Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θέατρο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θέατρο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 5 Αυγούστου 2018


Αιμίλιος (Αιμιλιανός) Κομβόπουλος (1927-)
Ερασιτέχνης Ηθοποιός & Σκηνοθέτης
στην Κωνσταντινούπολη

Γράφει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης[1]


(συνέχεια από το προηγούμενο φύλλο και τέλος)

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

ΕΡΩΤΗΣΗ: Κύριε Κομβόπουλε, ποια ήταν η αφορμή για ν’ ασχοληθείτε με το θέατρο ως ερασιτέχνης ηθοποιός;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η νεολαία της Κων/πολης δε συνήθιζε να πηγαίνει στα καφενεία, όταν επιστρέφαμε από τη δουλειά. Το στέκι μας ήταν να μαζευτούμε κάτω από το φανάρι του δρόμου, συζητούσαμε, τραγουδούσαμε, άλλος έπαιζε αρμόνικα (αυτή που τη φυσούνε), άλλος ακορντεόν.
Όταν ιδρύθηκαν οι Σύνδεσμοι, μεταξύ άλλων προστέθηκε και το θέατρο.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Περιγράψτε τις εμπειρίες και τις εντυπώσεις σας από τις πρώτες θεατρικές πρόβες. Ποια προβλήματα παρουσιάζονταν με το παίξιμο των ηθοποιών;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Να σχηματίσεις Θεατρικό Όμιλο προπάντων σε περιοχές μακριά από το κέντρο, δεν είναι το ίδιο πράγμα. Οι αστοί είναι πιο συντηρητικοί να στείλουν τα κορίτσια τους μόνα και βράδυ, με τα αγόρια να κάνουν πρόβες για παράσταση. «Θεός φυλάξει…! Ποιος ξέρει τι όργια θα γίνονταν…». Έτσι σκέπτονταν. Γίνονταν μεγάλες προσπάθειες. Κάποτε αναγκαζόταν να πάει κάποιος από το Διοικητικό στους γονείς του κοριτσιού, να το ζητήσει και αν τους έπειθε…
Τώρα, ας πούμε ότι βρέθηκαν όσα πρόσωπα χρειάζονται και τι έγινε; Έληξε το πρόβλημα; Με άλλα λόγια, είναι κατάλληλο το κάθε πρόσωπο να επωμισθεί έναν οποιοδήποτε ρόλο; Διότι όλοι θέλουν να παίξουν τον πρωταγωνιστή, αγνοούντες ότι ένας ασήμαντος ρόλος μπορεί να επισκιάσει τον πρωταγωνιστή. Τώρα τι να αναφέρω για τις ικανότητές τους… Π.χ. ευφράδεια, ορθός τονισμός, χρωματισμός στο λέγειν. Ο ερασιτέχνης δεν ξέρει πώς να σταθεί στη σκηνή και πού να βάλει τα χέρια του, τρέμει ολόκληρος κ.λπ. Αυτά δεν ισχύουν για όλους. Έχει μερικά παιδιά τζιμάνια, που λες γεννήθηκαν για θέατρο, που το αγαπάνε, το ζούνε.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιος ήταν ο πρώτος σκηνοθέτης σας; Σας παρακαλώ, μιλήστε γι’ αυτόν (προσωπικότητα, ικανότητες, μέθοδο, τακτική), αλλά και για τους υπόλοιπους σκηνοθέτες σας.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο πρώτος σκηνοθέτης μας στο Ορτάκιοϊ, όπου ανέβηκα κι εγώ στη σκηνή, ήταν ο Δημήτρης Δημητριάδης, ερασιτέχνης και αυτός, αλλά πεπειραμένος. Έπαιζε στη σκηνή του Φιλανθρωπικού Συνδέσμου Νέων «Σταμπούλ», όπου ανέβαζαν κλασικά έργα.
Η δουλειά του ήταν δύσκολη, διότι αναλάμβανε πρωτάρηδες. Εδώ πρέπει να σημειώσω το εξής: Δεν είναι δυνατό να βάλουμε στο ίδιο επίπεδο ένα παιδί που έζησε και μεγάλωσε μακριά από το κέντρο της Πόλης με εκείνο που έζησε στο κέντρο. Το πρώτο έχει μεγάλη απόσταση στην εξέλιξη, στη συμπεριφορά, στην τόλμη.
Η δουλειά του Δημητριάδη ήταν δύσκολη. Οι άλλοι σκηνοθέτες που τον άκουγαν, έλεγαν: «Αυτός δεν κάνει το σκηνοθέτη. Αυτός κάνει τον παιδαγωγό». Είχε υπομονή ο άνθρωπος, είχε και ανάγκη, έκαμνε υπομονή. Αυτό ήταν το πρώτο βάπτισμα και φρονίμως ποιών, η πρώτη παράσταση ήταν τρία μονόπρακτα: «Βρυκόλακας», «Ραντεβού» και «Πατρικό σπίτι».
Ως για τους άλλους σκηνοθέτας… Όταν δεν είχαμε πια τις δυνατότητες να βγάλουμε έργο, μετά τη διαρροή ελλείψει προσώπων, πήγα στο Αρναβούτκιοϊ, γιατί με έλειπε το θέατρο, εκείνη η ατμόσφαιρα, η αγωνία, τα χειροκροτήματα. Εδώ σκηνοθέτης ήταν ο Σπύρος Βενιέρης, ερασιτέχνης, αλλά με όλα τα προσόντα του ηθοποιού και θερμός θιασώτης του Γούναρη. Χαμός γινότανε. Έζησα αξέχαστες μέρες, στα διαλλείματα τραγουδούσε και το ακροατήριο ενθουσιωδώς χειροκροτούσε. Μετά σταμάτησε και εδώ για τους γνωστούς λόγους (απελάσεις κ.λπ.) Έλειψαν όχι μόνο οι ηθοποιοί, αλλά και οι θεατές. Μετά ο Βενιέρης μεταπήδησε στον Φιλανθρωπικό Σύνδεσμο Νέων «Σταμπούλ». Τον έλειψε και αυτουνού η σκηνή. Όταν αναπνεύσεις τη σκόνη της σκηνής και απολαύσεις δίκαια τα χειροκροτήματα, δεν μπορείς πια να την αποχωριστείς.   
Ο Φιλανθρωπικός Σύνδεσμος Νέων «Σταμπούλ» σκηνή δεν είχε. Παίζαμε στη σκηνή της  «ΤΕΤΟΝΙΑ», ένα ωραίο κτήριο, υποκατάστημα του γερμανικού προξενείου, στο Γιουκσέκ καλντιρίμ, κοινώς «Σκαλάκια», με σκηνοθέτη τον Γιώργο Ρούσσο.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιες ήταν οι αναμνήσεις σας από τις υπόλοιπες παραστάσεις, που συμμετείχατε;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Όσο για τις αναμνήσεις μου, όπως θα αντιλαμβάνεστε, αξέχαστες! Κάθε παράσταση ήταν μια πανήγυρη, ένα καλλιτεχνικό φεστιβάλ! Μια παράσταση που τη συνόδευε κονσέρτο τραγουδιού, γιατί ο δαιμόνιος και αχόρταγος της σκηνής Βενιέρης, δεν χόρταινε να τραγουδάει Γούναρη και οι θεαταί δεν εννοούσαν να εγκαταλείψουν το θέατρο, χειροκροτώντας έξαλλοι.  

ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια, κατά τη γνώμη σας, ήταν η επίδραση του θεάτρου στο χαρακτήρα σας, στη μόρφωσή σας, στην εξέλιξη της προσωπικότητάς σας;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ας αρχίσω από την προσωπικότητά μου, ομολογώ ότι δεν υπήρξε καμία αλλαγή, αλλά σημειώνω ότι έμαθα να εκφράζομαι, και ανάγνωση καλή έμαθα, προφέροντας αυτό που διαβάζω να αποδίδει την έννοιαν που εγράφη, και ασφαλώς με είδαν και με γνώρισαν πολλοί, που με θυμόνταν από τις παραστάσεις.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Παίξατε εκτός Κων/πολης, πότε και πού; Με ποιο θίασο, σε ποια παράσταση;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Παίξαμε στην Αθήνα: στο Βεάκειο, στο Άλσος Νέας Σμύρνης και στο Θέατρο Βράχων Υμηττού, καλεσμένοι της Μελίνας Μερκούρη, με το Θίασο του Συνδέσμου Αποφοίτων Ζωγραφείου, την Επιθεώρηση «Ενδεκάτη εντολή» και με σκηνοθέτρια τη Δέσποινα Ρομβοπούλου.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιοι ζουν από εκείνη την εποχή, με τους οποίους είχατε συνεργαστεί στις θεατρικές παραστάσεις; Θέλετε να μας πείτε για κάποιον απ’ αυτούς; Έχετε σήμερα κάποια επικοινωνία μαζί τους;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δυστυχώς, κανένα δε συνάντησα έκτοτε. Μόνον γνωρίζω ότι ο Στέλιος Τσιλιβίδης, που παίζαμε μαζί στη σκηνή του Φιλανθρωπικού Συνδέσμου Νέων «Σταμπούλ», και που είχε παρτενέρ μια κοπέλα, που ονομαζόταν Μποσύνη, μετανάστευσαν και οι δύο στην γείτονα. ‘Έμαθα ότι ο Στέλιος έγινε γιατρός και ότι παντρεύτηκαν με την Μποσύνη, αλλά δε γνωρίζω πού δέχεται πελατεία. Ίσως, κατορθώσετε να τον βρείτε μέσω Κωνσταντινουπολιτών ή από πολίτικους συνδέσμους στην Αθήνα.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι άλλο θυμάστε;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ημερομηνίες παραστάσεων αποκλείεται να θυμηθώ. Αλλά, ένα γεγονός έμεινε αλησμόνητο και κάθε τόσο η γυναίκα μου με το θυμίζει…, ας είναι καλά, με το δικό της τρόπο:
Μια ωραία ηλιόλουστη μέρα μαζευτήκαμε το συγγενολόι, ντυμένοι στην πένα, παρφουμαρισμένοι, με μια ανθοδέσμη και ένα κουτί ζαχαρωτά. Αυτό ήταν το «μαρκ ντεποζέ», όπως λένε, το συνηθισμένο δηλαδή, και χτυπάμε την πόρτα της μέλλουσας συμβίας μου. Αφού έγιναν οι δέουσες προτάσεις και λάβαμε θετική την απάντηση, σηκώνομαι στο πόδι και λέγω «Εμένα, με συγχωρείτε. Ζητώ την επιείκειά σας, αλλά πρέπει να φύγω, γιατί έχω παράσταση»… Κόκκαλο η ομήγυρη! Δε γινόταν, όμως, διαφορετικά. Τα εισιτήρια πουλημένα, το έργο…!
Ευτυχώς, τρελάθηκα. Τρέλα δεν είναι;
Αυτά που μπόρεσα να θυμηθώ μετά από τόσα χρόνια, είναι φανερό ότι έχουν σχηματίσει μέσα μου μια λαχτάρα, έναν πόθο για το θέατρο.
Επίσης, δεν ξεχνώ τα θερμά και ειλικρινή συγχαρητήρια για τα δύο έργα, που έχω σκηνοθετήσει: «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» και «Οι μικροί Φαρισαίοι».
Ελπίζω να σας βοηθήσουν για τον σκοπό που προορίζετε όσα σας είπα και σας έγραψα.



Θανάσης Ν. Καραγιάννης:
Αγαπητέ κ. Αιμίλιε Κομβόπουλε, σας ευχαριστούμε πολύ για όλα. Μάθαμε πολλά από εσάς και ελπίζουμε ότι και οι αναγνώστες μας θα μείνουν ευχαριστημένοι διαβάζοντάς μας. Ότι άλλο θυμηθείτε από την εποχή εκείνη της θεατρικής σας δραστηριότητας, πολύ θα χαρούμε να μας τα στείλετε. Θα είναι χρήσιμα σε όλους μας, αλλά και μια σημαντική ψηφίδα, για να συμπληρωθεί το όμορφο ψηφιδωτό της Ρωμαίκης Ερασιτεχνικής Θεατρικής Δραστηριότητας στην Κων/πολη του 20ού αιώνα.[2]

 Δημοσιεύτηκε στην εφ. "Ο ΠΟΛΙΤΗΣ", Αρ. φύλ. 616, Αύγουστος 2018




[1]. Ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης είναι Διδάκτορας Επιστημών της Αγωγής, Ερευνητής/Μελετητής της Δραματουργίας για παιδιά και εφήβους, Κριτικός Θεάτρου και Συγγραφέας.

[2]. Η αρχή έγινε από τον αείμνηστο ερευνητή/μελετητή του Ερασιτεχνικού Θεάτρου στην Πόλη, Στέφανο Λ. Δεκαβάλλα, με το θαυμάσιο βιβλίο του: «Το Ελληνικό Ερασιτεχνικό Θέατρο στην Κωνσταντινούπολη τον 20ό αιώνα», το οποίο εκδόθηκε από τις Εκδόσεις Τσουκάτου, το 2005 (σελ. 198), και αξίζει να το αποκτήσουν όσοι ομογενείς Ρωμιοί Κωνσταντινουπολίτες (και άλλοι φυσικά θεατρόφιλοι και φιλομαθείς Ελλαδίτες) δεν το έχουν ήδη στη βιβλιοθήκη τους.


Αιμίλιος (Αιμιλιανός) Κομβόπουλος (1927-)
Ερασιτέχνης Ηθοποιός & Σκηνοθέτης
στην Κωνσταντινούπολη

Γράφει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης[1]

(συνέχεια από το προηγούμενο φύλλο)
Μέχρι την ηλικία των 20 χρόνων, περίπου, δεν είχε έρθει σ’ επαφή με το θέατρο. Μεταπολεμικά, άρχισαν να επισκέπτονται την Πόλη δεκάδες ελληνικοί θίασοι και μουσικά σχήματα, με θαυμάσιους ηθοποιούς και μουσικούς. Γέμιζαν ασφυκτικά τα θέατρα και τα μουσικά κέντρα από θεατές και φιλόμουσους Ρωμιούς. Ο νεαρός Αιμίλιος εντυπωσιάστηκε κυρίως από τις υπέροχες θεατρικές παραστάσεις που παρακολούθησε, με σπουδαίους ηθοποιούς, όπως ο Μάνος Κατράκης, ο Αιμίλιος Βεάκης, η Ζωζώ Σαπουντζάκη και από πολλούς άλλους. Ήταν φυσικό να επηρεαστεί βαθιά, αφού παρακολούθησε με «δέος» δεκάδες θεατρικές παραστάσεις.
 «Δεν άφησα καμία παράσταση να μην την δω», μου είπε!
Ασφαλώς, αφομοίωσε πολλά στοιχεία, που αφορούσαν την υποκριτική (εκφορά του λόγου, κινησιολογία, έκφραση προσώπου κ.ά.), τη σκηνοθεσία, τη σκηνογραφία κ.ο.κ.
Οπότε, αρχικά δοκιμάζει τη θεατρική του δεινότητα, για πρώτη φορά στη θεατρική ομάδα του Μορφωτικού Συνδέσμου Μεσοχωρίου (Ορτάκιοϊ), με σκηνοθέτη τον Δημήτριο Δημητριάδη, στα μονόπρακτα: «Βρυκόλακας», «Ραντεβού» και «Πατρικό σπίτι».

Στο Μορφωτικό Σύνδεσμο Μεγάλου Ρεύματος (Αρναούτκιοϊ) έκανε το δεύτερο θεατρικό βήμα του και πάλι ως ερασιτέχνης ηθοποιός, με σκηνοθέτη τον Σπύρο Βενιέρη ()

Ακολούθησε την ερασιτεχνική θεατρική του δραστηριότητα στο Φιλανθρωπικό Σύνδεσμο Νέων «Σταμπούλ» (Φ.Σ.Ν.Σ.), με σκηνοθέτες τον Σπύρο Βενιέρη και τον Γιώργο Ρούσσο (1909-1971).

Τέλος, έλαβε μέρος στην Επιθεώρηση «Η ενδεκάτη εντολή» (έργο του Χαράλαμπου  Ρομπόπουλου, -1988) του Ερασιτεχνικού Θεατρικού Ομίλου του Συνδέσμου Αποφοίτων Ζωγραφείου, σε σκηνοθεσία της Δέσποινας Ρομποπούλου (-) και με σκηνογραφία του Βασιλείου Ηγουμενίδου (IGUM) (-).

Απ’ όσο θυμάται ο κ. Αιμίλιος Κομβόπουλος, και επιβεβαιώνεται από διάφορες φωτογραφίες του αρχείου του, έχει λάβει μέρος, στο μισό αιώνα που ασχολήθηκε με το ερασιτεχνικό θέατρο στην Πόλη, στις εξής θεατρικές παραστάσεις: «Φωτεινή Σάντρη» του Γρ. Ξενόπουλου, «Το πατρικό σπίτι» του Στέφ. Δάφνη, «Βρυκόλακας» [;], «Πολυγαμία» του Γρ. Ξενόπουλου, «Μαλλιά κουβάρια» του Ν.Ι. Λάσκαρη, «Η Ψεύτρα» του Ζαν Κοκτό, «Ο εαυτούλης μου» - «Ένας βλάκας και μισός» - «Ζητείται ψεύτης» - «Ο αχόρταγος» - «Οι μικροί Φαρισαίοι» του Δημήτρη Ψαθά, «Ο καλός στρατιώτης Σβέικ» του Γιάροσλαβ Χάσεκ (σε θεατρική διασκευή: Σωτήρη Πατατζή), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» του Αλέκου Σακελλάριου, «Οι φουσκοθαλασσιές» του Δημήτρη Μπόγρη, «Ευτυχώς τρελλάθηκα» του Γιώργου Ρούσου και στις επιθεωρήσεις: «Πύραυλος γέλιου» (;) και «Ενδεκάτη εντολή» του Χαράλαμπου Ρομπόπουλου. Ίσως και σε άλλες θεατρικές παραστάσεις, τις οποίες δε θυμάται, σήμερα. Η έρευνα που αφορά την ερασιτεχνική θεατρική του διαδρομή θα συνεχιστεί, ενδεχομένως με νέα στοιχεία.

Ο κ. Αιμίλιος Κομβόπουλος, αργότερα σκηνοθέτησε τα εξής έργα του Δημήτρη Ψαθά, «Μικροί Φαρισαίοι» και «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης»:

Δημήτρη Ψαθά, «Μικροί Φαρισαίοι»

Ο Ερασιτεχνικός Θεατρικός Όμιλος (ΕΡ.Θ.Ο.) του Μορφωτικού και Καλλιτεχνικού Συνδέσμου Φερίκιοϊ, σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Αποφοίτων Ζωγραφείου Λυκείου (Σ.Α. Ζ.) παρουσίασαν σε έξι παραστάσεις, στις 19 & 20 Μαρτίου, 4, 5, 11 & 12 Απριλίου 1992, στην Κοινοτική Αίθουσα του Φερίκιοϊ (Ταταύλα), το τρίπρακτο θεατρικό έργο του Δημήτρη Ψαθά, «Μικροί Φαρισαίοι», σε σκηνοθεσία Αιμιλιανού Κομβόπουλου. 

Δημήτρη Ψαθά, «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης»

Το έργο παραστάθηκε στα 100 χρόνια του Ζωγραφείου Λυκείου (1993) στην αίθουσα εκδηλώσεων της σχολής και έπαιζε όλη η οικογένεια του σκηνοθέτη της παράστασης.

Το 1988, ο Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωγραφείου, στη Γ.Σ., μετά από πρόταση του Δημητρίου Φραντζή, ανακήρυξε τον κ. Αιμίλιο Κομβόπουλο ως επίτιμο μέλος του Συνδέσμου, για την προσφορά του στο ερασιτεχνικό θέατρο.
Θα κλείσουμε τη σύντομη αυτή οφειλόμενη αναφορά μας στον ερασιτέχνη ηθοποιό και σκηνοθέτη της Πόλης, αλλά και στον άνθρωπο κ. Αιμίλιο (Αιμιλιανό) Κομβόπουλο, με μια δεύτερη συνέντευξη που του πήραμε, λίγες μέρες αργότερα, συμπληρώνοντας ορισμένα κενά που είχαμε από την πρώτη συνάντηση μαζί του. Πολύ πρόθυμα, μας απάντησε γραπτά σε όλες τις ερωτήσεις μας, στέλνοντάς μας και αρκετές φωτογραφίες από θεατρικές παραστάσεις όπου έλαβε μέρος.

Δημοσιεύτηκε στην εφ. "Ο ΠΟΛΙΤΗΣ", Αρ. φύλ. 615, Ιούλιος 2018

(η συνέχεια στο επόμενο φύλλο)


[1]. Ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης είναι Διδάκτορας Επιστημών της Αγωγής, Ερευνητής/Μελετητής της Δραματουργίας για παιδιά και εφήβους, Κριτικός Θεάτρου και Συγγραφέας.
e-mail: thkaragia@gmail.comτηλ.: 6977972991.



Αιμίλιος (Αιμιλιανός) Κομβόπουλος (1927-)
Ερασιτέχνης Ηθοποιός & Σκηνοθέτης
στην Κωνσταντινούπολη

Γράφει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης[1]

Με τον κ. Αιμίλιο Κομβόπουλο συναντηθήκαμε ένα απομεσήμερο του περασμένου Απρίλη, στον τρίτο όροφο του Ζωγραφείου Λυκείου, στην Πόλη. Η γνωριμία μου μαζί του με χαροποίησε ιδιαίτερα, καθ΄ότι γνώρισα και συζήτησα μ’ ένα συμπαθητικό, ευγενέστατο, γλυκύτατο, ήρεμο, χαμογελαστό και προσηνή «έφηβο» 91 χρόνων, ο οποίος με κέρδισε από την πρώτη στιγμή με τον απλό λόγο του και το καλοσυνάτο ύφος του.
Ο κ. Κομβόπουλος δεν ήρθε απροετοίμαστος στο ραντεβού μας, που μας είχε κλείσει ο γιος του, καθηγητής φιλόλογος στο Ζωγράφειο Λύκειο, κ. Διαμαντής (Δάμων) Κομβόπουλος.
Μόλις ήρθε, με το που μπήκε στο γραφείο, μου έδωσε ένα δισέλιδο χειρόγραφό του με μια κάπως ανορθόγραφη και χωρίς στίξη γραφή, που προσωπικά πάντοτε με συγκινεί, όταν προέρχεται από ανθρώπους, που είναι του Δημοτικού, αλλ’ όμως, γεμάτοι με θέληση και πείσμα, προσπαθούν και συντάσσουν τελικά ένα ολοκληρωμένο και απέριττο κείμενο. Και εδώ μάλιστα το κείμενο που μου έδωσε ήταν αυτοβιογραφικό, από τα πιο όμορφα που έχω συναντήσει. Βέβαια, στη συνέχεια, τον ρώτησα αρκετά για τις θεατρικές εμπειρίες του και μου έστειλε και δεύτερο χειρόγραφο.
Από τη συνέντευξη που του πήρα, από τη μεταξύ μας συζήτηση και από τα δύο γραπτά του κείμενα, προέκυψαν διάφορες πληροφορίες για τη ζωή και την ερασιτεχνική θεατρική του δραστηριότητα στην Πόλη.
Ο κ. Κομβόπουλος, λοιπόν, γεννήθηκε στο Σιρκετζί. Γονείς του ήταν ο Απόστολος (σιδερωτής στο επάγγελμα) από το Νιχώρι και η Ελεωνόρα από τη Βάρνα της Βουλγαρίας. «Η οικογένεια της μητέρας μου», λέει, «μετανάστευσε στην Πόλη λόγω πιέσεων, στα 1901». Από το γάμο τους «ήρθαν στον κόσμο ο Αιμίλιος και η Ελένη Κομβοπούλου». «Βιοπαλαιστής ο πατέρας μου μεροδούλη μεροφάγι, όταν πέθανε άφησε πίσο του μητέρα γυναίκα και δύο παιδιά. Δύσκολη η περίπτωση, αναγκάστηκα να παρατήσο το σχολείο από το μέσον της 5ης τάξης και να εργαστώ.
Μια ωραία πρωία ο ταχυδρόμος μας φέρνει το μαντάτο! προσκλητήριο για το στρατό, χρόνος 1946 ακριβώς τα χρόνια του ψυχρού πολέμου [.] τρία χρονάκια μας κράτησαν [.] το 1949 απολύθηκα και ρίχτηκα στη δουλιά [.]
άρχισα σε ένα πουκαμισάδικο ως μαθητευόμενος, [.] όταν ένοιοσα ότι θα τα καταφέρω ενοικίασα ένα δομάτιο σε ένα χάνι [,] πήρα και μια μηχανή και άρχισα δουλιά [.] όλα πήγαιναν καλά μέχρι να αρχίσει το θέμα της Κύπρου και να γίνουν τα πάντα λίμπα [.]
μεσολάβησαν η στρατολόγηση 20 ηλικίες, τα σεπτεμβριανά [,] ο φόρος περιουσίας [,] ο διωγμός των Ελλήνων [.] άρχισε το μίσος [,] δεν εύρισκα εργάτη διότι είχαν φύγει οι δικοί μας και Τούρκοι δεν έρχονταν σε γκιαούρη να εργαστούν [.] αναγκάστηκα να το κλείσω και πήγα να εργαστώ σε ένα κατάστημα ως κόφτης [.]
με την παρέλευση του χρόνου έκλεισε και αυτός [.] δεν γονάτησα [.] πήρα δουλιά στο σπίτι [.] κοίτα τύχη έκλεισε και αυτό [.] κόντρα η τύχη μου κόντρα και εγώ [.]
Ήταν η εποχή που ερχόταν σωρηδών από την Ελλάδα η Εταιρίες [,] ζητούσαν ανθρώπους για ξενάγηση [.] λέγω στη γυναίκα μου αυτό και αυτό συμβαίνει [,] τι λες κάνουμε μια προσπάθεια [;] άλλη έξοδο δεν έχουμε [.]
Τέλος πάντων συμφωνήσαμε και άρχισα να συμβουλεύουμε ενγγυκλοπαίδιες βιβλία και ότι άλλο μπορούσα να εποφεληθώ και καταρτίζω την γυναίκα μου ως ξεναγό [,] η οποία τα κατάφερε μια χαρά και έγινε περιζήτητη ως ξεναγός [,] αλλά σταμάτησε και αυτό λόγω των περιστάσεων και των σχέσεων με τοις γειτονικές χώρες [.] και τώρα τι γίνετε; τίποτα […] συνέχεια από εκεί που μείναμε [.] ρίχτηκα στην ψαλτική [.] όλα πάνε μια χαρά, από εδώ και πέρα έχει ο θεός [.] όπως αρχίσαμε έτσι θα συνεχίσουμε […]»
Το παραπάνω γραπτό κείμενο του κ. Κομβόπουλου το συζητήσαμε γι’ αρκετή ώρα και προφορικά. Ο συνομιλητής μου με κατέκτησε με τον ευγενικό λόγο του και το μειλίχιο ύφος του, με το χαμογελαστό του πρόσωπο.
Τέσσερα χρόνια πήγε στην Αστική Σχολή Μεσοχωρίου (Ορτάκιοϊ) και συνέχισε στο Ζωγράφειο μέχρι την 7η τάξη, όπου «ξαναγύρισε»… αργότερα για να παίξει ερασιτεχνικό θέατρο.
Μου έδωσε μια πληροφορία, την οποία ομολογουμένως αγνοούσα. Ότι ο Πατριάρχης Αθηναγόρας, μετά την ενθρόνισή του μεταπολεμικά, μάζεψε όλους τους Κοινοτάρχες της Πόλης και τη νεολαία και τους ζήτησε να ιδρύσουν Μορφωτικούς Συνδέσμους. Να χτίσουν δε αίθουσες εκδηλώσεων για συνελεύσεις, διαλέξεις, πολιτιστικές δραστηριότητες. Και όντως συνέβηκε.
Αυτοί οι Μορφωτικοί Σύνδεσμοι έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην πολιτιστική καλλιέργεια, καλλιτεχνική δημιουργία και αθλητική δραστηριότητα της Ομογένειας, κυρίως για τις δεκαετίες του ’50 και ’60, αλλά και αργότερα, στους εναπομείνοντες στην Πόλη Ρωμιούς. 
Φεύγοντας από το Σκιρκετζί, μετακόμισαν οικογενειακά στο Μεσοχώρι (Ορτάκιοϊ), το 1931. Από τότε δεν το εγκατέλειψε, 87 χρόνια τώρα. Εκεί μένουν οικογενειακά με τη σύζυγό του και τον έναν τους γιο (ο δεύτερος γιος, ο Απόστολος, διαμένει οικογενειακά και εργάζεται στον Καναδά) και αποτελούν τη μοναδική ρωμαίικη οικογένεια σήμερα στο Μεσοχώρι, εκτός από αυτή του παπά του χωριού.

Δημοσιεύτηκε στην εφ. "Ο ΠΟΛΙΤΗΣ", Αρ. φύλ. 614, Ιούνιος 2018
 (η συνέχεια στο επόμενο φύλλο)


[1]. Ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης είναι Διδάκτορας Επιστημών της Αγωγής, Ερευνητής/Μελετητής της Δραματουργίας για παιδιά και εφήβους, Κριτικός Θεάτρου και Συγγραφέας.
e-mail: thkaragia@gmail.comτηλ.: 6977972991.


Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018


Αναμνήσεις, νοσταλγίες και γνώση μέσα από το θαυμάσιο και ενδιαφέρον βιβλίο:
Βασίλης Καΐλας
Ένα παιδί μετράει τα πλάνα
30 χρόνια ελληνικός κινηματογράφος
Εκδόσεις Αγγελάκη, Αθήνα 2013, σχήμα: 24,5 Χ 22,5 εκατ., σελ.200

Παρουσιάζει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης*

Ο Βασίλης Καΐλας, το «παιδί θαύμα» του ελληνικού κινηματογράφου της μεταπολεμικής και μετεμφυλιακής εποχής, αποφάσισε να κυκλοφορήσει ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο, για να μας κάνει να συγκινηθούμε για μια ακόμη φορά, από χαρά πλέον. Να επαναφέρουμε στη μνήμη μας τα παιδικά μας χρόνια, να νοσταλγήσουμε το γιασεμί των θερινών σινεμά και ν’ αναπολήσουμε τις ατέλειωτες ουρές στα πεζοδρόμια και στις πλατείες, μέχρι να ’ρθεί η σειρά μας στο ταμείο του επαρχιακού κινηματογράφου, να πάρουμε το εισιτήριο και να μπούμε στη σκοτεινή αίθουσα με τη μαγική οθόνη.
Με τα πασατέμπο ή τα στραγάλια στο χέρι ή με το μπυράλ στο διάλειμμα, για ν’ απολαύσουμε τα μικρά ή μεγάλα επιτεύγματα του νεοελληνικού μεταπολεμικού σινεμά, δημιουργία ανθρώπων ταλαντούχων, ονειροπόλων, εργατικών, που στέριωναν στα πόδια της – και στον τομέα της έβδομης τέχνης – την ταλαιπωρημένη Ελλάδα μας, και προσπαθούσαν να δώσουν θάρρος, υπομονή και όνειρο στους συμπολίτες μας, όσους βέβαια απ’ αυτούς είχαν «επιζήσει» από την Κατοχή και τον Εμφύλιο.
Ανάμεσα στους δημιουργούς και καλλιτέχνες ο μικρός Βασιλάκης Καΐλας από μικρός. Ποιος δεν τον γνώριζε; Ποιος δεν τον λάτρευε; Ποιος δε μιλούσε γι’ αυτόν τις ώρες της σχόλης, μετά από μια κινηματογραφική συμμετοχή και επιτυχία του; Όλοι μας μικροί και μεγάλοι τον είχαμε στα χείλη μας, όπως φυσικά το άλλο «παιδί θαύμα», τον Γιαννάκη τον Καλαντζόπουλο, που και εκείνος σταδιοδρόμησε από πολύ μικρός στο θέατρο και στον κινηματογράφο (από 5 χρόνων, όπως περίπου και ο Βασιλάκης, αν και ο Γιαννάκης είναι 4 χρόνια μεγαλύτερός του) και όπως αποδεικνύεται στο ενλόγω βιβλίο, αργότερα, συνεργάστηκαν στο θέατρο για παιδιά, παίζοντας μαζί σε αρκετές θεατρικές παραστάσεις με κείμενο και σκηνοθεσία του Γιάννη Καλαντζόπουλου και μάλιστα συνεργάστηκαν και στην «Παιδική Αυλαία», επαγγελματικός θίασος για παιδιά. Αργότερα μάθαμε ότι υπήρχε και άλλο παιδί που έπαιζε στον κινηματογράφο, ο Βαγγελάκης Ιωαννίδης, στον οποίο αναφέρεται ο συγγραφέας, Β. Καΐλας, αλλά και τόσα άλλα παιδιά, που συμμετείχαν σε ελληνικές ταινίες, τα οποία αξίζει κάποτε να γίνει μνεία για τη συμμετοχή του στην έβδομη τέχνη και στο παιδικό θέατρο.
Ένα βιβλίο γεμάτο από πληροφορίες, πνιγμένο στη νοσταλγία. Ευρηματικός ο τίτλος του βιβλίου «Βασίλης Καΐλας. Ένα παιδί μετράει τα πλάνα», κατά το «Ένα παιδί μετράει τα άστρα» του Μενέλαου Λουντέμη. Και ο τίτλος του βιβλίου έχει, φυσικά, κάποια σχέση με την υπόθεση του έργου του Λουντέμη. Κι ο μικρός Βασιλάκης Καΐλας στους ρόλους του ήταν ένα φτωχό και ορφανό αγόρι, όπως ο Μέλιος Καδράς του Λουντέμη, αγαπούσε τη μάθηση, τα γράμματα και τα βιβλία, είχε βιώσει την κοινωνική αδικία, τη φτώχεια, την κακία και την έχθρα των ανθρώπων, αλλά και την καλοσύνη και φιλία κάποιων άλλων, όπως και ο Μέλιος Καδράς κ.ο.κ.  Γράφει ο συγγραφέας, στον πρόλογο του βιβλίου του: «Σαν το μικρό ήρωα του Λουντέμη μέτραγα τα άστρα στη δική μου περιπλάνηση, 30 ολόκληρα χρόνια. Ένα οδοιπορικό μνήμης που προσδοκά να κρατήσει ζωντανές εικόνες, γεγονότα, πρόσωπα, μια εποχή όλο ρομαντισμό και αθωότητα.»
30 χρόνια στον ελληνικό κινηματογράφο δεν είναι και λίγα… Η συμμετοχή του σε πολλές ταινίες τον γέμισαν εμπειρίες, γνώσεις, συγκινήσεις, χαρά και ικανοποίηση. Η κούραση και οι ταλαιπωρίες που ασφαλώς έχει μια τέτοια δουλειά, περισσότερο για ένα παιδί –και μάλιστα την εποχή εκείνη-, τον αποζημίωναν μετά το πετυχημένο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα και την επιτυχία της κάθε ταινίας, καθώς και μετά από τα ενθαρρυντικά λόγια που άκουγε ή τα κολακευτικά σχόλια των κριτικών κινηματογράφου και θεάτρου, που διάβαζε στις εφημερίδες της εποχής.
«[…] 117 ταινίες αριθμεί το πορτοφόλιό του (σ.σ. με τις οποίες) μας έδειξε από την παιδική ματιά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε τότε η ελληνική οικογένεια στη μετάβασή της από την εποχή της Κατοχής και του Εμφυλίου στη σύγχρονη κοινωνία. Οι μικροί ήρωες που ερμήνεψε μας έδωσαν κάποιες πολύτιμες συνταγές επιβίωσης στα χρόνια προσαρμογής, στα νέα δεδομένα της αστικοποίησης και του εκσυγχρονισμού της Ελλάδας. Τότε που τα σενάρια έδιναν μια αισιόδοξη άποψη για τη ζωή και παρήγαγαν όνειρα.», γράφει χαρακτηριστικά –μεταξύ άλλων– ο κ. Μάνος Αγγελάκης, εκδότης των εκδόσεων ΑΓΓΕΛΑΚΗ, στο προλογικό «σημείωμα του εκδότη», του ενλόγω βιβλίου.
Ολόκληρο το βιβλίο διατρέχει ο μεστός, απλός και γλαφυρός λόγος του κ. Βασίλη Καΐλα, ένας λόγος αυτοβιογραφικός, εξομολογητικός, λυρικός, με πλούσια ιστορικά στοιχεία από την Ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου και του επαγγελματικού θεάτρου για παιδιά, που στις δεκαετίες του ’50 και ’60 έκανε τα πρώτα του βήματα. Ευτυχώς, που γράφτηκε αυτό το βιβλίο από έναν ταλαντούχο ηθοποιό και συγγραφέα, στον οποίο η Ιστορία χρωστάει πολλά. Οι προσωπικές μαρτυρίες, όταν μάλιστα συνοδεύονται από ντοκουμέντα (φωτογραφίες, θεατρικά προγράμματα, κριτικές, οικονομικές αποδείξεις πληρωμής, αφίσες κ.λπ.), αποτελούν χρήσιμα και πολύτιμα ιστορικά στοιχεία. Έτσι, είναι δυνατό οι ιστορικοί ερευνητές να συνθέσουν τον ιστορικό καμβά, να μελετήσουν και να αξιολογήσουν ασφαλέστερα και πιο αντικειμενικά πρόσωπα και έργα της Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου και του Επαγγελματικού Θεάτρου για παιδιά, ιδιαίτερα, σε μια περιοχή, που ακόμη βρίσκεται στα σπάργανα της επιστημονικής ιστορικής έρευνας.
Πρόκειται για ένα καταπληκτικό και πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, με 200 σελίδες γεμάτες από φωτογραφίες, με πλούσιο θεατρολογικό και κινηματογραφικό υλικό, με εκτύπωση και σελιδοποίηση της τελευταίας λέξης της τυπογραφικής τεχνολογίας, με θαυμάσιο σχεδιασμό και καλλιτεχνική επιμέλεια της κ. Κάλλιας Μ. Χυτήρογλου, που της αξίζουν πολλά συγχαρητήρια για το αποτέλεσμα της δουλειάς της. Συγχαρητήρια για το θαυμάσιο εκδοτικό αποτέλεσμα ανήκουν σε όλους τους συντελεστές της έκδοσης και ιδιαίτερα στον εκδότη, που είχε τη βούληση να κυκλοφορήσει και να παρουσιάσει στο αναγνωστικό κοινό αυτό το βιβλίο. Μακάρι ν’ ακολουθήσουν και άλλα παρόμοιου περιεχομένου και ενδιαφέροντος βιβλία για σινεφίλ και θεατρόφιλους αναγνώστες.
Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Βασίλη Καΐλα γι’ αυτή τη συγγραφική δημιουργία του, πραγματική προσφορά στους πολυάριθμους αναγνώστες του, που τον θαύμαζαν και τον αγαπούσαν – δεκαετίες τώρα- από τότε που ως «παιδί-θαύμα» τους πρόσφερε απέραντες συγκινήσεις. Και, φυσικά, συνεχίζουμε να τον αγαπούμε και να θαυμάζουμε τη μακρόχρονη καλλιτεχνική πετυχημένη πορεία του στο νεοελληνικό κινηματογράφο και στο θέατρο. Του ευχόμαστε να είναι πάντοτε καλά!

*Ο Δρ. Θανάσης Ν. Καραγιάννης είναι Ερευνητής/Μελετητής Δραματουργίας Θεάτρου για παιδιά – Κριτικός Θεάτρου για παιδιά και εφήβους και Συγγραφέας
e-mail:thkaragia@gmail.com




Αναμνήσεις, νοσταλγίες και γνώση μέσα από το θαυμάσιο και ενδιαφέρον βιβλίο:
Το οδοιπορικό ενός κωμωδού
50 χρόνια στο σανίδι
Μανώλης Δεστούνης
Εκδόσεις Εντύποις, Αθήνα 2016, σ. 460

Παρουσιάζει ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης*

Είναι άδικο, ανεπίτρεπτο, αντιδεοντολογικό και αντικοινωνικό το φαινόμενο να εκδίδονται αξιόλογα βιβλία και να μην κυκλοφορούν –για διάφορους λόγους και αιτίες– ευρέως στα βιβλιοπωλεία όλης της χώρας, στις προθήκες τους, αλλά και σε σχολικές ή δημόσιες ή δημοτικές βιβλιοθήκες, με αποτέλεσμα να στερούνται χιλιάδες αναγνώστες την ευχάριστη συντροφιά τους. Ένα από τα βιβλία αυτά είναι και τούτο, το οποίο αποφάσισα να παρουσιάσω, με σκοπό να γνωρίσουν καλύτερα οι φιλαναγνώστες και οι θεατρόφιλοι, κυρίως, έναν αγαπημένο τους ηθοποιό – του ελληνικού κινηματογράφου και του θεάτρου, τον κ. Μανώλη Δεστούνη.
Στο παρόν βιβλίο, αυτοβιογραφικό, αναλαμβάνει ο ίδιος ο δημοφιλής εξαιρετικός ηθοποιός να μας ξεναγήσει στα 50 χρόνια της ζωής του και της λαμπρής καλλιτεχνικής πορείας του στην οθόνη και στο σανίδι. Ο λόγος του απλός, λαϊκός, καθημερινός, λες και αφηγείται στους δικούς και φίλους του, τη ζωή και την καλλιτεχνική του πορεία, βρισκόμενος στο σπίτι, στο καφενείο, σε κάποιο δημόσιο χώρο, που λες και μαζεύτηκαν όλοι να πιουν έναν καφέ ή ένα κρασί και παράλληλα να τον ακούσουν να τους μιλά μ’ εκείνη τη χαρακτηριστική χροιά της φωνής του, το μειλίχιο ύφος του, τον προσηνή λόγο του, την αστραφτερή ματιά του.
Η οδοιπορική ματιά του κ. Μαν. Δεστούνη είναι μεθοδική, ελκυστική, αναλυτική, κριτική –κατά σημεία -, διεισδυτική και άκρως επικριτική, ενίοτε, στα θεατρικά και κοινωνικο-πολιτικά δρώμενα κάθε εποχής που αναφέρεται. Αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο μ’ έναν γνήσιο, αυθεντικό και λαγαρό λόγο, στον οποίο δε διστάζει να μιλήσει για πρόσωπα και πράγματα, για ευχάριστες αλλά και για δυσάρεστες καταστάσεις, με γλώσσα (αρκετές φορές) «που κόκκαλα τσακίζει», με αργκό εκφράσεις κάποιες άλλες φορές, χωρίς αναστολές και υποκρισία! Η ευγένεια του χαρακτήρα του είναι εμφανής μέσα στα κείμενά του. Επίσης, είναι χαρακτηριστική η ανοιχτόκαρδη έκφραση της ευγνωμοσύνης του σε πολλούς συναδέλφους του και το φανέρωμα του πλούσιου συναισθηματικού του κόσμου. Σαφέστατα αποδεικνύεται από τα γραφόμενά του και η ξεκάθαρη αριστερή ιδεολογία του (κομμουνιστική), που δεν την κρύβει, άλλωστε. Ούτε βέβαια κρύβει την αγάπη του στον Ολυμπιακό, όντας «γαύρος» ο ίδιος.
Πρέπει εδώ ν’ αναφέρουμε ότι το βιβλίο του απαρτίζεται από 80 ολιγοσέλιδα αφηγήματα, τα οποία ο συγγραφέας παραθέτει κατά χρονολογική σειρά τέλεσης των γεγονότων, αρχής γενομένης από τη γέννησή του (για τη μάνα του, τον πατέρα και τ’ αδέρφια του, τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, της μεταπολεμικής περιόδου και του Εμφύλιου, τις επαγγελματικές δραστηριότητες των γονιών του, τις περιπέτειές τους κ.ο.κ.). Το οδοιπορικό της ζωής του και οι αναμνήσεις των βιωμάτων του θα συνεχιστούν, αφηγούμενος με ρεαλιστικό τρόπο και άκρως συναρπαστικά όλη τη ζωή του, μέχρι το 2014 (οπότε παραδίνει στον εκδότη το πόνημά του), τις ευχάριστες και δυσάρεστες στιγμές, τα απρόοπτα και τις περιπέτειες, με χιούμορ, με μια γλυκόπικρη γεύση στο λόγο, με πλούσια συναισθήματα και χαραγμένες βαθιά μέσα του πάμπολλες εντυπώσεις και αναμνήσεις.
Μεγάλο μέρος των αφηγήσεών του, ασφαλώς, αφιερώνει στις θεατρικές σπουδές και στην πορεία του στον κινηματογράφο και στο θέατρο, αναφέροντας εκατοντάδες ονόματα, θεάτρων, ηθοποιών, σκηνοθετών και άλλων συντελεστών, με αγάπη και νοσταλγικό τόνο. Προσπαθεί να μην ξεχάσει κανέναν ή καμία από τους συναδέλφους και συνεργάτες του, για τους οποίους έχει πάντοτε ένα καλό λόγο να πει. Αναμνήσεις και καταγραφές, που όλους μας συγκινούν, μας μορφώνουν, αλλά πλουτίζουν συγχρόνως και την Ιστορία του Θεάτρου. Ένα πολύτιμο υλικό για ερευνητές και μελετητές του είδους, αλλά και για φοιτητές των Τμημάτων Θεατρικών Σπουδών των Πανεπιστημίων μας, των Σχολών Κινηματογράφου και των Δραματικών Σχολών.
Γενικότερα, θα έλεγα ότι ο καλός ηθοποιός και δη ο θεατράνθρωπος είναι συγχρόνως ένας σημαντικός κοινωνικός και πολιτιστικός παράγοντας, χρήσιμος στο κοινωνικό γίγνεσθαι, ένα ζήτημα το οποίο πρέπει να μελετηθεί δεόντως, ώστε η Εκπαίδευση όλων των βαθμίδων θα πρέπει συντονισμένα και προγραμματισμένα ν’ αξιοποιήσει κάποτε δεόντως τους καλλιτέχνες στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, από το νηπιαγωγείο μέχρι το λύκειο. Ο ηθοποιός (και ο κάθε καλός καλλιτέχνης), καθώς είναι και εκπέμπει φως, είναι συγχρόνως παιδαγωγός, φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, γνώστης της τέχνης και της αισθητικής, ένα «πολυεργαλείο» για μόρφωση της νέας γενιάς. Είναι ο πολύπειρος άνθρωπος, ο οποίος με γνώση και εμπειρία, «διδάσκει» από σκηνής, αλλά και στην ίδια του ζωή, στην καθημερινότητά του, όπου βρεθεί και όπου σταθεί.
Άξιος «δάσκαλος» είναι –και μπορεί να παίξει πλατύτερα κοινωνικούς ρόλους, με σκηνοθέτες το Υπουργείο παιδείας και πολιτισμού ή και άλλους φορείς– και ο κ. Μανώλης Δεστούνης, ο οποίος ακόμη και με το συγκεκριμένο βιβλίο του μας μαθαίνει τόσα πολλά και χρήσιμα και αλίμονο αν δεν το έγραφε και δεν το εξέδιδε. Όλ’ αυτά θα χανόντουσαν, πέφτοντας μοιραία μέσα στη χοάνη της ιστορικής λήθης.
Την έκδοση κοσμούν 130 περίπου φωτογραφίες, οι περισσότερες συγκεντρωμένες σε λεύκωμα στο τέλος του βιβλίου. Φωτογραφίες από τη ζωή του και τις δραστηριότητές του στον κινηματογράφο (και ταινίες μικρού μήκους) και στο θέατρο (πρόζα, επιθεώρηση και μιούζικαλ), αφίσες από θεατρικές παραστάσεις, της οικογένειάς του κ.ά. 
«Μάθημα της ζωής και της τέχνης» θα ονόμαζα αυτό το βιβλίο και προτείνω να μη χάσει κανένας την απόλαυση της μελέτης του. Είναι μια συμπυκνωμένη ιστορία ενός πρωταγωνιστή του θεάτρου και της ζωής μισού αιώνα γνώσεων, εμπειριών και δημιουργημένης, συσσωρευμένης  σοφίας. Ευκαιρία ν’ αδράξει ο αναγνώστης την ευκαιρία και ν’ αναζητήσει στα βιβλιοπωλεία «Το οδοιπορικό ενός κωμωδού» του κ. Μανώλη Δεστούνη και δε θα μετανιώσει. Αντιθέτως, θα το χαρεί και θα το απολαύσει!
Θα κλείσω τη σύντομη αυτή παρουσίαση μ’ ένα απόσπασμα από τον «Πρόλογο» του βιβλίου, της γιατρού, λογοτέχνιδας και δραματουργού κ. Τούλας Μπούτου:
«[…] Ο τίτλος του βιβλίου πολύ επιτυχημένος, αφού ένα μακρύ “οδοιπορικό”, μια αδιάκοπη περιδιάβαση από χώρο σε χώρο, από θέατρο σε θέατρο, από πόλη σε πόλη, αλλά και ακόμη μακρύτερα σε άλλες χώρες, υπήρξε ο χώρος που ακολούθησε. Για να τρυγήσει την ουσία της ζωής τόσο πλατιά, τόσο πολύτροπα, κι επεισοδιακά πολλές φορές. Για να ικανοποιήσει τη δίψα και τον έρωτα για τη θεατρική του δικαίωση. Τις ανησυχίες για μια ξεχωριστή ζωή. Είναι ένα βιβλίο που συνεπαίρνει τον αναγνώστη από τις πρώτες σελίδες του με ειλικρίνεια, την απλότητα της γραφής, που φτάνει σε κάποια σημεία της αφήγησης ν’ αγγίζει τον άκρατο ρεαλισμό. […]»
Συγχαρητήρια αξίζουν και στις εκδόσεις ΕΝΤΥΠΟΙΣ γι’ αυτό το όμορφο και απέριττο εκδοτικό αποτέλεσμα!

*Θανάσης Ν. Καραγιάννης
http://thkaragia.wix.com/main


vivlio
Ενα βι­βλίο για το ερα­σι­τε­χνι­κό θέ­α­τρο στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη τον 20ό αιώνα
Πα­ρου­σιά­ζει ο Θα­νά­σης Ν. Κα­ρα­γιάν­νης* //

ΣΤΕ­ΦΑ­ΝΟΣ Α. ΔΕ­ΚΑ­ΒΑΛ­ΛΑΣ: 
ΤΟ ΕΛ­ΛΗ­ΝΙ­ΚΟ ΕΡΑ­ΣΙ­ΤΕ­ΧΝΙ­ΚΟ ΘΕ­Α­ΤΡΟ ΣΤΗΝ ΚΩΝ­ΣΤΑ­ΝΤΙ­ΝΟΥ­ΠΟ­ΛΗ ΤΟΝ 20ό ΑΙΩΝΑ
ΕΚ­ΔΟ­ΣΕΙΣ ΤΣΟΥ­ΚΑ­ΤΟΥ,
Αθήνα 2005, σχ. Ο,22 Χ 0,28 εκατ, σελ. 198

Ένα βι­βλίο, εκ­δο­τι­κής ηλι­κί­ας 13 χρό­νων, κι όμως ακόμη αξε­πέ­ρα­στο, μια και η έρευ­να και με­λέ­τη του Ερα­σι­τε­χνι­κού Θε­ά­τρου στην Πόλη δε συ­νε­χί­στη­κε… στο βαθμό που επι­βάλ­λε­ται δε­ο­ντο­λο­γι­κά.
Ο αεί­μνη­στος συγ­γρα­φέ­ας-ερευ­νη­τής και με­λε­τη­τής Στέ­φα­νος Α. Δε­κα­βάλ­λας (1929-2013) κα­τόρ­θω­σε να συ­γκε­ντρώ­σει –μετά από έρευ­νά του– στοι­χεία από το ερα­σι­τε­χνι­κό θε­α­τρι­κό γί­γνε­σθαι της Πόλης στον 20ό αιώνα, και μια πλού­σια και λίαν εν­δια­φέ­ρου­σα φω­το­γρα­φι­κή συλ­λο­γή από ερα­σι­τε­χνι­κές θε­α­τρι­κές πα­ρα­στά­σεις, από σχο­λι­κές θε­α­τρι­κές πα­ρα­στά­σεις, αλλά και πλού­σια βιο­γρα­φι­κά στοι­χεία και φω­το­γρα­φί­ες προ­σω­πι­κο­τή­των που έπαι­ξαν ση­μα­ντι­κό ρόλο στο συ­γκε­κρι­μέ­νο θέ­α­τρο, σ’ αυτόν τον πε­ρι­πε­τειώ­δη αιώνα για τη Ρω­μιο­σύ­νη της Πόλης.   
Η συμ­βο­λή του με­λε­τη­τή και συγ­γρα­φέα του πα­ρό­ντος βι­βλί­ου, είναι αναμ­φι­σβή­τη­τα πο­λύ­τι­μη, αφού του­λά­χι­στο έθεσε τα θε­μέ­λια για πε­ραι­τέ­ρω έρευ­να και με­λέ­τη του συ­γκε­κρι­μέ­νου θε­α­τρι­κού φαι­νο­μέ­νου στην Πόλη (για τη χρο­νι­κή πε­ρί­ο­δο 1900-1975) και για τη ζωή και δρα­στη­ριό­τη­τα κά­ποιων θε­α­τράν­θρω­πων της Πόλης στην Αθήνα (1975-2000), όπου έζη­σαν τα υπό­λοι­πα χρό­νια της ζωής τους.
Το υπό­βα­θρο για το συ­νο­λι­κό κεί­με­νο του πα­ρό­ντος βι­βλί­ου ήταν απο­σπα­σμα­τι­κές με­λέ­τες, τις οποί­ες επι­χεί­ρη­σε ο συγ­γρα­φέ­ας και δη­μο­σί­ευ­σε αρ­χι­κά στην εφ. «ΕΠΤΑ­ΛΟ­ΦΟΣ» (1991-2000) του Μι­χά­λη Βα­σι­λειά­δη και στην εφ. «ΠΟ­ΛΙ­ΤΗΣ» (2001-) της Πη­νε­λό­πης Τσου­κά­του. Αυτά τα με­λε­τή­μα­τά του, πε­ρισ­σό­τε­ρο συ­ναι­σθη­μα­τι­κού και δη­μο­σιο­γρα­φι­κού χα­ρα­κτή­ρα, παρά δο­κι­μια­κού και ακα­δη­μαϊ­κού, ανα­δη­μο­σιεύ­ο­νται στον πα­ρό­ντα τόμο, φυ­σι­κά συ­μπλη­ρω­μέ­να με πρό­σθε­τα στοι­χεία και εμπλου­τι­σμέ­να με πλού­σιο απο­κα­λυ­πτι­κό φω­το­γρα­φι­κό ρε­πορ­τάζ (238 φω­το­γρα­φί­ες θε­α­τρι­κών πα­ρα­στά­σε­ων, θε­α­τρι­κών προ­γραμ­μά­των και συ­να­ντή­σε­ων ηθο­ποιών εκτός σκη­νής, από τις οποί­ες οι 52 είναι σκί­τσα ή προ­σω­πι­κές οι­κο­γε­νεια­κές φω­το­γρα­φί­ες των θε­α­τράν­θρω­πων Γιώρ­γου Κα­σα­πά­κη, Γιώρ­γου Ρούσ­σου και Σπύ­ρου Λίνα, αλλά και άλλων Ελ­λή­νων δρα­μα­τουρ­γών, ηθο­ποιών και σκη­νο­θε­τών). Δε γνω­ρί­ζω αν υπάρ­χουν και άλλες φω­το­γρα­φί­ες για τις πα­ρα­στά­σεις του Ερα­σι­τε­χνι­κού και Σχο­λι­κού Θε­ά­τρου στην Πόλη, εν­δε­χο­μέ­νως σε κά­ποια ιδιω­τι­κά αρ­χεία. Αυτό θα μας το απο­κα­λύ­ψει μια μελ­λο­ντι­κή έρευ­να. Έχω την ελ­πί­δα και την εντύ­πω­ση ότι υπάρ­χει και άλλο σχε­τι­κό φω­το­γρα­φι­κό υλικό…
Τα πε­ριε­χό­με­να του βι­βλί­ου έχουν ως εξής:
§  Προ­λε­γό­με­να, σ. 11-12
§  Με συ­ντρο­φιά τη νο­σταλ­γία, σ. 13-22
§  Ο ανα­γεν­νώ­με­νος Φοί­νι­κας, σ. 23-33
§  Γιώρ­γος Σάββα Ρούσ­σος. Ένας κα­πε­λάς αλ­λιώ­τι­κος από τους άλ­λους. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ, σ. 35-54
§  ΜΕΡΟΣ ΔΕΥ­ΤΕ­ΡΟ, σ. 55-80
§  ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ, σ. 81-91
§  Ακρο­τε­λεύ­τιο, σ. 91-92
§  Σπύ­ρος Πα­να­γιώ­τη Λίνας. Η μετά το 1964 πε­ρί­ο­δος των θε­α­τρι­κών του δρα­στη­ριο­τή­των, σ. 93-114
§  ΜΕΡΟΣ ΔΕΥ­ΤΕ­ΡΟ, σ. 115-146
§  ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ, σ. 147-180
§  Ο Ερα­σι­τε­χνι­κός Θε­α­τρι­κός Όμι­λος του «Φι­λαν­θρω­πι­κού Συν­δέ­σμου Στα­μπούλ», σ. 181-198
Ο Στ. Λ. Δε­κα­βάλ­λας επι­κέ­ντρω­σε το φακό της έρευ­νας και με­λέ­της του, βα­σι­κά στη ζωή και τη θε­α­τρι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα των τριών ση­μα­ντι­κών προ­α­να­φε­ρό­με­νων θε­α­τράν­θρω­πων της Πόλης. Μέσα από το βι­βλίο οι ανα­γνώ­στες του πλη­ρο­φο­ρού­νται για τη συμ­βο­λή αυτών των προ­σω­πι­κο­τή­των στη λει­τουρ­γία του Ερα­σι­τε­χνι­κού Θε­ά­τρου βα­σι­κά στην Κων/πολη και συ­γκε­κρι­μέ­να για τους Ερα­σι­τε­χνι­κούς Θε­α­τρι­κούς Ομί­λους (και Θιά­σους):  α) του Συν­δέ­σμου Απο­φοί­των του Ζω­γρα­φεί­ου, β) του Μορ­φω­τι­κού Συν­δέ­σμου Με­γά­λου Ρεύ­μα­τος (Αρ­να­ούτ­κιοϊ) (Ερα­σι­τε­χνι­κού Θιά­σου Νέων), γ) του Συν­δέ­σμου Απο­φοί­των του Ζαπ­πεί­ου, δ) του Συν­δέ­σμου Στα­μπούλ, ε) της «Χρι­στια­νι­κής Ένω­σης Νέων» (Y.M.C.A.), στ) της Ελ­λη­νι­κής Ένω­σης Κων­στα­ντι­νου­πό­λε­ως, ζ) της Φι­λο­πτώ­χου Αδελ­φό­τη­τος Τα­τα­ού­λων, η) του Αθλη­τι­κού Συλ­λό­γου Τα­τα­ού­λων (ή Κουρ­του­λούς) και θ) του Μορ­φω­τι­κού Συλ­λό­γου Φε­ρί­κιοϊ.
Και, βέ­βαια, οι ανα­φο­ρές του στις θε­α­τρι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες των εν­λό­γω Συλ­λό­γων και Συν­δέ­σμων είναι πε­ριο­ρι­σμέ­νες –δεν απο­τε­λούν το σύ­νο­λό τους– παρά μόνο σ’ εκεί­νες που έπαι­ξαν ως ηθο­ποιοί ή σκη­νο­θέ­τη­σαν οι προ­α­να­φε­ρό­με­νοι θε­α­τράν­θρω­ποι.
Επί­σης, από το παρόν βι­βλίο απου­σιά­ζουν όλες οι θε­α­τρι­κές ερα­σι­τε­χνι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες όλων των άλλων Κοι­νο­τή­των της Πόλης, που είχαν πλού­σια συμ­με­το­χή με τους θε­α­τρι­κούς ομί­λους τους, μέσα από τους Μορ­φω­τι­κούς Συν­δέ­σμους τους, στο θε­α­τρι­κό ερα­σι­τε­χνι­κό γί­γνε­σθαι της Πόλης στον 20ό αι. και ιδιαί­τε­ρα στη Με­τα­πο­λε­μι­κή πε­ρί­ο­δο μέχρι το 1964, ζο­φε­ρή χρο­νιά των απε­λά­σε­ων, αλλά και λίγο αρ­γό­τε­ρα, μέχρι το 1975, πε­ρί­που.
Ο συγ­γρα­φέ­ας θέ­λο­ντας να μην αφή­σει λειψά τα πορ­τρέ­τα των θε­α­τράν­θρω­πων των με­λε­τη­μά­των του, επε­κτεί­νε­ται και στη θε­α­τρι­κή δρα­στη­ριό­τη­τά τους και πέρα από την Πόλη, στην Αθήνα.
Ανα­φο­ρές γί­νο­νται -έστω πε­ριο­ρι­σμέ­νες- στο μα­θη­τι­κό και σχο­λι­κό θέ­α­τρο ή στο θέ­α­τρο για παι­διά, πάλι δη­λα­δή σε πα­ρα­στά­σεις στις οποί­ες συμ­με­τεί­χαν οι εν­λό­γω θε­α­τράν­θρω­ποι. Εδώ, ση­μειώ­νου­με, ότι στον τομέα του Σχο­λι­κού Θε­ά­τρου στην Πόλη έχου­με ερευ­νη­τι­κά, με­λε­τη­τι­κά και συγ­γρα­φι­κά ένα ση­μα­ντι­κό κενό, το οποίο ελ­πί­ζω να κα­λύ­ψουν εν καιρώ οι πα­νε­πι­στη­μια­κές μας σχο­λές (Παι­δα­γω­γι­κές και Θε­α­τρο­λο­γι­κές) με τους άξιους κα­θη­γη­τές που δια­θέ­τουν, αλλά και άλλοι παι­δα­γω­γοί ή θε­α­τρο­λό­γοι ερευ­νη­τές/με­λε­τη­τές, με προ­σω­πι­κές τους ερ­γα­σί­ες.
Η γλώσ­σα του κει­μέ­νου είναι απλή, κα­τα­νοη­τή και ρέ­ου­σα και το ύφος του συγ­γρα­φέα λιτό, ώστε ο ανα­γνώ­στης να απο­λαμ­βά­νει την ανά­γνω­ση του βι­βλί­ου έτσι, ώστε να αφο­μοιώ­νει εύ­κο­λα όλες τις πλη­ρο­φο­ρί­ες που του δί­νο­νται πλου­σιο­πά­ρο­χα. Αν και εξει­δι­κευ­μέ­νο βι­βλίο, όπως θα ισχυ­ρι­ζό­ταν κά­ποιος, επει­δή ακρι­βώς έχει δη­μο­σιο­γρα­φι­κό χα­ρα­κτή­ρα, κα­θί­στα­ται ευ­χά­ρι­στη η ανά­γνω­σή του, και για το λόγο επι­πρό­σθε­τα της αφη­γη­μα­τι­κής ικα­νό­τη­τας του συγ­γρα­φέα του.
Ο Δε­κα­βάλ­λας ανα­φέ­ρει και ευ­χα­ρι­στεί, και είναι προς τιμή του, όλους αυ­τούς που τον βο­ή­θη­σαν να συλ­λέ­ξει τα βιο­γρα­φι­κά, πα­ρα­στα­σιο­γρα­φι­κά στοι­χεία και τις φω­το­γρα­φί­ες.
Οι επί­γο­νοι –και οι οι­κο­γέ­νειές τους- όσων έλα­βαν μέρος στις θε­α­τρι­κές πα­ρα­στά­σεις ή συμ­με­τεί­χαν σ’ αυτές ως συ­ντε­λε­στές τους (σκη­νο­θέ­τες, σκη­νο­γρά­φοι, εν­δυ­μα­το­λό­γοι κ.ο.κ.), οι οποί­ες πε­ρι­λαμ­βά­νο­νται στο παρόν έργο, έχουν –και θα έχουν και οι δικοί τους επί­γο­νοι- την ευ­και­ρία, τη χαρά και την τιμή να μα­θαί­νουν τα όσα προ­σέ­φε­ραν οι γο­νείς, οι παπ­πού­δες, οι για­γιά­δες, οι θείοι και οι θείες τους, ιδιαί­τε­ρα στο Ερα­σι­τε­χνι­κό Θέ­α­τρο της Πόλης στον 20ό αι.
Αξί­ζει τον κόπο το βι­βλίο αυτό να μη λεί­ψει από τις βι­βλιο­θή­κες τους, αλλά και από τα χέρια όλων, όσοι αγα­πούν το θέ­α­τρο και τη μά­θη­ση, γε­νι­κό­τε­ρα.   
Επι­βάλ­λε­ται να δώ­σου­με τα εύ­ση­μα στις Εκ­δό­σεις ΤΣΟΥ­ΚΑ­ΤΟΥ για την επι­με­λη­μέ­νη και κα­λαί­σθη­τη έκ­δο­ση του βι­βλί­ου. Θε­ω­ρού­με ση­μα­ντι­κή την πρω­το­βου­λία τους για την έκ­δο­ση αυτού του αξιό­λο­γου πο­νή­μα­τος, μο­να­δι­κού στο είδος του, μέχρι στιγ­μής.
_______________________________­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­_­__
Θα­νά­σης Ν. Κα­ρα­γιάν­νης Δρ. Επι­στη­μών της Αγω­γής. Με­λε­τη­τής Δρα­μα­τουρ­γί­ας για παι­διά. Κρι­τι­κός Θε­ά­τρου για παι­διά. Συγ­γρα­φέ­ας
e-mail:thkaragia@​gmail.​com http://​thkaragia.​wix.​com/​main