Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Θαν. Ν. Καραγιάννη, Ο ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΕΦΗΒΟΥΣ

Θαν. Καραγιάννη, Ο Βασίλης Ρώτας και το έργο του για παιδιά και έφηβους,

Παρουσίαση βιβλίου στη Λευκωσία (5.2.2013) Θανάσης Ν. Καραγιάννης, Ο Βασίλης Ρώτας και το έργο του για παιδιά και έφηβους, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2007 Με ιδιαίτερη χαρά καλωσορίζω στο νησί μας τον αγαπητό φίλο συγγραφέα, Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Θανάση Καραγιάννη και τη σύζυγό του Στέλα, και τους εύχομαι να έχουν μια ευχάριστη διαμονή στο νησί μας. Τον ευχαριστώ επίσης γιατί μου δίνει την ευκαιρία, μέσα στα πλαίσια αυτής της εκδήλωσης, να παρουσιάσω τη διδακτορική του διατριβή, που έχει τίτλο Ο Βασίλης Ρώτας και το έργο του για παιδιά και έφηβους, που εκδόθηκε στην Αθήνα το 2007, σε μια άρτια επιμελημένη και καλαίσθητη έκδοση 660 σελίδων, από τις Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή. Καθώς παίρνει κανείς το βιβλίο στα χέρια του και επιχειρεί το ταξίδι της ανάγνωσης και της μελέτης, εντυπωσιάζεται κυριολεκτικά από την έκταση της έρευνας και την αναλυτικότητα της καταγραφής, της ταξινόμησης και της κριτικής αξιολόγησης ενός τεράστιου υλικού, το οποίο, είναι προφανές, ότι ο συγγραφέας συγκέντρωσε μέσα από μια πολύχρονη, επίπονη και επίμοχθη ερευνητική προσπάθεια. Ο Θανάσης Καραγιάννης έχει εγκύψει και ενδιατρίψει με σεβασμό και αγάπη, με ερευνητική δεξιοτεχνία και επιστημονική εμβρίθεια στο πολυσήμαντο έργο του Βασίλη Ρώτα, αναδεικνύοντας τις λογοτεχνικές αρετές, τη θεματική πολυμορφία, τις ιδεολογικές αναζητήσεις, την παιδαγωγική διάσταση αλλά και την τεράστια, γενικά, προσφορά του συγγραφέα στη σύγχρονη νεοελληνική λογοτεχνία και ιδιαίτερα στο θέατρο, την ποίηση και την πεζογραφία για παιδιά και έφηβους. Ο Βασίλης Ρώτας, που γεννήθηκε στο Χιλιομόδι της Κορινθίας το 1889 και πέθανε στην Αθήνα το 1977, σπούδασε φιλόλογος, εργάστηκε ως στρατιωτικός μέχρι το 1926, για να αφιερωθεί στη συνέχεια αποκλειστικά, στην ποίηση, στο θέατρο και στις μεταφράσεις. Ο Ρώτας, που συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες φυσιογνωμίες της νεοελληνικής θεατρικής και της ευρύτερης λογοτεχνικής δημιουργίας για παιδιά, βίωσε στα 88 χρόνια της ζωής του τις μεγάλες και τραγικές στις διαστάσεις τους ιστορικές περιπέτειες του σύγχρονου ελληνισμού, που σημάδεψαν καθοριστικά την ιστορική του πορεία στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αλλά και μετέπειτα: Βαλκανικοί πόλεμοι (όπου πολέμησε ως έφεδρος αξιωματικός), Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Εκστρατεία, δικτατορίες του Πάγκαλου και του Μεταξά, πόλεμος του ’40, κατοχή, εμφύλιος, δικτατορία των συνταγματαρχών (1967), τουρκική εισβολή στην Κύπρο (1974) και όλα τα παρεμφερή πολιτικά γεγονότα σε τοπικό και διεθνές επίπεδο επηρέασαν, αναπόφευκτα, και σφράγισαν σε μεγάλο βαθμό την κοσμοθεωρία αλλά και τη λογοτεχνική έμπνευση και δημιουργία του Βασίλη Ρώτα. Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι ο Ρώτας, όντας ο ίδιος στρατευμένος στην αριστερή προοδευτική ιδεολογία, συμμετείχε ενεργά σε όλους τους αγώνες του ελληνικού λαού για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη και πλήρωσε πολύ ακριβό τίμημα για την ιδεολογία του, αφού υπέστη διώξεις, ενώ ακόμα και σε μεγάλη ηλικία, το 1967, εξορίστηκε στη Γυάρο για κάποιο χρονικό διάστημα από τη χούντα των συνταγματαρχών. Με την ποίηση ασχολήθηκε αρχικά, δίνοντάς μας από το 1917 που πρωτοεμφανίζεται στα ελληνικά γράμματα ίσαμε το 1961 οχτώ ποιητικές συλλογές, ενώ στη συνέχεια αφιερώθηκε στο θέατρο, όπου έδωσε κυριολεκτικά την ψυχή του, γράφοντας τη δική του ιστορία στα θεατρικά πράγματα της σύγχρονης Ελλάδας. Ίδρυσε το Λαϊκό Θέατρο Αθηνών, έπαιξε θέατρο ως ηθοποιός, δίδαξε σε διάφορες θεατρικές σχολές και σκηνοθέτησε δεκάδες θεατρικά έργα, ενώ κατά τη διάρκεια της Κατοχής του ανατέθηκε από την ΠΕΕΑ να διευθύνει τον Θεατρικό Όμιλο ΕΠΟΝ Θεσσαλίας και να δίνει παραστάσεις στον απλό λαό, για να επικεντρωθεί στη συνέχεια στο παιδικό και το σχολικό θέατρο, γράφοντας μεγάλο αριθμό θεατρικών έργων, που ορισμένα απ’ αυτά ανεβάζονται ακόμη και σήμερα από τις σχολικές και επαγγελματικές παιδικές θεατρικές σκηνές. Έλαβε επίσης μέρος στο κίνημα του δημοτικισμού, όπου επίσης η συμβολή του υπήρξε τεράστια. Εκτός από την ποιητική και τη θεατρική του προσφορά στην παιδική λογοτεχνία, σημαντικό είναι το έργο του και στον τομέα της πεζογραφίας και δοκιμιογραφίας, όπου έγραψε παραμύθια, μικρές ιστορίες, διηγήματα, κλασικά εικονογραφημένα, έκανε μεταφράσεις και έγραψε δοκίμια. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι ο Ρώτας ασχολήθηκε με όλα τα είδη του γραπτού λογοτεχνήματος, καταλείποντάς μας μετά το θάνατό του το 1977 μια μοναδική και ανεπανάληπτη λογοτεχνική συγκομιδή. Δεν είναι τυχαία λοιπόν που ο Θανάσης Καραγιάννης, αφοσιωμένος μελετητής της παιδικής λογοτεχνίας και εμβριθής θεατρικός κριτικός, με ένα πλούσιο συγγραφικό έργο, επέλεξε το έργο του Βασίλη Ρώτα για παιδιά και έφηβους ως αντικείμενο της διδακτορικής του διατριβής, μέσα από την οποία μελετά σε βάθος το θεατρικό, ποιητικό και πεζογραφικό του έργο, όπως επίσης και τα κλασικά εικονογραφημένα που για χρόνια έγραφε ο Ρώτας και εξέδιδαν οι εκδόσεις «Ατλαντίς». Στο προλογικό του σημείωμα, που παρατίθεται στην αρχή του βιβλίου, ο ομότιμος σήμερα Καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Βασίλης Δ. Αναγνωστόπουλος, ο οποίος μαζί με τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Απόστολο Γ. Παπαϊωάννου και Δημήτρη Ράτσικα αποτέλεσαν την Τριμελή Συμβουλευτική Επιτροπή για την εκπόνηση της διατριβής, θεωρεί ευτυχή συγκυρία τη «συνάντηση» του συγγραφέα με τον Βασίλη Ρώτα και επισημαίνει ότι «ο Θανάσης Καραγιάννης έχει το μικρόβιο της ερευνητικής περιέργειας και της προσοχής σε πράγματα και πρόσωπα που η ιστορία τα προσπερνά» (σ. 16), ενώ ο καθηγητής Απόστολος Παπαϊωάννου σημειώνει στο δικό του εισαγωγικό σημείωμα: «Ήταν καιρός το έργο του Βασίλη Ρώτα να συσχετισθεί με τη ζωή μας, να επαναπροσδιοριστεί και να δοθεί η δυνατότητα να κατανοηθεί η αξία του κυρίως από τις γενιές που έρχονται στην εποχή της "νέας τάξης πραγμάτων", των διεθνών ανακατατάξεων και πολέμων ... Το έργο του Βασίλη Ρώτα είχε ένα στόχο, απέβλεπε στην ολοκλήρωση του μαθητή, μακράν ή πέραν του σχολικού προγράμματος. Από την άλλη ο ερευνητής φανερώνει την αμετακίνητη πίστη του στην κοινωνική ισότητα και την ανθρώπινη ελευθερία, αξίες για τις οποίες ο Β. Ρώτας αγωνίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του» (σ.15). Πέρα από την αγάπη του για το πολυσχιδές λογοτεχνικό έργο του Βασίλη Ρώτα, όπως ο ίδιος ο Καραγιάννης σημειώνει στο δικό του προλογικό σημείωμα, μια άλλη παράμετρος που τον ώθησε στην εκπόνηση αυτής της διδακτορικής διατριβής ήταν η διαπίστωσή του ότι «το έργο του Βασίλη Ρώτα για παιδιά και έφηβους ήταν στο σύνολό του, σχεδόν, παραμελημένο και περιφρονημένο από μια μεγάλη μερίδα ιστορικών, κριτικών και μελετητών της λογοτεχνίας, αλλά και από τους θεατρολόγους ... Δυστυχώς, συμπληρώνει, δεν έχει γραφτεί μέχρι σήμερα ούτε μια μονογραφία για τον Βασίλη Ρώτα και μέχρι το 2001, 25 χρόνια μετά τον θάνατό του, δεν είχε κυκλοφορήσει ούτε ένα αφιέρωμα σε κάποιο περιοδικό» (σ. 17). Στη συγγραφή της μελέτης του ο Θανάσης Καραγιάννης ακολουθεί πιστά τους βασικούς κανόνες της εκπόνησης μιας προσεγμένης και υποδειγματικής επιστημονικής εργασίας, η οποία περιλαμβάνει εκτός από τους τρεις προλόγους που προαναφέρθηκαν, μια αναλυτική εισαγωγή, τέσσερα επί μέρους κεφάλαια, γενικά συμπεράσματα-προτάσεις, παραρτήματα, επίμετρο, ευρετήριο ονομάτων και ενδεικτική βιβλιογραφία. Στην εισαγωγή του ο συγγραφέας- μελετητής, αφού αναλύει την ερευνητική και μεθοδολογική του προσέγγιση, μας πληροφορεί ότι, εκτός από το έργο του Βασίλη Ρώτα για παιδιά και έφηβους και την ερμηνευτική του προσέγγιση, η διατριβή του περιλαμβάνει και την αναφορά σε ένα σημαντικό μέρος από το έργο του Ρώτα για ενήλικους, το οποίο παρουσιάζεται για πρώτη φορά και κρίθηκε ως κατάλληλο για παιδιά και έφηβους, με βάση αξιολογικά κριτήρια που τέθηκαν από τον ίδιο (αισθητικά, ιδεολογικά, γλωσσικά, θεματολογικά, ιστορικά και παιδαγωγικά). Το εισαγωγικό κεφάλαιο περιλαμβάνει επίσης μια αναφορά στον «ιστορικό περίγυρο», όπως ονομάζει την περιρρέουσα ιστορική πραγματικότητα του 20ού αιώνα, που σημαδεύτηκε από συγκλονιστικά γεγονότα που συντάραξαν την Ευρώπη και την Ανθρωπότητα ολόκληρη, επηρεάζοντας καθοριστικά και τη λογοτεχνική πορεία του ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Βασίλη Ρώτα, ο οποίος έζησε και έδρασε στη μεγαλύτερη διάρκεια του αιώνα. Γίνεται αναφορά στους δυο μεγάλους παγκόσμιους πολέμους του 20ού αιώνα και τις συναφείς ιστορικές περιπέτειες του ελληνισμού που προαναφέρθηκαν, οι οποίες αρχίζουν με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 και ολοκληρώνονται με την Τουρκική Εισβολή του 1974 και τη συνακόλουθη κυπριακή τραγωδία, τις συνέπειες της οποίας βιώνουμε ίσαμε σήμερα. Ο συγγραφέας -μελετητής ολοκληρώνει την εισαγωγική του αναφορά με μια αναλυτική και λεπτομερή και άκρως τεκμηριωμένη παράθεση στοιχείων και σημαντικών πληροφοριών-όπως γίνεται και σε ολόκληρη τη διατριβή, για τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Βασίλη Ρώτα και τις σπουδές του, τη μετέπειτα ζωή και δραστηριότητά του και τις επιδράσεις στην προσωπικότητα και το έργο του. Μέσα από τα κείμενα αυτά παρατίθεται πλήθος πληροφοριών για την οικογενειακή του ζωή με τους γονείς και τα τέσσερα αδέλφια του, στο Χιλιομόδι αρχικά, στην Κόρινθο αργότερα και τελικά στην Αθήνα. Τις μαρτυρίες για τη ζωή του Ρώτα αντλεί ο μελετητής από τις δυο γυναίκες της ζωής του, τη σύζυγό του Κατερίνη Γιαννακοπούλου-Ρώτα και τη μετέπειτα σύντροφό του Βούλα Δαμιανάκου, αλλά και από σωρεία άλλων πηγών που καταγράφονται ως υποσημειώσεις και υπομνηματισμοί στο κάτω μέρος κάθε σελίδας του βιβλίου. Μέσα από τις αναφορές για τις σπουδές του φαίνεται ο έντονος προβληματισμός του νεαρού Ρώτα για τις αδυναμίες και τις στρεβλώσεις του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά και η έφεσή του για το γράψιμο, που εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς. «Από μικρός ο Ρώτας είναι ανήσυχος χαρακτήρας», σημειώνει ο Θαν. Ν. Καραγιάννης (σ.33), «θεατρική φυσιογνωμία με μια σπιρτάδα σε όλε του τις πράξεις, γεγονός που δίνει κίνητρο σε κάποιες νέες κοπέλες να τον προσέξουν περισσότερο γιατί έχει χαριτωμένη και ευγενική συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να ξεχωρίζει από τους συνομήλικούς του" ενώ, όπως συνεχίζει, από νωρίς εκδηλώνει και τις καλλιτεχνικές και λογοτεχνικές του επιδόσεις. Η μετέπειτα ζωή και οι επιδράσεις στο έργο του σίγουρα σφραγίζονται από το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει και δραστηριοποιείται, όπως επίσης και από τα γεγονότα που επηρεάζουν δραματικά τον τόπο και το λαό, ενώ σημαντικές είναι οι φιλίες του με λογοτέχνες της εποχής, όπως ο Μάρκος Αυγέρης, ο Κώστας Βάρναλης, ο Φώτος Πολίτης και οι γνωριμίες του με εξέχουσες μορφές του δημοτικιστικού κινήματος, ανάμεσα στις οποίες, όπως μας πληροφορεί ο Καραγιάννης, περιλαμβάνονταν ο Κωστής Παλαμάς, ο Αργύρης Εφταλιώτης, ο Αλέξανδρος Πάλλης και ο Γιάννης Ψυχάρης. «Οι φιλολογικές του σπουδές», σημειώνει ο μελετητής, «στη λογοτεχνία και το θέατρο (ιδιαίτερα οι θεατρικές του σπουδές στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, αλλά και οι σπουδές στο χορό και τη μουσική, στη Σχολή Καλησπέρη και στο Ωδείο Λόττνερ), καθώς και η επαγγελματική του ενασχόληση με το θέατρο ως ηθοποιός και αργότερα ως θεατρικός συγγραφέας και μεταφραστής αποτελούν αφορμές για βαθιά μελέτη, από μέρους του, της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, της ελληνικής δημοτικής ποίησης και της ενγένει λογοτεχνίας, της λαϊκής γλώσσας, του ελληνικού λαϊκού θεάτρου, της ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας, αλλά και της ιστορίας της λογοτεχνίας, του θεάτρου και της τέχνης. Αυτά, σχολιάζει ο μελετητής, μαζί με την αρχαιοελληνική διαλεκτική σκέψη και την υλιστική μαρξιστική σκέψη, την οποία γνώρισε και ασπάστηκε ο Ρώτας καθόρισαν εν πολλοίς την πνευματική, ιδεολογική και λογοτεχνική του πορεία, ενώ είναι εξίσου σημαντικό και καθοριστικό για τον Ρώτα, προστίθεται στο σχολιασμό του μελετητή, το γεγονός ότι, εκτός από τους αρχαίους Έλληνες κλασικούς συγγραφείς, τραγικούς και κωμικούς, των οποίων το έργο έχει μελετήσει σε βάθος και έχει μεταφράσει ορισμένα έργα, ο Ρώτας μελετούσε και μετάφραζε έργα από άλλες τέσσερις γλώσσες που τις έμαθε μόνος του: αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά. Έτσι λοιπόν γνωρίζει σε βάθος το έργο μεγάλων Ευρωπαίων συγγραφέων και διανοητών, όπως ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος, ο Σίλλερ, ο Τολστόι, ο Πούσκιν, ο Τσέχοφ, ο Μίλλερ, ο Καλτερόν, ο Ίψεν και άλλοι. Στη συνέχεια της διδακτορικής διατριβής του Θανάση Ν. Καραγιάννη γίνεται μια μεθοδική και καθ’ όλα επιστημονική, εμβριθής και τεκμηριωμένη ανάλυση για το λογοτεχνικό έργο του Ρώτα για παιδιά και έφηβους- που είναι και το θεματικό επίκεντρο της όλης ερευνητικής εργασίας, μέσα από τέσσερα ξεχωριστά κεφάλαια, τα οποία καλύπτουν το θέατρο, την ποίηση, την πεζογραφία και τα κλασικά εικονογραφημένα. Τα στενά χρονικά περιθώρια που διαθέτουμε δεν επιτρέπουν σίγουρα μια εκτενή και εμπεριστατωμένη αναφορά στα επί μέρους κεφάλαια, στα οποία πέρα από το πλήθος των πληροφοριών και των υπομνηματισμών, διαφαίνεται η μεγάλη αγάπη του Καραγιάννη για τον Βασίλη Ρώτα, η συγγραφική του δεξιοτεχνία αλλά και το μέγεθος της ερευνητικής του εργασίας, τα αποτελέσματα της οποίας εντυπωσιάζουν κάθε επαρκή αναγνώστη και μελετητή. Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, που καταλαμβάνει γύρω στις 250 σελίδες αφιερώνεται στο θέατρο και περιλαμβάνει 14 υποκεφάλαια, που αναφέρονται στις πρώτες θεατρικές εμπειρίες του Ρώτα, τις θεατρικές και άλλες σπουδές του, την ηθοποιία, τη σκηνοθεσία και τη διδασκαλία, τη θητεία του στο «Λαϊκό Θέατρο Αθηνών», όπου δόθηκαν 198 παραστάσεις (τις οποίες παραθέτει ο μελετητής), από το 1930-1933, το Θεατρικό Σπουδαστήριο που δημιουργήθηκε στα χρόνια της ιταλογερμανικής κατοχής (1942) και τον Θεατρικό Όμιλο ΕΠΟΝ Θεσσαλίας στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας (1944). Το σημαντικότερο μέρος του κεφαλαίου αυτού καλύπτει μια αδρομερής ανάλυση του παιδικού θεατρικού έργου του Βασίλη Ρώτα. Ο ερευνητής, αφού πρώτα κάνει μια κατά χρονολογικές περιόδους ταξινόμηση του θεατρικού έργου του Ρώτα (περιοδολόγηση), παραθέτει τις απόψεις και προτάσεις του Ρώτα για το σχολικό θέατρο όπως καταγράφονται στα βιβλία που εξέδωσε (Οδηγός για σχολικές παραστάσεις, Εισαγωγή στο θέατρο για παιδιά, Το παιδικό θέατρο στην Ελλάδα), ενώ καταγράφονται και παρατίθενται στα τρία τελευταία υποκεφάλαια όλες οι σχετικές λεπτομέρειες για το παιδικό και εφηβικό θέατρο του Ρώτα, όπως επίσης και το σχολικό θέατρο που έγραψε για παιδιά και περιλαμβάνει: ιστορικά και πατριωτικά έργα, κοινωνικά, θρησκευτικά-εορταστικά, δραματική ανάπλαση μύθων και θεατρικές σκηνές με πρόσωπα ή ζώα. Το κεφάλαιο κλείνει με μια αναφορά στην παιδαγωγική διάσταση του παιδικού θεατρικού έργου του Βασίλη Ρώτα και με την παράθεση σχετικών συμπερασμάτων. Είναι εκπληκτική πράγματι, η συνεισφορά του Ρώτα στο παιδικό και το σχολικό θέατρο, το οποίο, όπως σημειώνει ο Καραγιάννης, «διαμορφώνεται με κοινωνικά και ιστορικά κριτήρια, ενώ από την Κατοχή και μετά η ιδεολογία του ακολουθεί τον κοινωνικό ρεαλισμό, με βάση όμως τον πατριωτισμό, τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές αξίες.» (σ. 292). Είναι όντως εντυπωσιακή η εργογραφία του Ρώτα, όπως καταγράφεται από τον Καραγιάννη στο παράρτημα του βιβλίου, η οποία περιλαμβάνει 54 εκδόσεις βιβλίων, από τα οποία τα περισσότερα είναι θεατρικά, 49 κλασικά εικονογραφημένα και πέραν των 50 εκδόσεων αποτελούν μεταφράσεις θεατρικών έργων από την κλασική και τη σύγχρονη δραματουργία. Το πιάνο, Ελληνικά νιάτα, Παραμύθι της Ανέμης, Ο ήρωας Κατσαντώνης, Κιλελέρ, Οι Γραμματιζούμενοι, Προμηθέας ή η κωμωδία της αισιοδοξίας, Να ζει το Μεσολόγγι, Σε γνωρίζω από την κόψη, Νενικήκαμεν, Πολεμικό ξεπροβόδισμα, Η Κατοχή, Μάνα, Η γλωσσού, Σπιτίσιο φαΐ, Τα κορίτσια επαναστατούν, Ο Καρδούλας δραγάτης, Οι μαξιλαριές, Ο ήρωας, Η αξιοπρέπεια, Η Ειρήνη, Ο Καραγκιόζης δάσκαλος, Το μάθημα της Ιστορίας, Ο Καραγκιόζης πάει σχολείο ,Μια δραχμή παστέλι, Ο πασάς μαθαίνει τον Καραγκιόζη τι εστί πατρίς, Το γράμμα που έστειλε ο Καραγκιόζης στον Σαρλό, Ο Σαρλό στην Αθήνα, Ραφτάκι, Ιησούς δωδεκαετής εν τω ναώ, Ο χορός των παιχνιδιών, Ο Καρδούλας και ο λύκος, Αλεπού και σκαντζόχοιρος, Κότες-πάπιες-χήνες-γάλοι, Η τράτα, Ο Θεληματάρης είναι οι τίτλοι μερικών από τα 37 παιδικά και σχολικά θεατρικά έργα όλων των κατηγοριών που προαναφέρθηκαν, τα οποία αναλύει και παρουσιάζει στη διατριβή του, ενδεικτικά, ο Καραγιάννης, δίνοντας για όλα σχετικές γραμματολογικές-θεατρολογικές πληροφορίες και κάνοντας αναφορά στην υπόθεσή τους, τους ήρωες, τους χαρακτήρες και τις ιδεολογικές τους προεκτάσεις. Με παρόμοια στρατηγική ακολουθεί στο δεύτερο κεφάλαιο η αναφορά στην παιδική ποίηση του Ρώτα, που καλύπτεται διεξοδικά και αρκούντως τεκμηριωμένα μέσα σε 108 σελίδες, στις οποίες ο μελετητής κάνει ειδική αναφορά στις παιδικές ποιητικές συλλογές του Ρώτα και στα ποιήματά του που δημοσιεύτηκαν σε εκδόσεις για ενήλικους και σε διάφορα περιοδικά ή άλλα έντυπα. Γίνεται γραμματολογική, θεματική εξέταση και ερμηνευτική προσέγγιση των ποιημάτων που ταξινομούνται σε φυσιολατρικά, σχολικά, κοινωνικά, εμπνευσμένα από τον λαϊκό πολιτισμό, σατιρικά-χιουμοριστικά, θρησκευτικά, φιλειρηνικά-αντιπολεμικά, πολιτικά, ποιητικές αναπλάσεις μύθων και άλλα. Η αναφορά στην ποίηση του Ρώτα ολοκληρώνεται με τις γλωσσολογικές, αισθητικές και μορφολογικές επισημάνσεις του μελετητή, ο οποίος αναφέρεται επίσης σε μελοποιημένη ποίηση του Ρώτα, όπως είναι π.χ. πολύ γνωστό μας Το Χριστινάκι, που πρωτοτραγούδησε η Καίτη Χωματά και άλλα, δίνοντας καταλυτικά και τις παιδαγωγικές διαστάσεις της ποίησης του Ρώτα και τα συμπεράσματα. Τέλος, πολύ συνοπτικά αναφέρουμε τους τίτλους απλά των άλλων κεφαλαίων, όπου η επεξεργασία και η μελέτη των κειμένων ακολουθεί εν πολλοίς παρόμοια στρατηγική. Στο τρίτο κεφάλαιο η αναφορά καλύπτει το πεζογραφικό έργο του Ρώτα για παιδιά και έφηβους, το οποίο αναλύεται και αναδεικνύεται μέσα σε 36 σελίδες, και περιλαμβάνει: παραμύθια, μικρές ιστορίες, μύθους, διηγήματα και μεταφράσεις μυθιστορηματικής βιογραφίας. Δίνεται τέλος η παιδαγωγική διάσταση της πεζογραφίας του Ρώτα και παρατίθενται σχετικά συμπεράσματα. Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο η αναφορά καλύπτει τα κλασικά εικονογραφημένα του Βασίλη Ρώτα. Η διατριβή, όπως ήδη έχουμε αναφέρει ολοκληρώνεται με τα γενικά συμπεράσματα, που είναι αρκετά ενδιαφέροντα και ευρηματικά, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα παραρτήματα, που περιλαμβάνουν το ποίημα του Ρώτα Ο βίος μου, γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας Ρώτα, Χρονολόγιο και αναλυτική εργογραφία. Ως επίμετρο, τέλος παρατίθενται φωτογραφικά και ιστορικά ντοκουμέντα, μέσα από τα οποία ζωντανεύει κυριολεκτικά μια ολόκληρη εποχή, ενώ το βιβλίο τελειώνει με ευρετήριο ονομάτων και ενδεικτική βιβλιογραφία. Αξίζουν πραγματικά τα πιο θερμά συγχαρητήρια στον Θανάση Καραγιάννη, που μας έδωσε ένα βιβλίο άρτια και επιστημονικά επεξεργασμένο, μέσα από τις σελίδες του οποίου μπορεί κάθε ενδιαφερόμενος μελετητής και απλός αναγνώστης να ενδιατρίψει και να εμβαθύνει στο μοναδικό και ανεπανάληπτο έργο του Βασίλη Ρώτα, ο οποίος με τη δύναμη του νου και της γραφίδας του, αλλά και με το πάθος της προοδευτικής και ανθρωπιστικής του ιδεολογίας αποτύπωσε μέσα στο έργο του μια ολόκληρη εποχή, υπηρετώντας πρωτίστως διαχρονικές αρχές και αξίες που αναδεικνύουν το μεγαλείο του ανθρώπου, με γνώμονα πάντα τη μεγάλη του αγάπη για το παιδί αλλά και με επίγνωση της μεγάλης σημασίας που έχει ο παιδαγωγικός ρόλος του θεάτρου και της λογοτεχνίας γενικότερα. Δρ. ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΤΣΩΝΗΣ Πρ. Επιθεωρητής Φιλολόγων – Πρόεδρος του Κ.Σ.Π.Ν.Β Λογοτέχνης – Συγγραφέας

Θαν. Ν. Καραγιάννη, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑΣ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1871-1949) ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (1932-1949). Κριτική Βιβλίου

Παρουσίαση του βιβλίου:
Ιστορία της Δραματουργίας για παιδιά στην Ελλάδα (1871-1949) και την Κύπρο (1932-1949)
του Θανάση Ν. Καραγιάννη.
Από τη Δρα Μαρία Μιχαηλίδου

 Κυρίες και Κύριοι φίλοι του Θεάτρου, Αγαπητέ Θανάση Καραγιάννη,
Όλοι όσοι ασχολούνται με τη συγγραφή, την έκδοση και τη διάδοση του βιβλίου, γνωρίζουμε καλά και νιώθουμε βαθιά τη χαρά και την αγαλλίαση που αισθάνεται όποιος παίρνει στα χέρια του ένα καινούργιο βιβλίο. Πόσο μάλλον, όταν αυτό το βιβλίο έρχεται κατευθείαν από τον εκδοτικό οίκο, ζεστό ακόμα, άδολο και αθώο, αγνοώντας ότι το αναμέναμε με τόση λαχτάρα, και σίγουρα, ανυποψίαστο για την περαιτέρω τύχη του! Τύχη που σίγουρα θα είναι θαυμάσια, αν το χαρούν και το αξιοποιήσουν οι άνθρωποι που ενδιαφέρονται και μοχθούν για το παιδί και το θέατρο και ειδικότερα για το Παιδικό Θέατρο! Η έκδοση αυτή είναι ογκώδης. Έχει έκταση 550 σελίδες, εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Αντώνη Σταμούλη, στη Θεσσαλονίκη, το 2012, και φέρει τον τίτλο Ιστορία της Δραματουργίας για παιδιά στην Ελλάδα (1871-1949) και την Κύπρο (1932-1949).
Πρόκειται για εκτενή, σοβαρή και εις βάθος μελέτη – έρευνα για την εν γένει δραματουργία για παιδιά στον ελλαδικό και κυπριακό χώρο, με χρονική οριοθέτηση τα έτη 1871 έως 1949 για την Ελλάδα και 1932 έως 1949 για την Κύπρο χρονικά όρια, που φυσικά δεν είναι τυχαία, αλλά δικαιολογούνται με σαφήνεια και με αντικειμενικά κριτήρια από τον συγγραφέα. Η παρουσίαση του βιβλίου θα επιτευχθεί με την πλοήγηση του ίδιου του συγγραφέα, διαμέσου των σελίδων του πονήματός του και με τιμονιέρη τα κεφάλαια που το αποτελούν. Θα γνωρίσουμε, έστω ακροθιγώς, το περιεχόμενο του κάθε κεφαλαίου, τη δομή και τον τρόπο εργασίας του συγγραφέως, με την προσθήκη σύντομου σχολιασμού, όπου χρειάζεται. Από το εξώφυλλο, λοιπόν, ο συγγραφέας φρόντισε να μας δώσει τις βασικές πληροφορίες για το τι θα ακολουθήσει: Εκτός από τον κύριο τίτλο, ο οποίος ήδη αναφέρθη, προσθέτει σε πλάγιο τίτλο ότι υπάρχουν στοιχεία θεατρικής αγωγής και παραστασιογραφίας του σχολικού θεάτρου και ότι προλογίζεται από τον Βάλτερ Πούχτερ. Στο εσώφυλλο προσθέτει ότι θα κινηθεί μεταξύ θεματολογίας, ιδεολογίας και παιδαγωγίας κι ακόμα ότι θα ασχοληθεί με 22 Έλληνες δραματουργούς. Το βιβλίο έχει αυτή τη διάρθρωση: • Πρόλογος • Πέντε κεφάλαια • Παραρτήματα Ο πρόλογος του θεατρολόγου καθηγητή Βάλτερ Πούχνερ είναι σύντομος, αλλά περιεκτικός και ουσιαστικός. Βασικά, κάνει δύο καίριες επισημάνσεις: α) ότι «το θεατρικό έργο για παιδικές παραστάσεις ακολουθεί περίπου την ίδια πορεία όπως η παιδική λογοτεχνία» και β) ότι «ο χώρος του παραστασιολογίου του σχολικού θεάτρου είναι αχανής και δυσπρόσιτος ως προς τις πηγές. μολοντούτο η μονογραφία του κ. Θανάση Καραγιάννη δίνει μια πρώτη ιδέα για τον απέραντο πλούτο των στοιχείων και πληροφοριών και θα μείνει για πολύ καιρό σημείο αναφοράς των σχετικών αναζητήσεων». (σ.14) Τα παραρτήματα είναι πολύ πλούσια σε υλικό και καταδεικνύουν το εύρος της ερευνητικής εργασίας του συγγραφέως.
 Τα πέντε κεφάλαια είναι άνισα σε έκταση. Εκτείνονται από 32 έως 241 σελίδες με μεγαλύτερο και σημαντικότερο το κεφάλαιο Γ΄, το οποίο περιέχει επτά υποκεφάλαια αναλύοντας χρονολογικά το παιδικό θέατρο στην Ελλάδα. Αναλυτικότερα, τα πέντε κεφάλαια αναφέρονται στα εξής επιμέρους θέματα: Κεφάλαιο Πρώτο: Στοιχεία για τη Θεατρική Αγωγή και τη δραματική τέχνη στην εκπαίδευση – Εννοιολογικές Διασαφήσεις – Οριοθετήσεις. Σ’ αυτό το πρώτο και εισαγωγικό κεφάλαιο ο συγγραφέας ως άριστος δάσκαλος και πολύπειρος εκπαιδευτικός – παιδαγωγός, ξεκινά την εργασία του δίνοντας τις εννοιολογικές τοποθετήσεις του με σαφείς επεξηγήσεις για το προς τα πού θα κινηθεί και το πώς θα δράσει εν συνεχεία. Ως προς τους ορισμούς των εννοιών είναι αρκούντως προσεκτικός, τονίζοντας ότι «οι ορισμοί, κατά κοινή παραδοχή, μας δίνουν κατά προσέγγιση το περιεχόμενο του όρου και δεν τον καλύπτουν απόλυτα» (σ. 25). Μη φειδόμενος όσων διασαφήσεων χρειάζεται ο αναγνώστης για να μπορέσει να αξιοποιήσει τα περαιτέρω, δίνει όσες επεξηγήσεις μπορεί. Η διασάφηση εννοιών και ταυτόχρονα η οριοθέτησή τους προσφέρεται εις βάθος. Επεξηγούνται όλοι οι όροι, δίνοντας παραδείγματα και αναφορές και καταλήγει σε επιστημονικά συμπεράσματα, πάντα με νηφαλιότητα και σαφήνεια. Οι σημειώσεις του, επίσης πρέπει να τονιστεί είναι συνεχείς, κατατοπιστικές, πολύ βοηθητικές και εύστοχες. Και επειδή ο όρος θέατρο αποτελεί «μια πρώτη εβρυική καλλιτεχνική έκφραση του ανθρώπου» όπως έχει ειπωθεί και επειδή το περιεχόμενο του όρου θέατρο είναι ασφαλώς, πολύ πλατύ, μας δίνει αναλυτικά πως εννοεί εκείνος το μέρος εκείνο που εμπίπτει στη θεατρική πράξη και φέρει την ονομασία: Αφήγηση, Διαδραστικό θέατρο, – Δραματοποίηση αφηγηματικών κειμένων, Δραματοποίηση, Εκπαιδευτικό δράμα/εκπαιδευτικό θέατρο, Ελεύθερο επαγγελματικό θέατρο, θεατρικό αναλόγιο, θεατρικό δρώμενο, θεατρικό παιχνίδι, θεατρικό παιχνίδι στην εκπαιδευτική διαδικασία, θεατρικό σκετς, θεατρικός αυτοσχεδιασμός, θέατρο για παιδιά και εφήβους, θέατρο από παιδιά για παιδιά, θέατρο με παιδιά, Κοινωνικό θέατρο, Μαθητικό θέατρο, Παντομίμα, Σχολική θεατρική παράσταση, Σχολικό θέατρο. Για όλους αυτούς τους όρους ο συγγραφέας εκφράζει την άποψη τής μη απόλυτης συμφωνίας και καταλήγει: «Νομίζω ότι ακόμη και σήμερα, που έχουν γραφεί τόσα πολλά από άξιους ακαδημαϊκούς, θεατράνθρωπους και παιδαγωγούς, υπάρχει – ως ένα βαθμό – μια σύγχυση, χωρίς να ευθύνονται οι ίδιοι» (σ.20).
Κεφάλαιο Δεύτερο: Στο κεφάλαιο αυτό δίνεται ένα συνοπτικό σχεδίασμα, μια εισαγωγή στην ιστορία της δραματουργίας για παιδιά στην Ελλάδα. Ο συγγραφέας εισηγείται και θεωρεί τον όρο αυτόν πληρέστερο και ουσιαστικότερο του όρου θέατρο για παιδιά, ο οποίος επικρατούσε. Και ασφαλώς και τους δύο αυτούς τους βρίσκει καλύτερους από τον όρο Παιδικό θέατρο στον οποίο είμαστε περισσότερο εθισμένοι να χρησιμοποιούμε για πολλές δεκαετίες. Στο σύντομο σε έκταση αυτό κεφάλαιο, ο συγγραφέας κατάφερε να δώσει ευσύνοπτα μεν, ενημερωτικά δε, όλες τις έως τώρα προσπάθειες συγγραφής έργων θεατρικών παραστάσεων για παιδιά από την Αρχαιότητα έως τις μέρες μας. Ιδιαίτερη μνεία δίνεται στο σχολικό θέατρο και στη συμβολή του Βασίλη Ρώτα, που όντας ο κυριότερος μελετητής του έργου του για παιδιά, τον ανακαλεί και τον προβάλλει σε πολλά σημεία του βιβλίου. Στο κεφάλαιο αυτό ο συγγραφέας εκφράζει με αρκετή δόση πικρίας τα αρνητικά δεδομένα αντιμετώπισης της δραματουργίας για παιδιά τα οποία συνίστανται: «στην συγκυριακή πολλές φορές, ύπαρξη εργασιών ερευνητικού περιεχομένου», «δεν υπάρχουν διαρκείς και συντονισμένες προσπάθειες σε κάποιο πανεπιστήμιο ή ερευνητικό κέντρο», γενικά υπάρχει «ερευνητική και επιστημονική ένδεια» και υπάρχει διάχυτο «το πρόβλημα της υποτίμησης του θεάτρου για παιδιά ως είδος και ιδιαίτερα η Ιστορία του θεάτρου για παιδιά και η Ιστορία της Δραματουργίας του». (σ. 57) Η καταληκτική παράγραφος αυτού του κεφαλαίου δίνει μια αισιόδοξη άποψη του συγγραφέα περί του σχολικού θεάτρου: «Από τη δεκαετία του 1980 και εντεύθεν, σταδιακά και προοδευτικά, άλλαζαν οι απόψεις για τη διοργάνωση των σχολικών γιορτών και των θεατρικών παραστάσεων. Σε αυτή την αλλαγή συνέβαλαν καθοριστικά οι νέες παιδαγωγικές και αισθητικές αντιλήψεις, οι οποίες εισήλθαν στην χώρα μας και στην εκπαίδευση κυρίως από το εξωτερικό, που αφορούσαν το θέατρο στην εκπαίδευση, τη θεατρική αγωγή, το θεατρικό παιχνίδι κ.λπ. Αρκετοί εκπαιδευτικοί αφουγκράστηκαν, μελέτησαν τις νέες θεωρίες και προτάσεις, έλαβαν μέρος σε βιωματικά ή θεωρητικού περιεχομένου σεμινάρια και σταδιακά άλλαξαν τον τρόπο που οργάνωναν τις σχολικές γιορτές τους. Σχετικά με τα παραπάνω αντικείμενα και θέματα δημοσιεύτηκαν πολλά επιστημονικά κείμενα σε εφημερίδες και περιοδικά, κυκλοφόρησαν βιβλία, πρακτικά συνεδριών κ.ά.» (σ. 88)
Κεφάλαιο Τρίτο: Όπως ειπώθηκε πιο πάνω, το κεφάλαιο αυτό είναι το εκτενέστερο όλων, αποτελούμενο από 241 σελίδες και θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πλήρες βιβλίο. Σ’ αυτό ο Καραγιάννης ασχολείται με τη δραματολογία για παιδιά στην Ελλάδα, διεξοδικά και μεθοδικά, χρησιμοποιώντας τη χρονολογική εξέλιξη του θέματος με έρευνα και καταγραφή της θεματολογίας, αναφορά και σχολιασμό για την ιδεολογία, και θεώρηση της παιδαγωγίας. Το κεφάλαιο χωρίζεται σε επτά ενότητες, τις εξής: Α΄ περίοδος: αναφέρεται στην Αρχαιότητα έως τον Μεσαίωνα [η προϊστορία του θεάτρου για παιδιά] Β΄ περίοδος: αναφέρεται στον Μεσαίωνα, την Αναγέννηση και την εποχή Μπαρόκ [15ος, 16ος και 17ος αι.] Γ΄ περίοδος: αναφέρεται στο Σχολικό θέατρο από το 1730-1830 – Κατά την εποχή του Νοελληνικού Διαφωτισμού. Δ΄ περίοδος: αναφέρεται στα έτη 1833-1895 – Εξελίξεις του σχολικού θεάτρου κατά τον 19ο αιώνα. Ε΄ περίοδος: αναφέρεται στα έτη 1896-1921 – Απαρχή του θεάτρου για παιδιά. [ουσιαστική απαρχή του θεάτρου για παιδιά με τον Γρηγόριο Ξενόπουλο] Στ΄ περίοδος: αναφέρεται στα έτη 1922-1939 – Το σχολικό θέατρο στον Μεσοπόλεμο. [συμβολή Ευφροσύνης Λόντου – Δημητρακοπούλου και Αντιγόνης Μεταξά] Και Ζ΄ περίοδος: αναφέρεται στα έτη 1940-1949 – Το σχολικό θέατρο στον Ελληνο - Iταλικό πόλεμο, Κατοχή και Εμφύλιο. [Βασίλης Ρώτας, Χάρης Σακελλαρίου, Γιώργος Κοτζιούλας, Γεράσιμος Σταύρου] Η Στ΄ και η Ζ΄ περίοδος περιγράφονται πολύ πιο εκτενώς από τις προηγούμενες χρονικές περιόδους, γιατί υπήρξε σαφώς σ’ αυτές περισσότερο υλικό για το σχολικό θέατρο. Στη Στ΄ περίοδο που αναφέρεται στα χρόνια του Μεσοπολέμου, ο συγγραφέας ασχολείται λεπτομερώς με το σχολικό θέατρο στον Βόλο, στην Καρδίτσα, στα Τρίκαλα. Ακολουθεί η τότε κριτική του σχολικού και ερασιτεχνικού θεάτρου και τελειώνει με όλη την τότε παραστασιογραφία. Η Ζ΄ περίοδος που αναφέρεται στον Ελληνο-Ιταλικό πόλεμο, στην Κατοχή και στον Εμφύλιο, απασχολεί τον ερευνητή είτε ως περιρρέουσα ατμόσφαιρα, είτε ως θεματογραφία των έργων. Επικεντρώνεται στο Παιδικό Θέατρο του Βόλου και των Σερρών και παρουσιάζει όλη την παραστασιογραφία. Στα πολύ δύσκολα, στα πολύ ακανθώδη και πολύ τραγικά για όλο το Έθνος χρόνια (1940-1949), ο μελετητής φροντίζει να καταγράφει με αντικειμενικότητα όλα όσα έργα είχαν γραφεί και όλα τα έργα που είχαν ανεβεί στη σκηνή, είτε προέρχονταν από τη δικτατορική Μεταξική εποχή, είτε ήταν στη μια ή την άλλη πλευρά στην Εμφύλια διαμάχη. Η πλήρης αποστασιοποίηση και αντικειμενικότητα, πιστεύω πως είναι σημαντικό προσόν για έναν ερευνητή – μελετητή.
Κεφάλαιο Τέταρτο: Στο κεφάλαιο αυτό ο συγγραφέας αναφέρεται στη ζωή και στο έργο 22 Ελλήνων συγγραφέων παιδικού θεάτρου, τους οποίους παρουσιάζει κατά τη χρονολογία γέννησής τους. Από τους 22 δημιουργούς του παιδικού θεάτρου, οι οκτώ είναι γυναίκες και οι 14 άντρες. Πρώτη στη χρονολογική σειρά γέννησης είναι η Σαπφώ Λεοντιάς, γεννηθείσα το 1832 και τελευταίος ο Γιάννης Καλατζόπουλος, γεννηθείς το 1949, έτος με το οποίο κλείνει και την έρευνά του, στο παρόν στάδιο ο συγγραφέας. Σημειώνω, με ιδιαίτερη ικανοποίηση, τη συμπερίληψη, μέσα στους 22 δημιουργούς, τριών Ελλήνων Κυπρίων – της Σαπφούς Λεοντιάδος, του Τεύκρου Ανθία και του Κύπρου Χρυσάνθη, μιας Αιγυπτιώτισσας Ελληνίδας, της Ιωάννας Μπουκουβάλα – Αναγνώστου και δύο Σμυρνιών συγγραφέων, του Στέλιου Σπεράντσα και της Γεωργίας Δεληγιάννη – Αναστασιάδη. Για τον κάθε λογοτέχνη υπάρχει σύντομο βιογραφικό σημείωμα, η φωτογραφία του, η εργογραφία του και ενδεικτική, πάντοτε, βιβλιογραφία.
 Κεφάλαιο Πέμπτο: Το κεφάλαιο αυτό ο Καραγιάννης το αφιερώνει στη μελέτη της δραματουργίας για παιδιά στην Κύπρο, αναφέροντας ρητά, ότι πρόκειται για μια εισαγωγή και ότι περιορίζεται σε συνοπτική αναφορά. Εν τούτοις, σε όποιον γνωρίζει το θέμα, φαίνεται πως και για το κεφάλαιο αυτό κατέβαλε μόχθο για τη μελέτη – έρευνα και πρόσφερε φροντίδα στο ξετύλιγμα των όσων στοιχείων – βοηθημάτων μπορούσε να έχει στη διάθεσή του. Αρχίζει με μια σύντομη ιστορική τοποθέτηση, αξιοποιώντας θέσεις και ρήσεις Κυπρίων μελετητών. Οριοθετεί την αρχή της παιδικής δημιουργίας στην Κύπρο, το 1932, και σ’ αυτό ακριβώς συμφωνεί και η έρευνα, η μη εκδοθείσα της ομιλούσας, αλλά και η διπλωματική εργασία της Χατζηαυξέντη, η οποία δημοσιεύτηκε σε συλλογικό τόμο1. Στέκεται μετά στη δυναμική σφραγίδα που άφησε ο Ανθίας με τα τρία θεατρικά του για παιδιά και συνεχίζει αναφέροντας επ’ ολίγω την Ελένη Αντονόμου – Νικολαΐδου, τη Δέσπω Τσινίκολα, τον Κύπρο Χρυσάνθη, τον Πάνο Λεβέντη και κλείνει με την παραστασιογραφία για την παιδική δραματουργία στην Κύπρο των ετών 1932 έως το 1949. Ολοκληρώνει το κεφάλαιο με ενδεικτική βιβλιογραφία.
Το τελευταίο μέρος του βιβλίου είναι τα Παραρτήματα, στο οποίο περιέχονται πίνακες βιβλίων, κατάλογοι, ευρετήρια, ιστογράμματα και η μετάφραση του οπισθόφυλλου του βιβλίου σε τέσσερις ευρωπαϊκές γλώσσες: την Αγγλική, Γαλλική, Γερμανική και Ολλανδική. Το μέρος αυτό του βιβλίου δεν το θεωρώ, απλώς συνοδευτικό αλλά είναι πολύ ουσιαστικό, εξαιρετικά ενδιαφέρον και δείχνει σε μεγάλο βαθμό το μέγεθος της ερευνητικής προσπάθειας και το βάθος της μεθοδικότητας του συγγραφέως. Σημειώνω τους εξαιρετικούς καταλόγους παιδικών θεατρικών βιβλίων κατά τον 19ο αιώνα, κατά τον Μεσοπόλεμο, κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο, την Κατοχή και τον Εμφύλιο, καταλόγους των παραστάσεων του Ελεύθερου-Επαγγελματικού Θεάτρου από το 1950-1966, το σχολικό θέατρο στη Δικτατορία 1967-1974, κατάλογο με Εκδοτικούς Οίκους – Τυπογραφία (1871-1974), ευρετήριο ονομάτων και πίνακα φωτογραφιών. Ο Θανάσης Καραγιάννης, ως σοβαρός μελετητής δίνει εμπεριστατωμένα και σφαιρικά τα γενικά του συμπεράσματα εφ’ όλης της ερευνητικής του εργασίας αναφερόμενος κατ’ αρχάς στις εγγενείς και αντικειμενικές δυσκολίες που συναντά ο κάθε ερευνητής στην προσπάθεια του «να ανακαλύψει» και «να αποκαλύψει» κάθε νέο στοιχείο στην έρευνα του, και συνοψίζει όλο το καταστάλαγμα της μελέτης του για το Σχολικό θέατρο, χωρίζοντάς το σε τέσσερις παραμέτρους: α) θεματολογία, β) ιδεολογία, γ) παιδαγωγία και δ) παραστασιογραφία.
 Το βιβλίο «Ιστορία της Δραματουργίας για παιδιά» θεωρείται, και όντως είναι, ένα βιβλίο αναφοράς, πολύ ελκυστικό και χρηστικό για όλους εκείνους που ασχολούνται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με το θέατρο για παιδιά ή ανήλικούς θεατές. Πρέπει να τονιστεί ότι ένα πολύ θετικό αξιολογητικό σημείο είναι ότι δεν κουράστηκε ο συγγραφέας – ερευνητής και δεν αποθαρρύνθηκε εκεί που δεν ήταν εύκολη η πρόσβαση ή η εύρεση των δεδομένων τα οποία αναζητούσε. Η καταγραφή της παραστασιογραφίας του για το σχολικό θέατρο των παιδικών θιάσων και ερασιτεχνικών θιάσων δεν έμεινε μόνο στην Αθήνα, αλλά εξερεύνησε τον σχετικό χώρο και στον Βόλο, τα Τρίκαλα και την Καρδίτσα. Ακόμα, ο πίνακας με τους επαγγελματικούς και ερασιτεχνικούς θιάσους για παιδιά από το 1929 έως το 1999, μας ταξιδεύει σε ουκ ολίγους τόπους: Αθήνα, Καρδίτσα, Αλεξάνδρεια, Βόλος, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Αγρίνιο, Βέροια, Ιωάννινα, Καλαμάτα, Χανιά, Σέρρες, Κομοτηνή, Πάτρα, Ρόδος, Καβάλα, Χίος, Κέρκυρα και πάλι Αθήνα για πολλές παραστάσεις κάθε φορά. Σίγουρα το βιβλίο διαθέτει πολλές αρετές τις οποίες ο αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί από τις πρώτες έως τις τελευταίες σελίδες. Τέτοιες εμφανείς αρετές είναι η επιστημονική θεώρηση τού υπό συζήτηση θέματος, η τήρηση της επιστημονικής δεοντολογίας στην κάθε περίπτωση, ο σεβασμός και η αγάπη του συγγραφέως στην προσέγγιση προσώπων και έργων, η αντικειμενική, όσο αυτό είναι δυνατόν, κριτική αξιολόγηση έργων και παραστάσεων, η ενγένει σοβαρή μελέτη, η επί τόπου έρευνα, που είναι τις πιο πολλές φορές επίμονη, δύσκολη και οικονομικά ασύμφορη, η ειλικρίνεια στο γράψιμο και η πίστη, η ελπίδα του ερευνητή ότι η έρευνα – μελέτη της παιδικής Δραματογραφίας πρέπει να συνεχιστεί και από τον ίδιο, άλλα και από άλλους μελετητές. Άφησα τελευταία δύο σημεία, αλλά πρωταρχικής για μένα σημασίας, που δείχνουν τον χαρακτήρα του Καραγιάννη, ο οποίος χαρακτηρίζεται για την ευγένεια και το ήθος του. Και τα σημεία αυτά δεν είναι άλλα, από τη λεπτομερή έκφραση των ευχαριστιών του σε όλους, όσοι με οποιονδήποτε τρόπο τον έχουν βοηθήσει ή τον έχουν ενισχύσει στη συγγραφική του αυτή προσπάθεια. Το δεύτερο σημείο συνίσταται στην τόσο τρυφερή αφιέρωση προς τη σύζυγό του και στο εγγονάκι του, η οποία αφιέρωση δεν μπορεί να κρύψει την ευαισθησία και την συναισθηματική ευφυία του ανδρός. Αγαπητοί Φίλοι, Όλοι ξέρουμε πως "habent sua fata libelli", δηλαδή, πως τα βιβλία έχουν τη μοίρα τους. Ανάλογα με την αξία τους και τις περιστάσεις έχουν την τύχη τους. Αφού, λοιπόν, έχει ένα βιβλίο εκδοθεί και έχει παρουσιαστεί, ξεκινά το δικό του ταξίδι για να συναντήσει τους αναγνώστες και τους χρήστες του.
Αγαπητέ Θανάση, Το μόνο που μου μένει είναι να ευχηθώ, μέσα από την καρδιά μου, να είναι καλοτάξιδο και το παρόν βιβλίο σου να προχωρήσεις στη δημοσίευση και των επόμενων σταδίων της έρευνάς σου και να εκφράσω την ετοιμότητά μου για οποιαδήποτε μελλοντική συνεργασία στο γνωστικό αντικείμενο που ελκύει και ενδιαφέρει αμφότερους.
Σας ευχαριστώ!

 Σατιρικό Θέατρο 5 Φεβρουαρίου 2013

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: 1 . Βλ. τον συλλογικό τόμο με τίτλο «Στη χώρα του Τοτώρα. Θέατρο για ανηλίκους θεατές» με επιμέλεια Θόδωρου Γραμματά, Εκδόσεις Πατάκης, Αθήνα, 2010. Η Ελένη Χατζηαυξέντη δημοσιεύει τη μελέτη: «Το κυπριακό θέατρο για παιδιά. Δείκτης του κυπριακού και κοινωνικού γίγνεσθαι (1932-2008)». 2 . Φράση του Τερέντιου Μάουρους από το έργο του «De litteris, syllabis et metris» - 1286 μ.Χ.

Θαν. Ν. Καραγιάννη, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑΣ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1871-1949) ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (1932-1949) Κριτική βιβλίου

Θανάσης Ν. Καραγιάννης Ιστορία της Δραματουργίας για παιδιά στην Ελλάδα (1871-1949) και την Κύπρο (1932-1949) Με στοιχεία θεατρικής αγωγής και παραστασιογραφίας του σχολικού θεάτρου Προλογίζει ο Βάλτερ Πούχνερ Εκδοτικός Οίκος Αντώνη Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2012, σσ. 550 Με το νέο του ερευνητικό πόνημα, ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης, συγγραφέας, διδάκτορας Επιστημών της Αγωγής και κριτικός λογοτεχνίας και θεάτρου για παιδιά, συμπληρώνει ένα μεγάλο κενό στη μελέτη της παιδικής δραματουργίας στον ελληνικό χώρο. Πριν από δύο χρόνια μας είχε εκπλήξει θετικά με τη δημοσίευση σε τόμο εκατό και πλέον κριτικών για παιδικές θεατρικές παραστάσεις (Κριτική Θεάτρου για Παιδιά 2007-2010, εκδόσεις Πάραλος, Αθήνα 2010, σσ. 175). Κι αυτό επειδή ίσως για πρώτη φορά η θεατρική παράσταση που στοχεύει σε παιδικό κοινό, γινόταν αντικείμενο αυστηρής κριτικής αποτίμησης και συγκριτικής μελέτης. Ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης με θαυμαστό πείσμα επιθυμεί να μας πείσει ότι επιτέλους πρέπει να δούμε σοβαρά το παιδικό θέατρο -το ίδιο σοβαρά όσο και το θέατρο των ενηλίκων-. Ότι αξίζει να σκύψουμε πάνω του μελετητικά, γιατί αποτελεί έναν ξεχωριστό χώρο δημιουργίας, τέχνης, αγωγής και πολιτισμού, που έχει χαράξει μια -εν πολλοίς άγνωστη- σπουδαία ιστορία. Αυτήν ακριβώς την ιστορία του σχολικού θεάτρου και γενικότερα την «Ιστορία της Δραματουργίας για παιδιά, στην Ελλάδα (1879-1949) και την Κύπρο (1932-1949)» την έχει ερευνήσει με επιστημονικότητα και την καταγράφει αναλυτικά στο νέο του βιβλίο, το οποίο μόλις κυκλοφόρησε στη Θεσσαλονίκη, από τον εκδοτικό οίκο Αντώνη Σταμούλη. Ο εκδότης του μάλιστα δεν εφείσθη εξόδων, επιτυγχάνοντας ένα χρηστικό βιβλίο μακράς πνοής, ανθεκτικό και ιδιαίτερα καλαίσθητο. Για όλη την ανωτέρω ερευνώμενη περίοδο δε φαίνεται να έχει εμφανιστεί ακόμη στην Ελλάδα συστηματικά το Ελεύθερο Επαγγελματικό Θέατρο για παιδιά, στη μελέτη του οποίου ο συγγραφέας υπόσχεται να επανέλθει με νεότερο έργο του, το οποίο θα επικεντρώνεται στις δεκαετίες του 1950 και 1960. Στην ανά χείρας μελέτη, ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης, διερευνά κυρίως τη θεματολογία, την ιδεολογία και την παιδαγωγία (την παιδαγωγική προσέγγιση) των σχολικών θεατρικών κειμένων, αναζητά τους δημιουργούς-δραματουργούς αυτών των περιφρονημένων από τη λογοτεχνική και θεατρική έρευνα έργων και ως ένα βαθμό καταγράφει την παραστασιογραφία τους. Κινείται δηλαδή σε χώρους ενπολλοίς «αχαρτογράφητους» και ανοίγει νέους δρόμους στη σχετική έρευνα. Το βιβλίο δομείται σε πέντε κεφάλαια. Στο πρώτο ξεκαθαρίζονται ορισμένες έννοιες και δίνονται 21 ορισμοί για θέματα Θεατρικής Αγωγής και Δραματικής Τέχνης στην Εκπαίδευση, όπως «δραματοποίηση», «θεατρικό αναλόγιο», «θεατρικό δρώμενο», «θεατρικό παιχνίδι», «θεατρικός αυτοσχεδιασμός» κλπ. Στο β΄ κεφάλαιο αναπτύσσεται ένα συνοπτικό σχεδίασμα του όλου θέματος και επιχειρείται η Γενική Εισαγωγή στην Ιστορία της Δραματουργίας για παιδιά στην Ελλάδα. Στο γ΄ κεφάλαιο, το οποίο είναι το πλέον σημαντικό, ο συγγραφέας μελετά κριτικά δεκάδες σπάνια βιβλία με θεατρικά κείμενα για τις σχολικές γιορτές, βιβλία και φυλλάδια που ανακάλυψε σε σκονισμένες σχολικές ντουλάπες, αλλά και σε δημόσιες και ιδιωτικές βιβλιοθήκες και αρχεία, και εντοπίζει τα θέματα που επιλέγουν οι θεατρικοί συγγραφείς και τις ιδέες με τις οποίες διαπαιδαγωγούν τα παιδιά-θεατές και τα παιδιά-ηθοποιούς της κάθε θεατρικής ή σχολικής παράστασης. Η παιδαγωγική προσέγγιση κρίνεται απαραίτητη σε μια τέτοια μελέτη, αφού είναι γνωστή η επίδραση του θεάτρου (κοινωνικά και αισθητικά) στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του παιδιού. Και ο πλέον αρμόδιος, φυσικά, για μια τέτοιου προσέγγιση είναι ένας παιδαγωγός. Στο δ΄ κεφάλαιο, επίσης εξόχως σημαντικό και ενδιαφέρον, παρατίθενται εργοβιογραφικά στοιχεία για 22 Έλληνες δραματουργούς του Σχολικού Θεάτρου και εν μέρει του Ελεύθερου Επαγγελματικού, κάτι που επιχειρείται για πρώτη φορά. Κάποιους πρόλαβε να τους γνωρίσει από κοντά ο συγγραφέας και να αναδείξει την προσωπικότητά τους και το πάθος τους για τη θεατρική τέχνη. Στη συνέχεια δίνονται ορισμένα συμπεράσματα και μια πλούσια «ενδεικτική βιβλιογραφία», η οποία θα φανεί χρήσιμη σε κάθε μελετητή. Το ε΄ κεφάλαιο είναι αφιερωμένο σε μια συνολική ματιά στο Κυπριακό σχολικό ή παιδικό θέατρο. Ανιχνεύονται τα ιδεολογικά και τα θεματολογικά χαρακτηριστικά των κειμένων παιδικού θεάτρου στην Κύπρο, από το μεσοπόλεμο μέχρι και το τέλος του ελληνικού εμφυλίου πολέμου. Οι πηγές της έρευνας είναι δημοσιευμένα θεωρητικά και ιστορικά κείμενα και ως ένα βαθμό συγκεκριμένα βιβλία με σχολικά θεατρικά κείμενα. Το βιβλίο του Θανάση Ν. Καραγιάννη είναι εμπλουτισμένο και με ένα πολλαπλού ενδιαφέροντος όσο και πρωτότυπο παράρτημα, όπου παρέχονται με συστηματικό τρόπο διευθύνσεις και επωνυμίες παλαιών εκδοτικών οίκων και τυπογραφείων, διευθύνσεις και ιδιότητες ξεχασμένων ως επί το πλείστον δραματουργών, κατάλογος πόλεων όπου έχουν εκδοθεί βιβλία με Σχολικό Θέατρο κ.ά. Όλα τα ανωτέρω αφορούν στη χρονική περίοδο 1871-1974. Ενδιαφέρον έχει επίσης ένας πίνακας με 350 περίπου τίτλους βιβλίων σχολικών θεατρικών έργων, τα οποία ανακάλυψε ο συγγραφέας σε παλαιοπωλεία, σε σχολεία και σε βιβλιοθήκες. Μια σπάνια, ξεχωριστής σημασίας βιβλιοθήκη, που τείνει να χαθεί στη σκόνη του χρόνου και του «εκσυγχρονισμού». Όπως κάθε αξιόλογη επιστημονική εργασία ολοκληρώνεται με παράθεση Ευρετήρου Ονομάτων και με Πίνακα Φωτογραφιών. Πρέπει, επίσης, να επισημανθεί το γεγονός ότι στο βιβλίο δημοσιεύεται, για πρώτη φορά, «Πίνακας Επαγγελματικών και (ορισμένων) ερασιτεχνικών θιάσων για παιδιά (1929-1999)», ενώ γίνεται αναφορά σε αρκετούς θιάσους για παιδιά, οι οποίοι παρουσιάστηκαν και λειτούργησαν στην Αττική, κυρίως, κατά την α΄ δεκαετία του 21ου αι. Είναι τέτοια η φύση αυτού του βιβλίου, η πρωτοτυπία του περιεχομένου του και το ιδιαίτερο αντικείμενο της έρευνάς του, ώστε θα λέγαμε πως ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης «έστησε σημείον», ιδιαίτερα στον επιστημονικό χώρο της Ιστορίας της Δραματουργίας για παιδιά, της Κριτικής Σχολικού Θεάτρου του Μεσοπολέμου και της σχετικής Παραστασιογραφίας. Όπως παρατηρεί ο Καθηγητής Πανεπιστημίου κ. Βάλτερ Πούχνερ, ο οποίος προλογίζει την έκδοση αυτή: «Ο χώρος του παραστασιολογίου του σχολικού θεάτρου είναι αχανής και δυσπρόσιτος ως προς τις πηγές. Μολοντούτο η μονογραφία του κ. Θανάση Καραγιάννη δίνει μια πρώτη ιδέα για τον απέραντο πλούτο των στοιχείων και πληροφοριών και θα μείνει για πολύ καιρό σημείο αναφοράς των σχετικών αναζητήσεων». Θεωρούμε ότι είναι ένα βιβλίο πολλαπλώς χρήσιμο για την καλλιτεχνική (τη θεατρική) και για την εκπαιδευτική κοινότητα. Είναι το μοναδικό έως τώρα βιβλίο αναφοράς για την Ιστορία της Δραματουργίας του Σχολικού Θεάτρου και των ανθρώπων του, ένας οδηγός καθ’ όλα χρήσιμος και χρηστικός. Πολύτιμο και ως θεωρητικό/ιστορικό εγχειρίδιο πανεπιστημιακού επιπέδου, για τον εμπλουτισμό των γνωστικών αντικειμένων στις Σχολές Θεατρικών Σπουδών και Παιδαγωγικής. Αλλά και κάθε φιλομαθής αναγνώστης θα βρει στις σελίδες του ενδιαφέρουσες προσωπικές παραμέτρους και μνήμες από παιδικές του ποιοτικές ή μη συγκινήσεις. Γιάννης Δ. Μπάρτζης Δρ. Λογοτεχνίας-Συγγραφέας

Θαν. Καραγιάννη, Ο Βασίλης Ρώτας και το έργο του για παιδιά και έφηβους,

Παρουσίαση βιβλίου στη Λευκωσία (5.2.2013) Θανάσης Ν. Καραγιάννης, Ο Βασίλης Ρώτας και το έργο του για παιδιά και έφηβους, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2007 Με ιδιαίτερη χαρά καλωσορίζω στο νησί μας τον αγαπητό φίλο συγγραφέα, Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Θανάση Καραγιάννη και τη σύζυγό του Στέλα, και τους εύχομαι να έχουν μια ευχάριστη διαμονή στο νησί μας. Τον ευχαριστώ επίσης γιατί μου δίνει την ευκαιρία, μέσα στα πλαίσια αυτής της εκδήλωσης, να παρουσιάσω τη διδακτορική του διατριβή, που έχει τίτλο Ο Βασίλης Ρώτας και το έργο του για παιδιά και έφηβους, που εκδόθηκε στην Αθήνα το 2007, σε μια άρτια επιμελημένη και καλαίσθητη έκδοση 660 σελίδων, από τις Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή. Καθώς παίρνει κανείς το βιβλίο στα χέρια του και επιχειρεί το ταξίδι της ανάγνωσης και της μελέτης, εντυπωσιάζεται κυριολεκτικά από την έκταση της έρευνας και την αναλυτικότητα της καταγραφής, της ταξινόμησης και της κριτικής αξιολόγησης ενός τεράστιου υλικού, το οποίο, είναι προφανές, ότι ο συγγραφέας συγκέντρωσε μέσα από μια πολύχρονη, επίπονη και επίμοχθη ερευνητική προσπάθεια. Ο Θανάσης Καραγιάννης έχει εγκύψει και ενδιατρίψει με σεβασμό και αγάπη, με ερευνητική δεξιοτεχνία και επιστημονική εμβρίθεια στο πολυσήμαντο έργο του Βασίλη Ρώτα, αναδεικνύοντας τις λογοτεχνικές αρετές, τη θεματική πολυμορφία, τις ιδεολογικές αναζητήσεις, την παιδαγωγική διάσταση αλλά και την τεράστια, γενικά, προσφορά του συγγραφέα στη σύγχρονη νεοελληνική λογοτεχνία και ιδιαίτερα στο θέατρο, την ποίηση και την πεζογραφία για παιδιά και έφηβους. Ο Βασίλης Ρώτας, που γεννήθηκε στο Χιλιομόδι της Κορινθίας το 1889 και πέθανε στην Αθήνα το 1977, σπούδασε φιλόλογος, εργάστηκε ως στρατιωτικός μέχρι το 1926, για να αφιερωθεί στη συνέχεια αποκλειστικά, στην ποίηση, στο θέατρο και στις μεταφράσεις. Ο Ρώτας, που συγκαταλέγεται ανάμεσα στις κορυφαίες φυσιογνωμίες της νεοελληνικής θεατρικής και της ευρύτερης λογοτεχνικής δημιουργίας για παιδιά, βίωσε στα 88 χρόνια της ζωής του τις μεγάλες και τραγικές στις διαστάσεις τους ιστορικές περιπέτειες του σύγχρονου ελληνισμού, που σημάδεψαν καθοριστικά την ιστορική του πορεία στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αλλά και μετέπειτα: Βαλκανικοί πόλεμοι (όπου πολέμησε ως έφεδρος αξιωματικός), Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Εκστρατεία, δικτατορίες του Πάγκαλου και του Μεταξά, πόλεμος του ’40, κατοχή, εμφύλιος, δικτατορία των συνταγματαρχών (1967), τουρκική εισβολή στην Κύπρο (1974) και όλα τα παρεμφερή πολιτικά γεγονότα σε τοπικό και διεθνές επίπεδο επηρέασαν, αναπόφευκτα, και σφράγισαν σε μεγάλο βαθμό την κοσμοθεωρία αλλά και τη λογοτεχνική έμπνευση και δημιουργία του Βασίλη Ρώτα. Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι ο Ρώτας, όντας ο ίδιος στρατευμένος στην αριστερή προοδευτική ιδεολογία, συμμετείχε ενεργά σε όλους τους αγώνες του ελληνικού λαού για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη και πλήρωσε πολύ ακριβό τίμημα για την ιδεολογία του, αφού υπέστη διώξεις, ενώ ακόμα και σε μεγάλη ηλικία, το 1967, εξορίστηκε στη Γυάρο για κάποιο χρονικό διάστημα από τη χούντα των συνταγματαρχών. Με την ποίηση ασχολήθηκε αρχικά, δίνοντάς μας από το 1917 που πρωτοεμφανίζεται στα ελληνικά γράμματα ίσαμε το 1961 οχτώ ποιητικές συλλογές, ενώ στη συνέχεια αφιερώθηκε στο θέατρο, όπου έδωσε κυριολεκτικά την ψυχή του, γράφοντας τη δική του ιστορία στα θεατρικά πράγματα της σύγχρονης Ελλάδας. Ίδρυσε το Λαϊκό Θέατρο Αθηνών, έπαιξε θέατρο ως ηθοποιός, δίδαξε σε διάφορες θεατρικές σχολές και σκηνοθέτησε δεκάδες θεατρικά έργα, ενώ κατά τη διάρκεια της Κατοχής του ανατέθηκε από την ΠΕΕΑ να διευθύνει τον Θεατρικό Όμιλο ΕΠΟΝ Θεσσαλίας και να δίνει παραστάσεις στον απλό λαό, για να επικεντρωθεί στη συνέχεια στο παιδικό και το σχολικό θέατρο, γράφοντας μεγάλο αριθμό θεατρικών έργων, που ορισμένα απ’ αυτά ανεβάζονται ακόμη και σήμερα από τις σχολικές και επαγγελματικές παιδικές θεατρικές σκηνές. Έλαβε επίσης μέρος στο κίνημα του δημοτικισμού, όπου επίσης η συμβολή του υπήρξε τεράστια. Εκτός από την ποιητική και τη θεατρική του προσφορά στην παιδική λογοτεχνία, σημαντικό είναι το έργο του και στον τομέα της πεζογραφίας και δοκιμιογραφίας, όπου έγραψε παραμύθια, μικρές ιστορίες, διηγήματα, κλασικά εικονογραφημένα, έκανε μεταφράσεις και έγραψε δοκίμια. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι ο Ρώτας ασχολήθηκε με όλα τα είδη του γραπτού λογοτεχνήματος, καταλείποντάς μας μετά το θάνατό του το 1977 μια μοναδική και ανεπανάληπτη λογοτεχνική συγκομιδή. Δεν είναι τυχαία λοιπόν που ο Θανάσης Καραγιάννης, αφοσιωμένος μελετητής της παιδικής λογοτεχνίας και εμβριθής θεατρικός κριτικός, με ένα πλούσιο συγγραφικό έργο, επέλεξε το έργο του Βασίλη Ρώτα για παιδιά και έφηβους ως αντικείμενο της διδακτορικής του διατριβής, μέσα από την οποία μελετά σε βάθος το θεατρικό, ποιητικό και πεζογραφικό του έργο, όπως επίσης και τα κλασικά εικονογραφημένα που για χρόνια έγραφε ο Ρώτας και εξέδιδαν οι εκδόσεις «Ατλαντίς». Στο προλογικό του σημείωμα, που παρατίθεται στην αρχή του βιβλίου, ο ομότιμος σήμερα Καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Βασίλης Δ. Αναγνωστόπουλος, ο οποίος μαζί με τους καθηγητές του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Απόστολο Γ. Παπαϊωάννου και Δημήτρη Ράτσικα αποτέλεσαν την Τριμελή Συμβουλευτική Επιτροπή για την εκπόνηση της διατριβής, θεωρεί ευτυχή συγκυρία τη «συνάντηση» του συγγραφέα με τον Βασίλη Ρώτα και επισημαίνει ότι «ο Θανάσης Καραγιάννης έχει το μικρόβιο της ερευνητικής περιέργειας και της προσοχής σε πράγματα και πρόσωπα που η ιστορία τα προσπερνά» (σ. 16), ενώ ο καθηγητής Απόστολος Παπαϊωάννου σημειώνει στο δικό του εισαγωγικό σημείωμα: «Ήταν καιρός το έργο του Βασίλη Ρώτα να συσχετισθεί με τη ζωή μας, να επαναπροσδιοριστεί και να δοθεί η δυνατότητα να κατανοηθεί η αξία του κυρίως από τις γενιές που έρχονται στην εποχή της "νέας τάξης πραγμάτων", των διεθνών ανακατατάξεων και πολέμων ... Το έργο του Βασίλη Ρώτα είχε ένα στόχο, απέβλεπε στην ολοκλήρωση του μαθητή, μακράν ή πέραν του σχολικού προγράμματος. Από την άλλη ο ερευνητής φανερώνει την αμετακίνητη πίστη του στην κοινωνική ισότητα και την ανθρώπινη ελευθερία, αξίες για τις οποίες ο Β. Ρώτας αγωνίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του» (σ.15). Πέρα από την αγάπη του για το πολυσχιδές λογοτεχνικό έργο του Βασίλη Ρώτα, όπως ο ίδιος ο Καραγιάννης σημειώνει στο δικό του προλογικό σημείωμα, μια άλλη παράμετρος που τον ώθησε στην εκπόνηση αυτής της διδακτορικής διατριβής ήταν η διαπίστωσή του ότι «το έργο του Βασίλη Ρώτα για παιδιά και έφηβους ήταν στο σύνολό του, σχεδόν, παραμελημένο και περιφρονημένο από μια μεγάλη μερίδα ιστορικών, κριτικών και μελετητών της λογοτεχνίας, αλλά και από τους θεατρολόγους ... Δυστυχώς, συμπληρώνει, δεν έχει γραφτεί μέχρι σήμερα ούτε μια μονογραφία για τον Βασίλη Ρώτα και μέχρι το 2001, 25 χρόνια μετά τον θάνατό του, δεν είχε κυκλοφορήσει ούτε ένα αφιέρωμα σε κάποιο περιοδικό» (σ. 17). Στη συγγραφή της μελέτης του ο Θανάσης Καραγιάννης ακολουθεί πιστά τους βασικούς κανόνες της εκπόνησης μιας προσεγμένης και υποδειγματικής επιστημονικής εργασίας, η οποία περιλαμβάνει εκτός από τους τρεις προλόγους που προαναφέρθηκαν, μια αναλυτική εισαγωγή, τέσσερα επί μέρους κεφάλαια, γενικά συμπεράσματα-προτάσεις, παραρτήματα, επίμετρο, ευρετήριο ονομάτων και ενδεικτική βιβλιογραφία. Στην εισαγωγή του ο συγγραφέας- μελετητής, αφού αναλύει την ερευνητική και μεθοδολογική του προσέγγιση, μας πληροφορεί ότι, εκτός από το έργο του Βασίλη Ρώτα για παιδιά και έφηβους και την ερμηνευτική του προσέγγιση, η διατριβή του περιλαμβάνει και την αναφορά σε ένα σημαντικό μέρος από το έργο του Ρώτα για ενήλικους, το οποίο παρουσιάζεται για πρώτη φορά και κρίθηκε ως κατάλληλο για παιδιά και έφηβους, με βάση αξιολογικά κριτήρια που τέθηκαν από τον ίδιο (αισθητικά, ιδεολογικά, γλωσσικά, θεματολογικά, ιστορικά και παιδαγωγικά). Το εισαγωγικό κεφάλαιο περιλαμβάνει επίσης μια αναφορά στον «ιστορικό περίγυρο», όπως ονομάζει την περιρρέουσα ιστορική πραγματικότητα του 20ού αιώνα, που σημαδεύτηκε από συγκλονιστικά γεγονότα που συντάραξαν την Ευρώπη και την Ανθρωπότητα ολόκληρη, επηρεάζοντας καθοριστικά και τη λογοτεχνική πορεία του ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Βασίλη Ρώτα, ο οποίος έζησε και έδρασε στη μεγαλύτερη διάρκεια του αιώνα. Γίνεται αναφορά στους δυο μεγάλους παγκόσμιους πολέμους του 20ού αιώνα και τις συναφείς ιστορικές περιπέτειες του ελληνισμού που προαναφέρθηκαν, οι οποίες αρχίζουν με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 και ολοκληρώνονται με την Τουρκική Εισβολή του 1974 και τη συνακόλουθη κυπριακή τραγωδία, τις συνέπειες της οποίας βιώνουμε ίσαμε σήμερα. Ο συγγραφέας -μελετητής ολοκληρώνει την εισαγωγική του αναφορά με μια αναλυτική και λεπτομερή και άκρως τεκμηριωμένη παράθεση στοιχείων και σημαντικών πληροφοριών-όπως γίνεται και σε ολόκληρη τη διατριβή, για τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Βασίλη Ρώτα και τις σπουδές του, τη μετέπειτα ζωή και δραστηριότητά του και τις επιδράσεις στην προσωπικότητα και το έργο του. Μέσα από τα κείμενα αυτά παρατίθεται πλήθος πληροφοριών για την οικογενειακή του ζωή με τους γονείς και τα τέσσερα αδέλφια του, στο Χιλιομόδι αρχικά, στην Κόρινθο αργότερα και τελικά στην Αθήνα. Τις μαρτυρίες για τη ζωή του Ρώτα αντλεί ο μελετητής από τις δυο γυναίκες της ζωής του, τη σύζυγό του Κατερίνη Γιαννακοπούλου-Ρώτα και τη μετέπειτα σύντροφό του Βούλα Δαμιανάκου, αλλά και από σωρεία άλλων πηγών που καταγράφονται ως υποσημειώσεις και υπομνηματισμοί στο κάτω μέρος κάθε σελίδας του βιβλίου. Μέσα από τις αναφορές για τις σπουδές του φαίνεται ο έντονος προβληματισμός του νεαρού Ρώτα για τις αδυναμίες και τις στρεβλώσεις του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά και η έφεσή του για το γράψιμο, που εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς. «Από μικρός ο Ρώτας είναι ανήσυχος χαρακτήρας», σημειώνει ο Θαν. Ν. Καραγιάννης (σ.33), «θεατρική φυσιογνωμία με μια σπιρτάδα σε όλε του τις πράξεις, γεγονός που δίνει κίνητρο σε κάποιες νέες κοπέλες να τον προσέξουν περισσότερο γιατί έχει χαριτωμένη και ευγενική συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να ξεχωρίζει από τους συνομήλικούς του" ενώ, όπως συνεχίζει, από νωρίς εκδηλώνει και τις καλλιτεχνικές και λογοτεχνικές του επιδόσεις. Η μετέπειτα ζωή και οι επιδράσεις στο έργο του σίγουρα σφραγίζονται από το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει και δραστηριοποιείται, όπως επίσης και από τα γεγονότα που επηρεάζουν δραματικά τον τόπο και το λαό, ενώ σημαντικές είναι οι φιλίες του με λογοτέχνες της εποχής, όπως ο Μάρκος Αυγέρης, ο Κώστας Βάρναλης, ο Φώτος Πολίτης και οι γνωριμίες του με εξέχουσες μορφές του δημοτικιστικού κινήματος, ανάμεσα στις οποίες, όπως μας πληροφορεί ο Καραγιάννης, περιλαμβάνονταν ο Κωστής Παλαμάς, ο Αργύρης Εφταλιώτης, ο Αλέξανδρος Πάλλης και ο Γιάννης Ψυχάρης. «Οι φιλολογικές του σπουδές», σημειώνει ο μελετητής, «στη λογοτεχνία και το θέατρο (ιδιαίτερα οι θεατρικές του σπουδές στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, αλλά και οι σπουδές στο χορό και τη μουσική, στη Σχολή Καλησπέρη και στο Ωδείο Λόττνερ), καθώς και η επαγγελματική του ενασχόληση με το θέατρο ως ηθοποιός και αργότερα ως θεατρικός συγγραφέας και μεταφραστής αποτελούν αφορμές για βαθιά μελέτη, από μέρους του, της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, της ελληνικής δημοτικής ποίησης και της ενγένει λογοτεχνίας, της λαϊκής γλώσσας, του ελληνικού λαϊκού θεάτρου, της ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας, αλλά και της ιστορίας της λογοτεχνίας, του θεάτρου και της τέχνης. Αυτά, σχολιάζει ο μελετητής, μαζί με την αρχαιοελληνική διαλεκτική σκέψη και την υλιστική μαρξιστική σκέψη, την οποία γνώρισε και ασπάστηκε ο Ρώτας καθόρισαν εν πολλοίς την πνευματική, ιδεολογική και λογοτεχνική του πορεία, ενώ είναι εξίσου σημαντικό και καθοριστικό για τον Ρώτα, προστίθεται στο σχολιασμό του μελετητή, το γεγονός ότι, εκτός από τους αρχαίους Έλληνες κλασικούς συγγραφείς, τραγικούς και κωμικούς, των οποίων το έργο έχει μελετήσει σε βάθος και έχει μεταφράσει ορισμένα έργα, ο Ρώτας μελετούσε και μετάφραζε έργα από άλλες τέσσερις γλώσσες που τις έμαθε μόνος του: αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά. Έτσι λοιπόν γνωρίζει σε βάθος το έργο μεγάλων Ευρωπαίων συγγραφέων και διανοητών, όπως ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος, ο Σίλλερ, ο Τολστόι, ο Πούσκιν, ο Τσέχοφ, ο Μίλλερ, ο Καλτερόν, ο Ίψεν και άλλοι. Στη συνέχεια της διδακτορικής διατριβής του Θανάση Ν. Καραγιάννη γίνεται μια μεθοδική και καθ’ όλα επιστημονική, εμβριθής και τεκμηριωμένη ανάλυση για το λογοτεχνικό έργο του Ρώτα για παιδιά και έφηβους- που είναι και το θεματικό επίκεντρο της όλης ερευνητικής εργασίας, μέσα από τέσσερα ξεχωριστά κεφάλαια, τα οποία καλύπτουν το θέατρο, την ποίηση, την πεζογραφία και τα κλασικά εικονογραφημένα. Τα στενά χρονικά περιθώρια που διαθέτουμε δεν επιτρέπουν σίγουρα μια εκτενή και εμπεριστατωμένη αναφορά στα επί μέρους κεφάλαια, στα οποία πέρα από το πλήθος των πληροφοριών και των υπομνηματισμών, διαφαίνεται η μεγάλη αγάπη του Καραγιάννη για τον Βασίλη Ρώτα, η συγγραφική του δεξιοτεχνία αλλά και το μέγεθος της ερευνητικής του εργασίας, τα αποτελέσματα της οποίας εντυπωσιάζουν κάθε επαρκή αναγνώστη και μελετητή. Το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου, που καταλαμβάνει γύρω στις 250 σελίδες αφιερώνεται στο θέατρο και περιλαμβάνει 14 υποκεφάλαια, που αναφέρονται στις πρώτες θεατρικές εμπειρίες του Ρώτα, τις θεατρικές και άλλες σπουδές του, την ηθοποιία, τη σκηνοθεσία και τη διδασκαλία, τη θητεία του στο «Λαϊκό Θέατρο Αθηνών», όπου δόθηκαν 198 παραστάσεις (τις οποίες παραθέτει ο μελετητής), από το 1930-1933, το Θεατρικό Σπουδαστήριο που δημιουργήθηκε στα χρόνια της ιταλογερμανικής κατοχής (1942) και τον Θεατρικό Όμιλο ΕΠΟΝ Θεσσαλίας στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας (1944). Το σημαντικότερο μέρος του κεφαλαίου αυτού καλύπτει μια αδρομερής ανάλυση του παιδικού θεατρικού έργου του Βασίλη Ρώτα. Ο ερευνητής, αφού πρώτα κάνει μια κατά χρονολογικές περιόδους ταξινόμηση του θεατρικού έργου του Ρώτα (περιοδολόγηση), παραθέτει τις απόψεις και προτάσεις του Ρώτα για το σχολικό θέατρο όπως καταγράφονται στα βιβλία που εξέδωσε (Οδηγός για σχολικές παραστάσεις, Εισαγωγή στο θέατρο για παιδιά, Το παιδικό θέατρο στην Ελλάδα), ενώ καταγράφονται και παρατίθενται στα τρία τελευταία υποκεφάλαια όλες οι σχετικές λεπτομέρειες για το παιδικό και εφηβικό θέατρο του Ρώτα, όπως επίσης και το σχολικό θέατρο που έγραψε για παιδιά και περιλαμβάνει: ιστορικά και πατριωτικά έργα, κοινωνικά, θρησκευτικά-εορταστικά, δραματική ανάπλαση μύθων και θεατρικές σκηνές με πρόσωπα ή ζώα. Το κεφάλαιο κλείνει με μια αναφορά στην παιδαγωγική διάσταση του παιδικού θεατρικού έργου του Βασίλη Ρώτα και με την παράθεση σχετικών συμπερασμάτων. Είναι εκπληκτική πράγματι, η συνεισφορά του Ρώτα στο παιδικό και το σχολικό θέατρο, το οποίο, όπως σημειώνει ο Καραγιάννης, «διαμορφώνεται με κοινωνικά και ιστορικά κριτήρια, ενώ από την Κατοχή και μετά η ιδεολογία του ακολουθεί τον κοινωνικό ρεαλισμό, με βάση όμως τον πατριωτισμό, τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές αξίες.» (σ. 292). Είναι όντως εντυπωσιακή η εργογραφία του Ρώτα, όπως καταγράφεται από τον Καραγιάννη στο παράρτημα του βιβλίου, η οποία περιλαμβάνει 54 εκδόσεις βιβλίων, από τα οποία τα περισσότερα είναι θεατρικά, 49 κλασικά εικονογραφημένα και πέραν των 50 εκδόσεων αποτελούν μεταφράσεις θεατρικών έργων από την κλασική και τη σύγχρονη δραματουργία. Το πιάνο, Ελληνικά νιάτα, Παραμύθι της Ανέμης, Ο ήρωας Κατσαντώνης, Κιλελέρ, Οι Γραμματιζούμενοι, Προμηθέας ή η κωμωδία της αισιοδοξίας, Να ζει το Μεσολόγγι, Σε γνωρίζω από την κόψη, Νενικήκαμεν, Πολεμικό ξεπροβόδισμα, Η Κατοχή, Μάνα, Η γλωσσού, Σπιτίσιο φαΐ, Τα κορίτσια επαναστατούν, Ο Καρδούλας δραγάτης, Οι μαξιλαριές, Ο ήρωας, Η αξιοπρέπεια, Η Ειρήνη, Ο Καραγκιόζης δάσκαλος, Το μάθημα της Ιστορίας, Ο Καραγκιόζης πάει σχολείο ,Μια δραχμή παστέλι, Ο πασάς μαθαίνει τον Καραγκιόζη τι εστί πατρίς, Το γράμμα που έστειλε ο Καραγκιόζης στον Σαρλό, Ο Σαρλό στην Αθήνα, Ραφτάκι, Ιησούς δωδεκαετής εν τω ναώ, Ο χορός των παιχνιδιών, Ο Καρδούλας και ο λύκος, Αλεπού και σκαντζόχοιρος, Κότες-πάπιες-χήνες-γάλοι, Η τράτα, Ο Θεληματάρης είναι οι τίτλοι μερικών από τα 37 παιδικά και σχολικά θεατρικά έργα όλων των κατηγοριών που προαναφέρθηκαν, τα οποία αναλύει και παρουσιάζει στη διατριβή του, ενδεικτικά, ο Καραγιάννης, δίνοντας για όλα σχετικές γραμματολογικές-θεατρολογικές πληροφορίες και κάνοντας αναφορά στην υπόθεσή τους, τους ήρωες, τους χαρακτήρες και τις ιδεολογικές τους προεκτάσεις. Με παρόμοια στρατηγική ακολουθεί στο δεύτερο κεφάλαιο η αναφορά στην παιδική ποίηση του Ρώτα, που καλύπτεται διεξοδικά και αρκούντως τεκμηριωμένα μέσα σε 108 σελίδες, στις οποίες ο μελετητής κάνει ειδική αναφορά στις παιδικές ποιητικές συλλογές του Ρώτα και στα ποιήματά του που δημοσιεύτηκαν σε εκδόσεις για ενήλικους και σε διάφορα περιοδικά ή άλλα έντυπα. Γίνεται γραμματολογική, θεματική εξέταση και ερμηνευτική προσέγγιση των ποιημάτων που ταξινομούνται σε φυσιολατρικά, σχολικά, κοινωνικά, εμπνευσμένα από τον λαϊκό πολιτισμό, σατιρικά-χιουμοριστικά, θρησκευτικά, φιλειρηνικά-αντιπολεμικά, πολιτικά, ποιητικές αναπλάσεις μύθων και άλλα. Η αναφορά στην ποίηση του Ρώτα ολοκληρώνεται με τις γλωσσολογικές, αισθητικές και μορφολογικές επισημάνσεις του μελετητή, ο οποίος αναφέρεται επίσης σε μελοποιημένη ποίηση του Ρώτα, όπως είναι π.χ. πολύ γνωστό μας Το Χριστινάκι, που πρωτοτραγούδησε η Καίτη Χωματά και άλλα, δίνοντας καταλυτικά και τις παιδαγωγικές διαστάσεις της ποίησης του Ρώτα και τα συμπεράσματα. Τέλος, πολύ συνοπτικά αναφέρουμε τους τίτλους απλά των άλλων κεφαλαίων, όπου η επεξεργασία και η μελέτη των κειμένων ακολουθεί εν πολλοίς παρόμοια στρατηγική. Στο τρίτο κεφάλαιο η αναφορά καλύπτει το πεζογραφικό έργο του Ρώτα για παιδιά και έφηβους, το οποίο αναλύεται και αναδεικνύεται μέσα σε 36 σελίδες, και περιλαμβάνει: παραμύθια, μικρές ιστορίες, μύθους, διηγήματα και μεταφράσεις μυθιστορηματικής βιογραφίας. Δίνεται τέλος η παιδαγωγική διάσταση της πεζογραφίας του Ρώτα και παρατίθενται σχετικά συμπεράσματα. Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο η αναφορά καλύπτει τα κλασικά εικονογραφημένα του Βασίλη Ρώτα. Η διατριβή, όπως ήδη έχουμε αναφέρει ολοκληρώνεται με τα γενικά συμπεράσματα, που είναι αρκετά ενδιαφέροντα και ευρηματικά, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα παραρτήματα, που περιλαμβάνουν το ποίημα του Ρώτα Ο βίος μου, γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας Ρώτα, Χρονολόγιο και αναλυτική εργογραφία. Ως επίμετρο, τέλος παρατίθενται φωτογραφικά και ιστορικά ντοκουμέντα, μέσα από τα οποία ζωντανεύει κυριολεκτικά μια ολόκληρη εποχή, ενώ το βιβλίο τελειώνει με ευρετήριο ονομάτων και ενδεικτική βιβλιογραφία. Αξίζουν πραγματικά τα πιο θερμά συγχαρητήρια στον Θανάση Καραγιάννη, που μας έδωσε ένα βιβλίο άρτια και επιστημονικά επεξεργασμένο, μέσα από τις σελίδες του οποίου μπορεί κάθε ενδιαφερόμενος μελετητής και απλός αναγνώστης να ενδιατρίψει και να εμβαθύνει στο μοναδικό και ανεπανάληπτο έργο του Βασίλη Ρώτα, ο οποίος με τη δύναμη του νου και της γραφίδας του, αλλά και με το πάθος της προοδευτικής και ανθρωπιστικής του ιδεολογίας αποτύπωσε μέσα στο έργο του μια ολόκληρη εποχή, υπηρετώντας πρωτίστως διαχρονικές αρχές και αξίες που αναδεικνύουν το μεγαλείο του ανθρώπου, με γνώμονα πάντα τη μεγάλη του αγάπη για το παιδί αλλά και με επίγνωση της μεγάλης σημασίας που έχει ο παιδαγωγικός ρόλος του θεάτρου και της λογοτεχνίας γενικότερα. Δρ. ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΤΣΩΝΗΣ Πρ. Επιθεωρητής Φιλολόγων – Πρόεδρος του Κ.Σ.Π.Ν.Β Λογοτέχνης – Συγγραφέας

Θαν. Ν. Καραγιάννη, ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ

Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ Η Β Ι Β Λ Ι Ο Υ Σ Ε Ε Κ Δ Η Λ Ω Σ Η ΣΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ (5.2.2013) Θανάση Καραγιάννη «ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ 2007-2010» Το «θέατρο για παιδιά» είναι ένα θέμα που απασχολεί και προβληματίζει σήμερα όχι μόνο εκείνους που ασχολούνται με αυτό αλλά και πολλούς άλλους (εκπαιδευτικούς, γονείς, πολιτιστικούς φορείς, θεατρολόγους, διευθυντές θεάτρων και, βεβαίως, τα ίδια τα παιδιά). Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για τη βαρύνουσα σημασία του θεάτρου στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Σαν είδος, αποτελεί τη συνισταμένη όλων των τεχνών και τους παρέχει την ευκαιρία να ανακαλύψουν τα ταλέντα τους, να ωριμάσουν συναισθηματικά, να κοινωνικοποιηθούν και να μυηθούν στο μαγικό κόσμο της θεατρικής δημιουργίας, παρέχοντας καθημερινά μοναδικές συγκινήσεις σε όλους όσους το αγαπούν και το υπηρετούν. Το «θέατρο για παιδιά» σήμερα προσπαθεί να βρει τις ισορροπίες του μέσα σε ένα εντελώς νέο και διαφορετικό τοπίο, ένα τοπίο εν δράσει και εν εξελίξει. Δυστυχώς, όμως η κριτική του «θεάτρου για παιδιά» είναι σχεδόν ανύπαρκτη στην Ελλάδα και εντελώς ανύπαρκτη στην Κύπρο. Εύλογα κυριαρχεί η άποψη, την οποία συμμερίζονται αρκετοί σκηνοθέτες, ότι η μη ύπαρξη κριτικής θεάτρου για παιδιά, έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει το ενδιαφέρον και η ενθάρρυνση για να παρουσιάσουν μια παράσταση, πόσω μάλλον να γράψει κάποιος ένα νέο επίκαιρο έργο αφού πιθανόν να μην τύχει καμίας αναγνώρισης ή εκτίμησης. Κάποιοι άλλοι συνάδελφοι μου, θεατρολόγοι, στρουθοκαμηλίζοντας κρύβονται πίσω από τις εξειδικευμένες γνώσεις που απαιτούνται για τη συγγραφή μιας κριτικής θεάτρου για παιδιά και των πολλών παραστάσεων που υπάρχουν με τον χρόνο να μην είναι αρκετός για να τις παρακολουθήσουν όλες. Σε αυτές τις απόψεις ο Θανάσης Καραγιάννης τολμά και κάνει το πρώτο βήμα, δίνοντας απαντήσεις, προσφέροντας έτσι το πρώτο και μέχρι στιγμής το μοναδικό βιβλίο στην Ιστορία της Ελληνικής Βιβλιογραφίας με θέμα την κριτική θεάτρου για παιδιά. Όπως ο ίδιος αναφέρει στην εισαγωγή του βιβλίου «οι κριτικοί του θεάτρου για παιδιά-αυτοί και όσοι υπάρχουν και στο βαθμό που ασχολούνται με το είδος αυτό- έχουν την ηθική και κοινωνική υποχρέωση να ανοίξουν διάλογο μεταξύ των δραματουργών, συντελεστών των παραστάσεων για παιδιά και των ηθοποιών από τη μια, και των εκπαιδευτικών και γονιών από την άλλη, οι οποίοι έχουν ένα σημαντικό μέρος ευθύνης για τη θεατρική αγωγή, ανάπτυξη και καλλιέργεια της προσωπικότητας των παιδιών». Και συμπληρώνει «Οι κριτικοί θεάτρου (δημοσιογράφοι, θεατρολόγοι ή εκπαιδευτικοί, ανεξαρτήτως ποιοι απ’ όλους θα παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο) πρέπει ν’ αναλάβουν την ευθύνη, που τους αναλογεί, απέναντι στη θεατρική αγωγή και κοινωνική διαπαιδαγώγηση, δια του θεάτρου, των παιδιών και των εφήβων και να πάρουν πρωτοβουλίες.» Έχοντας στη διάθεσή του, δύο έντυπα πανελλήνιας εμβέλειας, την εφημερίδα Ριζοσπάστης και το περιοδικό Θέματα Παιδείας, αφού -όπως αναφέρει στην εισαγωγή του βιβλίου του- αρχικά ο ίδιος πρότεινε στους διευθυντές των δύο εντύπων να του παραχωρηθεί κάποιος χώρος για επίτευξη του εγχειρήματός του, κατάφερε να υλοποιήσει αυτό που κανείς άλλος δεν είχε επιχειρήσει μέχρι πρόσφατα: την σε τακτική βάση παρουσίαση-κριτική θεατρικών παραστάσεων για παιδιά. Με θέληση, αγάπη, αλλά και με συστηματική έρευνα ο Θανάσης Καραγιάννης συνέβαλε και συνεχίζει να συμβάλει στην παρουσία και προβολή της κριτικής του Θεάτρου για τα παιδιά κι ας «ορισμένοι δημιουργοί δεν θέλησαν τη συνεργασία του, άλλοι απαξιώνοντας την προσπάθειά του και άλλοι ενοχλημένοι από την ιδεολογική ταυτότητα του δημοσιογραφικού οργάνου του ΚΚΕ, παραβλέποντας την ουσία της υπόθεσης και του κοινωνικού/πολιτικού καθήκοντος όλων στα ζητήματα θεατρικής αγωγής του λαού μας και ιδιαίτερα όσων ασχολούνται με τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών». Ο Θανάσης Καραγιάννης στο βιβλίο του «Κριτική Θεάτρου για παιδιά 2007-2010» αναδημοσιεύει 110 κριτικά σημειώματα, στα οποία παρουσιάζει, σχολιάζει και κρίνει θεατρικά κείμενα για παιδιά και τις παραστάσεις τους, για τις θεατρικές περιόδους 2007-2008, 2008-2009 και 2009-2010, με γνώμονα τα γνωρίσματα του «θεάτρου για παιδιά»: δηλαδή το κείμενο, την παράσταση, την επικοινωνία και την παιδαγωγική. Δίνει βαρύτητα στο κείμενο αλλά και στη σκηνική του απόδοση, στην παιδαγωγική αλλά και μορφωτική αποστολή που επιδιώκεται δι’ αυτού. Στο βιβλίο «Κριτική Θεάτρου για παιδιά 2007-2010» αναδημοσιεύονται, με ελάχιστες διορθώσεις και προσθήκες, 102 κριτικά κείμενά του από την εφ. «Ριζοσπάστης», 6 από το περιοδικό «Θέματα Παιδείας», 1 από την εφημερίδα «Ενεργός Δημότης Νοτίων Προαστίων» και 1 από το θεατρικό πρόγραμμα (2009-2010) του θιάσου «Αβάντι». Περιλαμβάνονται κριτικά κείμενα για παραστάσεις που εμπερικλείουν τους τέσσερις βασικούς άξονες της δραματουργίας που καλύπτουν το σύνολο σχεδόν των έργων για παιδιά. Τους αναφέρω επιγραμματικά: Ο πρώτος άξονας αφορά στην αρχαία ελληνική γραμματεία με διασκευές και δραματοποιήσεις που ξεκινούν από τον Αριστοφάνη και τον Όμηρο και φτάνουν μέχρι την τραγωδία και την Ιστορία. Ο δεύτερος αναφέρεται στο παραμύθι και τη λαϊκή (ελληνική) παράδοση. Ο τρίτος προκύπτει από διασκευές, δραματοποιήσεις και διακειμενικές συνθέσεις έργων της ελληνικής και παγκόσμιας λογοτεχνίας. Κι ο τέταρτος προέρχεται από τη σύγχρονη θεματική, με θέματα οικολογικά, κοινωνικού προβληματισμού, διαφυλικές, διαπροσωπικές σχέσεις, κ.ά. Κατά είδος, στο βιβλίο, συμπεριλαμβάνονται κριτικά σημειώματα για παραστάσεις που αφορούν: Θέατρο (76 στο σύνολο), Θέατρο-Μπαλέτο (2), Θέατρο-Θεατρικό Παιχνίδι (5), Όπερα (3), «Ζακυνθινή Ομιλία» (1), Κουκλοθέατρο (13), Θέατρο Σκιών (3), Μαριονέτες (3), Αφήγηση παραμυθιών (θεατρική έκφανση) (4). Θα ήθελα, στο σημείο αυτό, να σταθώ στην κριτική γραφή του Θανάση Καραγιάννη: Ο Βρετανός κριτικός λογοτεχνίας Ian Watt (Ίαν Βάττ) στη δραστηριότητα του κριτικού περιλαμβάνει τέσσερις αναγκαίες συνιστώσες: την πνευματική αναγνώριση του αντικειμένου έρευνας, την αισθητική αποτίμησή του, την άμεση δέσμευσή των συναισθημάτων του κριτικού απέναντι στο αντικείμενό του, καθώς και τη λεκτική έκφραση των τριών προηγούμενων συνιστωσών. Με την ιδιότητα του παιδαγωγού αλλά και του βετεράνου εκπαιδευτικού, έχοντας τις «ποικίλες» γνώσεις, ο Θανάσης Καραγιάννης, αναπτύσσει ένα πρόσφορο έδαφος βιωμάτων μέσα από τις κριτικές του, ανοίγοντας νέους ορίζοντες και προεκτείνοντας τα όρια της ανθρώπινης εμπειρίας στο θέατρο για παιδιά. Γιατί «η κριτική δεν είναι ζήτημα μεθόδου», όπως έγραψε ο Μουλλάς αλλά «είναι υπόθεση ταμπεραμέντου. Ένα ύφος και ένα ήθος. Ένας τρόπος γραφής. Μια σχέση με τον λόγο και με τον κόσμο». Η «κριτική» γλώσσα του Καραγιάννη διέπεται από δεκτικότητα, ευαισθησία και εντιμότητα απέναντι στα νέα καλλιτεχνικά κινήματα, οξυδέρκεια, βαθύνοια, πρωτοτυπία, πληρότητα και αρτιότητα. Δεν λειτουργεί μόνο ως ενημερωτική και ως εργαλειακή. Δεν αναλίσκεται σε οιδηματικές μικρότητες ούτε σε περίτεχνες φαυλότητες αλλά, όπως σημειώνει και ο Κώστας Γεωργουσόπουλος στον πρόλογο του βιβλίου, «Οι κριτικές του Καραγιάννη είναι παιδαγωγικά ευθείες, αισθητά απαιτητικές και θεατρικά ενημερωμένες». Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό, και πέρα από το θεωρητικό της παρουσίασης του βιβλίου, να μοιραστώ μαζί σας μία εκ των 110 κριτικών που αναδημοσιεύει στο βιβλίο του, μεταφέροντας σας την κριτική γραφή του Καραγιάννη, όπως την ανέπτυξα πιο πάνω. Πρόκειται για την κριτική που έγραψε στην εφ. «Ριζοσπάστης» στις 17.12.2009, για την παράσταση του έργου Τα μαγικά μαξιλάρια (Ένας δάσκαλος, ένας σπόρος, μια ελπίδα) του Ευγένιου Τριβιζά από το Παιδικό Στέκι του Εθνικού Θεάτρου, που ανέβηκε στο θέατρο REX. (βιβλίο σελ. 94) Ο Θανάσης Καραγιάννης καταφέρνει μέσα από τα κριτικά του κείμενα από τη μια μεριά να διαφωτίζει και να καθοδηγεί το κοινό και από την άλλη, να ελέγχει και να αποτιμά την πνευματική πράξη και το καλλιτεχνικό προϊόν. Ενδιαφέρεται και αποτιμά όλες τις παραμέτρους της κάθε παράστασης χωρίς δημοσιογραφικούς σχολιασμούς, χωρίς καμία κενόδοξη γνώμη. Συλλαμβάνει τους παλμούς του παρόντος μέσα από τα ζωτικά στοιχεία του παρελθόντος. Εντοπίζει δηλαδή και αξιολογεί τον σύνδεσμο μεταξύ κειμένου και παράστασης. Το θέατρο για παιδιά είναι εξαιρετικά ευαίσθητη και ιδιάζουσα περίπτωση. Μέσα στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία η πολιτεία, το σχολείο, οι γονείς και κηδεμόνες, οι άνθρωποι των ΜΜΕ και του θεάτρου, θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό. Και είναι αυτή την προσοχή που ο Θανάσης Καραγιάννης τονίζει με το βιβλίο του αυτό. Με τον παρόντα τόμο ο Θανάσης Καραγιάννης προσφέρει στην θεατρική μας βιβλιογραφία πολύτιμο υλικό για τη θεατρολογία και τη δραματολογία αλλά και την ιστορία του θεάτρου για παιδιά. Το βιβλίο «Κριτική Θεάτρου για παιδιά 2007-2010» δεν αφορά μόνο τους θεατρολόγους, δραματολόγους και μελετητές του θεάτρου, αλλά αφορά και τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς, τους διευθυντές θεάτρων και όσων άλλων εμπλέκονται στην θεατρική διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Αγαπητέ Θανάση… με την ιδιότητά μου ως θεατρολόγος/δραματουργός θέλω να σε ευχαριστήσω για την προσφορά σου στην θεατρολογία, στην σύγχρονη ιστορία του θεάτρου, στη σύγχρονη ελληνική βιβλιογραφία του θεάτρου με το βιβλίο σου. Το μήνυμά σου ελήφθει. Χρίστος Γεωργίου Θεατρολόγος/Δραματουργός

Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ

Κυκλοφόρησε σε 2η έκδοση το βιβλίο μου: "ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ" (Πρόλογος: ΚΩΣΤΑΣ ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ), εκδ. ΠΑΡΑΛΟΣ, Αθήνα 2013, σσ. 226

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΘΑΝ.Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Θαν. Ν. Καραγιάννη, ΚΕΙΜΕΝΑ. ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ. ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ, Εκδόσεις Πάραλος, Αθήνα 2013, σ. 136. Περιέχει έντεκα εισηγήσεις σε συνέδρια, δοκίμια και άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες, τα οποία αφορούν το Θέατρο, θεατρολογικού και φιλολογικού ενδιαφέροντος, ειδωμένα και από τη σκοπιά του παιδαγωγού.

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013

ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ ΘΑΝΑΣΗ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ

ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΥΝΤΟΜΑ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ: "ΚΕΙΜΕΝΑ. ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ. ΘΕΑΤΡΟ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ", ΕΚΔΌΣΕΙΣ ΠΑΡΑΛΟΣ, ΑΘΗΝΑ 2013, σσ. 132
ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ "ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑΣ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1871-1949) & ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (1932-1949). ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΘΕΑΤΡΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ. Προλογίζει ο Καθηγητής ΒΑΛΤΕΡ ΠΟΥΧΝΕΡ, Εκδοτικός Οίκος Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2012, σ. 551.

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Συνεντεύξεις

Το παρακάτω κείμενο θα δημοσιευόταν στο περ. «Θέματα Παιδείας». Τελικά, όμως, δε δημοσιεύτηκε. Γι’ αυτό το δημοσιεύω εδώ, για την Ιστορία του Θεάτρου για παιδιά. Με την ευκαιρία της φετινής (2010-2011) παράστασης του έργου του Ευγένιου Σπαθάρη «Σκιών Καμώματα» «Ο γάμος του μπαρμπα-Γιώργου» στο θέατρο «Batmidon», o Θανάσης Ν. Καραγιάννης παίρνει ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ από τους ηθοποιούς Γιάννη Μποσταντζόγλου και Τάκη Βαμβακίδη Κύριε Μποσταντζόγλου, ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι σημαίνει για σας «Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο Σκιών»; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Σημαίνει μεταλαμπάδευση πολιτιστικών αισθητικών αξιών με τη φιλοσοφία και τη σάτιρα, που διαχρονικά χαρακτηρίζει τον Έλληνα. Είναι μνήμες που σβήνουν σιγά σιγά από τη σημερινή απρόσωπη και ισοπεδωτική αισθητική της παγκοσμιοποίησης και αν θέλουμε να διατηρήσουμε την πολιτιστική μας ταυτότητα πρέπει το λαϊκό μας θέατρο σκιών να το κρατήσουμε ζωντανό και αληθινό και όχι μουσειακό και άψυχο. Το μέγεθος και το μεγαλείο είναι πώς και γιατί γεννήθηκε ο Έλληνας Καραγκιόζης από τον Δημήτρη Σαρδούνη (Μίμαρο) και ποια ήταν η εξελιξή του… ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια είναι η κεντρική ιδέα και η βασική θεματολογία του έργου «Ο γάμος του μπαρμπα-Γιώργου», που παίζετε φέτος; Ποιοι είναι οι βασικοί ήρωες του έργου και τι προσφέρει ιδιαίτερα στην εξέλιξη του μύθου, ή σε καλλιτεχνικό και κοινωνικό επίπεδο, ο καθένας τους; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Φαινομενικά είναι ένα προξενιό, αλλά η ιδέα είναι Η Ι Δ Ε Α και η οξυδέρκεια του Καραγκιόζη, ο οποίος μαζί με το μόνιμο συνεργάτη και φίλο του (που είναι ένας είδος Καραγκιοζοκυβερνητικού εκπρόσωπου) Χατζηαβάτη, να στήσουνε όλο το «σύστημα», τη «μηχανή», για να γίνει ο γάμος, να φάνε και να πάρουν και λίρες σαν «μεσιτεία». Βασικοί ήρωες του έργου είναι οι δύο παραπάνω, ο μπαρμπα-Γιώργος (ο υποψήφιος γαμπρός, περήφανος Έλληνας, αυθόρμητος και καλοκάγαθος), ο κουμπάρος ο Νιόνιος, ο Ζακυνθινός, η νύφη η κόρη του κυρ Στάθη και τα κολλητήρια, που μαζί με την Αγλαΐα ζητάνε ψωμί και κεφτέδες… ΕΡΩΤΗΣΗ: Πού πρέπει να επικεντρωθούν ιδιαίτερα οι θεατές και να προσέξουν, όσον αφορά τη θεματολογία και την ιδεολογία του κειμένου και την αισθητική της παράστασης; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ν’ αφήσουν ελεύθερη την ψυχή και τη σκέψη τους να νοιώσουν παιδιά και το «θαύμα» θα συντελεστεί… Η αισθητική, η φιλοσοφία της παράστασης εκείνη την ώρα ζυμώνεται ουσιαστικά και η ενέργεια του κοινού πυροδοτεί τη φαντασία και την αυτοσχεδιαστική διάθεση και παρόρμηση του ηθοποιού… Ο Καραγκιόζης ο έμψυχος είναι λαϊκό πανηγύρι, ποτισμένο όμως από την αλήθεια και την περιρρέουσα καλή διάθεση και αγάπη του φίλου, που μπήκε στην περιπέτεια είτε σαν θεατής ή σαν εκτελεστής… ΕΡΩΤΗΣΗ: Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί τι προτείνετε να συζητήσουν μετά την παράσταση με τα παιδιά (ή τους μαθητές) τους; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ότι εντύπωση έκανε στα παιδιά και να κεντρίσουν με δεξιοτεχνία τη φαντασία τους να σκεφτούν, ν’ αναζητήσουν ακόμα πιο ουσιαστικά θέματα για τον Καραγκιόζη…, πώς, πότε, γιατί κ.τ.λ., να μπούνε στη μαγεία που θα φέρει τον «έρωτα» γι’ αυτό το μοναδικό περίεργο λαϊκό θέαμα… ΕΡΩΤΗΣΗ: Αισθητικά, πώς η μαγική και μυστηριώδης ατμόσφαιρα των σκιών και των χρωμάτων του μπερντέ, αποδίδεται στη θεατρική σκηνοθεσία για ηθοποιούς; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Κεντρίζουμε κατ’ αρχήν το πρωταρχικό αισθητήριο του θεατή με τον κλασσικό μπερντέ και μετά με σεμνότητα και αισθητική ζωντανεύουμε τους ήρωες στην σκηνή δηλαδή στην σημερινή κοινωνική πολιτική ψυχολογική πραγματικότητα ….και στο τέλος ξαναγυρίζουν οι ήρωες στην φωλιά τους ..πίσω από τον μπερντέ… ΕΡΩΤΗΣΗ: Ο ηθοποιός που παίζει το ρόλο του, αντί της φιγούρας του Θεάτρου Σκιών (την οποία στον μπερντέ κινεί η ψυχή του λαϊκού Καραγκιοζοπαίχτη), τι δανείζεται από τη λαϊκή μας παράδοση και πώς με την υποκριτική του προσπαθεί να ζωντανέψει τη λαϊκή φιγούρα πάνω στο παλκοσένικο; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Αν έστω και λίγες τέτοιες στιγμές και εικόνες τις έχει ξαναζήσει, αφήνεται και νοσταλγικά τις ξαναζεί και τις «χορταίνει»… Αν όχι, και όλα είναι «δανεικά», εκεί πρέπει να σκεφτεί, να διαβάσει, να δει παραστάσεις μπερντέ, ν’ αγαπήσει, ν’ «αρπάξει» λαίμαργα το ύφος του ήρωα και να το κάνει χαρά και διασκέδαση, πρώτα γι’ αυτόν και μετά αυτόματα θα επέλθει η μέθεξη στους φίλους θεατές… Κύριε Βαμβακίδη, ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια ήταν η συνεργασία σας με τον αείμνηστο Ευγένιο Σπαθάρη και ποια στοιχεία της τέχνης του σας επηρέασαν ως ηθοποιό; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Από το 1994 μέχρι που έφυγε από τη ζωή (Μάιος του 2009). ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΝΥΧΤΑ ΜΑΖΊ. Κατάλαβε και πίστεψε στη μεγάλη αγάπη που είχα γι’ αυτόν το λαϊκό ήρωα και μου εμπιστεύθηκε σημαντικά μυστικά της τρομακτικής τέχνης του. Το πάθος του, η αφοσίωσή του και η καλοσύνη του με έκαναν καλλίτερο ηθοποιό και καλλίτερο άνθρωπο. Το στοιχείο, το οποίο κυριολεκτικά το «άρπαξα» και το «ρούφηξα» ήταν η φυσικότητα που είχε η ηρεμία και ο αυθορμητισμός του. ΕΡΩΤΗΣΗ: Ο Σπαθάρης επιχείρησε κάποια διασκευή στο συγκεκριμένο παραδοσιακό θεατρικό κείμενο; Πρόσθεσε κάτι; Αν ναι, τι ακριβώς; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ότι η σύγχρονη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα έλεγε. Καθόλου δε φοβότανε την επικαιρότητα να την περάσει με μια ατάκα, με μια εικόνα στο έργο του. Με προέτρεπε να αυτοσχεδιάζω, ακόμα και με αφορμές που προέκυπταν στη ροή της παράστασης, στην πλατεία Κασταλίας, στο Μαρούσι, όπου είναι και το Σπαθάρειο Μουσείο. Ενώ παίζαμε την παράσταση, απέναντι στον δρόμο φάνηκε μια διαδήλωση. …Έφυγα από τη σκηνή, πήγα στην πορεία, πήρα τη ντουντούκα και ποιος είδε το Μαρούσι και δε γέλασε και δε χειροκρότησε… ΕΡΩΤΗΣΗ: Εσείς, στη συγκεκριμένη παράσταση, ποια σκηνοθετικά στοιχεία προσθέσατε πάνω σ’ εκείνα του Σπαθάρη, που ο ίδιος επιχείρησε όσο ζούσε; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Σε σχέση με το κείμενο, πρόσθεσα μόνο κάποιες ατάκες/σφήνες για Δ.Ν.Τ., ΚΡΙΣΗ, ΤΡΟΪΚΑ κ.λπ. Αλλά, σκηνοθετικά κινηθήκαμε στη γραμμή τη δική του, με κάποια νέα στοιχεία, αντανακλαστικά γεννημένα, από το νέο ηθοποιό που παίζει τώρα το ρόλο του Καραγκιόζη κ.λπ. ΕΡΩΤΗΣΗ: Το «Θέατρο Σκιών» ήταν ανέκαθεν σατιρικό και πολιτικό θέατρο. Ο κάθε Καραγκιοζοπαίχτης σατίριζε την πολιτική πραγματικότητα της εποχής του. Σαφώς, τα είδη «Θέατρο Σκιών» και «Επιθεώρηση» έχουν ως κοινό στοιχείο τη σατιρική αντιμετώπιση της σύγχρονης πολιτικής πραγματικότητας. Εσείς ποια στοιχεία προσθέσατε στη συγκεκριμένη παράσταση; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μίζα… Ζίμενς… Δ.Ν.Τ. (δηλαδή: τρομοκρατική οικονομική απάτη), Βατοπαίδι, «Μαζί τα φάγαμε» και χωριστά ιδρώσαμε…), η Patty-mania , οι εξεταστικές (χωρίς επιτηρητές…) κ.λπ. ΕΡΩΤΗΣΗ: Παρατήρησα ότι στην παράσταση, εμβόλιμα, λειτουργεί κατά διαστήματα ο παραδοσιακός μπερντές; Για να γνωρίζουν οι αναγνώστες μας, πέστε μου τα κείμενα και τα θέματα είναι από το ίδιο έργο ή από άλλα έργα; Τι ακριβώς συμβαίνει και γιατί; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Καταρχήν ο Δάσκαλος, εκτός του μύθου του έργου «Ο γάμος», είχε βάλει σαν έναρξη, συμβολικά, απόσπασμα από το «Καταραμένο φίδι», σύμβολο και σφραγίδα της Ιστορίας του Θεάτρου Σκιών, και δυο-τρία ακόμη μικρά αποσπάσματα, που είναι στη δομή του έργου (ο ίδιος σαν φιγούρα που λέει το τραγούδι του γάμου – ο Σταύρακας), που δίνουν τη γεύση και το χρώμα της φωλιάς, της σπηλιάς, από όπου φύτρωσε… ΕΡΩΤΗΣΗ: Ο σκηνογράφος, ο μουσικός και ο φωτιστής τι ρόλο παίζουν στο «μεταλλαγμένο» Θέατρο Σκιών; Τι προσπάθειες κάνουν για να μη χαθεί η μαγεία της λαϊκής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής ήχου, φωτός, σκιών; Εδώ ποια στοιχεία της λαϊκής παράδοσης πήρατε υπόψη, ως σκηνοθέτες, αλλά και οι άλλοι συντελεστές ποια στοιχεία πήραν υπόψη τους και πώς τα μετουσίωσαν στη συγκεκριμένη παράσταση; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Οι συντελεστές όλοι ποτιστήκανε, πριν ανθίσουνε από τη βαθιά σκέψη και γνώση του Δάσκαλου, και ακολούθησαν τη φιλοσοφία του. Το ύφος, η κίνηση, το σκηνικό, το κοστούμι είναι σαν στον μπερντέ. Απλά είναι τρισδιάστατο και πιο ελεύθερο σε φωτισμό και σε κίνηση. Στον Καραγκιόζη, έλεγε, οι άντρες παίζουν άντρες και οι γυναίκες γυναίκες. Ο Χατζηαβάτης π.χ. πρέπει να είναι έτσι, σαν φιζίκ, σαν πρόσωπο και σαν ύφος, και δε γίνεται να είναι αλλιώς. Αυτό είναι νόμος…! Έτσι μιλάει ο Νιόνιος και όχι αλλιώς κ.τ.λ. κ.τ.λ. Είναι δύσκολο σαν ερμηνεία, σαν αναπαράσταση ζωντανή στη σκηνή! ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια, κατά τη γνώμη σας, είναι τα παιδαγωγικά στοιχεία και τα κοινωνικά μηνύματα, που τα παιδιά δέχονται στην συγκεκριμένη παράσταση; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Παρ’ ότι τα σημερινά παιδιά δε μεγαλώσανε με τον Καραγκιόζη, μόλις τον συναντήσουν, τον αγαπάνε και τον υποστηρίζουν, πάνε κόντρα στην πείνα και την αδικία. Τι γαριδάκια, τι πατατάκια μου δώσανε κατά καιρούς δε λέγεται…! Εισπράττουν την αλήθεια του Καραγκιόζη, την τιμιότητά του στον αγώνα, μπροστά και όχι πισώπλατα…, όπως στην σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα… ΕΡΩΤΗΣΗ και για τους δυο σας: Τι θα θέλατε να προσθέσετε για τη συγκεκριμένη παράσταση, που τη βιώνετε προσωπικά και μαζί, βέβαια, με τους συνεργάτες σας, που πρέπει να υπογραμμιστεί και να τονιστεί ιδιαίτερα στον αναγνώστη του περιοδικού; Γιάννης Μποσταντζόγλου ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Οι περισσότεροι συνεργάτες είμαστε… καραγκιοζόπληκτοι και υπάρχει ενότητα αληθινή και κοινή ορμή, με αφοσίωση, για να λάμψει η δύναμη της παράστασης. Δεν κολλάμε ένσημα μόνο… ευχαριστιόμαστε, το διασκεδάζουμε και είναι σημαντικό εδώ να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στους ιδιοκτήτες του θεάτρου Badminton, που ότι ζητήσαμε με τον Τάκη, όχι μόνο το ακούσανε…, αλλά το έκαναν πράξη, γιατί σέβονται και τιμούνε το λαϊκό μας θέατρο, τον Καραγκιόζη! Τάκης Βαμβακίδης ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Τι να πω; Από το 1997 παίζω το έργο και ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πόσο ερμηνευτικό πλάτος και βάθος έχει ο ρόλος του Καραγκιόζη, αλλά και πόση αφοσίωση και συγκέντρωση πρέπει να έχω κατά την ώρα της παράστασης. Αλλά και πριν και μετά από την παράσταση. Ο Καραγκιόζης είναι 30 ρόλοι σε έναν. Και εγώ έχω πιάσει, έχω τσακώσει όχι πολλούς, ακόμα. Αλλά, θα δώσω μάχες μέχρι ν’ ακούσω σ’ ένα όνειρο να μου λέει ο Δάσκαλος «έτσι, διάτανε, πλούσια, γεμάτα… τα λόγια. Μπράβο Ποντιάκι…» Καλέ μου, αναγνώστη, σ’ ευχαριστούμε… κι’ αν δε ντρέπεσαι, έλα στην παράσταση να μας… γιουχαΐσεις!! ΑΒΑΝΤΕ ΜΑΝΕΣΤΡΟ… ΘΑ ΦΑΜΕ, ΘΑ ΠΙΟΥΜΕ, ΚΑΙ ΛΟΓΩ… Δ.Ν.Τ., ΞΑΝΑ ΝΗΣΤΙΚΟΙ ΘΑ ΚΟΙΜΗΘΟΥΜΕ. ΑΛΛΑ, hasta la Victoria siempre…! (μέχρι την τελική νίκη!) Θ.Κ.: Σας ευχαριστώ θερμά και σας εύχομαι να συνεχίσετε τις παραστάσεις σας με την ίδια επιτυχία. Δυο λόγια… αντί επιλόγου Είχα σκεφτεί να γράψω εδώ τις απόψεις μου για την παραπάνω παράσταση (οι οποίες, όμως, τελικά δημοσιεύτηκαν στην εφ. «Ριζοσπάστης», στις 3.3.2011). Αποφάσισα να μην γράψω εδώ τίποτα, διότι νομίζω ότι όταν μιλούν σ’ ένα έντυπο οι δημιουργοί/ηθοποιοί, οι κριτικοί θεάτρου πρέπει να σιωπούν και ν’ αφουγκράζονται τη φωνή των καλλιτεχνών. Οι κριτικοί θεάτρου, λοιπόν, δεν πρέπει μόνο να κρίνουν και να μιλάνε, αλλά και κάποτε ν’ ακούνε… Γι’ αυτό και ευχαριστώ τους εξαιρετικούς ηθοποιούς και σκηνοθέτες, που μου έδωσαν την ευκαιρία, απαντώντας στις ερωτήσεις μου, να μάθω αρκετά πράγματα και να προβληματιστώ μέσα από τις απόψεις που εκφράζουν στις απαντήσεις τους. Οι δυο συνεντευξιαζόμενοι προσάρμοσαν σκηνοθετικά την παράσταση στις παρούσες συνθήκες, αν και έμειναν αρκετά πιστά, όπως μας είπαν, στη σκηνοθετική γραμμή του Ευγ. Σπαθάρη. Στη συγκεκριμένη παράσταση συμμετέχουν σημαντικοί ηθοποιοί, όπως οι Τάκης Βαμβακίδης (Καραγκιόζης), Γιάννης Μποστατζόγλου (μπαρμπα-Γιώργος), Γιάννης Ζουμπαντής (Κολλητήρι, Μορφονιός) κ.ά. Τη μουσική έγραψε ο Γιάννης Ζουγανέλης, την ευθύνη για τα σκηνικά και τα κοστούμια έχουν οι Ν. Κασαπάκης και Ε. Γραμματίκα και για το φωτισμό ο Γ. Αφουξενίδης. Επίσης, ο αναγνώστης αξίζει να διαβάσει το θαυμάσιο και μεστό κείμενο, για την παράσταση του έργου, της δημοσιογράφου/δραματουργού Σοφίας Αδαμίδου: «Η “αλήθεια” συγκινεί στο διηνεκές», στην εφ. «Ριζοσπάστης», 9.1.2011.

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Σχολικό Θέατρο και αστική ιδεολογία [1940-1949] Ιστορική και θεατρική περιρρέουσα ατμόσφαιρα: Στη δεκαετία, στην οποία εστιάζει ο φακός της ιστορικής μας έρευνας για το Σχολικό Θέατρο και ειδικά για τη δραματουργική του παραγωγή, εξελίσσονται διεθνώς σημαντικά γεγονότα, όπως ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος, ο οποίος «γεννήθηκε από τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και στόχευε (σ.σ.: βασικά) (σ)τη συντριβή της Ε.Σ.Σ.Δ.», αλλά και γεγονότα στο εσωτερικό της χώρας μας, όπου η ωμή ένοπλη επέμβαση των Άγγλων στα εσωτερικά μας πράγματα, είχε ως αποτέλεσμα τις εξελίξεις στα «Δεκεμβριανά» (3 Δεκ. 1944-5 Ιαν. 1945), τη συμφωνία της Βάρκιζας (12 Φεβρ. 1944), το συμβόλαιο του Λιβάνου (20 Μαΐου 1944), τη συμφωνία της Καζέρτας (24 Σεπτ. 1944) και τον τριετή αδελφοκτόνο Εμφύλιο πόλεμο (1946-1949). Στην Κατοχή (1941-1944) η νεολαία υπέστη τα πάνδεινα: πείνα και κακουχίες (το Χειμώνα του 1941-1942 πέθαναν από την πείνα 60.000 παιδιά και από το διαρκή υποσιτισμό καταστράφηκε η υγεία 130.000 παιδιών) και ένα σημαντικό μέρος της υπέστη ορφάνια και εγκατάλειψη. Είναι φυσικό ότι ο πόλεμος και η Κατοχή επέδρασαν δυσμενώς και στην ψυχική υγεία των περισσότερων παιδιών, εκτός από αυτά που οργανωμένα συμμετείχαν στην Εθνική Αντίσταση, στις τάξεις της Ε.Π.Ο.Ν., με την πολιτική καθοδήγηση και την ηθική στήριξη και διαπαιδαγώγηση του Ε.Α.Μ. και της Π.Ε.Ε.Α. Ο παιδαγωγός Κώστας Καλαντζής σχολιάζει με έμφαση την περίοδο του πολέμου και της Κατοχής, επισημαίνοντας ότι «Εσταμάτησαν την κανονικήν εξέλιξιν του ψυχικού βίου των παιδιών, τα ωρίμασαν προώρως, επέδρασαν βλαπτικώς επί της συναισθηματικής ζωής των, εκλόνισαν την προσωπικότητά των και έθεσαν εν κινδύνω τον ηθικόν των κόσμον. Αντιθέτως ένα μέρος της νεολαίας, το οποίον έλαβε μέρος εις τον Αγώνα της Εθνικής Αντιστάσεως, εξέφυγε την καταστρεπτικήν αυτήν επίδρασιν και διέπλασσε νέαν ηθικήν, της θυσίας, της αλληλεγγύης και της αγάπης προς την Πατρίδα.» Από την πρώτη στιγμή της κήρυξης του Ελληνο-ιταλικού πολέμου, πολλοί καλλιτέχνες και ηθοποιοί έθεσαν εαυτόν στην Αντίσταση κατά του εισβολέως και στη συνέχεια κατά των κατακτητών της πατρίδας μας. Λογοτέχνες, ηθοποιοί, μουσικοί, σκηνοθέτες, δραματουργοί, σκηνογράφοι, εκπαιδευτικοί κ.ά. άνθρωποι του πνεύματος ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα κυρίως του Ε.Α.Μ. και της Ε.Π.Ο.Ν., οργανώθηκαν και πρόσφεραν πολλά στα δυστυχισμένα παιδιά της πολεμικής και κατοχικής περιόδου, αλλά και αργότερα κατά την εμφυλιοπολεμική περίοδο. Ο Βασίλης Ρώτας, ο Γιώργος Κοτζιούλας, ο Νίκος Καρβούνης, η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, η Γαλάτεια Καζαντζάκη, ο Γεράσιμος Σταύρου, ο Νίκος Ακίλογλου, ο Αλέκος Ξένος, η Άννα Ξένου, ο Αλέξης Μυριαλής, η Αλέκα Μυριαλή, ο Άκης Σμυρναίος, ο Χάρης Σακελλαρίου και τόσοι άλλοι στις εσχατιές της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας συνέβαλαν καθοριστικά στη μόρφωση και στην ψυχαγωγία των παιδιών, αλλά και στη συνειδητή και αποφασιστική τους μαχητική κοινωνική και αντιστασιακή τους δράση για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή δημοκρατία, αξιοπρέπεια, με αγωνιστική διάθεση και με ποικίλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες, όχι μόνο στον τομέα της Παιδικής Λογοτεχνίας , αλλά και του Παιδικού Θεάτρου και Κουκλοθεάτρου , της Μουσικής, της Εκπαίδευσης κ.ο.κ. Η οργανωτική δουλειά της Ε.Π.Ο.Ν. και των στελεχών και μελών της στάθηκε καθοριστική για την επιτυχία των εκπολιτιστικών εκδηλώσεων σε όλη την Ελλάδα, στην Κατοχή, αλλά και στα βουνά της «Ελεύθερης Ελλάδας». Σημαντική ήταν η θεατρική δραστηριότητα του «Θεατρικού Ομίλου Ε.Π.Ο.Ν. Θεσσαλίας», του Βασίλη Ρώτα και των συνεργατών του, ηθοποιών, μουσικών, σκηνογράφων και μελών της Οργάνωσης και άλλων ΕΠΟΝίτικων θεατρικών ομάδων σε όλη τη χώρα. Πρέπει εδώ να υπογραμμιστεί ότι η συγκεκριμένη ιδεολογική πίστη των δημιουργών στα πατριωτικά, κοινωνικά και ταξικά ιδεώδη, δεν είχε κάποια σχέση με τις όποιες προσπάθειες και συγκεκριμένες επιλήψιμες κοινωνικές πρακτικές ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, οι οποίοι, πολλοί απ’ αυτούς, ιδιοτελείς καθώς ήταν, ήθελαν «και την πίττα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο», δηλ. να προσφέρουν στα παιδιά κάποιο καλλιτεχνικό υλικό, συναισθηματικά και μόνο ορμώμενοι, αλλά υλικό ακίνδυνο και ανώδυνο για τους κατακτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους (δοσίλογους, προδότες, συνεργάτες και κάθε είδους «εθνικόφρονες», οι οποίοι επέδειξαν παντός είδους άνομες και ανήθικες δραστηριότητες κατά την εποχή της Κατοχής και του Εμφύλιου πολέμου, σε βάρος του λαού μας και κυρίως κατά των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης), και τελικά … οι ίδιοι στη συνέχεια βραβεύτηκαν μάλιστα από την πολιτεία γι’ αυτή την ιδιοτελή και μειοδοτική πατριωτικά συμπεριφορά τους. Έτσι, ορισμένοι απ’ αυτούς, χωρίς ν’ αγωνιστούν κατά του Φασισμού και Ναζισμού, κατά των κατοχικών δυνάμεων, κατά των κυβερνήσεων Γ. Τσολάκογλου και κάθε βασιλόφρονα και «εθνικόφρονα» προδότη της πατρίδας μας και συνεργάτη των κατακτητών, αργότερα κέρδισαν βραβεία και επαίνους από τις μετέπειτα «εθνικόφρονες» κυβερνήσεις και τους βασιλείς. Θ’ αναφερθώ μόνο σ’ ένα παράδειγμα, εντελώς ενδεικτικό: η Αντιγόνη Μεταξά (η γνωστή «θεία Λένα», η οποία έχει προσφέρει τόσα και τόσα λογοτεχνικά, θεατρικά και εγκυκλοπαιδικά κείμενα για παιδιά) κατά τη διάρκεια της Κατοχής επιμελούνταν τις ραδιοφωνικές εκπομπές της «Θέατρο για παιδιά» και «Η ώρα του παιδιού», και μ’ αυτές πρόσφερε ψυχαγωγία στα παιδιά. Όμως, απ’ όσο γνωρίζω, δεν παρουσίασε κάποια έστω στοιχειώδη αντιστασιακή δραστηριότητα, παρά μόνο επέδειξε ανεκτικότητα στους κατακτητές και συνεργάστηκε με τους συνεργάτες τους. Αργότερα, το 1965, βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και ο βασιλιάς της απένειμε το παράσημο του «Τάγματος της Ευποιίας», ενώ άλλοι άξιοι καλλιτέχνες συνάδελφοί της, αν και έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας, αν και άλλοι αγωνίστηκαν στην Εθνική μας Αντίσταση, αν και πρόσφεραν με την τέχνη τους ανυπολόγιστες υπηρεσίες στα παιδιά, στη νεολαία και στο λαό μας, κατά την ίδια περίοδο, εντούτοις δεν έτυχαν παρόμοιων διακρίσεων. Και όσοι απ’ αυτούς επέζησαν, όχι μόνο δεν πήραν βραβεία και παράσημα από το αστικό μετεμφυλιοπολεμικό κράτος, αλλά αντιθέτως εξορίστηκαν και βασανίστηκαν και τοιουτοτρόπως «αμείφθηκαν» … για τις πολύτιμες υπηρεσίες τους στην πατρίδα. Θεματολογικές προσεγγίσεις: Η θεματολογία της Δραματουργίας για παιδιά, την περίοδο που εξετάζουμε, ήταν ποικίλη, και κυρίως κάλυπτε τις ανάγκες των σχολικών γιορτών : της 25ης Μαρτίου 1821, της 28ης Οκτωβρίου 1940 (από το 1944 και μετά), των Χριστουγέννων-Πρωτοχρονιάς, των Αποκριών, της Μητέρας και των εξετάσεων. Οι δραματουργοί, όμως, του Σχολικού Θεάτρου, επικέντρωναν την παραγωγή τους και σε άλλα θέματα, όπως: στην Ελληνική Μυθολογία, τη λαϊκή μας παράδοση, τους Βαλκανικούς πολέμους, τον Μακεδονικό Αγώνα, την Κατοχή και την Εθνική Αντίσταση, την αντικομμουνιστική προπαγάνδα και σε άλλα κοινωνικά, θρησκευτικά και φυσιολατρικά θέματα. Ιδεολογικές επισημάνσεις: Μια παράμετρος του αστικού ιδεολογικού φάσματος ήταν η θρησκοληψία και η καλλιέργεια της μεταφυσικής σκέψης των παιδιών. Ο ορθολογισμός, η απλή λογική σκέψη και πόσο μάλλον η επιστημονική σκέψη και γνώση απουσιάζουν και δεν αποτελούν στόχους από παιδαγωγική άποψη στους θεατρικούς διαλόγους και κατά την εξέλιξη του μύθου. Αναφέρω ένα παράδειγμα: Η Λίζα Π. Τζουνάκου, στο βιβλίο της Το ανταρτόπληκτο (Πειραιεύς 1949) και συγκεκριμένα στο κείμενο «Τα παιδιά μας στο 1942. Μονόπρακτο δραματάκι για τα σχολεία», αναφέρεται στο βαρύ χειμώνα του 1942 της Κατοχής. Η μάνα Αννιώ συζητά με τα μικρά παιδιά της, Νίκο και Βάσω, για τις κακουχίες του πολέμου και ιδιαίτερα για την πείνα. Κι ενώ εκείνα επικρίνουν το θεό για την απονιά του, η μάνα τούς απαντά: «ΑΝΝΙΩ: Πάψε, Νίκο! Δεν ντρέπεσαι; Τι λόγια είναι αυτά; Ο καλός Θεός όλον τον κόσμο αγαπά και τον φροντίζει, τον λυπάται. Μα αυτό που μας κάνει σήμερα είναι τιμωρία, γιατί δεν τον ακούμε. Η καταστροφή έχει πέσει σ’ όλον τον κόσμο, γιατί έφυγε απ’ το δρόμο του Θεού. Γι’ αυτό έστειλε τους Γερμανούς και μας τιμωρούν, γι’ αυτό χρειάζεται, καλά μου παιδιά, υπομονή. Κι’ αν είσθε καλά παιδιά πάλι θαρθούν καλές μέρες.», και παρακάτω, ενώ προσεύχεται: «[…] Εσύ γλυκειά μου Παρθένα, εσύ λυπήσου πια τον κόσμο σου. Μη τον τιμωρείς. Αρκετά υποφέρει. Λυπήσου, σα μάννα πούσαι, τουλάχιστον αυτά τα φτωχά παιδάκια. Τι φταίνε τα κακόμοιρα, που κάθε μέρα πληρώνουνε, με τη ζωούλα και την υγεία τους, την κακία πούχουν οι μεγάλοι αναμεταξύ τους.» Είναι σαφής η αντι-διαλεκτική σκέψη, η ηθικοπλαστική και θεοκεντρική αντίληψη και ιδεολογία της συγγραφέα, η οποία δεν αγγίζει καν θέματα, από ιστορική και κοινωνιολογική άποψη, όπως: ο ναζισμός και τα εγκλήματά του στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η Εθνική Αντίσταση κ.ά., αλλά αντιθέτως καλλιεργεί στα μικρά παιδιά: α) τη μοιρολατρία, β) την ιδεαλιστική αντίληψη των κοινωνικών φαινομένων –χωρίς τουλάχιστο ν’ αναφέρει έστω μια λογική σκέψη–, γ) τον αποπροσανατολισμό των παιδιών από τις αιτίες του πολέμου και των φρικτών συνεπειών του και δ) δεν προσπαθεί να τα πείσει, παίζοντας τον προσήκοντα παιδαγωγικό ρόλο της ως μάνα, και τον κοινωνικό ρόλο της ως άνθρωπος, για την αναγκαιότητα αντίστασης σε αυτούς που σκόρπισαν το θάνατο και τις καταστροφές σε εκατομμύρια ανθρώπους, στη φύση και στον ανθρώπινο πολιτισμό, σε αυτούς που τους σκλάβωσαν και που αποτελούν την αιτία για την πείνα και το θάνατο του λαού μας και των άλλων λαών. Τοιουτοτρόπως, θα έδινε στα παιδιά της επιχειρήματα για να κατανοήσουν το μέγεθος της αδικίας, της εγκληματικότητας, της ανηθικότητας, της διεθνούς παράνομης τρομοκρατίας των ναζιστών και φασιστών του Άξονα κ.ο.κ. Η αστική αντικομμουνιστική ιδεολογική προπαγάνδα και υστερία είναι μια άλλη πλευρά της θεματολογίας του Σχολικού Θεάτρου, την οποία συναντούμε ιδιαίτερα στα έργα της περιόδου του Εμφύλιου πολέμου. Μια μεγάλη μερίδα εκπαιδευτικών είχαν γαλουχηθεί στη βασική και στην ακαδημαϊκή τους εκπαίδευση, στην οικογένειά τους, αλλά και στον κοινωνικό τους περίγυρο, με τα νάματα του τρίπτυχου «Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», ενός συνθήματος του οποίου οι ρίζες, όπως μας πληροφορεί η Έφη Γαζή, βρίσκονται στην Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 1880-1930. Θ’ αναφερθώ μόνο σε ορισμένες σχετικές περιπτώσεις έργων του Σχολικού Θεάτρου : Ο Δημήτριος Αντ. Σαμαράς, Διευθυντής του 12ου Δημ. Σχολείου Α΄ Περιφ. Θεσσαλονίκης, κυκλοφόρησε στα 1949 το βιβλίο του Νάουσα, στο οποίο συμπεριέλαβε το έργο «Το Ελληνόπουλο. Χριστουγεννιάτικο δραματάκι σε δύο πράξεις». Ένα μισαλλόδοξο έργο, μ’ εθνικιστικό και όχι πατριωτικό πνεύμα, με θρησκόληπτη και όχι θρησκευτική αντίληψη, με το οποίο φιλοδοξούσε να διαποτίσει τις ψυχές των μικρών παιδιών με μίσος για τους Σλάβους, «τα κόκκινα τσακάλια», που «πήραν οι κακούργοι τα παιδιά για να πουλήσουν την ψυχή τους στον Σατανά», «που αυτοί οι κακούργοι τα μάζεψαν και τα πήγαν στις σλαβικές χώρες», που προσπαθούν «τα Ελληνόπουλα αυτά, πολύ δύσκολα και με πολλά βασανιστήρια να κατορθώσουν να τα κάμουν σαν τα μούτρα τους». Ο δημοδιδάσκαλος, ένα από τα βασικά πρόσωπα του έργου, με οργίλο ύφος λέει: «Οι κακούργοι ορφάνεψαν χιλιάδες ελληνόπουλα και χιλιάδες γονείς τούς πήραν τα παιδιά τους! Άτιμοι Σλάβοι, ’κείνο που χρόνια επιθυμούσατε, να αφανίσετε την ελληνική φυλή πάτε να το επιτύχετε, ως ένα βαθμό, με τα ελληνόφωνα όργανά σας», υπονοώντας το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και το Κ.Κ.Ε. Και συνεχίζει: «Οι συμμορίτες σαν τους πεινασμένους λύκους τώρα, σε μικρές ομάδες χωρισμένοι μπαίνουν στα χωριά, για να αρπάξουν τρόφιμα και να σπείρουν τον τρόμο, την καταστροφή και το θάνατο. Οι τυφλοί! Οι αφιονισμένοι απ’ την εθνοκτόνο προπαγάνδα των Σλάβων, δεν βλέπουν πως φθίνει η φυλή μας κάθε μέρα! Οι κανίβαλλοι! Ελληνίδων μανάδων παιδιά οι ίδιοι, ροφούν το αίμα της μεγάλης τους μάνας, της Ελλάδας.» Και η σύζυγος του δασκάλου εκθειάζει τις Παιδουπόλεις και την εμπνεύστριά τους την «καλή» Γερμανίδα, πρώην δραστήριο μέλος της ναζιστικής χιτλερικής νεολαίας, βασίλισσα Φρειδερίκη, που «όλα τα παιδιά την αγαπούνε σαν νάναι μητέρα τους και τη λατρεύουνε σαν αγία.»: «Αυτά τα καημένα έχασαν τον πατέρα και τη μάνα τους. Τους σκότωσαν οι αγριάνθρωποι, μα βρήκαν μια πονετική μάνα, την Βασίλισσά μας, που τα συμμάζεψε και τα φροντίζει τόσο, που ξεχνούν τον πόνο της ορφάνιας.» Η αστική προπαγάνδα, προσπαθούσε να μπολιάσει τον αντικομμουνισμό στις ψυχές των μαθητών των Δημ. Σχολείων, ασύστολα και με αντι-δεοντολογικό και αντι-επιστημονικό τρόπο. Ουσιαστικά, προσπαθούσε να μη μάθουν ποτέ τα παιδιά και οι γονείς τους την αλήθεια για τη φιλοξενία, τη στοργή και τη θαλπωρή που δέχτηκαν χιλιάδες παιδιά στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Επιδίωκε να δυσφημιστούν οι Λαϊκές Δημοκρατίες και η συμβολή τους στο «παιδοσώσιμο» αυτών των 25.000, περίπου, παιδιών, τα οποία στάλθηκαν εκεί μετά από πρόταση των λαϊκών συμβουλίων της χώρας μας, από σχετικό αίτημα της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και με αποδοχή από τις εκεί κυβερνήσεις ν’ αναλάβουν όλα τα έξοδα για την αποκατάσταση της διαταραγμένης από τον πόλεμο ψυχικής υγείας των παιδιών, την υγιεινή διαβίωσή τους και τη μόρφωσή τους. Επίσης, η ντόπια αστική πολιτική ηγεσία και ο ξένος παράγοντας ήθελαν να μη μάθουν ποτέ οι Έλληνες τη φασιστική προπαγάνδα και αυταρχική συμπεριφορά που δέχονταν όσα παιδιά, ιδίως φυλακισθέντων, εξορισθέντων, πολιτικών προσφύγων και εκτελεσθέντων κομμουνιστών, κλείστηκαν στις επονομαζόμενες ψευδεπίγραφα «Παιδουπόλεις» της Φρειδερίκης, στα επί της ουσίας «παιδικά γκέτο», «φασιστικά κάτεργα», «στρατόπεδα-αντικομμουνιστικά αναμορφωτήρια». Θ’ αναφερθώ και σ’ ένα άλλο έργο της ίδιας θεματολογίας, το οποίο διακατέχεται, επίσης, από μισαλλοδοξία, αντικομμουνισμό και φιλοβασιλική προπαγάνδα. Πρόκειται για το θεατρικό κείμενο του Βασιλείου Παπαευθυμίου, «Οι Ηπειροτοπούλες. Πατριωτικό σκετς» (απ’ το βιβλίο του, Το Σχολείο μας γιορτάζει, Αθήναι 1949). Ο δραματουργός σημειώνει στον πρόλογο του βιβλίου: «[…] πιστεύω ακόμα πως δίνω ένα βιβλίο μορφωτικό και ψυχαγωγικό για τον μαθητή πρώτα και για κάθε Έλληνα ύστερα». Και ασφαλώς ευνοούσε η εποχή για να θεωρείται ένα έργο του Σχολικού Θεάτρου ως «μορφωτικό», όταν αυτό υμνούσε τη βασιλεία και μπόλιαζε στις ψυχές των παιδιών την απέχθεια στον κομμουνισμό. Είναι το μοναδικό βιβλίο, στο οποίο συνάντησα την εξής θεματολογική κατηγορία έργων του Σχολικού Θεάτρου: «Από τον αντικομμουνιστικό αγώνα». Ο δραματουργός σημειώνει, επίσης, πληροφοριακά τα εξής: «Το σκετς λαμβάνει χώραν στην Αγία Μαρίνα της Ηπείρου, λίγο πριν να μπουν μέσα οι Σλαυοκομμουνισταί», δίνοντας σαφές ιδεολογικό στίγμα. Η υπόθεση σχετίζεται με το «Χορό του Ζαλόγγου», προσομοιάζοντας εκείνη την ηρωική πράξη αυτοθυσίας των Σουλιωτισσών, κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, με την τωρινή πράξη κάποιων Ηπειρωτισσών, οι οποίες πέφτουν από το βράχο και σκοτώνονται για να σωθούν από τους «κατσαπλιάδες», ελπίζοντας ότι θα μεταμορφωθούν πεθαίνοντας σε σειρήνες της θάλασσας και θα ρωτούν τους καραβοκύρηδες, όπως περίπου ρωτούσε η γοργόνα, η αδερφή του Μεγαλέξανδρου: «Ζη η Ελλάδα μας παιδιά;» και θα τους απαντούν «Ναι! ζει και μεγαλώνει!» Και θα ξαναρωτούν: «Ζη ο Παύλος Βασιλιάς;» και θ’ απαντούν: «Ω! Ζη και βασιλεύει!». Το παιδαγωγικό και κοινωνικό μήνυμα έβγαινε έμμεσα και με αβίαστο τρόπο: καλύτερα βασιλιά, παρά κομμουνισμό…! ή κάπως έτσι… Ο συγγραφέας εκφράζεται ως «ακραιφνής βασιλόφρων» και με στιχουργικό τρόπο, στην αρχή του βιβλίου, με τη δημοσίευση «εμπνευσμένων καλλιτεχνικών» στίχων του με τίτλο: «Ύμνος εις την Α.Μ. την Βασίλισσαν Φρειδερίκην», οι οποίοι βρίσκονται μελοποιημένοι σε παρτιτούρα στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου. Αντιγράφω μερικούς, απ’ αυτούς, τους οποίους υποθέτω ότι τραγουδούσαν κάποιοι μαθητές σε ορισμένα σχολεία, ώστε οι φιλόμουσοι βασιλόφρονες διδάσκαλοί τους να δώσουν και μ’ αυτό τον τρόπο τα διαπιστευτήριά τους στους προϊσταμένους τους, στη Βασίλισσά τους και στην Εθνική τους Κυβέρνηση: «Εσύ Μεγάλη Εστιάδα, / στον ιερό μας το βωμό / με της ψυχής σου την λαμπάδα / κράτα τον ιερό πυρσό. / Κι’ οδήγα μας, Βασίλισσά μας, / σε πιο μεγάλα ιδανικά / για να γεννούν τα δάκρυά μας / του Θρόνου σου τα πιο λαμπρά / διαμάντια αγάπης του Λαού μας / να τον κοσμούν παντοτεινά / και σκόρπιζέ μας τη χαρά / με χέρια πάντα στοργικά.» Και το ρεφραίν: «Μάγισσα είσαι, Ρήγισσα, / με το χρυσό ραβδί σου / ξέρεις να γειάνης τις πληγές, / τους πόνους να γιατρεύης, / ξέρεις να βασιλεύης.» Επίσης, ο Ν. Φατσέας, στο βιβλίο του Θεατρικά σκετς (πατριωτικά και κωμικά) (Αθήναι 1948), συμπεριέλαβε το αντικομμουνιστικό και φιλοβασιλικό έργο του «Ελληνικό προσκλητήριο», όπου στα πλαίσια του πατριωτικού πνεύματος, που όταν ο συγγραφέας υπερβάλλει, μετατρέπεται σε εθνικιστικό, όπως άλλωστε συνηθιζόταν για πολλές δεκαετίες στη Σχολική Δραματουργία. Το πρωταγωνιστικό πρόσωπο «Η Ελλάς» προσκαλεί όλα τα παιδιά της ν’ αγωνιστούν ενάντια στους «συμμορίτες», για να σωθεί η πατρίδα μας. Λέει ο «Αεροπόρος»: «γιατί με τον ατσάλινο δικό σας ανδρισμό / εσείς θα ξεκληρίσετε τον συμμοριτισμό.» Και ο «Στρατιώτης» λέει στη «Β. Ήπειρο»: «Θα ξαναρθής ολόκληρη πάλι στην αγκαλιά μας / και θάχης για κορώνα σου τον Παύλο Βασιλιά μας.» Επίλογος: Ιδεολογικές αποχρώσεις και αντιθέσεις, οι οποίες υπάρχουν ανά τους αιώνες, ενταγμένες στο φιλοσοφικό δίπολο ιδεαλισμός/υλισμός επικρατούσαν και στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία 1940-1949. Οι ιδεολογικές συγκρούσεις γενικότερα είχαν κατά την περίοδο εκείνη ως αποτέλεσμα ακόμη και την ένοπλη έκβασή τους κατά τον Εμφύλιο πόλεμο. Ως επικρατούσα ιδεολογία όμως ο ιδεαλισμός, είχε παραχθεί, επιβληθεί και διοχετευθεί μέσα από πολιτικά, κοινωνικά, εκπαιδευτικά κανάλια, με όπλα την αστική προπαγάνδα, και με επιπλέον θεσμούς όπως ήταν η εκκλησία, ο τύπος και ο στρατός. Το ιδεολογικό τρίπτυχο της «πιο διαδεδομένης “συνθηματικής φράσης” της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας»: «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια», είχε ριζώσει βαθιά στη συνείδηση των παιδιών από την καθεστωτική ιδεολογία, είχε επιβληθεί και νομοθετικά, ώστε κανένας να μην μπορεί να αποφύγει την εφαρμογή της ή να μην έχει την ευχέρεια να την αμφισβητήσει, ιδίως οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι «μεταλαμπαδευτές των αιώνιων ιδεαλιστικών αξιών»…, οι εκπαιδευτικοί. Η δε τρομοκρατία που ασκήθηκε είτε νομοθετικά είτε με τα όπλα, τους διωγμούς, τις δολοφονίες, τις φυλακίσεις, τις εξορίες, κρατικών και παρακρατικών μηχανισμών, είχε ως αποτέλεσμα το φόβο, τη σύμπραξη με τον «δυνατό δυνάστη», Έλληνα ή ιμπεριαλιστή εισβολέα, με έμπρακτη πρακτική: την ανοχή, τη σιωπή και τον «ιδεολογικό παπαγαλισμό», «για να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους» πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί. Το Σχολικό Θέατρο δεν ήταν δυνατό ν’ αποφύγει το σφιχτό ιδεολογικό εναγκαλισμό της αστικής προπαγάνδας στην ποικίλη θεματολογία της δραματουργίας που παρήχθη κατά την ενλόγω δεκαετία. Εκείνο, που ξέφυγε από τον κλοιό ήταν ως ένα βαθμό το Παιδικό, το Ερασιτεχνικό και το Λαϊκό Θέατρο, κυρίως αυτό που δημιουργήθηκε από αριστερούς δραματουργούς, αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, όπως ήταν οι: Βασίλης Ρώτας, Γιώργος Κοτζιούλας, Γαλάτεια Καζαντζάκη, Μιχάλης Παπαμαύρος, Γεράσιμος Σταύρου, Νίκος Ακίλογλου, Χάρης Σακελλαρίου, Στρατής Π. Παπαδάκης κ.ά. Η θεματολογία της δραματουργίας τους ήταν συνυφασμένη με την αριστερή και σοσιαλιστική ιδεολογία και με κοινωνικές αξίες, όπως: η εθνική ανεξαρτησία, η ειρήνη, η λευτεριά, ο πατριωτισμός, η λαοκρατία, η αυτοθυσία, η συλλογικότητα, η συντροφικότητα, η ανιδιοτέλεια, το αγέρωχο και ασυμβίβαστο του χαρακτήρα κ.ά., δίνοντας μέσα από τα θεατρικά κείμενά τους για παιδιά, ακόμη και στο Κουκλοθέατρο και στο Λαϊκό Θέατρο Σκιών, ισχυρά ραπίσματα, στους δοσίλογους προδότες συνεργάτες των ναζιστών και φασιστών κατακτητών, στους συμβιβασμένους ποταπούς κουκουλοφόρους Γερμανοτσολιάδες, στους ιδιοτελείς μαυραγορίτες, στους αδίστακτους δολοφόνους και τρομοκράτες Χίτες και άλλους παρακρατικούς. Αυτοί ήταν εκείνοι που με την ανοχή του νόμου και την οργανωμένη συμβολή της αστυνομίας και του στρατού, κάτω από τις εντολές και τη συνεργασία των αποικιοκρατών/ιμπεριαλιστών Άγγλων και Αμερικανών αφεντικών τους, έδωσαν συνέχεια μετά την Κατοχή στην αστική ιδεολογική προπαγάνδα και στη βίαιη επιβολή των «αστικών αξιών», γεγονός που επηρέαζε έμμεσα –πλην σαφώς άμεσα– την εκπαιδευτική πολιτική, την ιδεολογική διαπαιδαγώγηση της νεολαίας και το Σχολικό Θέατρο. Και … η έρευνα συνεχίζεται!

Πέμπτη 3 Μαΐου 2012

ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΥΝΤΟΜΑ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ

Μέχρι το τέλος Ιουνίου του 2012 θα κυκλοφορήσει το νέο βιβλίο του Θανάση Ν. Καραγιάννη, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑΣ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1871-1949) & ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (1932-1949). ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΘΕΑΤΡΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ.
Προλογίζει ο Καθηγητής ΒΑΛΤΕΡ ΠΟΥΧΝΕΡ, Εκδοτικός Οίκος Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2012, σ. 550. Η εξάμηνη καθυστέρηση της έκδοσης οφείλεται σε λόγους ανεξάρτητους της θέλησής μου.

Κυκλοφορία νέου βιβλίου

Κυκλοφόρησε σε περιορισμένα αντίτυπα το νέο βιβλίο μου, με τίτλο: ΜΑΘΗΤΙΚΟΣ ΦΘΙΩΤΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ (1923-2008) (Καταγραφή - Γνωρίσματα - Θεματολογία - Ιδεολογία)(ΕΡΕΥΝΑ) ΑΝΑΤΥΠΟ Απ' τα "ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ", τόμος 30ός, ΛΑΜΙΑ 2009, ΑΘΗΝΑ 2012, σ. 33-59.

Πρόκειται για εισήγηση στο 4ο Συνέδριο Φθιωτικής Ιστορίας, το οποίο πραγματοποιήθηκε, με διοργανωτές το Πνευματικό Κέντρο Σταυρού, το Δήμο Λαμιέων και την Τοπική Ένωση Δήμων & Κοινοτήτων Ν. Φθιώτιδας, στο Συνεδριακό Κέντρο του Κάστρου Λαμίας, το Σάββατο, 10 Νοεμ. 2007. Το παραπάνω κείμενο είναι δημοσιευμένο και στα Πρακτικά του 4ου Συνεδρίου Φθιωτικής Ιστορίας.