Αιμίλιος (Αιμιλιανός) Κομβόπουλος (1927-)
Ερασιτέχνης Ηθοποιός &
Σκηνοθέτης
στην Κωνσταντινούπολη
(συνέχεια από το προηγούμενο φύλλο και τέλος)
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
ΕΡΩΤΗΣΗ: Κύριε Κομβόπουλε, ποια ήταν η αφορμή για
ν’ ασχοληθείτε με το θέατρο ως ερασιτέχνης ηθοποιός;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Η νεολαία της Κων/πολης δε συνήθιζε να
πηγαίνει στα καφενεία, όταν επιστρέφαμε από τη δουλειά. Το στέκι μας ήταν να
μαζευτούμε κάτω από το φανάρι του δρόμου, συζητούσαμε, τραγουδούσαμε, άλλος έπαιζε
αρμόνικα (αυτή που τη φυσούνε), άλλος ακορντεόν.
Όταν ιδρύθηκαν οι Σύνδεσμοι, μεταξύ άλλων
προστέθηκε και το θέατρο.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Περιγράψτε τις εμπειρίες και τις
εντυπώσεις σας από τις πρώτες θεατρικές πρόβες. Ποια προβλήματα παρουσιάζονταν
με το παίξιμο των ηθοποιών;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Να σχηματίσεις Θεατρικό Όμιλο προπάντων
σε περιοχές μακριά από το κέντρο, δεν είναι το ίδιο πράγμα. Οι αστοί είναι πιο
συντηρητικοί να στείλουν τα κορίτσια τους μόνα και βράδυ, με τα αγόρια να
κάνουν πρόβες για παράσταση. «Θεός φυλάξει…! Ποιος ξέρει τι όργια θα γίνονταν…».
Έτσι σκέπτονταν. Γίνονταν μεγάλες προσπάθειες. Κάποτε αναγκαζόταν να πάει
κάποιος από το Διοικητικό στους γονείς του κοριτσιού, να το ζητήσει και αν τους
έπειθε…
Τώρα, ας πούμε ότι βρέθηκαν όσα πρόσωπα χρειάζονται
και τι έγινε; Έληξε το πρόβλημα; Με άλλα λόγια, είναι κατάλληλο το κάθε πρόσωπο
να επωμισθεί έναν οποιοδήποτε ρόλο; Διότι όλοι θέλουν να παίξουν τον
πρωταγωνιστή, αγνοούντες ότι ένας ασήμαντος ρόλος μπορεί να επισκιάσει τον
πρωταγωνιστή. Τώρα τι να αναφέρω για τις ικανότητές τους… Π.χ. ευφράδεια, ορθός
τονισμός, χρωματισμός στο λέγειν. Ο ερασιτέχνης δεν ξέρει πώς να σταθεί στη
σκηνή και πού να βάλει τα χέρια του, τρέμει ολόκληρος κ.λπ. Αυτά δεν ισχύουν
για όλους. Έχει μερικά παιδιά τζιμάνια, που λες γεννήθηκαν για θέατρο, που το
αγαπάνε, το ζούνε.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιος ήταν ο πρώτος σκηνοθέτης σας; Σας
παρακαλώ, μιλήστε γι’ αυτόν (προσωπικότητα, ικανότητες, μέθοδο, τακτική), αλλά
και για τους υπόλοιπους σκηνοθέτες σας.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ο πρώτος σκηνοθέτης μας στο Ορτάκιοϊ,
όπου ανέβηκα κι εγώ στη σκηνή, ήταν ο Δημήτρης Δημητριάδης, ερασιτέχνης και
αυτός, αλλά πεπειραμένος. Έπαιζε στη σκηνή του Φιλανθρωπικού Συνδέσμου Νέων
«Σταμπούλ», όπου ανέβαζαν κλασικά έργα.
Η δουλειά του ήταν δύσκολη, διότι αναλάμβανε
πρωτάρηδες. Εδώ πρέπει να σημειώσω το εξής: Δεν είναι δυνατό να βάλουμε στο
ίδιο επίπεδο ένα παιδί που έζησε και μεγάλωσε μακριά από το κέντρο της Πόλης με
εκείνο που έζησε στο κέντρο. Το πρώτο έχει μεγάλη απόσταση στην εξέλιξη, στη
συμπεριφορά, στην τόλμη.
Η δουλειά του Δημητριάδη ήταν δύσκολη. Οι άλλοι
σκηνοθέτες που τον άκουγαν, έλεγαν: «Αυτός
δεν κάνει το σκηνοθέτη. Αυτός κάνει τον παιδαγωγό». Είχε υπομονή ο
άνθρωπος, είχε και ανάγκη, έκαμνε υπομονή. Αυτό ήταν το πρώτο βάπτισμα και
φρονίμως ποιών, η πρώτη παράσταση ήταν τρία μονόπρακτα: «Βρυκόλακας», «Ραντεβού»
και «Πατρικό σπίτι».
Ως για τους άλλους σκηνοθέτας… Όταν δεν είχαμε πια
τις δυνατότητες να βγάλουμε έργο, μετά τη διαρροή ελλείψει προσώπων, πήγα στο Αρναβούτκιοϊ,
γιατί με έλειπε το θέατρο, εκείνη η ατμόσφαιρα, η αγωνία, τα χειροκροτήματα.
Εδώ σκηνοθέτης ήταν ο Σπύρος Βενιέρης, ερασιτέχνης, αλλά με όλα τα προσόντα του
ηθοποιού και θερμός θιασώτης του Γούναρη. Χαμός γινότανε. Έζησα αξέχαστες
μέρες, στα διαλλείματα τραγουδούσε και το ακροατήριο ενθουσιωδώς χειροκροτούσε.
Μετά σταμάτησε και εδώ για τους γνωστούς λόγους (απελάσεις κ.λπ.) Έλειψαν όχι
μόνο οι ηθοποιοί, αλλά και οι θεατές. Μετά ο Βενιέρης μεταπήδησε στον
Φιλανθρωπικό Σύνδεσμο Νέων «Σταμπούλ». Τον έλειψε και αυτουνού η σκηνή. Όταν
αναπνεύσεις τη σκόνη της σκηνής και απολαύσεις δίκαια τα χειροκροτήματα, δεν
μπορείς πια να την αποχωριστείς.
Ο Φιλανθρωπικός Σύνδεσμος Νέων «Σταμπούλ» σκηνή
δεν είχε. Παίζαμε στη σκηνή της
«ΤΕΤΟΝΙΑ», ένα ωραίο κτήριο, υποκατάστημα του γερμανικού προξενείου, στο
Γιουκσέκ καλντιρίμ, κοινώς «Σκαλάκια», με σκηνοθέτη τον Γιώργο Ρούσσο.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιες ήταν οι αναμνήσεις σας από τις
υπόλοιπες παραστάσεις, που συμμετείχατε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Όσο για τις αναμνήσεις μου, όπως θα
αντιλαμβάνεστε, αξέχαστες! Κάθε παράσταση ήταν μια πανήγυρη, ένα καλλιτεχνικό
φεστιβάλ! Μια παράσταση που τη συνόδευε κονσέρτο τραγουδιού, γιατί ο δαιμόνιος
και αχόρταγος της σκηνής Βενιέρης, δεν χόρταινε να τραγουδάει Γούναρη και οι
θεαταί δεν εννοούσαν να εγκαταλείψουν το θέατρο, χειροκροτώντας έξαλλοι.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια, κατά τη γνώμη σας, ήταν η επίδραση
του θεάτρου στο χαρακτήρα σας, στη μόρφωσή σας, στην εξέλιξη της προσωπικότητάς
σας;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ας αρχίσω από την προσωπικότητά μου,
ομολογώ ότι δεν υπήρξε καμία αλλαγή, αλλά σημειώνω ότι έμαθα να εκφράζομαι, και
ανάγνωση καλή έμαθα, προφέροντας αυτό που διαβάζω να αποδίδει την έννοιαν που
εγράφη, και ασφαλώς με είδαν και με γνώρισαν πολλοί, που με θυμόνταν από τις
παραστάσεις.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Παίξατε εκτός Κων/πολης, πότε και πού; Με
ποιο θίασο, σε ποια παράσταση;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Παίξαμε στην Αθήνα: στο Βεάκειο, στο
Άλσος Νέας Σμύρνης και στο Θέατρο Βράχων Υμηττού, καλεσμένοι της Μελίνας
Μερκούρη, με το Θίασο του Συνδέσμου Αποφοίτων Ζωγραφείου, την Επιθεώρηση «Ενδεκάτη εντολή» και με σκηνοθέτρια τη
Δέσποινα Ρομβοπούλου.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιοι ζουν από εκείνη την εποχή, με τους
οποίους είχατε συνεργαστεί στις θεατρικές παραστάσεις; Θέλετε να μας πείτε για
κάποιον απ’ αυτούς; Έχετε σήμερα κάποια επικοινωνία μαζί τους;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δυστυχώς, κανένα δε συνάντησα έκτοτε.
Μόνον γνωρίζω ότι ο Στέλιος Τσιλιβίδης, που παίζαμε μαζί στη σκηνή του
Φιλανθρωπικού Συνδέσμου Νέων «Σταμπούλ», και που είχε παρτενέρ μια κοπέλα, που
ονομαζόταν Μποσύνη, μετανάστευσαν και οι δύο στην γείτονα. ‘Έμαθα ότι ο Στέλιος
έγινε γιατρός και ότι παντρεύτηκαν με την Μποσύνη, αλλά δε γνωρίζω πού δέχεται
πελατεία. Ίσως, κατορθώσετε να τον βρείτε μέσω Κωνσταντινουπολιτών ή από πολίτικους
συνδέσμους στην Αθήνα.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι άλλο θυμάστε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ημερομηνίες παραστάσεων αποκλείεται να
θυμηθώ. Αλλά, ένα γεγονός έμεινε αλησμόνητο και κάθε τόσο η γυναίκα μου με το
θυμίζει…, ας είναι καλά, με το δικό της τρόπο:
Μια ωραία ηλιόλουστη μέρα μαζευτήκαμε το
συγγενολόι, ντυμένοι στην πένα, παρφουμαρισμένοι, με μια ανθοδέσμη και ένα
κουτί ζαχαρωτά. Αυτό ήταν το «μαρκ ντεποζέ», όπως λένε, το συνηθισμένο δηλαδή,
και χτυπάμε την πόρτα της μέλλουσας συμβίας μου. Αφού έγιναν οι δέουσες
προτάσεις και λάβαμε θετική την απάντηση, σηκώνομαι στο πόδι και λέγω «Εμένα, με συγχωρείτε. Ζητώ την επιείκειά
σας, αλλά πρέπει να φύγω, γιατί έχω παράσταση»… Κόκκαλο η ομήγυρη! Δε
γινόταν, όμως, διαφορετικά. Τα εισιτήρια πουλημένα, το έργο…!
Ευτυχώς, τρελάθηκα. Τρέλα δεν είναι;
Αυτά που μπόρεσα να θυμηθώ μετά από τόσα χρόνια,
είναι φανερό ότι έχουν σχηματίσει μέσα μου μια λαχτάρα, έναν πόθο για το
θέατρο.
Επίσης, δεν ξεχνώ τα θερμά και ειλικρινή
συγχαρητήρια για τα δύο έργα, που έχω σκηνοθετήσει: «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» και «Οι
μικροί Φαρισαίοι».
Ελπίζω να σας βοηθήσουν για τον σκοπό που προορίζετε
όσα σας είπα και σας έγραψα.
Θανάσης Ν. Καραγιάννης:
Αγαπητέ κ. Αιμίλιε Κομβόπουλε, σας ευχαριστούμε
πολύ για όλα. Μάθαμε πολλά από εσάς και ελπίζουμε ότι και οι αναγνώστες μας θα
μείνουν ευχαριστημένοι διαβάζοντάς μας. Ότι άλλο θυμηθείτε από την εποχή εκείνη
της θεατρικής σας δραστηριότητας, πολύ θα χαρούμε να μας τα στείλετε. Θα είναι
χρήσιμα σε όλους μας, αλλά και μια σημαντική ψηφίδα, για να συμπληρωθεί το
όμορφο ψηφιδωτό της Ρωμαίκης Ερασιτεχνικής Θεατρικής Δραστηριότητας στην
Κων/πολη του 20ού αιώνα.[2]
[1]. Ο Θανάσης Ν. Καραγιάννης είναι
Διδάκτορας Επιστημών της Αγωγής, Ερευνητής/Μελετητής της Δραματουργίας για
παιδιά και εφήβους, Κριτικός Θεάτρου και Συγγραφέας.
e-mail: thkaragia@gmail.com
[2].
Η αρχή έγινε από τον αείμνηστο
ερευνητή/μελετητή του Ερασιτεχνικού Θεάτρου στην Πόλη, Στέφανο Λ. Δεκαβάλλα, με
το θαυμάσιο βιβλίο του: «Το Ελληνικό
Ερασιτεχνικό Θέατρο στην Κωνσταντινούπολη τον 20ό αιώνα», το οποίο εκδόθηκε
από τις Εκδόσεις Τσουκάτου, το 2005 (σελ. 198), και αξίζει να το αποκτήσουν
όσοι ομογενείς Ρωμιοί Κωνσταντινουπολίτες (και άλλοι φυσικά θεατρόφιλοι και
φιλομαθείς Ελλαδίτες) δεν το έχουν ήδη στη βιβλιοθήκη τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σας παρακαλώ τα σχόλιά σας να είναι σύντομα,κόσμια και σε λογικά πλαίσια. Διατηρούμε το δικαίωμα απόρριψης σχολίων κατά την κρίση μας.