της μυθιστόρημα. Πού να σκεφτεί, όμως, τις απώτερες σκέψεις και βουλές του αξιοσέβαστου Εθνικού μας Θεάτρου; Να, όμως, που χρειάζεται να υποψιαζόμαστε, μερικές φορές, τις σκοπιμότητες της αστικής εξουσίας και των οργάνων της… Παραστάσεις ασφαλώς και μπορούν να γίνουν με φτωχότερα υλικά μέσα, από καλλιτέχνες, που έχουν βάλλει ως σκοπό της ζωής τους να κτίσουν και με τη βοήθεια της τέχνης τους μιαν άλλη κοινωνία, ειρηνική, δίκαιη, αταξική, σοσιαλιστική.
Τι γίνεται όμως με τη σκέψη και τον προβληματισμό των παιδιών/θεατών μιας παράστασης; Τι συμβαίνει με τα «ξαναζεσταμένα φαγητά», τα οποία όταν μαγειρεύτηκαν, η ανερχόμενη τότε «πεφωτισμένη» αστική τάξη έτσι τα ήθελε μαγειρεμένα; Τη βόλευε στα 1910. Ήταν αμέσως μετά το ταπεινωτικό 1897 και τα λάθη της μοναρχίας, που τάραξαν το φιλομοναρχισμό της Δέλτα, στάθηκαν αιτία να γράψει το Παραμύθι της. Όμως, όπως εύστοχα παρατηρεί ο αλησμόνητος Χάρης Σακελλαρίου «(Η Δέλτα) μετέφερε τον όλο προβληματισμό στο προσωπικό επίπεδο και δεν είδε την πολιτειακή του διάσταση.»[3] Στην ίδια ρότα κινείται και το κείμενο των Τζαμαργιά-Ραπτόπουλου, σε αντίθεση με το Παραμύθι του Καμπανέλλη, που θέτει διάφορα πολιτικά ζητήματα, τα οποία στηρίζει με την καυστική του σάτιρα.
 Η Π. Δέλτα, βαθιά συντηρητικό άτομο, γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, φιλοβασιλική και στη συνέχεια φιλοβενιζελική –μηδαμινές διαφορές μεταξύ βασιλιά Γεωργίου και Ελ. Βενιζέλου, αφού και οι δυο τους το αστικό σύστημα υπηρετούσαν με φανατισμό– ποιους συμβολισμούς επιχείρησε στο «Παραμύθι χωρίς όνομα»; Στο πρόσωπο του βασιλόπουλου έβλεπε τον Βενιζέλο, τον αγαπημένο της Ίωνα Δραγούμη ή κάποιον άλλο εθνικόφρονα εθνοσωτήρα αστό;
Η ίδια αρνείται κατηγορηματικά, σε επιστολή της προς τον Αλ. Δελμούζο, ότι ο «βασιλεύς Αστόχαστος» συμβολίζει τον βασιλιά Γεώργιο. Ο Δελμούζος κρίνει το έργο θετικά, το χαρακτηρίζει δε ως «αντι-Γεωργικώτατο και μαζί φιλοβασιλικώτατο», με αποτέλεσμα η Δέλτα να συμφωνήσει με το δεύτερο χαρακτηρισμό, αλλά ν’ αντιδράσει στην απαντητική επιστολή της, για τον πρώτο χαρακτηρισμό, ως εξής: «Το βρίσκετε “αντι-Γεωργικώτατο”, αν και φιλοβασιλικώτατο, και υποθέτετε πως σαν κυκλοφορήσει θα κατασχεθή. Και το έγραψε και η Ακρόπολις στο φύλλο της 16 Δεκεμβρίου: Ο βασιλεύς Αστόχαστος συμβολίζει άραγε στο Παραμύθι τον Βασιλέα Γεώργιον; Πολύ λυπήθηκα που το παίρνει κανείς έτσι, όπως λέτε, είναι άδικο να φορτώνομε στον συνταγματικό μας Βασιλέα όλες τις δικές μας αμαρτίες∙ και είναι πρόστυχο και ανήθικο∙ όχι, σκοπός μου δεν ήταν καθόλου ν’ αγγίξω τη Βασιλεία. Ο Αστόχαστος είναι το σιχαμένο καθεστώς, και το Βασιλόπουλο ο νέος Έλληνας, όπως θα τον ήθελα, εκείνος που θα ζητήσει μέσα του να βρη τη δύναμη ν’ αναγεννηθή, όχι έξω, όχι ρίχνοντας στον ένα και στον άλλο τις δικές του τις ίδιες αμαρτίες.»[4]

Συνέχεια της ιδεολογικής συνέπειας…

Όπως κάθε έργο τέχνης, έτσι και το «Παραμύθι χωρίς όνομα», φέρνει το ιδεολογικό του φορτίο, από το ιστορικό περιβάλλον, και τα συμφραζόμενα, μέσα στο οποίο γεννήθηκε. Ο αείμνηστος Ιάκ. Καμπανέλλης πραγματώνει στα 1959 τη θεατρική μεταφορά του έργου και τη μετάλλαξή του σ’ ένα αντιπολεμικό παιάνα, ένα καθαρόαιμο πολιτικό έργο, που πιάνει τον παλμό της ιστορικής περιόδου που γράφεται και εξακολουθεί να παίζεται με μεγάλη επιτυχία και μέσα στη δικτατορία, ξεσηκώνοντας τα πλήθη των θεατών σε παραλήρημα ενθουσιασμού. Η σατιρική και ειρωνική πρόθεση του Καμπανέλλη είναι εμφανέστατη και πετυχημένη, σε αντίθεση με το κείμενο της Δέλτα, που το διακρίνει η σοβαρότητα, με κάποια άψυχη σατιρική χροιά. Γράφει ο Γ. Πεφάνης για το έργο του Καμπανέλλη: «τα χρώματα του έργου είναι παρμένα από τον πίνακα της μετεμφυλιακής Ελλάδας και του ψυχροπολεμικού δυτικού κόσμου. Τα στοιχεία της μπρεχτικής αφήγησης και του επικού grotesque είναι εδώ εμφανή, διηθημένα όμως σε έναν παραμυθιακό ιστό, που αποπροσωποποιεί τα πολιτικά ιδανικά και υπονομεύει τα πολεμόχαρα ήθη.»[5]
Εδώ έχουμε μια κάποια ατόφια μεταφορά του θέματος, του ύφους και της ιδεολογίας του πρωτότυπου κειμένου σε θεατρική μορφή. Φυσικά οι δύο δραματουργοί έχουν αφαιρέσει ή παραλλάξει αρκετά σημεία του αφηγηματικού κειμένου της Δέλτα. Σε άλλα σημεία πρόσθεσαν ορισμένα σύγχρονα θέματα. Διατήρησαν βέβαια την παραμυθιακή του δομή και… προσπάθησαν να δώσουν στους συμβολισμούς και στις αλληγορικές του θέσεις κάποια διαφορετική υπόσταση, κοινωνική και πολιτική, πάντοτε όμως με παιδαγωγική ευαισθησία, βασισμένη σε επιστημονική γνώση. Και έφτασαν σ’ ένα θαυμάσιο σκηνικό αποτέλεσμα, με την αξία των συντελεστών και των ηθοποιών. Πολύ σωστά ο Θόδ. Γραμματάς γράφει ότι «η σκηνοθεσία διέθετε αρετές μιας νεωτερικής απόδοσης του δραματικού κειμένου: δραματοποιημένη εικονοποίηση του αφηγηματικού λόγου που στηρίζεται στον υποκριτικό αυτοσχεδιασμό και το θεατρικό παιχνίδι, συμπύκνωση της δράσης και περιορισμό των περιγραφικών στοιχείων, εικαστική θεαματικότητα, αλλά και δραματική εκφραστικότητα, με βάση τους καλοδουλεμένους ηθοποιούς και το ομαδικό θέαμα.» 
Το σύγχρονο δραματοποιημένο κείμενο προσαρμόζεται στη σύγχρονη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Διαθέτει οικολογικά και αντιπολεμικά μηνύματα, φαινομενικά χρήσιμα για τα παιδιά, όμως, όπως πάντοτε ενταγμένα μέσα σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο της αστικής ιδεολογίας. Δηλαδή, τίποτα να μην ενοχλεί τον ιδεολογικό πυρήνα του συστήματος, αλλά ούτε και να τον αμφισβητεί. Άλλωστε, το έργο της Πηνελόπης Δέλτα, 100 χρόνια μετά, έρχεται «γάντι» στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα, και δεν είναι καθόλου τυχαίο που επιλέχτηκε από το Εθνικό μας Θέατρο, που δεν έχω αντιληφθεί να αμφισβητεί την κυρίαρχη πολιτική και κομματική γραμμή… Στα παιδιά και στη νεολαία, γενικότερα, όμως, περνούν όλα στο υποσυνείδητο εύκολα, κατά τη διαπαιδαγώγηση που επιθυμεί η αστική τάξη να τους επιβάλλει, μέσα από όλους τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της (σχολείο, εκκλησία, στρατός, τέχνη, θέατρο κ.ο.κ.) Αυτό δεν πρέπει να το παραβλέπουν οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς. Ο Καμπανέλλης απευθύνεται σε ενηλίκους, που διαθέτουν γνώση, εμπειρίες και κρίση. Δεν είναι το ίδιο. Τα παιδιά στερούνται όλα τα παραπάνω, διακατέχονται μόνο από συναισθήματα και ακολουθούν άκριτα τα πρότυπα. Στο υποσυνείδητό τους, όμως ριζώνουν βαθιά και ανεξίτηλα όσα η οικογενειακή, σχολική και κοινωνική αγωγή τους προσφέρει με λόγια, παραδείγματα και ενγένει με βιωματικές καταστάσεις.
Εδώ, οι συμβολισμοί στους χαρακτήρες του έργου –και που αφορούν στη σύγχρονη πραγματικότητα– είναι εμφανείς, για όσους ξέρουν και θέλουν να τους δουν: ο αποτυχημένος βασιλιάς, που ρήμαξε τη χώρα μπορεί να είναι ο Κώστας Καραμανλής ή γενικά οι προηγούμενες «επάρατες» κυβερνήσεις μας, το πριγκιπόπουλο, που θέλει να σώσει τη χώρα από τους εχθρούς (από τις «κακές αγορές») και να την ανορθώσει μπορεί να είναι ο Γ. Παπανδρέου, αφού στο έργο η χώρα έχει κυριολεκτικά αποδομηθεί οικονομικά, από την κακοδιαχείριση του βασιλιά και των αυλικών του, από τις κλεψιές των ανθρώπων της εξουσίας, αλλά και από την αδιαφορία και την τεμπελιά του λαού.  Κάτι μας θυμίζει αυτή η κατάσταση… από τη σύγχρονη πραγματικότητα. Το πριγκιπόπουλο ζητάει συνεχώς θυσίες από το λαό για να σώσει την πατρίδα (αυτό το ακούμε το τελευταίο διάστημα κατά κόρον), περνώντας τεχνηέντως την ιδεολογία του στους απλούς εργαζόμενους: «ΖΗΤΙΑΝΟΣ: Δεν έχω να φάω, Αφέντη! ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Φλουριά δεν έχω να σου δώσω… Έλα εδώ να δουλέψεις και θα ’χεις φαΐ να χορτάσεις! […], ΜΑΡΑΓΚΟΣ: Βαρέθηκα να δουλεύω… άσκοπα! ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Δούλεψε λοιπόν για ένα σκοπό! […] ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ: Δώσ’ μου λίγο κέρδος, και να δεις με τι καρδιά δουλεύουμε… ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Για το σκοπό ή για το κέρδος; ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ: Το ίδιο κάνει. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Όχι δεν κάνει το ίδιο, γιατί όποιος από σας εδώ θέλει να δουλέψει, εγώ να του δώσω δουλειά. Μα θα είναι για έναν σκοπό μεγάλο και ιερό, που δεν αφήνει κέρδος!» Και ενώ ο πόλεμος χτυπά την πόρτα του Βασιλείου, το βασιλόπουλο ζητάει πάλι θυσίες. Ο πόλεμος, όμως, σήμερα είναι οικονομικός και οι θυσίες που ζητούνται έχουν άλλο περιεχόμενο. «ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ: Μας προτείνεις, δηλαδή, να πάμε να σκοτωθούμε για χάρη του Βασιλιά; Για να κάθεται αυτός να τρώει και να πίνει; ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Όχι για χάρη του Βασιλιά. Αλλά για χάρη του λαού μας… της πατρίδας! ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ: […] Η πατρίδα είναι μια σκέτη λέξη, κι ο Βασιλιάς ένα γουρούνι και μισό! ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Πατρίδα είν’ ο τόπος μας! Και Βασιλιάς, ο αρχηγός μας!» Και παρακάτω: «ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Πατριώτες! Πρέπει ν’ αλλάξετε μυαλά… να συνέλθετε και να βοηθήσετε!», αρκεί να διασωθεί η βασιλεία, η αριστοκρατία, η πλουτοκρατία όποιας εποχής και χώρας είτε σε στρατιωτικό είτε σε οικονομικό πόλεμο…!  
 Ο Πρωτομάστορας επικρίνει όλους εκείνους τους ανθρώπους της εξουσίας που έκλεψαν το κράτος (βασίλειο) και εξαιτίας τους κατέρρευσε, με αποτέλεσμα να φτωχύνει ο λαός: «Ας είναι καλά οι αρχικαγκελάριοι, αρχιστράτηγοι, στόλαρχοι… και η μαφία τους.» Και συνεχίζει επικρίνοντας τον Αρχιστράτηγο: «[…] έκανε ό,τι κάνουν όλοι στο παλάτι (βλ. κυβέρνηση). Είχε στα χέρια του τις αποθήκες του στρατού και τις άδειασε εντελώς. Κι όταν πούλησε τα όπλα, τις σκηνές και τις στολές, μάζεψε μια περιουσία ολόκληρη κι έφυγε στα ξένα, χωρίς να πάρει είδηση ο Βασιλιάς. Ακόμα και οι πέτρες τα ξέρουν αυτά! Μόνο ο Αφέντης μας, ο Βασιλιάς Αστόχαστος, είναι μακριά νυχτωμένος… ». Είναι η ίδια λογική με την αστική θεωρία ότι τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο τον έκανε ένας «τρελός μπογιατζής»… Κι εδώ ο βασιλιάς ήταν «αστόχαστος» και αγαθός και… δεν κατάλαβε τίποτα. Και συνεχίζει η Ειρήνη: «Τι φταίει ο Βασιλιάς, αν έχει όλο κλέφτες και λωποδύτες γύρω του;» Ο Πρωτομάστορας της απαντά: «Ας φρόντιζε να ξέρει τι υπαλλήλους παίρνει, πριν τους εμπιστευτεί τα συμφέροντα του Κράτους. Κι αν του έβγαιναν ψεύτες και κλέφτες, ας τους τιμωρούσε. Αλλά δε νοιάστηκε ποτέ για τίποτα!» Κάτι θα θυμίζει αυτό και στα παιδιά/θεατές της παράστασης. Καμία, όμως, κουβέντα, για την αιτία των εξελίξεων, για τη δομή του οικονομικού συστήματος, για την ανατροπή του. Ακόμη κι ό ίδιος ο δάσκαλος, που θα ’πρεπε να είναι προοδευτικός, είναι συντηρητικός: «Εμάς εδώ, στη Μοιρολατρία, μας τρώει η συμπόνια… είμαστε πονόψυχοι! Πώς να τιμωρήσεις τον κλέφτη ή τον προδότη και όποιον άλλον ασυνείδητο; “Τον κακόμοιρο τον άνθρωπο”, σου λένε, “γιατί να καταστραφεί; Τόσοι άλλοι υπάρχουν που κάνουν πολύ χειρότερα!” Και πάει λέγοντας…»
Η παράσταση τελειώνει με το παρακάτω κείμενο, το οποίο αποδίνουν εν χορώ όλοι οι ηθοποιοί επί σκηνής: «Το “Παραμύθι χωρίς όνομα” μιλάει για μας! / Για το Βασιλόπουλο, που κρύβει ο καθένας μας! / Για όλα όσα δεν κάνουμε σωστά, στις ζωές μας! / Μολύναμε τη φύση, σκέτη διαφθορά / Για όλα φταίει η απληστία για λεφτά! / Άλλαξε κι εσύ, πάλεψε κι εσύ, σηκωθείτε όλοι σας! / Όχι άλλα σκουπίδια και μεταλλαγμένα! / Χαλασμένες συσκευές κι απόβλητα! / Δούλεψε , όχι μόνο για τον εαυτό σου / Και το κοινό καλό πάλι θα ’ν’ δικό σου! / Βοηθήστε όλοι μαζί, ν’ αναστήσουμε τον τόπο μας!»
Πρόκειται, όντως για συναρπαστικό παραμύθι, που η παραλλαγή του, όμως, κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε να είναι η εξής: Ο λαός να ξεσηκώνεται ενάντια στη βασιλεία (ΔΝΤ και ΕΕ και ΝΑΤΟ),  έχοντας τους δικούς του λαϊκούς ηγέτες ή έστω ένα βασιλόπουλο, τύπου Αριστόνικου στην Επανάσταση των δούλων της Περγάμου, να οργανώνεται και να καθιερώνει τη δική του λαϊκή εξουσία και οικονομία. Οι αιτίες της οικονομικής καταστροφής έπρεπε να δίνονται στην πραγματική τους διάσταση και να καταγράφονται, πάντοτε με αισθητικές προδιαγραφές, οι αιτίες και η προοπτική για μια άλλη κοινωνία, όπου δε θα επικρατεί πια η ασυδοσία και οι απάτες της αστικής εξουσίας και των συνεργατών του καπιταλιστικού συστήματος.

Μια άλλη πρόταση…

Αυτό, όμως, το παραμύθι και με την εκδοχή του θεατρικού έργου σε παράσταση για παιδιά και εφήβους, νομίζω ότι μπορεί να το γράψει μόνο το Κ.Κ.Ε. και η ίδια η εργατική τάξη, και στην τέχνη με τους δικούς της καλλιτέχνες και στην κοινωνική πραγματικότητα με το Π.Α.ΜΕ. και τη θέληση και αγωνιστικότητα όλων των λαϊκών δυνάμεων…  Ναι μεν, σ’ ένα θεατρικό έργο για παιδιά, ασφαλώς με αλληγορική σημασία και παραμυθιακούς ήρωες, αλλά με προοπτική, όραμα και ταξικό προσανατολισμό των παιδιών, χρήσιμο και χρηστικό για το μέλλον τους…
Οι παρακάτω 14 ηθοποιοί απέδωσαν τους 22 ρόλους τους εκπληκτικά: Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Δημ. Βέργαδος, Γρηγ.  Γαλάτης, Σοφιάννα Θεοφάνους, Μάνος Καρατζογιάννης, Κων. Καρβέλης, Μιχ. Κοιλάκος, Μαίρη Λούση, Πέτρος Σπυρόπουλος, Φωτεινή Τιμοθέου, Δημ. Φραγκιόγλου, Κατερίνα Φωτιάδη, Στράτος Χρήστου και Αλ. Μαυρόπουλος (σε βίντεο). 
Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Δρ. Επιστημών της Αγωγής
Μελετητής-Κριτικός Θεάτρου για παιδιά


[1]. Οι δυο δραματουργοί στηρίχθηκαν στον αρχικό μύθο και στη δομή της υπόθεσης του παραμυθιού, που έπλασε η Πην. Δέλτα, στα 1910. Το διασκεύασαν και προπαντός το δραματοποίησαν. Όμως, το παρόν μεταγραμμένο θεατρικό έργο είναι δικό τους, με τις παρεμβάσεις, τις προσθήκες, τις παραλείψεις και τον εκσυγχρονισμό, που επιχείρησαν στο πεζογράφημα της συγγραφέα.   
[2]. Ο Χάρης Σακελλαρίου υποστηρίζει ότι: «η όλη δομή κι επεξεργασία του υλικού συνηγορούν στην κατάταξή του ανάμεσα στα φανταστικά μυθιστορήματα.», βλ. στη μονογραφία του Πηνελόπη Δέλτα. Η ζωή–οι έρωτες–το έργο της, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1997, σ. 141.   
[3]. Σακελλαρίου Χάρης, Πηνελόπη Δέλτα, ό.π., σ. 138.
[4]. Απόσπασμα επιστολής της Δέλτα προς τον Δελμούζο, από τη Φραγκφούρτη, στις 27.12.1910 (9.1.1911).   
[5]. Πεφάνης Γιώργος Π., Ιάκωβος Καμπανέλλης. Διαδρομές σε μεγάλη χώρα. Ανιχνεύσεις και προσεγγίσεις στο θεατρικό του έργο, Κέδρος, Αθήνα 2000, σ. 24. Ο Μιχ. Καραγάτσης σε κριτικό του κείμενο διατυπώνει την αρνητική του στάση στο εγχείρημα θεατρικής μεταφοράς του έργου της Δέλτα, βλ. Μ. Καραγάτσης, Κριτική Θεάτρου, 1946-1960 (Πρόλογος: Κώστας Γεωργουσόπουλος, Εισαγωγή-επιμέλεια: Ιωσήφ Βιβιλάκης), Βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ», Αθήνα 1999, σ. 599-561.


Βένια Σταματιάδη

Όταν ο ήλιος

[θεατρική διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος της Ζωρζ Σαρή]
από την ομάδα νέων ηθοποιών «Πεδίο Τέχνης»
στο Θέατρο «ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ»

Η Ζωρζ Σαρή (1925-2012), κατεξοχήν πεζογράφος για παιδιά και εφήβους, έγραψε και ορισμένα θεατρικά κείμενα, τα οποία εκδόθηκαν σε βιβλία: «Το γαϊτανάκι», (1979), «Ο Στρατάρχης» (1981), «Το τρακ» (1989). Ως ηθοποιός είχε την έφεση, αλλά και το δικαίωμα να γράψει και θέατρο. Στο τελευταίο βιβλίο της, το οποίο δεν κυκλοφορεί πλέον, η δραματουργός Ζ. Σαρή ενσωμάτωσε, εκτός από τα δύο ήδη εκδοθέντα θεατρικά έργα της για παιδιά, άλλα δύο: «Ο φαντασμένος» και «Ο Γιάννης ο στρατιώτης». «Το γαϊτανάκι» το έγραψε στα 1953 στο Παρίσι και αρχικά το εξέδωσε ως παραμύθι, στα 1973. Τα υπόλοιπα τρία έργα του βιβλίου «Το τρακ» είναι δραματουργικές εμπνεύσεις από  λαϊκά κ.ά. παραμύθια: «Ο Στρατάρχης» (από το παραμύθι «Ο θησαυρός» του Χ. Κ. Άντερσεν) «Ο φαντασμένος» (από το παραμύθι “Le Prince Désir” του Perrault) «Ο Γιάννης ο στρατιώτης» (από άγνωστο για τη δραματουργό γαλλικό παραμύθι, που της το αφηγούταν η μητέρα της).
Μεγαλύτερη επιτυχία είχε, ιδιαίτερα, στη σχολική και ερασιτεχνική θεατρική σκηνή, το αντιπολεμικό-φιλειρηνικό έργο της για παιδιά «Το γαϊτανάκι».
 Η αείμνηστη ηθοποιός, πεζογράφος και δραματουργός για παιδιά ήταν μια εξέχουσα προσωπικότητα στο χώρο των γραμμάτων και του θεάτρου και σημάδεψε με το έργο της και με τις πρωτοπόρες θεματολογικές συγγραφικές πρωτοβουλίες την Ελληνική Παιδική Λογοτεχνία. Σεμνή, αθόρυβη και αξιοπρεπής εργαζόταν σκληρά και παρουσίαζε κάθε τόσο ένα νέο βιβλίο της, το οποίο αποτελούσε «γεγονός» στα εκδοτικά δρώμενα της χώρας μας. Οι πολλές επανεκδόσεις των βιβλίων της είναι το αποδεικτικό στοιχείο για την ποιότητα των μυθιστορημάτων της, αλλά και η θεματολογική της τομή που επιχείρησε κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης και μετέπειτα, πολύ εκτιμήθηκε από εκπαιδευτικούς και γονείς, οι οποίοι είδαν να πρωτοπαρουσιάζονται σε βιβλία για παιδιά και εφήβους (μαζί με τα έργα της Άλκης Ζέη) θέματα «ταμπού», θέματα καινοτόμα μέχρι την εποχή εκείνη, όπως η Κατοχή και η Εθνική Αντίσταση, τα Δεκεμβριανά και ο Εμφύλιος, το Πολυτεχνείο. Θέματα, τα οποία η συγγραφέας επεξεργάστηκε με λογοτεχνική, κοινωνική, δημοκρατική και παιδαγωγική ευαισθησία, αλλά και με υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στους μικρούς και μεγάλους αναγνώστες της. Η Ζ. Σαρή κατείχε το «μυστικό» της επιτυχίας, το οποίο κατέχει και ο αξιόλογος πολυγράφος δραματουργός και λογοτέχνης Ευγένιος Τριβιζάς (ίσως και άλλοι συγγραφείς): δηλαδή, τα έργα τους ν’ αρέσουν συγχρόνως και στα παιδιά και στους ενήλικες αναγνώστες. Οι δεύτεροι δε να είναι περισσότερο φανατικοί αναγνώστες ή θεατές (σε θεατρικές παραστάσεις έργων του Τριβιζά) απ’ ότι τα ίδια τα παιδιά…
Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε μια δραματοποίηση, μια διασκευή ή μια θεατρική προσαρμογή, όπως και να το χαρακτηρίσει κάποιος έχει το ίδιο αποτέλεσμα ως θεατρική παράσταση, του μυθιστορήματος της Ζ. Σαρή «Όταν ο ήλιος» (εκδ. ΚΕΔΡΟΣ, 1η έκδοση: 1971). Σήμερα το βιβλίο αυτό συνεχίζει να κυκλοφορεί (εκδ. ΠΑΤΑΚΗ, 25η έκδοση).
Τη θεατρική διασκευή επιχείρησε η Βένια Σταματιάδη, επιτυχώς, κατά τη γνώμη μου. Θα είναι ευχής έργο, η επόμενη έκδοση του αυτοβιογραφικού αυτού μυθιστορήματος της συγγραφέα, να περιλαμβάνει και τη δραματοποίησή του από τη Βένια Σταματιάδη, για τους ενδιαφερόμενους σχολικούς και ερασιτεχνικούς θιάσους.
Η Βένια Σταματιάδη, αφού μελέτησε καλά το πεζογραφικό κείμενο, αφού αφομοίωσε τις προθέσεις και τους συγγραφικούς και ιδεολογικούς στόχους της συγγραφέα, απομόνωσε περίτεχνα τα βασικότερα σημεία και στοιχεία του έργου και τα δραματοποίησε. Οι διάλογοι, που σύνθεσε είναι σύντομοι, κοφτοί, με αποτέλεσμα να ζωντανεύουν με τη βοήθεια της εκφραστικής και κινητικής δεινότητας των ηθοποιών. Καλά έκανε που χρησιμοποίησε και ορισμένους διαλόγους της ίδιας της Ζωρζ Σαρή, απ’ το ομώνυμο μυθιστόρημά της. Το μυθιστόρημα βρίθει, άλλωστε, από ένα πλήθος διαλόγων, δίνοντας ως ένα βαθμό και η ίδια η πεζογράφος θεατρική ατμόσφαιρα στην πρόζα της. Δε γνωρίζω αν πρόλαβε να το διαβάσει ως θεατρική διασκευή. Αν όχι, είμαι βέβαιος ότι θα έμενε ευχαριστημένη, με τον ενθουσιασμό που ήταν ίδιον του χαρακτήρα της, απ’ ότι την ήξερα και τη θαύμαζα και την αγαπούσα.
Η υπόθεση του έργου καλύπτει ένα μέρος απ’ τη χρονική περίοδο του Πολέμου του ’40 και της ναζιστικής-φασιστικής Κατοχής, στη χώρα μας (1941-1944). Η αυτοβιογραφική πρόθεση της Σαρή είναι προφανής. Με απλό ύφος και μαστόρικη δομή ξετυλίγει το ένα κεφάλαιο πίσω απ’ τ’ άλλο, καταγράφοντας καταστάσεις, συναισθήματα, γεγονότα. Μια ιστορική μαρτυρία αξιώσεων, ένα κείμενο που οπωσδήποτε οι ιστορικοί μελετητές παίρνουν υπόψη τους. Δεν το αγνοούν. Διότι είναι βέβαιο ότι η Λογοτεχνία βοηθάει το γράψιμο της αντικειμενικής Ιστορίας, όπως ακριβώς και η Ιστορία βοηθάει τη Λογοτεχνία, αφού εμπνέει τους δημιουργούς της. 
Αντιγράφω ένα μικρό απόσπασμα από το πρόγραμμα της παράστασης: «Η Ζωή (σσ.: Ζωρζ Σαρή )θα μεγαλώσει στη φρίκη της πείνας, θα ελπίσει όταν οι μεγάλοι θα πάρουν τα όπλα να αποτινάξουν τον ζυγό, θα κλάψει, θα θελήσει –παιδί δεν είναι;– να χαρεί. Γύρω της ένας κόσμος παράξενος, σκληρός, ανάλγητος, που τρέχει να γλιτώσει, που τρέχει να βρει ένα κομμάτι ψωμί, οι εκτελέσεις, η αισιοδοξία πως όλα θα τελειώσουν … Τα μάτια της θα δουν πολλά. Θα υποφέρει, θα γνωρίσει την ελπίδα, θα ζήσει μ’ αυτήν ώσπου να έρθει το τέλος του κακού. Κι όταν έρθει, τότε θα μετρήσει τις πληγές και θα προχωρήσει.»
Έκδηλες είναι στην υπόθεση του έργου και επί σκηνής: κάποια ερωτικά σκιρτήματα των ηρώων, οι φιλικές σχέσεις, τα πατριωτικά αισθήματα ηρωισμού και περηφάνιας, κάποιοι ανθρώπινοι φόβοι σε ώρες πολέμου και κατοχής, η δράση μελών της Εθνικής μας Αντίστασης, το απεχθές του δοσιλογισμού, οι γονεϊκές και οικογενειακές σχέσεις, το πρόβλημα υγείας της μητέρας, ο συντηρητισμός του πατέρα και τόσα άλλα, τα οποία εκφράζονται τόσο παραστατικά, με αποτέλεσμα να συγκινούν αισθητικά και ιδεολογικά τα παιδιά και εφήβους/θεατές, να τα προβληματίζουν, ιδιαίτερα αυτά που είχαν διαβάσει και το μυθιστόρημα. Να μια ευκαιρία, στο σπίτι ή στο σχολείο, να συνεχιστεί – με αφορμή την παράσταση – η μελέτη της ιστορικής περιόδου, των γεγονότων, των ηρωικών πράξεων των πρωταγωνιστών, της κοινωνικής και οικογενειακής ζωής κ.ο.κ., με πολλαπλά παιδαγωγικά και μορφωτικά οφέλη για τα παιδιά και εφήβους. 

Την παράσταση σκηνοθετεί θαυμάσια, με καινοτομία και ευρηματικότητα, ο Δημοσθένης Φίλιππας. Τη διακρίνει η απλότητα, η αβίαστη συνεχής ροή των γεγονότων, η σωστή διδασκαλία των ρόλων, η οποία αποδεικνύεται από την καλή κίνηση και την σωστή εκφορά του λόγου των ηθοποιών, αλλά προπαντός από το συγκινησιακό φορτίο που μεταδίδουν οι ηθοποιοί από σκηνής στην πλατεία. Ευχάριστα και δραματικά γεγονότα, τραγικές καταστάσεις, αγωνία, απρόοπτα περιστατικά, πόνος, λύπη προξενούν κατά διαστήματα γέλιο, αλλά προπαντός δάκρυ, απαραίτητο κι αυτό στοιχείο για τη σωστή συγκρότηση του ισορροπημένου και υγιούς ψυχισμού του αναπτυσσόμενου ανθρώπου. Εύσημα πρέπει να δοθούν και στη Βοηθό σκηνοθέτη, τη Δέσποινα Στουρνάρα.
Οι ηθοποιοί υπέροχοι και της παλιότερης έμπειρης γενιάς: Γιάννης Δεγαΐτης (Σωκράτης/πατέρας) και (Κατερίνα Ζιώγου: Έμμα/μητέρα), αλλά και της νεότερης ελπιδοφόρου γενιάς: Αναστασία Γεωργοπούλου (Ελένη, Αθηνά), Άρτεμις Γρύμπλα (Αννούλα), Γιάννης Δαμάλας (Άρης, Γιούρα), Αντιγόνη Δούμου (Κούλι/Άλκη Ζέη), Αμαλία Καβάλη (Ειρήνη), Βασιλική Κίσσα (Ζωή/Ζ. Σαρή), Ηλίας Λάτσης (Περικλής), Έκτορας Λιάτσος (Σέβα), Θανάσης Πατριαρχέας (Δημήτρης) και Γιάννης Χαντέλης (Πέτρος, Δοσίλογος, Νόρμαν)
Θαυμάσια η καινοτομία να υπάρχει στην παράσταση ζωντανή λυρική μουσική, με μουσικό και αφηγητή τον Γιώργο Τσακνή. Επίσης, καλή ιδέα η εμβόλιμη απαγγελία αποσπασμάτων από το «Άξιον Εστί» του Οδ. Ελύτη.
 Τα σκηνικά της Κέλλυς Βαρσάνη αρκετά λειτουργικά και τα κοστούμια της Άντας Καλαποθάκου, μας μεταφέρουν αισθητικά στο περιβάλλον ενός μικροαστικού σπιτιού και στο κλίμα της εποχής της Κατοχής. Η μουσική επιμέλεια του Στέλιου Κοτσόβολου και η επιμέλεια κίνησης της Μαρίζας Τσίγκα καλές. Αρνητικές παρατηρήσεις δεν υπάρχουν, παρά μόνο προτείνω να προσέχουν ορισμένοι ηθοποιοί τη συγκοπή των τελευταίων συλλαβών κάποιων φράσεων και να μη σβήνει η φωνή τους, κατά σημεία, με αποτέλεσμα ν’  ακούγεται αμυδρά στο βάθος της πλατείας. 
Στην παράσταση παρεμβαίνει η συγγραφέας και φίλη της Ζ. Σαρή, η Άλκη Ζέη (με ηχογραφημένη τη φωνή της), η Κούλι, όπως την αποκαλούσαν τότε.
Πρόκειται για μια εξαίρετη παραγωγή της ομάδας νέων ηθοποιών του Θεάτρου Τέχνης «Πεδίο Τέχνης», που αξίζει να βρει υποστήριξη από εκπαιδευτικούς Π/θμιας και Δ/θμιας Εκπαίδευσης και γονείς. Οι φυσικοί και σπουδαγμένοι παιδαγωγοί των παιδιών μας (μεγάλων τάξεων του Δημοτικού και του Γυμνασίου) πρέπει να συνεχίσουν να πιστεύουν ότι στην αγωγή και στη μόρφωση των μαθητών και παιδιών/εφήβων, όσον αφορά τα βιβλία και τα θεατρικά έργα, δεν αρκούν μόνο τα παραμύθια και οι κωμωδίες, αλλά και θέματα με ιστορικό, κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο. Κι ένα τέτοιο βιβλίο (δεν είναι τυχαίο που βρίσκεται στην 25η έκδοση) είναι το «Όταν ο ήλιος» της Ζωρζ Σαρή, που στα 2013, αν και δεν πρόλαβε η ίδια η συγγραφέας να χαρεί τη θεατρική εκδοχή του μύθου της, το χαίρονται πλέον χιλιάδες παιδιά, έφηβοι και ενήλικες θεατές.
Και δυο τελευταίες διαπιστώσεις/παρατηρήσεις μου: 1) Επιτέλους βλέπουμε στην Αθήνα μια θεατρική παράσταση αξιώσεων για παιδιά με δραματικό περιεχόμενο και 2) Ο επίδοξος θεατής της (ιδιαίτερα ο ενήλικας) ας είναι προετοιμασμένος όχι μόνο να δακρύσει, αλλά και ν’ ανεβεί ένας κόμπος στο λαιμό του, από συγκίνηση. Κι αυτό είναι αποτέλεσμα της καλής θεατρικής τέχνης, του αληθινά υψηλού καλλιτεχνικού αποτελέσματος. Άποψή μου είναι ότι τα παιδιά δεν πρέπει να βλέπουν συνέχεια κωμωδίες, αλλά και ορισμένα θεατρικά έργα με κοινωνικό προβληματισμό.  

Τέλος, ένα μπράβο στον αγαπητό όλων μας Κώστα Καζάκο, που φιλοξενεί στο θέατρό του «Τζένη Καρέζη», τέτοιου είδους ποιοτικούς θιάσους με υπέροχα έργα σαν και τούτο. Επίσης, συγχαρητήρια στους Βένια Σταματιάδη, Δημοσθένη Φίλιππα και Ανζελίκα Καψαμπέλη για το καλαίσθητο και άκρως ενημερωτικό πρόγραμμα της παράστασης.

Δρ. Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Ερευνητής/Μελετητής/Κριτικός Θεάτρου για παιδιά
                                                                                                                          Συγγραφέας

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

Ως και η Πηνελόπη Δέλτα
στο μηχανισμό στήριξης του μνημονίου,
100 χρόνια μετά…!

Τάκης Τζαμαργιάς–Βαγγέλης Ραπτόπουλος[1]

«Παραμύθι χωρίς όνομα»

[Δραματοποίηση του ομώνυμου «φανταστικού μυθιστορήματος»[2]
της Πηνελόπης Δέλτα],

στην Παιδική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου



Ιδεολογικές συγγένειες στη σύγχρονη συγκυρία…  το μνημόνιο και οι θυσίες του λαού μας!

Οι Βαγγέλης Ραπτόπουλος και Τάκης Τζαμαργιάς είναι ικανοί και ευφυείς δραματουργοί/διασκευαστές. Η μεταφορά του πεζού λόγου σε θεατρική μορφή, η σκηνική οικονομία, τα υπέροχα σκηνικά του Γιάννη Θεοδωράκη, τα φανταχτερά κοστούμια της Κέννυ Μακλέλλαν, η μουσική του Δημήτρη Μαραμή, οι χορογραφίες της Ζωής Χατζηαντωνίου, οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη και το βίντεο του Παν. Ράππα, προσδίνουν αίγλη στη συγκεκριμένη  θεατρική παράσταση για παιδιά. Τα καθηλώνουν στο κάθισμά τους, με διάπλατα τα πανέμορφα ολοζώντανα μάτια τους να ρουφάνε αισθητική απόλαυση. Η σκηνοθεσία του ακούραστου και ταλαντούχου παιδαγωγού Τάκη Τζαμαργιά είναι καταπληκτική. Ασφαλώς και ήταν γι’ αυτόν πρόκληση η πρόσκληση του κ. Χουβαρδά να σκηνοθετήσει παράσταση για παιδιά. Άλλωστε, ο ίδιος είναι θιασώτης της λογοτεχνικής δεινότητας της Π. Δέλτα για το συγκεκριμένο της μυθιστόρημα. Πού να σκεφτεί, όμως, τις απώτερες σκέψεις και βουλές του αξιοσέβαστου Εθνικού μας Θεάτρου; Να, όμως, που χρειάζεται να υποψιαζόμαστε, μερικές φορές, τις σκοπιμότητες της αστικής εξουσίας και των οργάνων της…
Τι γίνεται όμως με τη σκέψη και τον προβληματισμό των παιδιών/θεατών μιας παράστασης; Τι συμβαίνει με τα «ξαναζεσταμένα φαγητά», τα οποία όταν μαγειρεύτηκαν, η ανερχόμενη τότε «πεφωτισμένη» αστική τάξη έτσι τα ήθελε μαγειρεμένα; Τη βόλευε στα 1910. Ήταν αμέσως μετά το ταπεινωτικό 1897 και τα λάθη της μοναρχίας, που τάραξαν το φιλομοναρχισμό της Δέλτα, στάθηκαν αιτία να γράψει το Παραμύθι της. Όμως, όπως εύστοχα παρατηρεί ο αλησμόνητος Χάρης Σακελλαρίου «(Η Δέλτα) μετέφερε τον όλο προβληματισμό στο προσωπικό επίπεδο και δεν είδε την πολιτειακή του διάσταση.»[3] Στην ίδια ρότα κινείται και το κείμενο των Τζαμαργιά-Ραπτόπουλου, σε αντίθεση με το Παραμύθι του Καμπανέλλη, που θέτει διάφορα πολιτικά ζητήματα, τα οποία στηρίζει με την καυστική του σάτιρα.
 Η Π. Δέλτα, βαθιά συντηρητικό άτομο, γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, φιλοβασιλική και στη συνέχεια φιλοβενιζελική –μηδαμινές διαφορές μεταξύ βασιλιά Γεωργίου και Ελ. Βενιζέλου, αφού και οι δυο τους το αστικό σύστημα υπηρετούσαν με φανατισμό– ποιους συμβολισμούς επιχείρησε στο «Παραμύθι χωρίς όνομα»; Στο πρόσωπο του βασιλόπουλου έβλεπε τον Βενιζέλο, τον αγαπημένο της Ίωνα Δραγούμη ή κάποιον άλλο εθνικόφρονα εθνοσωτήρα αστό;
Η ίδια αρνείται κατηγορηματικά, σε επιστολή της προς τον Αλ. Δελμούζο, ότι ο «βασιλεύς Αστόχαστος» συμβολίζει τον βασιλιά Γεώργιο. Ο Δελμούζος κρίνει το έργο θετικά, το χαρακτηρίζει δε ως «αντι-Γεωργικώτατο και μαζί φιλοβασιλικώτατο», με αποτέλεσμα η Δέλτα να συμφωνήσει με το δεύτερο χαρακτηρισμό, αλλά ν’ αντιδράσει στην απαντητική επιστολή της, για τον πρώτο χαρακτηρισμό, ως εξής: «Το βρίσκετε “αντι-Γεωργικώτατο”, αν και φιλοβασιλικώτατο, και υποθέτετε πως σαν κυκλοφορήσει θα κατασχεθή. Και το έγραψε και η Ακρόπολις στο φύλλο της 16 Δεκεμβρίου: Ο βασιλεύς Αστόχαστος συμβολίζει άραγε στο Παραμύθι τον Βασιλέα Γεώργιον; Πολύ λυπήθηκα που το παίρνει κανείς έτσι, όπως λέτε, είναι άδικο να φορτώνομε στον συνταγματικό μας Βασιλέα όλες τις δικές μας αμαρτίες∙ και είναι πρόστυχο και ανήθικο∙ όχι, σκοπός μου δεν ήταν καθόλου ν’ αγγίξω τη Βασιλεία. Ο Αστόχαστος είναι το σιχαμένο καθεστώς, και το Βασιλόπουλο ο νέος Έλληνας, όπως θα τον ήθελα, εκείνος που θα ζητήσει μέσα του να βρη τη δύναμη ν’ αναγεννηθή, όχι έξω, όχι ρίχνοντας στον ένα και στον άλλο τις δικές του τις ίδιες αμαρτίες.»[4]

Συνέχεια της ιδεολογικής συνέπειας…

Όπως κάθε έργο τέχνης, έτσι και το «Παραμύθι χωρίς όνομα», φέρνει το ιδεολογικό του φορτίο, από το ιστορικό περιβάλλον, και τα συμφραζόμενα, μέσα στο οποίο γεννήθηκε. Ο αείμνηστος Ιάκ. Καμπανέλλης πραγματώνει στα 1959 τη θεατρική μεταφορά του έργου και τη μετάλλαξή του σ’ ένα αντιπολεμικό παιάνα, ένα καθαρόαιμο πολιτικό έργο, που πιάνει τον παλμό της ιστορικής περιόδου που γράφεται και εξακολουθεί να παίζεται με μεγάλη επιτυχία και μέσα στη δικτατορία, ξεσηκώνοντας τα πλήθη των θεατών σε παραλήρημα ενθουσιασμού. Η σατιρική και ειρωνική πρόθεση του Καμπανέλλη είναι εμφανέστατη και πετυχημένη, σε αντίθεση με το κείμενο της Δέλτα, που το διακρίνει η σοβαρότητα, με κάποια άψυχη σατιρική χροιά.
Εδώ έχουμε μια κάποια ατόφια μεταφορά του θέματος, του ύφους και της ιδεολογίας του πρωτότυπου κειμένου σε θεατρική μορφή. Φυσικά οι δύο δραματουργοί έχουν αφαιρέσει ή παραλλάξει αρκετά σημεία του αφηγηματικού κειμένου της Δέλτα. Σε άλλα σημεία πρόσθεσαν ορισμένα σύγχρονα θέματα. Διατήρησαν βέβαια την παραμυθιακή του δομή και… προσπάθησαν να δώσουν στους συμβολισμούς και στις αλληγορικές του θέσεις κάποια διαφορετική υπόσταση, κοινωνική και πολιτική, πάντοτε όμως με παιδαγωγική ευαισθησία, βασισμένη σε επιστημονική γνώση. Και έφτασαν σ’ ένα θαυμάσιο σκηνικό αποτέλεσμα, με την αξία των συντελεστών και των ηθοποιών. Πολύ σωστά ο Θόδ. Γραμματάς γράφει ότι «η σκηνοθεσία διέθετε αρετές μιας νεωτερικής απόδοσης του δραματικού κειμένου: δραματοποιημένη εικονοποίηση του αφηγηματικού λόγου που στηρίζεται στον υποκριτικό αυτοσχεδιασμό και το θεατρικό παιχνίδι, συμπύκνωση της δράσης και περιορισμό των περιγραφικών στοιχείων, εικαστική θεαματικότητα, αλλά και δραματική εκφραστικότητα, με βάση τους καλοδουλεμένους ηθοποιούς και το ομαδικό θέαμα.» 
Το σύγχρονο δραματοποιημένο κείμενο προσαρμόζεται στη σύγχρονη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Διαθέτει οικολογικά και αντιπολεμικά μηνύματα, φαινομενικά χρήσιμα για τα παιδιά, όμως, όπως πάντοτε ενταγμένα μέσα σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο της αστικής ιδεολογίας. Δηλαδή, τίποτα να μην ενοχλεί τον ιδεολογικό πυρήνα του συστήματος, αλλά ούτε και να τον αμφισβητεί. Άλλωστε, το έργο της Πηνελόπης Δέλτα, 100 χρόνια μετά, έρχεται «γάντι» στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα, και δεν είναι καθόλου τυχαίο που επιλέχτηκε από το Εθνικό μας Θέατρο, που δεν έχω αντιληφθεί να αμφισβητεί την κυρίαρχη πολιτική και κομματική γραμμή… Στα παιδιά, όμως, περνούν όλα στο υποσυνείδητο εύκολα, κατά τη διαπαιδαγώγηση που επιθυμεί η αστική τάξη να τους επιβάλλει, μέσα από όλους τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της (σχολείο, εκκλησία, στρατός, τέχνη, θέατρο κ.ο.κ.) Αυτό δεν πρέπει να το παραβλέπουν οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς. Ο Καμπανέλλης απευθύνεται σε ενηλίκους, που διαθέτουν γνώση, εμπειρίες και κρίση. Δεν είναι το ίδιο. Τα παιδιά στερούνται όλα τα παραπάνω, διακατέχονται μόνο από συναισθήματα και ακολουθούν άκριτα τα πρότυπα. Στο υποσυνείδητό τους, όμως ριζώνουν βαθιά και ανεξίτηλα όσα η οικογενειακή, σχολική και κοινωνική αγωγή τους προσφέρει με λόγια, παραδείγματα και ενγένει με βιωματικές καταστάσεις.
Εδώ, οι συμβολισμοί στους χαρακτήρες του έργου –και που αφορούν στη σύγχρονη πραγματικότητα– είναι εμφανείς, για όσους ξέρουν και θέλουν να τους δουν: ο αποτυχημένος βασιλιάς, που ρήμαξε τη χώρα μπορεί να είναι ο Κώστας Καραμανλής ή γενικά οι προηγούμενες «επάρατες» κυβερνήσεις μας, το πριγκιπόπουλο, που θέλει να σώσει τη χώρα από τους εχθρούς (από τις «κακές αγορές») και να την ανορθώσει μπορεί να είναι ο Γ. Παπανδρέου, αφού στο έργο η χώρα έχει κυριολεκτικά αποδομηθεί οικονομικά, από την κακοδιαχείριση του βασιλιά και των αυλικών του, από τις κλεψιές των ανθρώπων της εξουσίας, αλλά και από την αδιαφορία και την τεμπελιά του λαού.  Κάτι μας θυμίζει αυτή η κατάσταση… Το πριγκιπόπουλο ζητάει συνεχώς θυσίες από το λαό για να σώσει την πατρίδα (αυτό το ακούμε το τελευταίο διάστημα κατά κόρον), περνώντας τεχνηέντως την ιδεολογία του στους απλούς εργαζόμενους. «ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟ: Πατριώτες! Πρέπει ν’ αλλάξετε μυαλά… να συνέλθετε και να βοηθήσετε!» Αρκεί να διασωθεί η βασιλεία, η αριστοκρατία, η πλουτοκρατία όποιας εποχής και χώρας είτε σε στρατιωτικό είτε σε οικονομικό πόλεμο…!  
 Ο Πρωτομάστορας επικρίνει όλους εκείνους τους ανθρώπους της εξουσίας που έκλεψαν το κράτος (βασίλειο) και εξαιτίας τους κατέρρευσε, με αποτέλεσμα να φτωχύνει ο λαός: «Ας είναι καλά οι αρχικαγκελάριοι, αρχιστράτηγοι, στόλαρχοι… και η μαφία τους.» Και συνεχίζει επικρίνοντας τον Αρχιστράτηγο: «[…] έκανε ό,τι κάνουν όλοι στο παλάτι (βλ. κυβέρνηση). Είχε στα χέρια του τις αποθήκες του στρατού και τις άδειασε εντελώς. Κι όταν πούλησε τα όπλα, τις σκηνές και τις στολές, μάζεψε μια περιουσία ολόκληρη κι έφυγε στα ξένα, χωρίς να πάρει είδηση ο Βασιλιάς. Ακόμα και οι πέτρες τα ξέρουν αυτά! Μόνο ο Αφέντης μας, ο Βασιλιάς Αστόχαστος, είναι μακριά νυχτωμένος… ». Κι εδώ ο βασιλιάς ήταν «αστόχαστος» και αγαθός και… δεν κατάλαβε τίποτα. Κάτι θα θυμίζει αυτό και στα παιδιά/θεατές της παράστασης. Καμία, όμως, κουβέντα, για την αιτία των εξελίξεων, για τη δομή του οικονομικού συστήματος, για την ανατροπή του. Ακόμη κι ό ίδιος ο δάσκαλος, που θα ’πρεπε να είναι προοδευτικός, είναι συντηρητικός: «Εμάς εδώ, στη Μοιρολατρία, μας τρώει η συμπόνια… είμαστε πονόψυχοι! Πώς να τιμωρήσεις τον κλέφτη ή τον προδότη και όποιον άλλον ασυνείδητο; “Τον κακόμοιρο τον άνθρωπο”, σου λένε, “γιατί να καταστραφεί; Τόσοι άλλοι υπάρχουν που κάνουν πολύ χειρότερα!” Και πάει λέγοντας…»
Πρόκειται, όντως για συναρπαστικό παραμύθι, που η παραλλαγή του, όμως, κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε να είναι η εξής: Ο λαός ξεσηκώνεται ενάντια στη βασιλεία (ΔΝΤ και ΕΕ και ΝΑΤΟ),  έχοντας τους δικούς του λαϊκούς ηγέτες ή έστω ένα βασιλόπουλο, τύπου Αριστόνικου στην Επανάσταση των δούλων της Περγάμου, οργανώνεται και καθιερώνει τη δική του λαϊκή εξουσία και οικονομία. Οι αιτίες της οικονομικής καταστροφής έπρεπε να δίνονται στην πραγματική τους διάσταση και να καταγράφονται, πάντοτε με αισθητικές προδιαγραφές, οι αιτίες και η προοπτική για μια άλλη κοινωνία, όπου δε θα επικρατεί πια η ασυδοσία και οι απάτες της αστικής εξουσίας και των συνεργατών του καπιταλιστικού συστήματος.

Μια άλλη πρόταση…

Αυτό, όμως, το παραμύθι και με την εκδοχή του θεατρικού έργου σε παράσταση για παιδιά και εφήβους, νομίζω ότι μπορεί να το γράψει μόνο το Κ.Κ.Ε. και η ίδια η εργατική τάξη, και στην τέχνη με τους δικούς της καλλιτέχνες και στην κοινωνική πραγματικότητα με το Π.Α.ΜΕ. και τη θέληση και αγωνιστικότητα όλων των λαϊκών δυνάμεων…  Ναι μεν, σ’ ένα θεατρικό έργο για παιδιά, ασφαλώς με αλληγορική σημασία και παραμυθιακούς ήρωες, αλλά με προοπτική, όραμα και ταξικό προσανατολισμό των παιδιών, χρήσιμο και χρηστικό για το μέλλον τους…
Οι παρακάτω 14 ηθοποιοί απέδωσαν τους 22 ρόλους τους εκπληκτικά: Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Δημ. Βέργαδος, Γρηγ. Γαλάτης, Σοφιάννα Θεοφάνους, Μάνος Καρατζογιάννης, Κων. Καρβέλης, Μιχ. Κοιλάκος, Μαίρη Λούση, Πέτρος Σπυρόπουλος, Φωτεινή Τιμοθέου, Δημ. Φραγκιόγλου, Κατερίνα Φωτιάδη, Στράτος Χρήστου και Αλ. Μαυρόπουλος (σε βίντεο). 

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ



[1]. Οι δυο δραματουργοί στηρίχθηκαν στον αρχικό μύθο και στη δομή της υπόθεσης του παραμυθιού, που έπλασε η Πην. Δέλτα, στα 1910. Το διασκεύασαν και προπαντός το δραματοποίησαν. Όμως, το παρόν μεταγραμμένο θεατρικό έργο είναι δικό τους, με τις παρεμβάσεις, τις προσθήκες, τις παραλείψεις και τον εκσυγχρονισμό, που επιχείρησαν στο πεζογράφημα της συγγραφέα.  
[2]. Ο Χάρης Σακελλαρίου υποστηρίζει ότι: «η όλη δομή κι επεξεργασία του υλικού συνηγορούν στην κατάταξή του ανάμεσα στα φανταστικά μυθιστορήματα.», βλ. στη μονογραφία του Πηνελόπη Δέλτα. Η ζωή–οι έρωτες–το έργο της, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1997, σ. 141.   
[3]. Σακελλαρίου Χάρης, Πηνελόπη Δέλτα, ό.π., σ. 138.
[4]. Απόσπασμα επιστολής της Δέλτα προς τον Δελμούζο, από τη Φραγκφούρτη, στις 27.12.1910 (9.1.1911).  

Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

Για δεύτερη χρονιά έχω την τιμή να συνεργάζομαι σε τακτική βάση με την εφημ. "ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ".
Κάθε Παρασκευή δημοσιεύονται κριτικά κείμενά μου για θεατρικές παραστάσεις για παιδιά.
Η αρχή, για την τρέχουσα θεατρική περίοδο, έγινε στο φύλλο της εφημερίδας της 6ης Νοεμβρίου 2009 και ελπίζω να συνεχίσουμε μέχρι το Μάιο του 2010. Η εφημερίδα και η σελίδα με την κριτική μου υπάρχει και στο διαδίκτυο.
Έτσι, με τη σελίδα "ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ - Κριτική", φιλοδοξώ να ενημερώνω γονείς και εκπαιδευτικούς, φοιτητές Τμημάτων Θεατρικών Σπουδών των Πανεπιστημίων, καθηγητές, ηθοποιούς, σκηνοθέτες κ.ά. ανθρώπους του Θεάτρου μας, που ασχολούνται με το Θέατρο για παιδιά. Εκτός από την ενημέρωση, βέβαια, φιλοδοξώ να ανοίξει ένας διάλογος με όλους τους ενδιαφερόμενους σε ζητήματα αισθητικής, θεματολογικής αναζήτησης και ιδεολογικού προβληματισμού.
Μέσα στο Δεκέμβριο του 2009 θα υπάρχει και τηλεοπτική εκπομπή στον " 902 Αριστερά στα FM"