Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013



Μπάρτζης, Γιάννης Δ.
Πέτρος Πικρός. Στράτευση, αντιπαραθέσεις, πικρίες στη Λογοτεχνία του Μεσοπολέμου
Εκδοτικός Οίκος Αντ. Σταμούλη
Αθήνα 2006, σ. 660

Ενδιαφέρουσα μονογραφία για τη ζωή και το έργο του σοσιαλιστή Πέτρου Πικρού (1894-1956), δημοσιογράφου, πεζογράφου, ποιητή, μεταφραστή και στοχαστή κυρίως του Μεσοπολέμου, παρουσιάζει με επιτυχία ο Δρ. Γιάννης Μπάρτζης, εκπαιδευτικός και καταξιωμένος πεζογράφος βιβλίων για παιδιά και εφήβους.
Ο μελετητής και ερευνητής κ. Μπάρτζης έχει συνθέσει ένα πλήρες πόνημα, διαρθρωμένο σε πέντε κεφάλαια. Με επιστημονική μεθοδολογία και εμβριθή μελετητική ικανότητα και οξυδέρκεια κατορθώνει να δαμάσει ένα πλούσιο υλικό, προϊόν εξονυχιστικής έρευνας σε βιβλιοθήκες και αρχεία. Εντάσσει δημιουργικά το έργο του Πικρού στα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά πλαίσια της εποχής που έδρασε και δημιούργησε, καταδεικνύοντας πρόσωπα και καταστάσεις, παραμέτρους που επηρέασαν και διαμόρφωσαν το έργο αυτό, αντιθέσεις και συγκρούσεις, την ενγένει περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Ο κ. Μπάρτζης δεν παραμένει σε ρηχές και επιφανειακές αναφορές, αλλά εμβαθύνει επαρκώς με επισημάνσεις και κριτικές παρατηρήσεις, δίνοντας το στίγμα του ιστορικού και μελετητή της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ο οποίος προσπαθεί ν’ αποκαλύψει νέα στοιχεία στην έρευνα, να διεισδύσει στο λογοτεχνικό φαινόμενο, καταγράφοντας και αναλύοντας αισθητικές, ιδεολογικές κ.ά. παραμέτρους. Εμφανής γίνεται η ιδεολογική μεταστροφή του Πικρού, ο οποίος, όπως αναφέρει η Αν. Καθηγήτρια του Παν/μίου Αθηνών κ. Βίκυ Πάτσιου στον πρόλογο του βιβλίου, «εκφραστής αρχικά της επαναστατικής ορθοδοξίας και της κομματικής πειθαρχίας βρίσκεται στη συνέχεια αποκλεισμένος και συκοφαντημένος από την επίσημη Αριστερά, για να στραφεί προς το τέλος της ζωής του στην εξερεύνηση της αινιγματικής περιοχής της συνείδησης».
Ο κ. Μπάρτζης αναφέρεται λεπτομερώς, με κριτικές παρατηρήσεις πνευματικών ανθρώπων της εποχής, αλλά και προσωπικές του απόψεις, σε όλα τα έργα του Πικρού: λογοτεχνικά για ενηλίκους (ποιήματα, μυθιστορήματα, νουβέλες), λογοτεχνικά για παιδιά και εφήβους (μυθιστορήματα, παραμύθια και ιστορίες, εγκυκλοπαιδικά), δημοσιογραφικά και λογοτεχνικά κείμενα δημοσιευμένα σε περιοδικά  και εφημερίδες («Ριζοσπάστης», «Αθηναϊκή», «Δημοκρατία», «Ελεύθερος Τύπος», «Πατρίς», «Παιδική Χαρά», «Νέα Επιθεώρηση», «Πρωτοπόροι» κ.ά.), κείμενα που ανήκουν στο χώρο της λαϊκής λογοτεχνίας και της παραλογοτεχνίας, λανθάνοντα λαϊκά μυθιστορήματα κ.λπ. Αναλυτικές αναφορές γίνονται και στις τακτικές συνεργασίες του με το περ. «Ήλιος», με κείμενα φιλοσοφικά και ψυχολογικά, με κείμενα που ανήκουν στο χώρο του στοχασμού και των ιδεών, για το έργο μεγάλων φιλοσόφων (Βολταίρος, Νίτσε, Σοπενχάουερ), αλλά και στις περίφημες πολιτικές βιογραφίες του για τους Λένιν και Στάλιν κ.ά.   
Το τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου (σ. 277-358) έχει τον τίτλο: «Δημοσιογραφία και Λογοτεχνία ως μέσο βιοπορισμού», περιέχει – και αυτό – αποκαλυπτικά στοιχεία, πολύ ενδιαφέροντα και χρήσιμα σε δημοσιογράφους και φοιτητές, οι οποίοι σπουδάζουν δημοσιογραφία.
Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει το παράρτημα «Εργογραφία Πέτρου Πικρού» (σ. 457-660), όπου δημοσιεύονται αναλυτικά όλα τα βιβλία του και σε πίνακες, ανά εφημερίδα και περιοδικό, αλλά και κατά λογοτεχνικό είδος, 2179 κείμενά του. Εδώ καταδεικνύεται η μεγάλη αγάπη στην έρευνα και του εκδότη κ. Αντ. Σταμούλη, τον οποίο «επιβάλλεται» να ευχαριστήσουμε όλοι οι ερευνητές και μελετητές της νεοελληνικής λογοτεχνίας, διότι έχουμε, πλέον, ανά χείρας υλικό προς περαιτέρω έρευνα και μελέτη, το οποίο σε αντίθετη περίπτωση (μη δημοσίευσής του) θα έμενε, πιθανόν, για πάντα αναξιοποίητο μόνο στο προσωπικό αρχείο του κ. Μπάρτζη.
Υποδειγματική ερευνητική προσπάθεια, ιστορική και λογοτεχνική μελέτη, η οποία εύχομαι να εμπλουτίσει σχολικές, πανεπιστημιακές και ιδιωτικές βιβλιοθήκες και ν’ αξιοποιηθεί από τους ενδιαφερόμενους. 

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ


Ο Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου
Το εικονογραφημένο βιβλίο δεν είναι μόνο για μικρά παιδιά
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Το παρόν βιβλίο συγκεντρώνει τα Πρακτικά Ημερίδας της 29.1.2005 (κείμενα 10 εισηγήσεων), την οποία οργάνωσε ο Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (Κ.Ε.Π.Β.), στην Αθήνα. Η ημερίδα αποτελούνταν από δύο θεματολογικά μέρη: «Θεωρία και κριτική του εικονογραφημένου βιβλίου» και «Η τέχνη της εικονογράφησης». Στο πρώτο μέρος προήδρευσε η κ. Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου, Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο δεύτερο ο κ. Ηρ. Εμμ. Καλλέργης, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών. Στο βιβλίο προηγείται το προλόγισμα στην ημερίδα της κ. Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Προέδρου του Κ.Ε.Π.Β., ενώ το εισαγωγικό σημείωμα υπογράφει η κ. Τζίνα Καλογήρου, Αναπλ. Καθηγήτρια Διδακτικής της Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.  
Όλες οι εισηγήσεις συμβάλλουν στον εμπλουτισμό του γνωστικού επίπεδου και της εικαστικής προβληματικής του αναγνώστη. Η επιστημονική θεώρηση του θέματος συμβάλλει στην εξέλιξη της εικονογράφησης, ως καλλιτεχνικού δρώμενου, αφού η συμβολή του καθενός έχει ως στόχο της να φωτίσει διάφορες πτυχές, να θέσει ιδέες, απόψεις, προτάσεις, να συνδέσει την τέχνη με την πραγματικότητα, αντλώντας από την έρευνα και τη βιβλιογραφία, αλλά και από την πραγματικότητα: της εικονογράφησης των παιδιών για παιδιά, των αναγκών των παιδιών, των εικονογράφων κ.ο.κ.
Εξετάζονται διάφορα θέματα με εμβρίθεια και με επιστημονικό τρόπο, με αναλύσεις επάνω σε μια διεθνώς εξελισσόμενη θεωρητική και πρακτική βάση, εισάγοντας νέους όρους και νέες απόψεις για το εικονογραφημένο βιβλίο, για την αισθητική αξία των παιδικών δημιουργιών, για τη λειτουργική συνύπαρξη του λεκτικού και εικονιστικού κώδικα κ.λπ.
Και μια καλοπροαίρετη παρατήρηση: Το ζητούμενο παραμένει, όσον αφορά την επιστημονική γλώσσα (ορολογία και δομή), τα νοήματα, τις ιδέες, την επιστημοσύνη, να μην παραμείνει τελικά η επιστήμη εντός των τειχών του πανεπιστημιακού θώκου και κατεστημένου, αλλά με εκλαΐκευση να διαχυθεί η γνώση και ο προβληματισμός στο λαό και στους εργαζόμενους, και προ παντός προς όφελός τους. (Δηλ. το δόγμα «Η τέχνη για την τέχνη» να μην αντικατασταθεί από το δόγμα: «Η επιστήμη για την επιστήμη»). Πολύ το φοβάμαι το τελευταίο, ιδίως από ορισμένους πανεπιστημιακούς.  

Θανάσης Ν. Καραγιάννης


Ημερολογιακές καταγραφές
για την ιστορία ενός θεάτρου

Άννα Βαγενά
«Το θεσσαλικό μου θέατρο»
Κέδρος,  2006
σελ. 288

Έτσι γράφεται η ιστορία, θα ισχυριστεί κάποιος. Θα έλεγα ότι το πιο σωστό είναι να πούμε ότι γράφεται και έτσι. Ασφαλώς ένα προσωπικό ημερολόγιο και ένα προσωπικό αρχείο αποκομμάτων από περιοδικά και εφημερίδες (με θεατρικές κριτικές, ρεπορτάζ κ.λπ.), από εισιτήρια, από προσκλήσεις, από αφίσες, από πολλές επιστολές, από πολύ περισσότερες φωτογραφίες, από καταστάσεις με αριθμούς εισιτηρίων και παραστάσεων σε διάφορα χωριά και θέατρα (λογιστικού χαρακτήρα), από τηλεγραφήματα, από τιμολόγια κ.ά. είναι δυνατό να συμβάλλει σημαντικά  στην αντικειμενική καταγραφή και αξιολόγηση της ιστορίας του θεάτρου μας.
Εδώ πρόκειται για την ιστορία του «Θεσσαλικού Θεάτρου» από τη γέννησή του (1975) μέχρι τη μετεξέλιξή του σε ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας (1982). Βέβαια, την ίδια χρονιά (1975) ιδρύθηκαν άλλα δύο θέατρα: το «Αμφιθέατρο» του Σπύρου Ευαγγελάτου και το θέατρο «Στοά» του Θανάση Παπαγεωργίου. Ακόμη, και αυτό «δεν είναι τυχαίο», όπως γράφει η κ. Άννα Βαγενά, ιδρύθηκε η «Ελευθεροτυπία» και η «17 Νοέμβρη», διότι η μεταπολιτευτική εποχή «είναι εκρηκτική. Παράγει πράγματα».
Εξαρχής αναφέρω ότι το βιβλίο είναι αυτοβιογραφικό και ιστορική μαρτυρία. Ξετυλίγεται σαν κουβάρι μέσα από τα μάτια της μνήμης της συγγραφέα η προσωπική και οικογενειακή της ζωή και η θεατρική της καριέρα, αλλά συγχρόνως και η ιστορία και δράση του «Θεσσαλικού Θεάτρου»    άρρηκτα συνυφασμένη με ένα μέρος από τη ζωή της. Το αξιοπρόσεκτο, όμως, είναι ότι παρατίθενται ιστορικές γραπτές μαρτυρίες, αδιάσειστοι μάρτυρες μιας πορείας, όπως τη διέγραψαν οι πρωταγωνιστές της: ηθοποιοί, σκηνοθέτες, μουσικοί, σκηνογράφοι και άλλοι συντελεστές των θεατρικών παραστάσεων του συγκεκριμένου θεάτρου, αλλά και πώς την αποδέχτηκε, τη βίωσε και τη στήριξε ο ίδιος ο λαός, οι απλοί θεατές της Λάρισας και των άλλων θεσσαλικών πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών. Είναι αξιέπαινη η κ. Βαγενά και αξιομίμητη η πρωτοβουλία της, καθώς συγκέντρωσε και διαφύλαξε για δεκαετίες ένα τόσο μεγάλο σε όγκο και σημαντικό σε ποιότητα και σε ιστορική αξία υλικό. Αποτελεί, κατά τη γνώμη μου μια σημαντική ψηφίδα στο μεγάλο καλλιτεχνικό και θεατρικό, κυρίως, ψηφιδωτό της νεοελληνικής ιστορίας. Έτσι, μάλλον ασυνείδητα και χωρίς πρόθεση, η κ. Βαγενά αναδεικνύεται σε ιστοριοδίφη, ο οποίος ξεθάβει τα ιστορικά τεκμήρια και τα παραδίνει στους ιστορικούς και μελετητές του νεοελληνικού θεάτρου για περαιτέρω μελέτη και εμβάθυνση ιστορική, αισθητική και κοινωνιολογική. Κίνητρο εδώ είναι ένα και μοναδικό: η αγάπη της στο θέατρο και στην ιστορία του. Κατά νου και συνείδηση έχει να μη χαθεί τίποτα από το παρελθόν, να μη σαρώσει τίποτα ο άνεμος της ιστορίας και να μην εξαφανίσει τα ίχνη αυτού του πρωτοποριακού θεάτρου για τα ελληνικά δεδομένα, ενός λαϊκού θεάτρου, όπως το οραματίστηκε η κ. Βαγενά από μικρή ακόμη, όπως το έκανε ο Λόρκα με το «Μπαράγκας» στην Ισπανία και όπως το έκανε και ο Βασίλης Ρώτας το 1944-1945, στη χώρα μας με τον «Θεατρικό Όμιλο ΕΠΟΝ Θεσσαλίας» (Αυτός βέβαια, είχε μια προϊστορία: «Λαϊκό Θέατρο Αθηνών», Παγκράτι 1930-1938 και «Θεατρικό Σπουδαστήριο», Αθήνα 1942-1944), βέβαια σε άλλες εποχές, με άλλα κοινωνικοϊστορικά δεδομένα.
Η κ. Βαγενά προτίμησε να αφηγηθεί τα γεγονότα σε πρώτο πρόσωπο, θεωρώντας προφανώς ότι έτσι θα έχει μια άμεση και πιο προσιτή επαφή με τους αναγνώστες της. Μάλιστα, ο αφηγηματικός της λόγος, δε χαρακτηρίζεται από κάποια λογοτεχνικότητα ή επιτήδευση κάποιου πνευματικού ανθρώπου, ο οποίος επιδιώκει να εντυπωσιάσει ή να δείξει, αν μη τι άλλο, ότι γράφει ωραία και ότι ξέρει γράμματα. Οδηγούς της έχει τη μνήμη και το συναίσθημα. Στην εξέλιξη της υπόθεσης, βέβαια, έχει ως αρωγούς και ολόκληρο το πολύτιμο αρχείο της. Η παράταξη της ύλης είναι διαχρονική.
Στο βιβλίο καταδεικνύονται με πολλά παραδείγματα και στοιχεία οι αγώνες και η αγωνία όσων έστησαν και λειτούργησαν για μια εξαετία, περίπου, το «Θεσσαλικό Θέατρο», τα εμπόδια, τα οικονομικά, τα λειτουργικά κ.ά. προβλήματα, οι προσπάθειες, οι οποίες ορισμένες φορές περνούσαν τα ανθρώπινα όρια, η θέληση, το πείσμα, η εργατικότητα, το ταλέντο αυτών των ανθρώπων, η συνεισφορά της ντόπιας τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλων παραγόντων, η λαϊκή συμμετοχή στα δρώμενα είτε ως θεατές είτε ως αρωγοί.
Η γνωριμία της συγγραφέα με το Λουκιανό Κελαηδόνη, το ειδύλλιό τους, η οικογενειακή τους πορεία είναι κομμάτια του κειμένου, τα οποία συνδέονται και εμπλέκονται στην ιστορία του θεάτρου της. Και το κτητικό «μου» στον τίτλο  δείχνει ακριβώς ότι το θέατρο αυτό είναι ένα κομμάτι από τον εαυτό της και τη ζωή της. Συναισθηματικά φορτισμένη μας δείχνει τις θυσίες και τα όνειρά της, τη συνεργασία όλων για την προσπάθεια και για το λαμπρό εντέλει αποτέλεσμα.     


 ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ



Σιμόπουλος, Ηλίας, Επαφές και προσεγγίσεις ΙΙ, 21 Λογοτεχνικές Μορφές, Ιωλκός, 2000, σ. 236

Ο καταξιωμένος ποιητής και δοκιμιογράφος, κ. Ηλίας Σιμόπουλος, επίτιμος Πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, έδωσε στη δημοσιότητα – εδώ και χρόνια – το δεύτερο βιβλίο του με τον ίδιο τίτλο: Επαφές και Προσεγγίσεις. Στο πρώτο βιβλίο του, το οποίο εξέδωσε πριν από είκοσι πέντε χρόνια, περίπου, είχε αναφερθεί στο έργο δέκα σημαντικών λογοτεχνών μας: Βάρναλη, Καζαντζάκη, Κάλβου, Καρυωτάκη, Μαλακάση, Παλαμά, Παπαντωνίου, Σεφέρη και Σικελιανού. Σε τούτο το βιβλίο του παρουσιάζει το έργο των: Γρ. Ξενόπουλου, Γ. Κονδυλάκη, Γ. Σκαρίμπα, Φ. Γιοφύλλη, Ο. Ελύτη, Ν. Παππά, Γ. Βαφόπουλου, Σ. Μαυροειδή - Παπαδάκη, Γ. Κορδάτου, Ν. Βρεττάκου, Γ. Γρηγόρη, Μ. Δημάκη, Ν. Σημηριώτη, Ν. Κοτσελόπουλου, Μ. Λυγίζου, Ν. Κρανιδιώτη, Στ. Γεράνη, Χρ. Κουλούρη, Π. Παναγιωτούνη, Λ. Παππά και Κ. Πηγαδιώτη. Μας υπόσχετα, μάλιστα, ότι θ’ ακολουθήσει και τρίτο βιβλίο με την παρουσίαση του έργου και άλλων σημαντικών λογοτεχνών μας. Του το ευχόμαστε!
Πρόκειται για δοκίμια με γλαφυρό ποιητικό ύφος, με εύστοχες κριτικές παρατηρήσεις και προσωπικές καταθέσεις του, από τη βιωματική εμπειρία που είχε με κάποιους από τους παρουσιαζόμενους λογοτέχνες. Ο κ. Ηλίας Σιμόπουλος επιχειρεί να κλείσει, μέσα σε λίγες σελίδες, το έργο κάθε δημιουργού και έτσι με συνοπτικό τρόπο περιδιαβάζει περίτεχνα τη λογοτεχνική παραγωγή του καθενός, μένοντας στα βασικά χαρακτηριστικά  γνωρίσματα του κάθε έργου. Αλλού με λυρικό και αλλού με ρεαλιστικό λόγο διεισδύει στα μύχια της πνευματικής τους δημιουργίας και αποκαλύπτει ιδεολογίες, τεχνικές, προθέσεις. Προβαίνει, δε επιτυχώς σε αναλύσεις, κριτικές αποτιμήσεις, εμβαθύνσεις ! Η πολυμάθειά του και η μακροχρόνια ενασχόλησή του με τα Γράμματα είναι εμφανείς!
Κείμενα χρήσιμα για όσους επιθυμούν να ενημερωθούν για  πρόσωπα και έργα της Νεοελληνικής μας Λογοτεχνίας και να διαμορφώσουν άποψη. Ο κ. Σιμόπουλος βοηθάει τον αναγνώστη προς την κατεύθυνση αυτή. Κατορθώνει να τον αποσπάσει, κυριολεκτικά, από την καθημερινότητα και να τον ταξιδέψει στον ιστορικό και κοινωνικό  χρόνο και στο λογοτεχνικό χώρο. Από τις σπάνιες φορές που ο δοκιμιακός λόγος λειτουργεί και βιώνεται ως λογοτεχνική και αισθητική απόλαυση! Πολλαπλά «τυχεροί» οι αναγνώστες του παρόντος βιβλίου, και ιδιαίτερα αυτοί που πιστεύουν ότι την «τύχη» δεν  πρέπει να την αναμένουμε, αλλά να  τη φτιάχνουμε μόνοι μας…!  

ΘΑΝΑΣΗΣ  Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ



Αλέξανδρος Αργυρίου

Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και
η πρόσληψή της στους δύστηνους καιρούς (1941-1944)
Τόμος Γ΄

Καστανιώτης, Αθήνα 2003, σ. 405

Ο καταξιωμένος και έγκυρος ιστορικός της ελληνικής λογοτεχνίας, Αλέξανδρος Αργυρίου, προσέφερε στο αναγνωστικό του κοινό τον Γ΄ τόμο της Ιστορίας της ελληνικής λογοτεχνίας. Μιας ιστορίας η οποία συγκεντρώνει τα δικά της, μοναδικά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στοιχεία, με τα οποία γράφει τη δική της πορεία στο χώρο της Λογοτεχνίας μας, της Ιστορίας, της Κριτικής Λογοτεχνίας, αλλά και της Θεωρίας της Λογοτεχνίας.
Ο Αργυρίου είναι ένας καινοτόμος και ιδιόρρυθμος ιστορικός της λογοτεχνίας. Απελευθερωμένος από συμβάσεις, δεν ακολουθεί την πεπατημένη, έχοντας στέρεα και βαθιά γνώση του χώρου της λογοτεχνίας, παραβιάζει κάθε κανόνα δομής των προγενεστέρων ιστοριών, εκφράζει με παρρησία τις απόψεις του, οι οποίες – κατά σημεία – μπορεί να θεωρηθούν αιρετικές ή τολμηρές. Δείχνει μια βεβαιότητα για την ορθότητα των απόψεών του, κι αυτό διακρίνεται στα κείμενά του, αποτολμά κρίσεις με απόλυτο ορισμένες φορές τρόπο, χωρίς ν’ αφήνει περιθώρια, ίσως, στον αναγνώστη του για να ερευνήσει σε μεγαλύτερη έκταση και βάθος το θέμα, να καταφύγει και σε άλλες πηγές, όπου ενδεχομένως να συναντήσει διαφορετικές κρίσεις. Τα ιστορικά, αποδεικτικά στοιχεία που παραθέτει είναι ποικίλα και ατράνταχτα, αποτέλεσμα μακροχρόνιας και επίπονης έρευνας. Οι πηγές του αξιόπιστες. Η κρίση του ισχυρή και πηγάζει με σοφία από την πολύχρονη εμπειρία του στο χώρο. Τον θεωρώ στο είδος του μεγάλο δάσκαλο, πανεπιστημιακό καθηγητή «άνευ χαρτοφυλακίου», γιατί γνωρίζει άριστα την ελληνική γλώσσα, έχει ικανότητα να γράφει θαυμάσια κείμενα, με υποδειγματική δομή και εξαίρετο ύφος, έχει μεταδοτικότητα και ζηλευτή μαεστρία παρουσίασης διαφόρων θεμάτων, καταστάσεων, προσώπων, λογοτεχνικών έργων και κριτικών, με εύληπτο και εύπεπτο τρόπο. Είναι ένας ερευνητής διαστάσεων, όσο ελάχιστοι. Ο αναγνώστης του περιπλανιέται σε τόπους, εποχές και καταστάσεις της ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής, συναντά, γνωρίζει και «συνδιαλέγεται» με αξιόλογους δημιουργούς και πνευματικούς ανθρώπους των Γραμμάτων μας, με ευχαρίστηση και ενθουσιασμό. Ο Αργυρίου είναι ικανός να ενεργοποιήσει τον αδιάφορο και αδαή, και να τον κάνει όχι μόνο να μετέχει, αλλά και ν’ αγαπήσει τη λογοτεχνία μας. Η ιστορία, όταν παρέχεται από έγκριτους και χαρισματικούς ιστορικούς, βοηθάει τον άνθρωπο και τον πολίτη πολλαπλά, βοηθάει τον εκπαιδευτικό και τον μαθητή, ιδιαίτερα.
Στο παρόν βιβλίο, ο ιστορικός Αλ. Αργυρίου συνεχίζει το συναρπαστικό ταξίδι του στο χτες της λογοτεχνίας μας, και πιο συγκεκριμένα  κατά την περίοδο 1941-1944. Στους δυο πρώτους τόμους της ίδιας ιστορίας, ο Αργυρίου ασχολείται με την ανάπτυξη και εξέλιξη του λογοτεχνικού φαινομένου κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου (1918-1940). Με την ίδια μέθοδο, αλλά και με την ίδια συνέπεια ερευνά και εδώ μέσα από τις πηγές, «την ιστορική και συγκριτική εικόνα των ρευμάτων της λογοτεχνίας, των ίδιων των έργων στη συνάφειά τους με τα σύγχρονα έργα των συνηλίκων, των πρεσβυτέρων και των νεοτέρων, και τη στάθμισή τους από τη σύγχρονή τους κριτική, η οποία τα κρίνει και τα αποκρυπτογραφεί με τα εφόδια και την προσληπτικότητα της εποχής εκείνης, αποτυπώνοντας την πρώτη τους ανάγνωση και τις ποικίλες εκτιμήσεις τους.»
    
               ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ


Ζωή Σπυροπούλου
Τα χρώματα της Ίριδας
Κέδρος, Αθήνα  2005, σ. 314

Η Ζωή Σπυροπούλου, μετά από μια μακρόχρονη και ευδόκιμη θητεία στο χώρο της εκπαίδευσης, βρίσκεται πια στα όρια της εξόδου από αυτόν. Πεζογράφος και θεατρική συγγραφέας, ενδέχεται πλέον να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη λογοτεχνία και το θέατρο, στο χώρο που θητεύει, παράλληλα με την επαγγελματική της σταδιοδρομία, περισσότερο από 25 χρόνια.
Τα χρώματα της Ίριδας είναι ένα θαυμάσιο κοινωνικό μυθιστόρημα, το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε το 1994. Αν και πέρασαν πάνω από δέκα χρόνια έχει τη γεύση και τη μυρουδιά του παλιού καλού κρασιού. Είναι αναμενόμενο κάτι τέτοιο, αφού το κείμενο έχει ιστορική και κοινωνική θεματική βάση, στέρεα δομή, λογοτεχνικότητα, δυνατούς χαρακτήρες. Η αφηγηματική δεινότητα της Σπυροπούλου, συνδυασμένη με χιούμορ, αντικειμενικά κοινωνικά στοιχεία, ευφυείς διάλογους, έντονες και λεπτομερείς περιγραφές, γεμάτες με ιδέες και μηνύματα, κατά σημεία με ειρωνεία και σαρκασμό για αντιδραστικούς και παρωχημένους κοινωνικούς θεσμούς, όπως η βασιλεία, με έμμεση κριτική διάθεση για τα δίσεκτα μετεμφυλιοπολεμικά χρόνια, για την εκπαίδευση των δεκαετιών του ’50 και του ’60, για τον πολιτικό και θρησκευτικό φανατισμό κ.ο.κ.
Το πανόραμα και η ζωντανή εικονοποιία μιας τραγικής εποχής, μέσα από τα μάτια (της μνήμης), το νου και την ψυχή ενός παιδιού της εποχής εκείνης, το οποίο βίωσε όλες τις καταστάσεις, στον Πύργο, μια μικρή επαρχιακή πόλη της Πελοποννήσου. Η ευαισθησία, οι φόβοι και οι ελπίδες, οι τραυματικές καταστάσεις της ηρωίδας ζωντανεύουν στις σελίδες του βιβλίου. Ο αναγνώστης αποκομίζει ένα πλήθος από ιστορικά, κοινωνικά, πολιτισμικά, πολιτικά, εκπαιδευτικά και λαογραφικά στοιχεία, χρήσιμα για να συνθέσει μέσα του την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής και του χώρου, έτσι ώστε να κατανοήσει την ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων, να προσλάβει εποικοδομητικά τα μηνύματα και να προβληματιστεί για τα γεγονότα και την κοινωνική εξέλιξη στον ευρύτερα ελλαδικό χώρο.
 Θα σταθώ, με συνοπτικό τρόπο, στα θέματα του βιβλίου, τα οποία αφορούν την εκπαίδευση της μεταπολεμικής Ελλάδας. Η συγγραφέας παρέχει χρήσιμα στοιχεία, σημαντικές ψηφίδες για την Ιστορία της Εκπαίδευσης, επιβεβαιώνοντας για πολλαπλή φορά την τεκμηριωμένη άποψη ότι η λογοτεχνία παρέχει εμβόλιμα ιστορικά στοιχεία, χρήσιμα στην επιστήμη της Ιστορίας.

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
                                                                                   





Παρουσίαση βιβλίου

Ασπασία Κατσούλη - Συμεώνογλου
Μ’ αρέσει η φλυαρία. Είναι κακό…;
Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2008, σελ. 34


Η Ασπασία Κατσούλη – Συμεώνογλου, έμπειρη εκπαιδευτικός και λογοτέχνιδα, έχει κυκλοφορήσει, σταδιακά – εδώ και μια εικοσαετία, περίπου – μια σειρά βιβλίων με ιστορίες και παραμύθια, όπως: Ο Βασιλιάς Κοκαλομύτης, Η Θοδωρούλα, ο Τεσσερομάτης και το αθάνατο νερό, Είμαι κλέφτρα, λαίμαργη και πονηρή, αλλά δε φταίω…, Σαρκοφάγος, αιμοβόρος κι αχόρταγος, ε, λύκος είμαι, δεν είμαι αρνάκι… κ.ά.
Στο παρόν βιβλίο με αφηγηματική δεινότητα και χιουμοριστική διάθεση μας παρουσιάζει τη ζωή, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, τα «ελαττώματα» και τα «προτερήματα», τις συνήθειες κ.ο.κ. διαφόρων πουλιών, όπως είναι: η καρακάξα (ή κίσσα), ο κόρακας, η καλιακούδα και η κουκουβάγια. Η συγγραφέας στο κείμενό της, παρεμβάλλει, με την τεχνική του μονολόγου (σε πρώτο πρόσωπο) ή του διαλόγου, παροιμίες, μύθους, παραμύθια, ανέκδοτα κ.λπ. από την ελληνική και εβραϊκή (Π. Διαθήκη) μυθολογία, αλλά και από την ελληνική λαογραφία. Σκοπός της είναι να ενημερώσει τα παιδιά-αναγνώστες της για θέματα Ζωολογίας, που έχουν μεν επιστημονική βάση, αλλά είναι δοσμένα με απλό και κατανοητό τρόπο μέσα από τη θυμοσοφία του λαού μας και τις παραδόσεις του, κύρια.
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι η απλή καθομιλουμένη δημοτική, το ύφος της απλό και προσιτό, ακόμη και σε μικρά παιδιά, και το πρώτο πρόσωπο που χρησιμοποιεί στα αφηγηματικά μέρη του βιβλίου, φέρνει το μικρό αναγνώστη, αβίαστα, κοντά στη γνώση θεμάτων, που απασχολούν τα σχολικά του βιβλία και ενγένει το Αναλυτικό Πρόγραμμα Μαθημάτων του Δημοτικού, δηλαδή τη διδακτέα ύλη των μαθημάτων που διδάσκεται στο σχολείο. Μάλλον, το βιβλίο αποτελεί ένα επωφελές για τη μόρφωση των μαθητών ανάγνωσμα, με τη διαφορά ότι εδώ οι γνώσεις και οι όποιες πληροφορίες δίνονται με ευχάριστο και διασκεδαστικό τρόπο, μέσα από τη λογοτεχνία. Η αρχαία ρήση «Τέρπειν άμα και διδάσκειν» (την οποία δανείζεται ο Γρ. Ξενόπουλος στο περιοδικό για παιδιά «Η Διάπλασις των Παίδων»), στο βιβλίο αυτό βρίσκει εφαρμογή.
Αρωγός στην προσπάθεια και στους στόχους της συγγραφέα έρχεται να συμβάλλει με την καλλιτεχνική της δύναμη η εικονογράφος του βιβλίου Χριστίνα Χρονοπούλου. Με το χρωστήρα της ζωντανεύει το κείμενο της συγγραφέα, προσδίδοντας παράλληλα μια άλλη εικαστική/αισθητική διάσταση στο βιβλίο, βοηθώντας το παιδί ν’ απολαύσει και να κατανοήσει το κείμενο και συγχρόνως το παιδί/αναγνώστης να χαρεί την ίδια εικονογράφηση, ανεβάζοντάς του η εικονογράφος το καλλιτεχνικό αισθητήριο.
Τέτοια βιβλία αξίζει να διαβάζονται από τα παιδιά και να συζητιούνται μαζί τους από γονείς και εκπαιδευτικούς, αν και θα έλεγα ότι όλα τα βιβλία για παιδιά πρέπει να διαβάζονται από τους παιδαγωγούς των παιδιών και στη συνέχεια να γίνονται αντικείμενο συζήτησης. 

Θανάσης ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ  


Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΩΣΤΑΣ Η. ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

Η ΜΗΤΡΙΚΗ ΜΟΥ ΓΛΩΣΣΑ
ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ
Τα ρουμελιώτικα της Πτελέας
2 τόμοι

Έκδοση του Συλλόγου «Αδελφότητα Απανταχού Πτελεωτών Φθιώτιδας»
Λαμία 2008, 2010, σσ. 781

Ο κ. Κώστας Η. Κοντογιάννης μας έδωσε εδώ και τρία χρόνια, περίπου, ένα δίτομο γλωσσολογικό πόνημα, πρωτότυπο και αξιόλογο, βραβευμένο από τον «Όμιλο Φθιωτών Λογοτεχνών & Συγγραφέων».
Όλα τα λήμματα, τα οποία ο συγγραφέας καταγράφει στο λεξικό του, είναι παρμένα από το χωριό Πτελέα Φθιώτιδας, χωρίς βέβαια, ν’ αποκλείεται το γεγονός να είναι κοινή ρουμελιώτικη ντοπιολαλιά, η οποία απαντιέται σε άλλα χωριά και κωμοπόλεις της Φθιώτιδας και της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Ρούμελης, ακόμη και στη Λαμία, στην οποία καταθέτοντας την προσωπική μου μαρτυρία, τις περισσότερες απ’ αυτές τις λέξεις και εκφράσεις, άκουσα και χρησιμοποίησα κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970.
Η πρωτοτυπία του λεξικού έγγυται στο γεγονός ότι ο κ. Κ. Η. Κοντογιάννης συνταιριάζει σε κάθε λήμμα του, την ερμηνεία της κάθε λέξης ή φράσης, με την ετυμολογία της και με συναφή ιστορικά και λαογραφικά θέματα, τα οποία ασφαλώς σχετίζονται εννοιολογικά με αυτή.
Πρόκειται για μακροχρόνια και επίπονη συγγραφική εργασία, η οποία φανερώνει την αγάπη και το σεβασμό του συγγραφέα στο χωριό του, στην ιδιαίτερη πατρίδα και φύτρα του και το πάθος του για τη γλωσσολογική έρευνα, η οποία αφορά τη ντοπιολαλιά, το ιδιαίτερο εκείνο γλωσσολογικό τοπικό ιδίωμα, όπως αυτό διαμορφώνεται και εξελίσσεται ανά τους αιώνες.
Το παρόν πόνημα έχει ιδιαίτερη επιστημονική αξία και έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενες αξιόλογες προσπάθειες Φθιωτών μελετητών, οι οποίες σχετίζονται με τη γλωσσολογική έρευνα της φθιωτικής ντοπιολαλιάς (Αλέκου Βασιλείου, Δημ. Καραπιπέρη, Θαν. Παπασταθόπουλου, Παντ. Ρίζου, Σερ. Τσιτσά κ.ά.)
Οι φιλομαθείς νεοέλληνες και οι σύγχρονοι Φθιώτες θα μάθουν πολλά για την εξέλιξη της γλώσσας μας, στο χωριό Πτελέα, ιδιαίτερα. Θα ωφεληθούν γνωστικά και θα καλλιεργήσουν την προσωπική τους νοητική εξέλιξη, ώστε αφενός μεν να μην αποκοπούν από τις ιστορικές και γλωσσικές ρίζες τους, αφετέρου δε –παράλληλα– να συμβάλλουν στην ανάπτυξη και άλλων κλάδων της σύγχρονης ζωής και επιστήμης, στην εξέλιξη της γλώσσας και σκέψης τους, καθ’ ότι «τα πάντα ρει». 
Παραστατικά και λίαν κατατοπιστικά είναι τα σχέδια του κ. Θ. Στεφανή, τα οποία απεικονίζουν παλιά αντικείμενα λαογραφικού πλέον ενδιαφέροντος.
Θ’ αντιγράψω, προς ενημέρωση του αναγνώστη μου, δυο ενδεικτικά λήμματα, ώστε να κατανοήσει ενμέρει το περιεχόμενο και την αξία του παρόντος πονήματος:
θκεια κ. (υποκ.) θκειάκου (η) κ. θκειακούλα βλ. λ. θεια κ. θκεια. ΦΡ. (παροιμ.) άλλα λέει η θκεια μ’ κι άλλ’ ακούν τα’ αυτιά μ’, γι’ ασυνεννοησία μας με άλλον από πρόθεση. (1ος τόμος, σελ. 197) και
πιλεκούδ’ (του) ουσ. το πελεκούδι (χωρ. γεν.) απόκομμα ξύλου, σκίζα. ΦΡ. θα καεί του πιλεκούδ’, για γλέντι τρικούβερτο, θα χαλάσει ο κόσμος. ΕΤΥΜ. πιθ. υποκ. του ουσ. πελεκούδα ‹ πελεκίδα ‹ αρχ. πελεκώ. (2ος τόμος, σελ. 558)
Αξίζουν συγχαρητήρια στο συγγραφέα και ερευνητή/μελετητή του γλωσσικού πλούτου του χωριού του και της ευρύτερης φθιωτικής περιοχής, κ. Κώστα Η. Κοντογιάννη. Η συμβολή του στο χώρο είναι σημαντική το δε δίτομο πόνημά του θ’ αποτελέσει για όλους σημείο αναφοράς, στο παρόν και στο μέλλον.   

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
                                                                                                     Δρ. Επιστημών της Αγωγής – Συγγραφέας


ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Ν. ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ
ΔΑΣΚΑΛΟΥ

Η ΔΙΒΡΗ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ
(Ιστορία – Λαογραφία – Πολιτισμός)

ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΤΩΝ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΔΙΒΡΙΩΤΩΝ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ & ΤΟΥ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΥ ΜΑΚΡΟΛΕΙΒΑΔΟΥ ΔΙΒΡΗΣ

ΛΑΜΙΑ 2011, σσ. 255

Ο συγγραφέας Δημ. Ν. Ηλιόπουλος είναι ένας άνθρωπος και ένας δάσκαλος, ο οποίος διακρίνεται για τη φιλομάθειά του, την εργατικότητά του και τη μεθοδικότητά του στις ποικίλες δραστηριότητές του. Είναι τιμή μου που συνεργάστηκα μαζί του κατά την περίοδο 1980-1983, στην έκδοση της εφ. «Η ΔΙΒΡΗ» και στο Διοικ. Συμβούλιο του Συνδέσμου Απανταχού Διβριωτών Φθιώτιδας. Από τότε (ίσως και νωρίτερα), συγκέντρωνε υλικό για τη Δίβρη, απ’ όπου κι εγώ κατάγομαι, αφού ο πατέρας μου (Νίκος Καραγιάννης, 90 χρόνων) γεννήθηκε εκεί.
Το παρόν βιβλίο είναι το αποτέλεσμα του μόχθου, της επιμονής ενός πνευματικού εργάτη, που ερεύνησε τις ρίζες της Ιστορίας του χωριού μας, αλλά και κατέγραψε με συστηματικό τρόπο ολόκληρη την εξέλιξή του σε όλα τα επίπεδα (ιστορικό/αρχαιολογικό, κοινωνικό, λαογραφικό, πολιτιστικό, εκπαιδευτικό, οικονομικό κ.λπ), καθώς και τις δραστηριότητες των Διβριωτών. Αποτελείται από 14 κεφάλαια: «Τοπογραφία και διοικητική εξέλιξη της Δίβρης», «Ιστορική ανασκόπηση», «Αρχαιολογικοί χώροι – Μνημεία», «Ορειβατικές διαδρομές – Τοπωνύμια της Δίβρης», «Ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής Δίβρης», «Η θρησκευτική ζωή των Διβριωτών», «Η εκπαίδευση», «Επαγγέλματα», «Ύδρευση – Άρδευση – Καλλιέργειες – Οδοποιία – Συγκοινωνία», «Σύνδεσμος Απανταχού Διβριωτών Φθιώτιδας», «Δίβρη και Λαογραφία», «Παιχνίδια και Αθλητισμός», «Συνεταιρισμοί Δίβρης» και «Φωτογραφικό παράρτημα».
Είμαι βέβαιος ότι ο συγγραφέας έχει συγκεντρώσει πολύ περισσότερο υλικό, σχετικό με το παρόν πόνημά του, αλλά υποθέτω ότι ολόκληρη αυτή η ποσότητα υλικού θα ήταν απαγορευτική για την έκδοσή της, για οικονομικούς λόγους.
Αν δε υπολογίσουμε και την ενδεχόμενη δημοσίευση των σχολιασμών όλων των φωτογραφιών, που δημοσιεύονται στο βιβλίο, τότε θα είχαμε ίσως δύο και τρεις παρόμοιους τόμους, αφού «Μια εικόνα, χίλιες λέξεις». Είναι αξιοθαύμαστο και επαινετό το γεγονός δημοσίευσης 200 έγχρωμων φωτογραφιών!
Το βιβλίο δεν αποτελεί μόνο πηγή πλούτου πληροφοριών για τη Δίβρη, χρήσιμες στη μελέτη της Ιστορίας και της Λαογραφίας της Φθιώτιδας, αλλά και αφορμή αναμνήσεων για πολλούς σύγχρονους, κυρίως Διβριώτες, συναισθηματικής φόρτισης και νοσταλγίας.   
Ο φιλομαθής Διβριώτης, κάθε κάτοικος της Λαμίας και της Φθιώτιδας, αλλά –ίσως και περισσότερο– καθένας που ζει μακριά από τ’ άγια χώματα της ιδιαίτερης πατρίδας του, να βρει στις σελίδες του θαυμάσιου αυτού βιβλίου, τόσα όσα θα επιθυμούσε το μυαλό και η καρδιά του για τη Δίβρη, το χωριό του, το κομμάτι αυτό και της δικής του προσωπικής διαδρομής και ιστορίας.
Η αισθητική του βιβλίου βρίσκεται σε εξαιρετικό επίπεδο και ενγένει πρόκειται για μια σημαντική εργασία, συμβολή στην Ιστορία της Φθιώτιδας.
Ο Αργύρης Γιαννέκος, Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Διβριωτών, προλογίζει το βιβλίο με απλό και γλαφυρό τρόπο.
Εύχομαι να εξαντληθεί γρήγορα η παρούσα έκδοση του βιβλίου και αν είναι δυνατό να επανεκδοθεί με προσθήκες νέων ερευνητικών στοιχείων. Αν αυτό δεν είναι μπορετό, χρήσιμη θα είναι τότε μια νέα οικονομικότερη έκδοση για τα νέα στοιχεία που θα προκύψουν, σ’ ένα εύλογο χρονικό διάστημα 2-3 χρόνων.   

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
Δρ. Επιστημών της Αγωγής
Ερευνητής/Μελετητής/Κριτικός Θεάτρου για παιδιά



Π α ρ ο υ σ ί α σ η  β ι β λ ί ο υ

Στη χώρα του Τοτώρα
Θέατρο για ανήλικους θεατές

Επιμέλεια: Θόδωρος Γραμματάς
Πατάκης, Αθήνα 2010, σσ. 604

 Ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Θόδωρος Γραμματάς, πολυγράφος και χαλκέντερος, εδώ και δύο δεκαετίες περίπου, με την ακαδημαϊκή και συγγραφική ιδιότητά του, εργάζεται πυρετωδώς και αδιάλειπτα, για τη θεωρητική θωράκιση της Θεατρολογίας –σε συνάρτηση με την παιδαγωγική της διάσταση–, και συγκεκριμένα για το αντικείμενο επιστημονικής έρευνας και μελέτης που αφορά το Θέατρο για ανήλικους θεατές. Αξιόλογες προηγούμενες μελέτες του, σε συνεργασία με άλλους, αλλά και συλλογικές, που προκάλεσε και επιμελήθηκε ο ίδιος, δημιούργησαν εκείνη τη στέρεα και αξιόπιστη θεωρητική επιστημονική βάση, όπου οι σύγχρονοι μελετητές/ερευνητές δύνανται να εμπιστευτούν για να συνεχίσουν το επιστημονικό ταξίδι τους.
Το παρόν βιβλίο είναι μια αποκάλυψη. Δημιουργεί νέα δεδομένα, αλλά και νέες προσδοκίες/«απαιτήσεις» από τη νέα γενιά ερευνητών/μελετητών του χώρου. Ανοίγει μια νέα ερευνητική προοπτική, κυρίως για όλη την επιστημονική κοινότητα της Θεατρολογίας, αλλά και την κοινότητα των Επιστημών της Αγωγής. Η Θεατρολογία δεν μπορεί, πια, να είναι αποκομμένη από την Παιδαγωγική, στην οποιαδήποτε έρευνα που αφορά το Θέατρο για ανήλικους θεατές. Ή, έστω, απαιτείται διεπιστημονική συνεργασία των ειδικών επιστημόνων. Τα Τμήματα Θεατρικών Σπουδών, πλέον, πρέπει να δουν από άλλη οπτική γωνία, τη διαμόρφωση Προγραμμάτων Σπουδών για τους Θεατρολόγους, που θα διδάξουν θεατρική αγωγή στα Δημοτικά Σχολεία, ιδιαίτερα, για τους ερευνητές επιστήμονες, που ασχολούνται με θέματα του Σχολικού Θεάτρου ή του Ελεύθερου-Επαγγελματικού Θεάτρου για παιδιά και για τους κριτικούς θεάτρου. Η διεπιστημονική μελέτη και προσέγγιση είναι δυνατό σε επίπεδο προπτυχιακών, αλλά και μεταπτυχιακών σπουδών, όσον αφορά ζητήματα Ιστορίας για όλες τις εποχές του Σχολικού, Ερασιτεχνικού, Λαϊκού Θεάτρου, που απευθύνονταν σε παιδιά ή και σε παιδιά (1833-2010) και του Ελεύθερου-Επαγγελματικού (1930-2010), αλλά και ζητήματα Θεωρίας Θεάτρου και για τις άλλες παρασταστικές τέχνες, όπως είναι: το Κουκλοθέατρο, το Θέατρο Σκιών, οι Μαριονέττες, η Αφήγηση Παραμυθιών κ.ο.κ. Έτσι, θα επιτευχθεί ως ένα βαθμό το ζητούμενο της ύπαρξης και λειτουργίας του Θεάτρου για ανήλικους θεατές, που είναι κατά τον κ. Γραμματά «η καλλιτεχνική έκφραση με αισθητικό χαρακτήρα και η μορφο-παιδευτική διασκέδαση παιδιών και εφήβων.»
Τα δύο εισαγωγικά κείμενα του επιμελητή του βιβλίου κ. Θόδωρου Γραμματά: «Εισαγωγή» (σ. 15-30) και «Ειδοποιά χαρακτηριστικά» (σ. 31-75), μελετούν πανοραμικά και θέτουν «επί τάπητος» όλα τα θεωρητικά ζητήματα αυτής της περιοχής του επιστητού, με ευκρίνεια, αναλυτικότητα, σφαιρικότητα, διεισδυτικότητα, κριτική ικανότητα, επιστημονικότητα και πρωτοποριακή σκέψη και διάθεση. Διευκρινίζεται η ορολογία όλων των επιμέρους θεμάτων («Ονομάτων επίσκεψις») και εξετάζονται: 1) το κείμενο, ήτοι ο δραματικός λόγος και η σκηνική μεταγραφή του, ως δραματοποίηση, διασκευή, διακειμενική σύνθεση, επινοημένο θέατρο, 2) η παράσταση, οι διαδικασίες πρόσληψης και οι κώδικες επικοινωνίας, 3) ο θεατής και η τυπολογία του ανήλικου κοινού, στα υποκεφάλαια: «Επικοινωνιακότητα του αιώνιου άνηβου», «Συμμετοχικότητα του μικρομέγαλου ανθρωπάκου», «Διαδραστικότητα του ερωτώμενου θεατή» και 4) η πρόσληψη του θεάματος ως «Συνένοχη αθωότητα και αθώα συνενοχή». 
Ακολουθούν οι παρακάτω επιστημονικές εμπεριστατωμένες μελέτες, με τις οποίες αποκαλύπτονται στην Ελληνική Βιβλιογραφία –ίσως για πρώτη φορά– ιστορικά, αισθητικά, θεατρολογικά κ.ά. θέματα, τα οποία είναι σύμφυτα με την Παιδαγωγική του Θεάτρου και τη θεατρική αγωγή, η οποία εντέλλεται από την εκπαιδευτική νομοθεσία να «διδάσκεται» στην Π/θμια Εκπαίδευση. Όλες οι δημοσιευμένες μελέτες ακολουθούν κοινή μεθοδολογία και επιστημονική συνέπεια, όπως και τα κείμενα του κ. Γραμματά, ο οποίος καθοδήγησε υπεύθυνα τους συντάκτες τους:
α. Παπαδόπουλος, Σ., «Θέατρο για παιδιά και νέους. Η παιδαγωγική αποστολή του» (σ. 77-106)
β. Βιδάλη, Ιωάννα, «Το θέατρο για παιδιά στην Ελλάδα του 20ού αιώνα» (σ. 107-160)
γ. Κολοκυθά, Σοφία, «Η αρχαιοελληνική γραμματεία στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο για παιδικό και νεανικό κοινό» (σ. 161-214)
δ. Σερέτη, Ευγενία, «Η σύγχρονη ελληνική δραματουργία στο θέατρο για κοινό ανηλίκων θεατών» (σ. 215-267)
ε. Μενδρινού, Ιωάννα, «Το ελληνικό λαϊκό παραμύθι στο θέατρο για ανήλικους θεατές» (σ. 269-330)
στ. Μπαλτιμά-Μακαβού, Αθανασία, «Το ξένο θέατρο για παιδιά στην Ελλάδα» (σ. 331-360)
ζ. Παπακώστα, Αλεξία, «Κώδικες και συστήματα σκηνικής πρακτικής στο θέατρο για ανήλικους θεατές» (σ. 361-410)
η. Πανόπουλος, Βασ., «Το μουσικό σημείο ως φορέας νοήματος και σημασίας στο θέατρο και στο θέατρο για ανήλικους θεατές» (σ. 411-443)
θ. Τζαμαργιάς, Τάκης, «Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στο θέατρο για ανήλικους θεατές. Από την ανυποληψία στην εδραίωση» (σ. 445-480)
ι. Παρθενίου, Μιλένα, «Οι αθηναϊκές θεατρικές σκηνές για κοινό ανήλικων θεατών (1995-2008)» (σ. 481-530)
ια. Χατζηαυξέντη, Ελένη, «Το κυπριακό θέατρο για παιδιά. Δείκτης του κυπριακού κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι (1932-2008)» (σ. 531-596)
Ο ενλόγω συλλογικός τόμος κλείνει με τον «Επίλογο» του κ. Θόδ. Γραμματά, ο οποίος εμβριθώς συνάγει τα συμπεράσματα αυτής της ερευνητικής/μελετητικής προσπάθειας των νέων επιστημόνων και διατυπώνει τις απόψεις του, τους επιστημονικούς και κοινωνικούς προβληματισμούς του, τις προτάσεις του προς τη θεατρική, την ακαδημαϊκή θεατρολογική και παιδαγωγική, αλλά και την εκπαιδευτική κοινότητα. Οι περισσότερες συγγραφείς του τόμου ανήκαν στην ομάδα των μεταπτυχιακών φοιτητριών της κατεύθυνσης «Θέατρο και Εκπαίδευση» του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης (Π.Τ.Δ.Ε.) του Πανεπιστημίου Αθηνών, κατά το χρονικό διάστημα 2005-2009, με επιβλέποντα τον κ. Θόδωρο Γραμματά. Εκτός από την επιλογή και δημοσίευση στον παρόντα τόμο ορισμένων από εκείνες τις μελέτες, προστέθηκαν και άλλες που έγραψαν νυν υποψήφιες (-οι) διδάκτορες του ίδιου προγράμματος και άλλοι νέοι επιστήμονες.
Και με την κυκλοφορία του παρόντος τόμου, και ασφαλώς με την προηγούμενη επιστημονική συγγραφική παραγωγή, του Π.Τ.Δ.Ε., αλλά και του ιδίου του κ. Γραμματά, προσφέρεται στους φοιτητές Τμημάτων Θεατρικών Σπουδών και Παιδαγωγικών Τμημάτων των Πανεπιστημίων πλούσιο υλικό για μελέτη και για συνέχιση της έρευνας, η οποία έχει πολύ δρόμο ακόμη εμπρός της. Σημαντική, βέβαια, είναι η ωφέλεια του παρόντος τόμου για όλους τους εκπαιδευτικούς και θεατρολόγους, τους ηθοποιούς και συντελεστές του σύγχρονου Θεάτρου για παιδιά στην Ελλάδα και στην Κύπρο και σε όλους τους φιλομαθείς γονείς. Είθε να μεταφραστεί, έστω στην αγγλική γλώσσα, για να φτάσει στη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα και όχι μόνο. Είναι δυστύχημα για τους Έλληνες επιστήμονες, όταν μια αξιόλογη δουλειά τους, δε φτάνει ποτέ στη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα, παρά μόνο δια της οδού των Συνεδρίων στους ελάχιστους ειδικούς.

                                                                                                     Δρ. Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Κριτικός/Μελετητής Θεάτρου για παιδιά


Βιβλιο-παρουσίαση

 Λάκης Κουρετζής
Το Θεατρικό Παιχνίδι και οι διαστάσεις του
Ταξιδευτής, Αθήνα 2008, σελ. 605

«Ο Λάκης Ηλία Κουρετζής είναι παιδαγωγός, σκηνοθέτης, συγγραφέας, ειδικός σε θέματα αισθητικής παιδείας και παιδευτικής θεατρικής έκφρασης. Σπούδασε Ψυχολογία της παιδαγωγικής, Αισθητική αγωγή κι έκφραση του παιδιού, Θέατρο και πιο συγκεκριμένα: Παιδαγωγική θεάτρου, σωματική έκφραση και Ψυχοδυναμική του ηθοποιού, Σημειολογική και αισθητική ανάλυση της θεατρικής πράξης στην Αυστρία, Γερμανία και Ελβετία. […]»
Αυτό το μικρό απόσπασμα του εργο-βιογραφικού του κ. Λάκη Κουρετζή πληροφορεί για τις σπουδές του και ιδιαίτερα για τους επιστημονικούς και καλλιτεχνικούς τομείς, με τους οποίους ασχολήθηκε και συνεχίζει να διαπρέπει στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Όμως, για τον αναγνώστη του παρόντος σημειώματος δεν αρκούν αυτές οι πληροφορίες γι’ αυτή την εξέχουσα προσωπικότητα της Εκπαίδευσης και του Θεάτρου, του παιδαγωγού, του ευαίσθητου ανθρώπου, του ταλαντούχου εμψυχωτή και καλλιτέχνη. Ο κ. Λάκης Κουρετζής έχει «πολιτογραφηθεί» ως «εισηγητής» στη χώρα μας του Θεατρικού Παιχνιδιού και έχει συμβάλλει καθοριστικά στην εδραίωσή του στη συνείδηση των εκπαιδευτικών και στο ευρύτερο ακαδημαϊκό και κοινωνικό γίγνεσθαι, αλλά και στη θεσμική κατοχύρωσή του στην Εκπαίδευση. Βέβαια, όπως ο ίδιος έχει ισχυριστεί σε συνέντευξή του το θεατρικό παιχνίδι δημιουργήθηκε στη χώρα μας, με τη μορφή τουλάχιστο που το γνωρίζουμε, χάρη στην επινοητικότητα, στη δημιουργικότητα, στη φαντασία, στην εργατικότητα, στην επιμονή του «εμπνευστή-δημιουργού» του κ. Λάκη Κουρετζή, και των συνεργατών του στη συνέχεια. Στο ενεργητικό του καταγράφονται η διοργάνωση και η συμμετοχή του σε εκατοντάδες συνέδρια, σεμινάρια, ημερίδες κ.ο.κ., η συμβολή του στην ίδρυση σωματείων και Εργαστηρίων Παιδαγωγικής Θεάτρου – Θεατρικού Παιχνιδιού, στην Αθήνα και στην επαρχία.    
Παιδαγωγός και θεατράνθρωπος σημαντικής εμβέλειας και τεράστιας προσφοράς συνεχίζει το έργο του αθόρυβα, χωρίς κροταλισμούς, με σεμνότητα –χαρακτηριστικό γνώρισμα του ήθους του και της καλλιτεχνικής ποιότητας του έργου του– στην Ομάδα Τέχνης «Πάροδος», στο «Θέατρο της Ημέρας» (συνιδρυτής η σκηνοθέτις κ. Ανδρομάχη Μοντζολή), ως εμψυχωτής και καθηγητής στο «Εργαστήρι Παιδαγωγικής Θεάτρου-Θεατρικού Παιχνιδιού», παλιότερα στο Πρόγραμμα «ΜΕΛΙΝΑ», ενίοτε ως σκηνοθέτης, ως συνιδρυτής (με Ξένια Καλογεροπούλου, Δημ. Ποταμίτη κ.ά.) του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου για παιδιά και νέους «Assitej» κ.λπ.
Ο παρόν ογκώδης τόμος, πιστεύω ότι ήταν επιβεβλημένο να εκδοθεί, διότι καλύπτει σε σημαντικό βαθμό την περιοχή της Θεατρικής Αγωγής και Εκπαίδευσης των παιδιών, αφού μας ενημερώνει για τις απόψεις, τις πρωτοβουλίες, τις δραστηριότητες κ.λπ. του εξαίρετου αυτού παιδαγωγού και θεατράνθρωπου. Ένα βιβλίο, το οποίο αναμφισβήτητα εμπλουτίζει την υπάρχουσα σχετική επιστημονική βιβλιογραφία. Περιέχει 43 θεωρητικά κείμενά του (άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και ομιλίες/εισηγήσεις σε σεμινάρια και συνέδρια), 17 συνεντεύξεις του (σε εφημερίδες και περιοδικά) και δύο παραρτήματα («Το θεατρικό παιχνίδι στο Πρόγραμμα “ΜΕΛΙΝΑ” – Διαπιστώσεις – Επισημάνσεις» και «Διαγράμματα/Σχέδια δράσης (project) και ασκήσεων»). Στο τέλος του βιβλίου δημοσιεύεται μια «Συνοπτική Χρονοβιογραφία του Θεατρικού Παιχνιδιού 1976-2006», όπου καταγράφονται αναλυτικά όλες οι πρωτοβουλίες και δραστηριότητες του κ. Λ. Κουρετζή κατά τη συγκεκριμένη τριακονταετία στη χώρα μας, αλλά και στο εξωτερικό.
Πρόκειται, λοιπόν, για ένα συλλεκτικό τόμο, όπου υπάρχει σημαντικό υλικό για τη θεωρία και ιστορία της Παιδαγωγικής Θεάτρου και του Θεατρικού Παιχνιδιού, όπως αυτά εξελίχθηκαν, διευρύνθηκαν, διαμορφώθηκαν και συνεχίζουν να υφίστανται και να λειτουργούν σε εκπαιδευτικό και κοινωνικό επίπεδο, με πρωτεργάτη, στυλοβάτη και εμψυχωτή/δάσκαλο όλων μας τον κ. Λάκη Κουρετζή. 
Στις σελίδες αυτού του ογκώδους και καλαίσθητου τόμου ο εκπαιδευτικός, όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, ο θεατρολόγος, ο φοιτητής και κάθε φιλομαθής, δε θα βρει μόνο χρήσιμα γι’ αυτόν και χρηστικά για τη δουλειά του κείμενα. Θα διαπιστώσει τον εμπνευσμένο και πρωτοπόρο παιδαγωγό και αξιόλογο καλλιτέχνη, το διακεκριμένο εμψυχωτή του θεατρικού παιχνιδιού, τον επιστήμονα και Δάσκαλο της Παιδαγωγικής Θεάτρου, το φλογερό εραστή της τέχνης του θεάτρου στις πιο δημιουργικές εκφάνσεις του, στα πλαίσια του εκπαιδευτικού/παιδαγωγικού έργου, που αφορά τη θεατρική αγωγή του παιδιού και στη συμβολή της στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Ο αναγνώστης του βιβλίου, θα πληροφορηθεί για τις τεράστιες/τιτάνιες προσπάθειες, τον πολύχρονο αγώνα, το πολύμοχθο έργο, τις αγωνίες και τα όνειρα μιας δράκας ανθρώπων –και με πρωτοπόρο/πρωτεργάτη/αγωνιστή τον κ. Λάκη Κουρετζή– κατόρθωσαν να «επιβάλλουν» στην πολιτεία τη νομοθετική θεμελίωση της θεατρικής αγωγής στα σχολεία, και να εμπνεύσουν εκατοντάδες εκπαιδευτικούς και γονείς σε όλη την Ελλάδα.
Ο λόγος του συγγραφέα διαθέτει επιστημονικότητα, αλλά συγχρόνως και απλότητα, ώστε να είναι κατανοητός και ευχάριστος από τον αναγνώστη κάθε πνευματικού επιπέδου. Διακρίνεται εύκολα η οξύνοια του συγγραφέα, αλλά και η παρρησία του επάνω σε κοινωνικο-πολιτικά ζητήματα, που άπτονται του αντικειμένου. Εκφράζονται ένα πλήθος από απόψεις, παρατηρήσεις, προτάσεις, αλλά συγχρόνως αναλύονται όλα τα σχετικά θέματα με θεωρητικές απόψεις από τις επιστήμες της Θεατρολογίας, της Αισθητικής, της Παιδαγωγικής, της Ψυχολογίας, της Κοινωνιολογίας κ.λπ. Το βιβλίο είναι γεμάτο από πρακτικές εφαρμογές, για όσα ο συγγραφέας υποστηρίζει θεωρητικά. Βέβαια, στα σεμινάρια που πραγματοποιεί –εδώ και δεκαετίες– σε όλη την Ελλάδα, παρέχεται ασφαλώς πιο πρακτική εφαρμογή και επιτυγχάνεται βιωματική προσέγγιση, είτε οι συμμετέχοντες είναι παιδιά είτε ενήλικες (εκπαιδευτικοί και γονείς). Η πλούσια ευαισθησία του, η δημιουργική φαντασία του, η δημιουργικότητά του, η μεθοδικότητά του και πολλές άλλες αρετές της προσωπικότητάς του είναι εμφανείς και διάχυτες στα κείμενα του βιβλίου. 
Όλα τα θέματα συνδέονται με τα αναλυτικά προγράμματα των μαθημάτων στα σχολεία, αλλά τίθενται και κοινωνικοί/αισθητικοί κ.ά. στόχοι, ώστε ο αναγνώστης να αποκτήσει ένα πανόραμα γνώσεων και πληροφοριών, αλλά και πλούσιο προβληματισμό για τη «διδασκαλία» του μαθήματος της Θεατρικής Αγωγής. Βέβαια, στα κείμενα και στις απόψεις του συγγραφέα δεν υπάρχει καν πνεύμα διδακτισμού ή κάποιας «σκοπιμότητας» κατά την παροχή των γνώσεων, που αφορούν το Θεατρικό Παιχνίδι, τη σχέση του με τη Λογοτεχνία για παιδιά, την Αισθητική Αγωγή των παιδιών, την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, τη Διαθεματικότητα, τις Αναπαραστατικές Τέχνες κ.ο.κ.
Πρόκειται, κοντολογίς, για ένα βιβλίο-οδηγό, ένα βιβλίο-εργαλείο, ένα βιβλίο εμψύχωσης και δημιουργικής φαντασίας, ένα βιβλίο για το θεατρικό παιχνίδι, το θέατρο, τη θεατρική αγωγή των παιδιών και όχι μόνο. Βιβλίο-μνημείο, αλλά και μνημείο αναφοράς για όσους επιθυμούν να δώσουν άλλη διάσταση και προοπτική στην Εκπαίδευση, αλλά και στην κοινωνική και συναισθηματική διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Τα Υπουργεία Παιδείας και Πολιτισμού θα έχουν την ευαισθησία και την υπευθυνότητα να το τοποθετήσουν στις σχολικές και δημοτικές βιβλιοθήκες όλης της χώρας; Αμφιβάλλω, και φυσικά όχι εξαιτίας της λεγόμενης «οικονομικής κρίσης»…!   
 
Θανάσης Ν. Καραγιάννης
Διδάκτωρ Επιστημών της Αγωγής –
Ερευνητής/Μελετητής/Κριτικός Θεάτρου για παιδιά

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Θ. Καραγιάννη, Ο Βασίλης Ρώτας και το έργο του για παιδιά και έφηβους



ΓΕΩΡΓΙΑ ΛΑΔΟΓΙΑΝΝΗ

Ιωάννινα 4 Φεβρουαρίου 2009

Παρουσίαση του βιβλίου

Θ. Καραγιάννης, Ο Βασίλης Ρώτας και το έργο του για παιδιά και έφηβους, Σύγχρονη Εποχή, 2007.

1.        Έργο ερευνητικής δικαιοσύνης: ανοίγει ένα από τα κλειστά αρχεία της νεοελληνικής γραμματείας. Το γιατί υπάρχουν κλειστά αρχεία είναι ερώτημα κρίσιμο που για να απαντηθεί χρειάζεται να μιλήσουμε για την έρευνα στην Ελλάδα, για συμφέροντα που έχουν μπει και βάζουν τους κανόνες, για μια φιλολογία των δημοσίων σχέσεων, ευλύγιστης και ευκίνητης σε κάμψεις που απαιτούν οι κάθε είδους είσοδοι (από τα σαλόνια του Τύπου και των εκδοτών μέχρι την πανεπιστημιακή έδρα). Κι έτσι σήμερα παρατηρείται το φαινόμενο: να ερευνώνται εξονυχιστικά ορισμένα μόνο θέματα και αυτά -τα διερευνημένα μέχρι τα τελευταία όρια και των πιο ευφάνταστων ερωτημάτων που θα μπορούσαν να διατυπωθούν-, να ξαναερευνώνται, ενώ την ίδια στιγμή παραδίδονται στη λήθη ή την τύχη μιας ‘συνάντησης’ με την ερευνητική εντιμότητα κάποιου ευσυνείδητου κι ανήσυχου λογίου. Αυτός είναι ο πρώτος έπαινος που έχω να κάνω στον συγγραφέα του βιβλίου.
2.      Η σε επίπεδο διδακτορικής διατριβής έρευνα: αναδεικνύει το εύρος και το βάθος του ζητήματος που απασχόλησε τον συγγραφέα· εμποδίζει να ξαναθαφτεί το θέμα· προωθεί σημαντικά την φιλολογική έρευνα και, κυρίως, να τονίσω αυτό: θέτει τις βάσεις, τα θεμέλια για την έρευνα την μελλοντική, καθόσον: θέτει ερωτήματα, ανακοινώνει πληροφορίες, φέρνει στο φως καινούριο υλικό και νέες εκτιμήσεις. Αξίζει ακόμα να σημειωθεί η βιβλιογραφική τεκμηρίωση και ο «διάλογος» της μελέτης με προηγούμενες συναφείς εργασίες, γεγονός που δείχνει γνώση και μεθοδικότητα στην  πραγμάτευση του θέματος. 
3.      Το βιβλίο του κ. Καραγιάννη έχει έναν ‘ολικό’ χαρακτήρα. Και αυτό να το συνδυάσουμε με το γεγονός ότι μας παρουσιάζει την πιο αντιπροσωπευτική περίπτωση πληθωρικότητας διανοούμενου του 20ού αιώνα, για να έχουμε ένα μέτρο του τι σημαίνει ο ‘ολικός’ χαρακτήρας. Χρησιμοποιώντας έναν άλλον όρο θα έλεγα ότι είναι ένα ‘πολυβιβλίο’, με την έννοια της συνθεμένης του πολυμέρειας. Να απαριθμήσω σύντομα μόνο ορισμένα από τα μέρη που αποτελούν πλήρεις, ξεχωριστές πραγματείες στα οικεία θέματα. Να κάνω μια παρένθεση και να πω ποιες εννοώ ως αυτάρκεις και ξεχωριστές πραγματείες. Εννοώ αυτές που προκύπτουν από μια κωδικοποίηση της εσωτερικής δομής της μελέτης, από μια ανασυγκρότηση των δεδομένων της, λ.χ. των πρωτογενών πηγών (μαζί και των προφορικών μαρτυριών), των βιβλιογραφικών και των ερμηνευτικών. Αυτή η συνθετότητα που είναι αποτέλεσμα του πλούσιου υλικού και του τρόπου που εσωτερικά δομείται η εργασία είναι μια σύνθεση δευτέρου βαθμού, πέρα από την προφανή πολυμέρεια που γίνεται φανερή από την διαίρεση των κεφαλαίων και όπου εκεί μας προσφέρονται, καταρχήν, τέσσερις, τουλάχιστον, μονογραφίες: για το θέατρο του Ρώτα (το μέρος αυτό από μόνο του είναι πολλά βιβλία μαζί), την ποίηση, την πεζογραφία ή για τα κλασικά εικονογραφημένα. Να πούμε επιπροσθέτως ότι αυτά τα  κείμενα του Ρώτα, τα κλασικά εικονογραφημένα, ανήκουν σε μια νέου τύπου αφήγηση, όπου και εδώ ο Ρώτας είναι πρωτοπόρος για τα ελληνικά δεδομένα, και πρόκειται για μια αφήγηση μέσα από την οποία ο δημιουργός γνωρίζει την πιο λαϊκή αναγνώριση, από το μεγάλο κοινό των αναγνωστών. Βλέποντας, τώρα, ‘εσωτερικά’ το βιβλίο του κ. Καραγιάννη θα προσέθετα μια ολόκληρη σειρά θεμάτων να προκύπτουν λ.χ. από το υλικό με τα βιογραφικά του Ρώτα. Κάνοντας την βιογραφία του Ρώτα, μας δίνει ταυτόχρονα και υλικό για τα εξής θέματα. Σημειώνω πρόχειρα: την ιστορία του θεάτρου, την θεωρία του θεάτρου, την μέθοδο της υποκριτικής τέχνης, την ιστορία της λογοτεχνίας, την ιστορία της κριτικής, την ιστορία των ιδεών και της διανόησης, την πολιτική ιστορία. Αυτά και μόνο ως ενδεικτικά του πλούτου που απλόχερα μας δίνει αλλά με μόχθο πολύ συγκέντρωσε ο κ. Καραγιάννης και που η αγάπη για το θέμα του μόνο αλάφρωνε το φορτίο των ερευνητικών απαιτήσεων που ο ίδιος έβαζε πολύ υψηλά.
4.      ένας τρόπος να ωφεληθεί κανείς με μια ματιά από τον πλούτο του βιβλίου είναι να αρχίσει να το διαβάζει από το τέλος προς την αρχή. Από εκεί θα γνωρίσει το μέγεθος του Ρώτα: πρώτα πρώτα εκεί είναι ένα λεπτομερέστατο, πληρέστατο, πολυτιμότατο Χρονολόγιο (8 σελίδων), συνταγμένο από τον κ. Καραγιάννη, κείμενο απολύτως αναγκαίο για μια προσωπικότητα σαν τον Ρώτα, να έχει δηλ. κάποιος έναν άνθρωπο-ποταμό μέσα σε λίγες σελίδες. Και ύστερα ακολουθούν 9 σελίδες με την Εργογραφία του Ρώτα, όπου παίρνει σάρκα και οστά το μέγεθος του ανθρώπου, καθώς καταγράφεται η εκδοτική παρουσία 6 δεκαετιών, με περίπου 163 έργα: 52 πρωτότυπα λογοτεχνικά, ιστορικά, θεατρικά, θεωρητικά, κριτικά· 45 βιβλία μεταφράσεις, 47 τεύχη της σειράς κλασικά εικονογραφημένα· 19 τεύχη του περιοδικού Λαϊκός Λόγος (1965-6, 1975). Να σημειώσω πως υπάρχει αρκετό ακόμη υλικό, διάσπαρτο στα περιοδικά και τις εφημερίδες, ικανό να συμπληρώσει ένα ακόμα βιβλίο. Στην προσωπική μου έρευνα συχνά συναντώ δημοσιεύματά του που δεν έχουν συμπεριληφθεί σε εκδόσεις. Μπορώ να αναφέρω το περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα (1945-1951), όπου ο Ρώτας είναι τακτικός συνεργάτης, την εποχή εκείνη, μεταφράσεις του ανεβαίνουν στο θέατρο και γενικά αναπτύσσει έντονη δραστηριότητα: γράφει, μεταφράζει, παίζει στο θέατρο. Αυτό το υλικό ζητάει τους ερευνητές του. Για να μείνουμε στο βιβλίο του κ. Καραγιάννη, να αναφέρουμε ακόμη ένα, επίσης, χρήσιμο Επίμετρο, όπου καταχωρίζει πολύτιμο εικαστικό και φωτογραφικό υλικό, τόσο πλούσιο που έχουμε ξανά την βιογραφία του Ρώτα αλλά τώρα μέσα από τις φωτογραφίες.
5.      Μια τελευταία κουβέντα για τον Ρώτα. Είναι ο πρωτοπόρος των πρωτοπόρων στο θέατρο για παιδιά: και τούτο γιατί όχι μόνο ανήκει στην πρώτη, χρονικά, ομάδα των δραματουργών –με τους οποίους και ξεκινά, προς το τέλος της δεκαετίας του 1920, η συστηματική ιστορία αυτής της δραματουργίας- αλλά είναι ο πρώτος που προέρχεται αποκλειστικά από το θέατρο και όχι από την παιδαγωγική που ήταν η προέλευση των κυριών που ίδρυσαν τις πρώτες σκηνές (Λόντου, Μεταξά). Αυτό φυσικά έχει συνέπειες για το είδος του θεάτρου για παιδιά που έρχεται να εισηγηθεί· είναι το είδος που σήμερα χαρακτηρίζει τον θεατρικό μας πολιτισμό στην τέχνη για παιδιά και που σταθεροποίησαν, στη δεκαετία του 1970, οι αναγνωρισμένοι δημιουργοί, ο Δ. Ποταμίτης και η Ξ. Καλογεροπούλου. Να προσθέσουμε μάλιστα ότι στην πρώτη εκείνη εμφάνιση, ο Ρώτας ερχόταν με πολλές ιδιότητες ταυτόχρονα που του έδιναν την επάρκεια να ανταποκρίνεται στις σύνθετες απαιτήσεις του θεατρικού γεγονότος: ως δραματουργός (1928), ως ηθοποιός και σκηνοθέτης (Λαϊκό Θέατρο, 1930-1938), και ως μεταφραστής του Σαίξπηρ. Η πρωτοποριακή του συμβολή διακρίνεται τόσο στο είδος του θεατρικού κειμένου που γράφει όσο και στην θεατρική πράξη, όπως θεωρητικά την περιγράφει, την ίδια εποχή, και όπως την εφαρμόζει: το παιδί βρίσκεται στο κέντρο της θεατρικής πράξης, είναι σχεδόν πάντα ο δραματικός ήρωας στα κείμενά του, είναι κατά προτίμηση ο υποκριτής/ηθοποιός και βέβαια ο σταθερός δέκτης, το κοινό του θεάτρου. Ανάλογα και η θεματική των έργων του, αλλά και οι τεχνικές και οι θεατρικές συμβάσεις που διαλέγει να χρησιμοποιήσει επιλέγονται με κριτήριο την εμπειρία και την συναισθηματική ωριμότητα του παιδιού της μικρής, κυρίως, σχολικής ηλικίας. Στόχος του «να κάνει τα παιδιά περισσότερο λειτουργούς και λιγότερο θεατές». Η εμπειρία  αυτής της εργασίας τον κάνει να είναι ο πρώτος εισηγητής του education drama, περνώντας θέματα του σχολικού προγράμματος από την ιστορία, τη μυθολογία, τη θρησκεία, την κοινωνική ζωή μέσα στη θεατρική φόρμα. Κορυφαία, εδώ, η συμβολή του στις παραστάσεις της νεολαίας της Αντίστασης, της ΕΠΟΝ, και πρωτοποριακή σε αυτές τις παραστάσεις είναι η προσαρμογή της «φιγούρας» –δηλαδή της πιο εκλαϊκευμένης αλλά και της πιο πριμιτίβ αναπαράστασης- στην υποκριτική που την διεκπεραιώνουν τα φυσικά σώματα των ηθοποιών. Ο Ρώτας χρησιμοποιεί πολλές «φιγούρες» ως δραματικούς χαρακτήρες, από εκείνες του Θεάτρου Σκιών μέχρι τις άλλες των φύλλων της τράπουλας- π.χ. τον Ρήγα, την Βασίλισσα- αλλά και από τον βωβό κινηματογράφο με ήρωα τον Τσάπλιν. Για να δούμε πόσο γόνιμη είναι αυτή η σύλληψη αρκεί, ενδεικτικά, να θυμίσουμε μια περίπτωση ανάλογης χρήσης της από το μοντέρνο θέατρο, όπως συμβαίνει με το έργο του Γ. Σκούρτη, Ο Καραγκιόζης παρά λίγο Βεζύρης και, κυρίως με την παράστασή του από το Θέατρο Τέχνης και την σκηνοθεσία του Κ. Κουν. Να προσθέσουμε, εδώ, ότι ο Ρώτας, ήδη, από τα πρώτα χρόνια που ασχολείται με το παιδικό θέατρο, έχει αφομοιώσει στα δραματικά του κείμενα –και φυσικά στις παραστάσεις τους- τις τεχνικές της πιο πλούσιας κωμικής παράδοσης στο παγκόσμιο θέατρο, της commedia dellarte. Μάλιστα σε τόση ποικιλία που αν κάνουμε μια συστηματική ανάγνωση των δραματικών του κειμένων, μέσα από αυτό το πρίσμα, θα έχουμε μια εγκυκλοπαίδεια κωμικών τεχνασμάτων βασισμένων στην μεγάλη παράδοση της commedia dellarte. Για το θέμα αυτό, όπως και για το προηγούμενο θέμα της «φιγούρας», υπάρχουν σχετικές μελέτες.
6.      Κλείνοντας, να επιστρέψω στο βιβλίο του κ. Καραγιάννη και να σημειώσω πως είναι ταυτόχρονα και ένα βιβλίο-ανάγνωσμα, μακριά από την απωθητική στρυφνότητα των διδακτορικών διατριβών. Κι αυτό το οφείλουμε στο δικό του λόγο, που έχει ωριμάσει από δεκαετίες συνομιλίας του δάσκαλου με τους μαθητές του. Τα πιο ωραία του δείγματα μέσα στο βιβλίο είναι οι ‘δευτερογενείς του αφηγήσεις’, όταν κυριολεκτικά μας αφηγείται τις υποθέσεις των έργων του Ρώτα. Έτσι, και μαθαίνουμε και απολαμβάνουμε ή, για να γυρίσουμε σε μια παλαιική αξία που φαίνεται ακόμα να ισχύει: το βιβλίο του κ. Καραγιάννη ανταποκρίνεται πλήρως σε μια σύνθετη και απαιτητική προσδοκία: να μπορεί ταυτόχρονα να μας προσφέρει την τέχνη με την επιστήμη ή, για να το πούμε όπως ακουγόταν στον 19ο αιώνα: το τερπνόν μετά του ωφελίμου.        

Γεωργία Λαδογιάννη
Επίκ. Καθηγήτρια
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων